Μορφολογικά και φυσιολογικά χαρακτηριστικά στρουθοκαμήλου
Το μεγάλο μέγεθος του σώματος της στρουθοκαμήλου, σε συνδυασμό με τις σχετικά μικρές φτερούγες, την καθιστούν ανίκανη να πετάξει. Σε ελεύθερη διαβίωση συνήθως βρίσκεται σε περιοχές με αραιές δενδροφυτεύσεις και βοσκοτόπια, ενώ μπορεί να επιβιώσει και σε μέρη με πολύ φτωχή βλάστηση. Λόγω της προσαρμοστικότητας στις ξηροθερμικές συνθήκες έχει την ικανότητα να επιζεί ακόμη κι όταν χάνει το 25% του βάρους της από αφυδάτωση. Γι’ αυτό όταν βρίσκει νερό πίνει αρκετό, όπως η καμήλα, για να αντέχει. Η μακροβιότητά της στην άγρια φύση είναι αμφιλεγόμενη, καθώς άλλοι μελετητές λένε 20-30 χρόνια και άλλοι 70-80. Τρώνε χόρτα, άνθη, τρυφερούς βλαστούς από θάμνους και μικρά θηλαστικά, όπως ποντίκια. Η αναπαραγωγική ηλικία των θηλυκών σε ελεύθερη διαβίωση είναι μέχρι την ηλικία των 20-30 ετών.
Στην περιορισμένη κατάσταση ζει 70-80 χρόνια. Αρχίζει την αναπαραγωγή της στην ηλικία των 2,5-3 ετών και τη συνεχίζει μέχρι την ηλικία των 15-20 χρόνων. Τα αρσενικά ωριμάζουν 5-6 μήνες αργότερα. Το σωματικό βάρος κατά την ενηλικίωση κυμαίνεται από 150-200 κιλά, με το αρσενικό να είναι πάντα βαρύτερο. Η ανάπτυξη του σώματος ολοκληρώνεται στην ηλικία των 16-18 μηνών. Το ύψος της κατά τη φάση της γενετήσιας ωριμότητας κυμαίνεται, για τις μεν αρσενικές από 1,80 έως 2,70 μέτρα, για τις δε θηλυκές από 1,70 έως 2 μέτρα.
Οι στρουθοκάμηλοι έχουν διάφορους χρωματισμούς, ο καθένας δε από αυτούς αντιπροσωπεύει ένα υποείδος. Τα νεαρά πτηνά έχουν χρώμα καφέ-γκρίζο. Τα ώριμα θηλυκά διατηρούν αυτό το χρώμα ενώ τα αντίστοιχα αρσενικά αποκτούν ένα λαμπρό μαυρόασπρο φτέρωμα το οποίο γίνεται ακόμη λαμπρότερο κατά την περίοδο του ζευγαρώματος.
Στους νεοσσούς η ομοιότητα μεταξύ των δύο φύλων είναι πολύ μεγάλη και ο μόνος τρόπος να τα ξεχωρίσουμε είναι η εξέταση των γεννητικών οργάνων, κάτι που δεν είναι τόσο εύκολο πριν την ηλικία των 6-7 μηνών. Σ’ αυτή την ηλικία τα γεννητικά όργανα ξεχωρίζουν εύκολα, ενώ μεταγενέστερα τα αρσενικά ξεχωρίζουν από τον τρόπο ούρησης και αφόδευσης (επειδή διαθέτουν πέος, η ούρηση με την αφόδευση είναι διαφορετικές ενέργειες που η μια διαδέχεται την άλλη σε μικρό χρονικό διάστημα). Πλήρης και ευκολότερη διάκριση γίνεται στην ηλικία των 2 ετών περίπου. Τα φτερά της ουράς των αρσενικών είναι λευκά ή καφέ με κιτρινωπή απόχρωση. Τα αντίστοιχα των θηλυκών είναι διάστικτα με ανοιχτές ή σκούρες βούλες γκρι χρώματος.
Η πτερόρροια γίνεται μια φορά το χρόνο, με τα φτερά να χρησιμοποιούνται για την κατασκευή ξεσκονίστρων επίπλων, για τον καθαρισμό ακριβών και ευαίσθητων μηχανημάτων, για διακόσμηση κ.λπ. Τα φτερά τους εκτός από τις βιολογικές τους ανάγκες, εξυπηρετούν και στην προστασία των νεοσσών, την δήλωση υποταγής στις μεταξύ τους σχέσεις, στις εκδηλώσεις ερωτοτροπιών κ.λπ.
Η θερμοκρασία του υγιούς στρουθοκαμήλου φυσιολογικά κυμαίνεται από 39,5-40oC. Αντέχει σε κλίματα με θερμοκρασίες από -10oC έως 56oC. Σ’ αυτό βοηθούν τα φτερά τους, καθώς σε περιόδους καύσωνα κάνουν αέρα ανεμίζοντας τις φτερούγες τους.
Η στάση του σώματός της προειδοποιεί τους γύρω της για τις διαθέσεις της. Όταν γίνεται επιθετική σηκώνει ψηλά το λαιμό της, το στήθος της και ανοίγει τα φτερά της. Όταν είναι υποταγμένη έχει χαμηλωμένο το λαιμό, τα φτερά και την ουρά της.
Κύρια μέσα άμυνας των στρουθοκαμήλων είναι το τρέξιμο και το λάκτισμα. Τρέχουν με ταχύτητα που φτάνει από 40-70 χιλιόμετρα την ώρα, ταχύτητα στην οποία αντέχει να τρέχει έως 30 λεπτά. Είναι το μόνο πτηνό που έχει δύο δάκτυλα σε κάθε πόδι. Τα εσωτερικά δάκτυλα είναι πολύ πιο ανεπτυγμένα από τα εξωτερικά. Το λάκτισμα (κλωτσιά) γίνεται με πολύ δύναμη και ακρίβεια. Συνήθως κλωτσούν προς τα μπρος και πλαγίως, γι αυτό και το πιάσιμο των πτηνών γίνεται από πίσω. Επίσης, αμυντικά όπλα των στρουθοκαμήλων είναι το δάγκωμα, το τσίμπημα, καθώς και η οξύτατη όραση με την οποία μπορεί να διακρίνει, με ελεύθερο οπτικό πεδίο, αντικείμενα ακόμη και σε απόσταση 12 χιλιομέτρων.
Η στρουθοκάμηλος είναι αποκλειστικά ημερήσιο ζώο. Στέκεται όρθιο σ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας με εξαίρεση τις στιγμές που πλένεται, ξεκουράζεται ή επωάζει τα αυγά. Όταν αρχίζει να νυχτώνει κάθεται κάτω και δεν μετακινείται μέχρι το ξημέρωμα, εκτός και αν ενοχληθεί. Γι αυτό και τις βραδινές ώρες αιχμαλωτίζεται ευκολότερα.
Τέλος είναι πολύ ευαίσθητη στο στρες, το οποίο είναι υπεύθυνο για τα περισσότερα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι εκτροφείς, επιφέροντας μειωμένες αποδόσεις κατά την αναπαραγωγή καθώς και μεγάλη θνησιμότητα κατά το στάδιο ανάπτυξης των νεοσσών.