Άρδευση αμπελιού
Αν και το αμπέλι θεωρείται φυτό που προσαρμόζεται σε ξηρά και θερμά εδάφη, για την παραγωγή σταφυλιών ποιότητας και σε ικανοποιητικές ποσότητες είναι αναγκαία η άρδευση των αμπελώνων, ιδιαίτερα στα ευαίσθητα στάδια της ανάπτυξης, της βλάστησης και της παραγωγής. Τα πρέμνα απορροφούν με το ριζικό σύστημα μεγάλες ποσότητες νερού για να επιτελέσουν σημαντικές φυσιολογικές λειτουργίες όπως είναι η φωτοσύνθεση, οι διάφορες χημικές αντιδράσεις, η αύξηση, η παραγωγή, η διαπνοή κ.τ.λ. Το μεγαλύτερο ποσοστό του νερού μεταφέρεται στην ατμόσφαιρα με το φαινόμενο της διαπνοής και μόνο το 1% περίπου των ποσοτήτων αυτών παραμένει στο φυτικό σώμα. Υπολογίζεται ότι για την παραγωγή ενός κιλού ξηρής ουσίας από το πρέμνο χρειάζονται περίπου 500-700 λίτρα νερού. Το νερό αποτελεί στοιχείο δομής των φυτών και αντιπροσωπεύει το βάρος τους σε ποσοστό 60-95%. Είναι το μέσο μέσω του οποίου διαλύονται τα ανόργανα συστατικά του εδάφους και μεταφέρονται από τις ρίζες στα φύλλα για την θρέψη των φυτών. Αποτελεί ρυθμιστικό παράγοντα της θερμοκρασίας των φυτών και τα προστατεύει από τον καύσωνα. Τα φυτά προσλαμβάνουν σχεδόν το 100% του αναγκαίου νερού από 0-60 cm βάθος εδάφους γι’ αυτό κατά την άρδευση δεν πρέπει να εφοδιάζουμε το αμπέλι με νερό σε μεγαλύτερο βάθος από 90 cm, αφού το βάθος του ενεργού του ριζοστρώματος φτάνει τα 60-80 cm.
Υδατικές ανάγκες των πρέμνων
Οι ανάγκες των πρέμνων κατά τον ετήσιο κύκλο βλάστησης εξαρτώνται από το βλαστικό στάδιο. Έλλειψη ή υπερβολική υγρασία μπορεί να προκαλέσουν βλάβες στα διάφορα όργανα του πρέμνου, σε διαφορετική ένταση. Για την καλύτερη κατανόηση περιγράφονται χωριστά παρακάτω οι υδατικές ανάγκες του αμπελιού ανά βλαστικό στάδιο.
Εκβλάστηση μέχρι άνθηση
Έλλειψη νερού κατά την έναρξη της βλάστησης μέχρι και την άνθηση προκαλεί επιβράδυνση του ρυθμού αύξησης των βλαστών, ανωμαλίες κατά τον σχηματισμό των ανθέων, μικρή ανάπτυξη ταξιανθιών, ανθόρροια και φτωχό σχηματισμό ανθικών καταβολών. Για την αποφυγή των φαινομένων αυτών είναι αναγκαία η εφαρμογή χειμερινών αρδεύσεων, με προσοχή ώστε να μην υπάρξουν προβλήματα υπερβολικής υγρασίας στο έδαφος. Η πρόσθετη άρδευση από ποτάμια ή από άλλες πηγές, κατά τους χειμερινούς μήνες και τους πρώτους μήνες της άνοιξης, είναι εχέγγυο για την ομαλή ωρίμανση, καθώς και για την επιτυχία της επόμενης παραγωγής. Βέβαια, για τις συνθήκες που επικρατούν στη χώρα μας η περίοδος αυτή σπάνια προβληματίζει τον αμπελουργό, γιατί το νερό της βροχής είναι μάλλον επαρκές και το έδαφος είναι κορεσμένο από το σύνολο των χειμερινών βροχών. Οι απαιτήσεις των πρέμνων σε νερό την περίοδο αυτή είναι κάτω από 5% των ετήσιων αναγκών.
