Φυλές μικρού μεγέθους ή Μικρόσωμες
Γενικά χαρακτηριστικά
Στην κατηγορία αυτή υπάγονται οι φυλές κουνελιών με σωματικό όγκο ενηλίκου μικρότερο των 3Kg. Κύρια χαρακτηριστικά τους είναι η πρώιμη γενετήσια ωριμότητα, η υψηλή γονιμότητα και η ικανότητα ορισμένων φυλών να παράγουν γουνοδέρματα υψηλής ποιότητας. Πολύ ενδιαφέρον όμως, παρουσιάζει το γεγονός, ότι φυλές όπως η Ολλανδική, η Τσιντσιλά, η Ρωσική, η Αβάνα Γαλλίας κ.ά. δίνουν σφάγιο πολύ καλής ποιότητας και κατ' επέκταση κρέατος, ιδιότητα που μεταβιβάζουν στους απογόνους τους.
Προς χάρη του χαρακτηριστικού τους αυτού, ξεκίνησε η διασταύρωση κουνελιών προερχόμενα από φυλές μέσου σωματικού βάρους για την παραγωγή θηλυκού γεννήτορα. Ο θηλυκός αυτός γεννήτορας, μετά τη διασταύρωσή του με κούνελους πάλι μέσου Σ.Β., παράγει παχυνόμενα κουνέλια, που δίνουν ελαφριά σφάγια, αλλά με καλύτερη ποιότητα κρέατος, λόγω υψηλού βαθμού ωρίμανσης.
Οι κυριότερες φυλές μικρού μεγέθους είναι οι εξής:
Ρώσικη φυλή
Προέλευση: Η χώρα προέλευσης της φυλής αυτής είναι η Αγγλία. Μορφολογικά χαρακτηριστικά: Το σώμα του γενικά είναι κοντό και στρογγυλοποιημένο, ιδιαίτερα της Γαλλικής προέλευσης, ενώ το αντίστοιχο Αγγλικό είναι πιο επιμηκυμένο. Είναι ένα νευρικό, ευκίνητο κουνέλι του οποίου τα χαρακτηριστικά παρουσιάζονται αναλυτικότερα ως εξής: κεφάλι κοντό, ευρύ και πλατύ, αυτιά κοντά, όρθια και καλά στερεωμένα, μάτια ζωηρά με ανοιχτό κόκκινο χρωματισμό ίριδας, που σε ορισμένες περιπτώσεις φέρει κηλίδες χρωστικής, στοιχείο που αποδεικνύει ότι υπέστη μερικό αλφισμό. Τράχηλος κοντός, χωρίς λαμυρίδα και στα δύο φύλα. Θώρακας ευρύς, με καλή μυϊκή κάλυψη. Παρουσιάζει ισχυρή μυϊκή κάλυψη, τόσο στην οσφύ όσο και στους γλουτούς και τους μηρούς.
Χρωματισμός: Ο βασικός χρωματισμός του σώματος είναι λευκός, ενώ το ακρορρίνιο μέχρι το ύψος των ματιών, τα αυτιά, τα άκρα μέχρι το ύψος του ταρσού και η ουρά είναι μαύρα, δηλαδή παρουσιάζουν έναν ακρομελανισμό λόγω του μερικού αλφισμού. Το τρίχωμα είναι κοντό, πυκνό και λεπτό σαν μετάξι.
Αποδόσεις: Το Σ.Β. του ενήλικου κουνελιού κυμαίνεται από 2-2,8Kg με ιδανικά τα 2,4Kg για το αρσενικό και τα 2,6Kg για το θηλυκό. Είναι ένα γόνιμο κουνέλι με πρώιμη γενετήσια ωριμότητα και υψηλή πολυδυμία και για το λόγο αυτό, χρησιμοποιείται ευρέως σε διπλή διασταύρωση με κουνέλια μέσου Σ.Β.
Ολλανδική φυλή
Προέλευση: Η χώρα προέλευσης της φυλής είναι η Ολλανδία. Μορφολογικά χαρακτηριστικά: Το σώμα του είναι κοντό και ευρύ με καλή και συμπαγή μυϊκή κάλυψη, η οποία είναι ομοιόμορφα κατανεμημένη πανω σε ένα λεπτό οστέινο σκελετό. Το πρόσθιο μέρος του κορμού, είναι ιδιαίτερα ευρύ, το στήθος γεμάτο και οι ωμοπλάτες ισχυρές εξαιτίας της καλής μυϊκής κάλυψης. Η ράχη εμφανίζεται ευρεία και κοντή που καταλήγει σε στρογγυλούς γλουτούς. Τα άκρα είναι μικρά, η λαμυρίδα απουσιάζει και στα δύο φύλα, τα αυτιά κατευθύνονται ελαφρά προς τα πίσω και το κεφάλι είναι σχετικά μεγάλο με ευρύ μέτωπο ένα ευρύ τράχηλο που μόλις διακρίνεται.
