Καρπός Λυκίσκου

Από GAIApedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Λυκίσκος το φυτό τής μπίρας Το μεταχειρίζονται στην κατασκευή τής μπίρας και το είδος που καλλιεργείται για τη χρήση αυτή, είναι ο Λυκίσκος το Ζυθοβότανο (Humulus Lupulus). Έχει μεγάλη κατανάλωση γιατί χωρίς αυτό δε γίνεται μπίρα. Ο καρπός του είναι ίσα με φουντούκι, έχει λέπια (φυλλαράκια) και στη βάση τους το σπόρο και επάνω σ’ αυτόν βγάζει μια υγρή ουσία, πικρή κι αρωματική. Όταν ωριμάσει o καρπός, η ουσία αυτή ξηραίνεται, γίνεται σαν σκόνη και κολλάει στα δάχτυλα και ονομάζεται Αυκιακίνη (Lupulina) και δίνει στην μπίρα το άρωμα και την μεταχειρίζονται και ως φάρμακο. Τα φύλλα και τα βλαστάρια του λυκίσκου σε μερικά μέρη τα μαγειρεύουν όπως τα σπαράγγια.

Καταγωγή Ο λυκίσκος είναι φυτό τής Ευρώπης και της Ασίας. Κατά τον Π. Γ. Γεννάδιο στην Ελλάδα φυτρώνει στους ορεινούς τόπους της Αρκαδίας, Λακωνίας, Θεσσαλίας, Εύβοιας, Ευρυτανίας και Βοιωτίας ένα είδος λυκίσκου που λέγεται αγιόκλημα. Ο λυκίσκος καλλιεργείται σε μεγάλη έκταση για τη βιομηχανία της μπίρας σε Αγγλία, Βέλγιο, Γερμανία, Αυστρία, Ουγγαρία και Ηνωμένες Πολιτείες.

Καλλιέργεια λυκίσκου Προκόβει σε χώματα αμμουδερά (αργιλλο-άμμώδη), ψαχνά και νοτερά ή ποτιστικά και σε θέσεις προσηλιακές που να έχουν αέρα, χωρίς όμως να είναι εκτεθειμένες σε δυνατούς ανέμους από τον Απρίλιο έως τον Σεπτέμβριο που είναι στην ανάπτυξη του. Τέτοιες θέσεις εύκολα βρίσκονται σε πολλά ορεινά μέρη τής Ελλάδας που ο λυκίσκος μπορεί να καλλιεργηθεί με κέρδος γιατί και ζήτηση έχει κι εύκολα μεταφέρεται και με λίγα έξοδα, επειδή είναι ελαφρύς. Πολλαπλασιάζεται με σπόρο, μα ο πρακτικότερος τρόπος είναι να φυτέψουμε παραφυάδες τον Απρίλη. Την εποχή αυτή οι παραφυάδες είναι ξυλώδης ρίζες με βλαστάρια 5-10 πόντους που ακόμα δεν βγήκαν από το χώμα. Στην ηλικία αυτή ο λυκίσκος φυτεύετε (Μάρτιο-Απρίλιο) σε χωράφι δυνατό (γόνιμο) βαθιά σκαμμένο ή 2—3 φορές οργωμένο ομοίως βαθιά (και σβαρνισμένο με σιδηρόσβαρνα) και σε λάκκους που ανοίγουν σε σειρές κάθε δυο δρασκελιές. Πριν φυτέψουμε ρίχνουμε στο λάκκο πρώτα ίσα με μισή πιθαμή φυτόχωμα ανακατωμένο με ίσια μέρη καλά χωνεμένης κοπριάς κι ύστερα απάνω στο μίγμα αυτό αφήνουμε την παραφυάδα και την σκεπάζουμε με τριμμένο χώμα αφήνοντας 2-3 δάχτυλα έξω από τη γη το βλαστάρι της και ποτίζουμε για να καθίσει το χώμα. Οι θηλυκές ρίζες κάνουνε τον καρπό κι από αυτές πρέπει να παίρνουμε παραφυάδες. Ωστόσο έχει παρατηρηθεί πώς όταν έχουμε αρσενικές ρίζες ανάμεσα στις θηλυκές ο λυκίσκος δίνει μεγαλύτερη σοδειά κι ανώτερη στην ποιότητα. Ανάμεσα σε 100 θηλυκές φυτεύουν συνήθως 30 αρσενικές. Την πρώτη χρονιά που φυτεύουμε το λυκίσκο τον σκαλίζουμε 2-3 φορές για να χαλάσουμε τα ζιζάνια, και κατόπιν για 3 χρόνια είναι απαραίτητο να κάνουμε 1—2 σκαλίσματα το χρόνο. Και σε κάθε πρώτο σκάλισμα που κάνουμε βγαίνοντας ο Απρίλης παραχώνουμε κιόλας το λυκίσκο. Τελειώνοντας το πρώτο αυτό σκάλισμα βάζουμε σε κάθε λυκίσκο (μισή πιθαμή μακριά από τη ρίζα) στύλο 1-2 μέτρα ψηλό ή κλαρί για να σκαρφαλώσει και να τυλιχτεί απάνω του. Και όλο το καλοκαίρι του κάνουμε 2—3 ποτίσματα για να δυναμώσει και να μεγαλώσει γρηγορότερα. Τον πρώτο χρόνο που φυτρώνει δεν δίνει ικανοποιητικό εισόδημα και για να μη χαραμίζεται το χωράφι σπέρνουν ανάμεσα στις σειρές του λυκίσκου βίκο. Στις 15 Οκτωβρίου ή μπαίνοντας ο Νοέμβριος (του πρώτου χρόνου) κόβουμε τα βλαστάρια του λυκίσκου μια πιθαμή ψηλά από τη γη και βγάζουμε τους στύλους που θα μας χρειαστούν τον ερχόμενο Μάρτιο. Από τον τρίτο χρόνο κι υστέρα σκάβουμε τον λυκίσκο Μάρτη-Απρίλη όπως τ’ αμπέλι ή οργώνουμε και ισιώνουμε το χωράφι, πρέπει όμως πρώτα να βγάλουμε τις παραφυάδες, αφήνοντας την κεντρική ρίζα με 3-4 βλαστάρια.

