Άρδευση εσπεριδοειδών
Επίδραση του νερού στη βλάστηση
Αν και οι επιδράσεις του νερού στη βλάστηση των εσπεριδοειδών δεν έχουν ακόμα διαχωριστεί πλήρως από τις επιδράσεις άλλων παραγόντων, φαίνεται καθαρά ότι τα εσπεριδοειδή επωφελούνται από το νερό κατά τη διάρκεια των έντονων φάσεων της βλάστησής τους.
Επίδραση του νερού στην αύξηση των ριζών
Κατά τους Walker, Cossman και Monselise η αύξηση των ριζών των εσπεριδοειδών, κατά τη διάρκεια ξηρών περιόδων του εδάφους περιορίζεται, ενώ κατά τους Marloth, η αύξηση των ριζών, σε υποτροπικά κλίματα, είναι ενεργός καθ' όλη τη χειμερινή περίοδο. Επομένως κατά Marloth, η επάρκεια εδαφικής υγρασίας κρίνεται αναγκαία για την εξουδετέρωση των παραγόντων αναχαιτήσεως της αύξησης των ριζών, που μπορεί να αποβεί επιζήμια στη μετέπειτα ανάπτυξη των δέντρων.
Επίδραση του νερού στο σχηματισμό και την ανάπτυξη των καρποφόρων οφθαλμών
Κατά το Bain η ανθοφορία των εσπεριδοειδών επηρεάζεται από την περίοδο διαπαύσεως των δέντρων, της οποίας η διάρκεια καθορίζει την ποσότητα των παραγόμενων ανθέων. Η περίοδος της διαπαύσεως δημιουργείται από τις χαμηλές θερμοκρασίες του χειμώνα ή από παρατεταμένη ξηρασία. Ο Casin προσδιόρισε ότι μία περίοδος δύο μηνών με μέση θερμοκρασία 10oC, για τις μεσογειακές χώρες ή με μηνιαία βροχόπτωση όχι μεγαλύτερη από 50-60 χιλιοστά, για τις τροπικές χώρες, ευνοούν την ανθοφορία των εσπεριδοειδών.
Γενικά πιστεύεται, ότι η διαφοροποίηση των οφθαλμών γίνεται κατά την περίοδο της διαπαύσεως και σχετίζεται με την αναστολή της βλάστησης.
Συμπερασματικά τα εσπεριδοειδή για τη διαφοροποίηση των οφθαλμών τους χρειάζονται μία περίοδο διαπαύσεως, η οπόια όταν δεν επιτυγχάνεται από τις χαμηλές θερμοκρασίες του χειμώνα, δημιουργείται από πειορισμό του νερού επί δύο μήνες. Συνεπώς η ανάπτυξη των καρποφόρων οφθαλμών στηρίζεται στην παροχή μεγάλων ποσοτήτων νερού.
Επίδραση του νερού στην καρπόδεση και ανάπτυξη των καρπών
Οι ψηλές θερμοκρασίες και η ξηρή ατμόσφαιρα κατά την περίοδο της καρπόδεσης είναι οι σπουδαιότερες αιτίες της πρόωρης καρπόπτωσης αλλά οι απώλειες αυτές είναι μεγαλύτερες, όταν υπάρχουν ανεπαρκή εφόδια εδαφικής υγρασίας. Το υπερβολικό πότισμα των εσπεριδοφυτειών, κατά την εποχή της ανθοφορίας και καρποδέσεως, που δίνεται σαν αντιστάθμισμα προς τους δυσμενείς παράγοντες, προκαλεί έκπλυση αζώτου, που είναι απαραίτητο για την καρπόδεση και κατά συνέπεια αυξημένη καρπόπτωση. Το νερό είναι απαραίτητο και για τη διαθεσιμότητα του αζώτου, που κατά τη διάρκεια ξηρών περιόδων δεν απορροφάται από τα δέντρα. Η καρπόπτωση των άγουρων καρπών μπορεί να περιοριστεί με συχνά και ελαφρά ποτίσματα κατά την περίοδο της ανθοφορίας και καρπόδεσης των εσπεριδοειδών, κυρίως σε ελαφρά εδάφη.