Χρωματισμός: Το μεγαλύτερο μέρος του κεφαλιού, τα αυτιά και το πίσω μέρος του κορμού μαζί με την ουρά είναι έγχρωμα, ενώ το υπόλοιπο σώμα άσπρο. Είναι αποδεκτοί όλοι οι απλοί χρωματισμοί πλην του αργυρόχρωμου. Στην περίπτωση της τριχρωμίας πρέπει πάντοτε οι χρωματισμοί να είναι αρκετά καθαροί.
Αποδόσεις: Το Σ.Β. του ενήλικου κουνελιού κυμαίνεται από 2-3Kg με ιδανικά τα 2,5Kg για το αρσενικό και τα 2,75Kg για το θηλυκό. Παρουσιάζει όλα τα πλεονεκτήματα των μικρόσωμων φυλών, δηλαδή πρωιμότητα, γονιμότητα, αναπτυγμένο μητρικό φίλτρο και αναπτυγμένες κρεοπαραγωγικές ικανότητες, γι' αυτό χρησιμοποιείται σε διάφορα σχήματα διασταυρώσεων με φυλές μέσου Σ.Β.
Τσιντσιλά
Προέλευση: Ως χώρα προέλευσης της φυλής αυτής θεωρείται η Γαλλία και ως δημιουργός της ο Dybowsky, που την πρωτοπαρουσίασε επίσημα το 1913 σε σχετική έκθεση.
Μορφολογικά χαρακτηριστικά: Εμφανίζει την κλασική σωματική διάπλαση των φυλών μικρού Σ.Β. Τα αυτιά φέρονται όρθια, τα μάτια εμφανίζουν σκούρο φαιό χρωματισμό της ίριδας και η λαμυρίδα λείπει εντελώς από το αρσενικό, ενώ στο θηλυκό είναι πολύ περιορισμένη.
Χρωματισμός: Θυμίζει το χρωματισμό του γνωστού μικρόσωμου τρωκτικού γουνοφόρου ζώου Τσιντσιλά (Chincilla Lanigera), από το οποίο φαίνεται ότι πήραν και την ονομασία τους τα κουνέλια της φυλής αυτής. Ο χρωματισμός του τριχώματος που φαίνεται εξωτερικά στην περιοχή του καλύμματος είναι ο φαιός (γκρι) του σχιστόλιθου (ασημί) με μελανά στίγματα (μελανόστικτος) και διαμορφώνεται από τις κορυφές των ενδιάμεσων και στηρικτικών τριχών σε δύο ζώνες. Όσον αφορά στον εσωτερικό χρωματισμό του τριχώματος, διαμορφώνεται και από τους τρεις τύπους των τριχών και παρουσιάζει έναν ιδιότυπο ζωνωτό χρωματισμό, όπου διακρίνονται ύστερα από ισχυρό φύσημα, τρεις ομόκεντροι κύκλοι σαν ροδέλες από τρεις ζώνες διαφορετικού χρωματισμού.
Αποδόσεις: Το Σ.Β. του ενήλικου κουνελιού κυμαίνεται από 2-3Kg με ιδανικά τα 2,5Kg για το αρσενικό και τα 2,75Kg για το θηλυκό. Η φυλή αυτή όταν πρωτοδημιουργήθηκε εκτρεφόταν κυρίως για την παραγωγή καλών γουνοδερμάτων, από μίμηση των παραγόμενων πολύτιμων γουναρικών από το μικρό γουνοφόρο ζώο Τσιντσιλά. Στη συνέχεια μετά την πτώση της τιμής των κονικλοδερμάτων για την παραγωγή γουναρικών, περιορίστηκε πολύ η εκτροφή του. Στις μέρες μας όμως άρχισε πάλι να χρησιμοποιείται σε διάφορα σχήματα διασταυρώσεων για την αξιοποίηση και των άλλων παραγωγικών ιδιοτήτων που διαθέτει, όπως την υψηλή γονιμότητα, πολυδυμία, καθώς και την καλή ποιότητα των παραγόμενων σφάγιων.