Μορφολογικά χαρακτηριστικά σέλινου
Το σέλινο (Apium graveolens) ανήκει στην οικογένεια Apiaceae. Διακρίνονται 3 βασικά είδη που είναι το Apium graveolens L.var dulce όπου λαμβάνεται το υπέργειο τμήμα τους (φυλλώδες σέλινο), το Apium graveolens L.var rapaceum για τις σαρκώδεις ρίζες τους και για το φύλλωμά τους (ριζοσέλινο) και το Apium graveolens var silvestre που είναι το άγριο σέλινο. Στη χώρα μας αυτοφυέται το Apium nodiflorum Lag το οποίο είναι γνωστό και ως νεροσέλινο. Το σέλινο είναι φυτό ποώδες αρωματικό, ύψους 40-100cm και υπό κανονικέςσ συνθήκες είναι διετές λαχανικό. Συμπεριφέρεται και σαν μονοετές, ανάλογα με τις συνθήκες θερμοκρασίας που εποκρατούν κατά το στάδιο της νεαρής ηλικίας του φυτού. Τα σύνθετα φύλλα ενώνονται ενώνονται ενώνονται με το στέλεχος με τον χαρακτηριστικό μακρύ αυλακωτό μίσχο. Το έλασμα των φύλλων έχει 5-7 πτερωτά φυλλάρια το καθένα, τα οποία διακρίνονται σε τριάδες οδοντοκατάληκτων φύλλων. Το σέλινο αναπτύσσει ένα πλούσιο ριζικό σύστημα θυσσανώδες στα 25-30cm επιφανειακού χώματος, με τα λεπτά απορροφητικά ριζίδια να αναπτύσσονται σε ακτίνα 15-20cm από το φυτό. Τα άνθη σχηματίζονται σε ταξιανθίες σε ένα σύνθετο σχήμα ομπρέλας με 6-12 ακτίνες, πάνω σε ανθικό στέλεχος ύψους 30-100cm που εμφανίζεται στο κέντρο του φυτού το 2o χρόνο. Τα άνθη είναι ερμαφρόδιτα, μικρά, λευκά ή λευκοπράσινα πενταμερή. Το κάθε άνθος έχει 5 στήμονες και δίχωρο ωοθήκη με 2 στύλους οι οποίοι καταλήγουν σε τριχωτά στίγματα. Οι ανθήρες ωριμάζουν με το άνοιγμα των άνθεων που γίνεται κατά τις πρωϊνές ώρες ενώ τα στίγματα είναι επιδεκτικά επικονίσης 4-6 ημέρες αργότερα, δηλ μετά το άνοιγμα των άνθεων (φαινόμενο της πρωτανδρίας). Ο καρπός είναι ωοειδής, πλάγια πεπλατυσμένος, με φελλώδη πλευρά, αποτελούμενος από 2 συμπιεσμένα καρπόφυλλα, κλείνοντας μεταξύ τους ένα πολύ μικρό γκριζο-καφέ σπόρο που φέρει 5 χαρακτηριστικές ραβδώσεις.[1]
Βιβλιογραφία
- ↑ Ειδική λαχανακομία - Λαχανικά υπαίθρου, του Χρήστου Ολύμπιου, Καθηγητή Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών, Αθήνα 1994.