Άνθηση μέχρι καρπόδεση
Η άνθηση και η καρπόδεση είναι πολύ ευαίσθητα στάδια στην έλλειψη νερού. Πρέπει να αποφεύγεται όμως η άρδευση στο διάστημα αυτό έτσι ώστε να διεξαχθεί ομαλά η ανθοφορία και η διαφοροποίηση των ανθικών καταβολών για την επόμενη χρονιά. Σε περιοχές που οι βροχοπτώσεις ήταν χαμηλές, είναι απαραίτητη μια άρδευση πριν την έναρξη της άνθησης. Οι απαιτήσεις των πρέμνων από την άνθηση μέχρι την καρπόδεση είναι περίπου 15% των ετήσιων αναγκών σε νερό.
Καρπόδεση μέχρι γυάλισμα
Η περίοδος αυτή, που στη χώρα μας χαρακτηρίζεται από ταχεία αύξηση θερμοκρασιών και πτώση της ατμοσφαιρικής υγρασίας, σηματοδοτεί μια ραγδαία αύξηση των υδατικών αναγκών των πρέμνων. Η συνεχιζόμενη βλαστική αύξηση και η πρώτη φάση ανάπτυξης των ραγών απαιτούν αρκετή ποσότητα νερού. Επομένως, η εφαρμογή άρδευσης την περίοδο αυτή έχει έντονη επίδραση στην ισορροπία βλάστησης-παραγωγής. Έλλειψη υγρασίας κατά την καρπόδεση και την ανάπτυξη ραγών μπορεί να μειώσει την καρπόδεση και να προκαλέσει μικροραγία. Παράλληλα, κατά την ίδια περίοδο παρατηρείται έντονη ριζογένεση που επηρεάζεται αρνητικά από την παρατεταμένη ξηρασία τόσο όσον αφορά το σχηματισμό όσο και την ανάπτυξη των ριζιδίων. Η κάλυψη των αναγκών των πρέμνων σε νερό από την καρπόδεση μέχρι τα πρώτα στάδια ανάπτυξης των ραγών είναι καθοριστική για την παραγωγή σταφυλιών. Οι υδατικές απαιτήσεις των πρέμνων από την καρπόδεση μέχρι το γυάλισμα φτάνουν στο 60% των ετήσιων αναγκών.
Γυάλισμα μέχρι τη συγκομιδή
Κατά την ωρίμανση το αμπέλι μπορεί να αντέξει ακόμη και σε υψηλά επίπεδα έλλειψης υγρασίας. Ακόμη και σε ακραίες συνθήκες μάρανσης των φύλλων, η τροφοδοσία των ραγών με προϊόντα της φωτοσύνθεσης δεν σταματάει, παρότι επιβραδύνεται σημαντικά. Παρόλα αυτά, για την επιδίωξη της καλύτερης πορείας της ωρίμανσης των σταφυλιών, βασικός σκοπός θα πρέπει να είναι η αποφυγή της ξηρασίας με σωστή εφαρμογή αρδεύσεων για την ομαλή φωτοσυνθετική λειτουργία των φύλλων και την εξασφάλιση της μέγιστης εισροής σακχάρων στα σταφύλια. Αυτό βέβαια προϋποθέτει το σταμάτημα της βλαστικής αύξησης αλλιώς υπάρχει κίνδυνος επαναδραστηριοποίησης των βλαστικών κορυφών (πράγμα επιθυμητό μόνο όταν επιδιώκεται οψίμιση της παραγωγής). Από την έναρξη της ωρίμανσης μέχρι και την πλήρη ωρίμανση η έλλειψη νερού δεν επηρεάζει την αύξηση των ραγών και τη συγκέντρωση σακχάρων, παρατηρούνται όμως συμπτώματα πτώσης των φύλλων της βάσης του βλαστού και μάρανσης. Ακόμη απαιτείται ιδιαίτερη προσοχή στην αρδευτική δόση, επειδή μπορεί να προκληθεί σχίσιμο των ραγών μετά από μια απότομη άρδευση και στη συνέχεια προσβολή από βοτρύτη. Οι απαιτήσεις των πρέμνων αυτή την περίοδο είναι περίπου 20% των ετήσιων αναγκών σε υγρασία.