Λυκίσκος: σπορά φύτεμα καλλιέργεια

Συγκομιδή Γίνεται Οκτώβριο-Νοέμβριο και αυτό ορίζεται απ την ποικιλία του λυκίσκου (πρώιμος ή όψιμος) και τον τόπο που καλλιεργείται. Ο καρπός του είναι ώριμος για τρύγο όταν το χρώμα του γίνει κιτρινωπό, κοκκινωπό ή πρασινωπό (κατά την ποικιλία), όταν βάζουμε μερικούς στην χούφτα μας και πιέζοντάς τους, χαλάει ο ένας τον άλλο και κολλάνε. Για να τρυγήσουμε τον καρπό κόβουμε το λυκίσκο μια πιθαμή ψηλά από τη γη και τον απλώνουμε κάτω μαζί με το στύλο που είναι μπλεγμένος και τον μαδούμε. Τους στύλους τους φυλάμε κάπου για να τους μεταχειριστούμε την ερχόμενη άνοιξη. Τρυγώντας τον καρπό τον φέρνουμε σε αποθήκη ευάερη και τον απλώνουμε επάνω σε καλαμωτές κι όταν ξεραθεί καλά τον βάζουμε σε σακιά από χοντρό πανί βαμβακερό. Σε χωράφι δυνατό (γόνιμο) που να καλλιεργείται καλά, μπορεί ο λυκίσκος να διατηρηθεί που να δίνει κανονικά καρπό 20—25 χρόνια και να είναι και ζωηρός. Ένα στρέμμα δίνει 130 κιλά ξηρό λυκίσκο. Όταν καλλιεργούμε το λυκίσκο με σπόρο, τον σπέρνουμε Μάρτη-Απρίλη σε σπορείο με φυτόχωμα ή κοπριά χωνεμένη καλά και τον δεύτερο χρόνο τον μεταφυτεύουμε στο χωράφι την ίδια εποχή.

Εχθροί του λικίσκου Από τις πιο επιζήμιες αρρώστιες τού λυκίσκου είναι η μελίγκρα. Τις περιορίζουμε ραντίζοντας μόλις φανερωθούν με το εξής φάρμακο:

Σε 100 λίτρα νερό μουσκεύουμε για 48 ώρες, 3 κιλά τρίμματα καπνού δεμένα σε λινάτσα. Στο καπνόζουμο αυτό λιώνουμε πρώτα 2 κιλά γαλαζόπετρα, προσθέτουμε 1 κιλό καλό ασβέστη, σουρώνουμε το υγρό και ραντίζουμε το λυκίσκο πριν ανθήσει. Τη γαλαζόπετρα την κρεμούμε στο καπνόζουμο από το βράδυ και ως το πρωί έχει λιώσει. Τον ασβέστη σβήνουμε πρώτο, με 10 κιλά καπνόζουμο που παίρνουμε πριν λιώσουμε τη γαλαζόπετρα. [1]


Βιβλιογραφία

  1. Καρπός Λυκίσκου