Συγκομιδή μέχρι εκβλάστηση
Σε εδάφη με μικρή υδατοχωρητικότητα ή σε περιοχές με υψηλές θερμοκρασίες κατά τον Σεπτέμβριο-Οκτώβριο είναι απαραίτητη η συνέχιση των αρδεύσεων μετά τον τρύγο για τη συντήρηση της φωτοσυνθετικής δραστηριότητας των φύλλων. Η εφαρμογή αυτή αποσκοπεί στην εξασφάλιση της δεύτερης περιόδου αύξησης των ριζών και στην αποταμίευση υδατανθράκων και αζώτου στο ξύλο, λειτουργία που αυξάνει την αντοχή των πρέμνων στο χειμερινό ψύχος και συντελεί στην ομαλή διεξαγωγή της εκβλάστησης την επόμενη άνοιξη. Μετά τον τρυγητό είναι απαραίτητη η άρδευση στις πρώιμες ποικιλίες. Οι απαιτήσεις των πρέμνων σε υγρασία κατά την περίοδο αυτή κυμαίνονται από 3-5% των ετήσιων αναγκών τους.
Χρόνος, ποσότητα και συχνότητα άρδευσης
Η εφαρμοζόμενη ανά πότισμα ποσότητα νερού εξαρτάται από την ενεργή φυλλική επιφάνεια των πρέμνων, το φορτίο των σταφυλιών και τις κλιματικές συνθήκες. Τα υψηλά σχήματα διαμόρφωσης και αμπέλια με μεγάλες στρεμματικές αποδόσεις είναι πιο απαιτητικά σε νερό. Οι κλιματικές παράμετροι που καθορίζουν τις ανάγκες του αμπελιού σε νερό είναι η θερμοκρασία, η σχετική υγρασία της ατμόσφαιρας και η βροχόπτωση. Η συνδυασμένη επίδρασή τους δίνεται από την εξατμισοδιαπνοή, η οποία εκφράζει τις συνολικές απώλειες νερού από μια καλλιέργεια και υπολογίζεται με ειδικά μαθηματικά μοντέλα από σύγχρονους μετεωρολογικούς σταθμούς. Συνεπώς, σε περιοχές με υψηλή εξατμισοδιαπνοή, οι εφαρμοζόμενες ποσότητες νερού ανά άρδευση πρέπει να είναι μεγαλύτερες. Όσον αφορά στη συχνότητα άρδευσης, αυτή εξαρτάται από τις φυσικές ιδιότητες του εδάφους, την παροχή νερού του αρδευτικού συστήματος και την εξατμισοδιαπνοή. Αμπελώνες σε βαθιά γόνιμα εδάφη μπορούν να συμπεριφέρονται καλά και με λιγότερα ποτίσματα. Μετρήσεις που έχουν γίνει σε ξηροθερμικές περιοχές έχουν δείξει ότι από την εκβλάστηση μέχρι τα τέλη Απριλίου η διαπνοή των πρέμνων ανέρχεται στα 10 κυβικά μέτρα νερού/στρέμμα. Ενώ η εξάτμιση από το έδαφος σε 75 κυβικά μέτρα. Οι αντίστοιχες τιμές για την περίοδο Μαΐου-Οκτωβρίου είναι 65 και 110 κυβικά μέτρα/στρέμμα αντίστοιχα. Τα κρίσιμα βλαστικά στάδια των πρέμνων είναι εκείνα από την καρπόδεση μέχρι το γυάλισμα των σταφυλιών και θα πρέπει να γίνονται τουλάχιστον 2-3 αρδεύσεις το συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, ανεξάρτητα από την εφαρμογή χειμερινής άρδευσης. Η απαιτούμενη ποσότητα νερού εξαρτάται από την υδατοχωρητικότητα του εδάφους και τη μέθοδο άρδευσης και κυμαίνεται από 30-80 κυβικά μέτρα/στρέμμα. Ο ακριβής όμως προγραμματισμός της συχνότητας, του χρόνου και της ποσότητας της άρδευσης θα πρέπει να προσδιορίζεται με τις διάφορες μεθόδους προσδιορισμού της εδαφικής υγρασίας από τις οποίες πιο πρακτική είναι εκείνη των τασίμετρων (τενσιόμετρα). Στο αμπέλι απαιτείται η τοποθέτηση δύο τασιμέτρων στο έδαφος, ένα ρηχό σε βάθος ίσο προς το 1/4 του ριζοστρώματος που ρυθμίζει το χρόνο έναρξης της άρδευσης και ένα δεύτερο βαθύ σε βάθος ίσο προς τα 3/4 του ριζοστρώματος που καθορίζει το χρόνο λήξης της άρδευσης. Πρέπει να τοποθετούνται σε απόσταση από τον σταλακτήρα περίπου 20cm στα αμμώδη, 30cm στα μέσης σύστασης και 40cm στα αργιλώδη εδάφη. Με αυτόν τον τρόπο, το διάστημα μεταξύ των ποτισμάτων και η αρδευτική δόση ρυθμίζονται από τα τασίμετρα. Για τη σωστή αγωγή της άρδευσης με τα τασίμετρα είναι απαραίτητη η γνώση και ερμηνεία των ενδείξεών τους.
Γενικά, τα ποτίσματα πρέπει να ρυθμίζονται σύμφωνα με τις ανάγκες. Η υπερβολική υγρασία του εδάφους μπορεί να συντελέσει στη διήθηση των θρεπτικών στοιχείων και η υπερβολική χρήση νερού είναι σπατάλη. Σε αμπελώνες όπου το πότισμα είναι απαραίτητο θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η ποσότητα του νερού της βροχής και να υπολογίζεται η ποσότητα που υπολείπεται. Ακόμη μεγάλη σημασία παίζει η ποιότητα του αρδευτικού νερού, η οποία θα πρέπει να ελέγχεται με αναλύσεις σε κάθε περίπτωση (ιδιαίτερα αν προέρχεται από πηγάδι) κάθε 5 χρόνια τουλάχιστον. Ιδανική λύση σε αρδευτικό νερό με υψηλή συγκέντρωση αλάτων είναι η ηλεκτρονική συσκευή Max Grow που διασπάει τα άλατα και δεν τους επιτρέπει να δημιουργήσουν συσσωματώματα και επικαθήσεις που φράζουν τη διακίνηση του νερού, με αποτέλεσμα μέχρι και διπλασιασμό της παραγωγής και με άριστη ποιότητα.
Μέθοδοι άρδευσης
Κατά τα προηγούμενα χρόνια χρησιμοποιήθηκαν διάφορες μεθόδοι άρδευσης όπως η άρδευση με λεκάνες, κατά λωρίδες, με αυλάκια, με τεχνητή βροχή οι οποίες όμως παρουσίασαν πολλά προβλήματα (π.χ. φυτοπροστασίας) με κυριότερο όμως τις μεγάλες απαιτήσεις σε νερό σε περίοδο που η έλλειψή του ήταν και είναι χαρακτηριστική. Έτσι επικράτησε η στάγδην άρδευση που βασίζεται στην αρχή της συχνότερης παροχής νερού σε περιορισμένο όγκο εδάφους. Παρέχει ακρίβεια εφαρμογής και οικονομία νερού. Μπορεί να εφαρμοστεί σε κάθε είδος εδάφους ή τοπογραφίας και έχει τις μικρότερες απώλειες από εξάτμιση. Μπορεί να λειτουργήσει σαν μέσω εφαρμογής λιπασμάτων, εξασφαλίζοντας καλύτερο έλεγχο και υψηλότερη αποτελεσματικότητα στην εφαρμογή των θρεπτικών στοιχείων. Περιορίζει την εμφάνιση ζιζανίων μόνο στην αρδευόμενη επιφάνεια του εδάφους. Ακόμη, επιφέρει οικονομία στην εργασία, αποφυγή ρύπανσης των επιφανειακών ή υπόγειων νερών με λιπάσματα ή φυτοφάρμακα, επιτρέπει την κυκλοφορία στην καλλιέργεια, δεν επηρεάζεται από τον άνεμο, δεν ευνοεί την ανάπτυξη μυκητολογικών/εντομολογικών προβλημάτων, επιτρέπει τη χρήση υφάλμυρου νερού, πρωιμίζει την παραγωγή και προκαλεί αύξησή της. Χαρακτηρίζεται όμως και από ορισμένα μειονεκτήματα όπως το φράξιμο των σταλάκτων, τη συγκέντρωση αλάτων στο έδαφος, την καταστροφή του από μηχανικές ζημιές, την αδυναμία προστασίας από παγετούς κ.τ.λ.