Σχετικά με την ανάπτυξη των καρπών ο Beutel αναφέρει ότι τα λεμόνια και τα οφθαλμοφόρα πορτοκάλια αυξάνουν γενικά κατά 50% γρηγορότερα, όταν το έδαφος είναι υγρό, παρά όταν είναι ξηρό.
Συμπερασματικά κάτω από συνθήκες έλλειψης υγρασίας, που προκαλούνται από ψηλές θερμοκρασίες, η παροχή εδαφικής υγρασίας αμέσου χρήσεως είναι αναγκαία για μια ικανοποιητική ανάπτυξη των καρπών.
Τέλος η παραγωγή μεγάλου αριθμού ανθέων, που επιτυγχάνεται μετά από μία πε΄ριοδοψηλής ξηρασίας, οδηγεί μεν στην παραγωγή ψηλών αποδόσεων, αλλά το μέγεθος των καρπών είναι μικρό, είτε γιατί ο εριθμός τους είναι μεγάλος ή γιατί η αύξηση της βλάστησης των δέντρων είναι πολύ περιορισμένη.
Συνεπώς από τα αναφερόμενα πιο πάνω δεδομένα, βγαίνει το συμπέρασμα, ότι το νερό είναι απαραίτητο για τα εσπεριδοειδή, τόσο κατά την περίοδο της ανθοφορίας και καρπόδεσης των δέντρων, όσο και για τα μετέπειτα στάδια ανάπτυξης των καρπών τους.
Επίδραση του νερού στην παραγωγή
Κατά τους Huberty και Richardsε σε μια εσπεριδοφυτεία ενήλικων δέντρων πορτοκαλιάς, ποικιλίας Μέρλιν, όπου τα ποτίσματα δεν ήταν συχνά, παρατηρήθηκε μείωση της παραγωγής, συγκριτικά με συχνά ποτίσματα, παρόλο που η επίδραση των ποτισμάτων στη ζωηρότητα της βλάστησης δεν παρουσίασε ουσιώδεις διαφορές. Ομοίως οι Stolzy κ.ά. παρατήρησαν ότι η παραγωγή μιας πορτοκαλοφυτείας Μέρλιν μπορεί να αλλάξει από μικρή σε ψηλή με την αύξηση της συχνότητας των ποτισμάτων κατά την περίοδο της έντονης βλάστησης των δέντρων, υπό την προϋπόθεση, ότι θα χρησιμοποιηθεί ως κριτήριο προσδιορισμού της συχνότητας των ποτισμάτων η περιεκτικότητα του εδάφους σε υγρασία, υπολογιζόμενη με τενσιόμετρα.
Επίδραση του νερού στην ποιότητα των καρπών
Η έλλειψη νερού, κατά τους Monselise Turrell, μειώνει την περιεκτικότητα των καρπών σε νερό και κάνει το φλοιό τους πιο σκληρό. Ο δε Rokach αναφέρει, ότι σε συνθήκες έλλειψης νερού τα φύλλα της πορτοκαλιάς, ποικιλίας Σαμούτι, απορροφούν νερό από το φλοιό μάλλον, παρά από το ενδοκάρπιο. Οι δε Koo και Sites αναφέρουν ότι αν επισυμβεί μεγάλη έλλιψει νερού κατά τα πρώτα στάδια ανάπτυξης των καρπών, η ποιότητα των καρπών υποβαθμίζεται, αν όμως επισυμβεί αργότερα, όταν οι καρποί είναι ηλικίας τριών μηνών και πάνω, τότε η έλλειψη νερού αυξάνει την οξύτητα και την ποσότητα των διαλυτών στερεών του χυμού των καρπών. Συνεπώς η έλλειψη νερού υποβαθμίζει γενικά την ποιότητα των καρπών των εσπεριδοειδών.
Επίδραση του νερού σε διάφορες ανωμαλίες των καρπών
Η εσωτερική αποδόμηση των λεμονιών συνδέεται με την παρατεταμένη έλλειψη νερού στους καρπούς και τις ψηλές θερμοκρασίες. Κατά τον Anon η ανωμαλία αυτή διορθώνεται με το πότισμα, Η δε ελαιοκυττάρωση των καρπών, που αποδίδεται σε εγκαύματα του φλοιού από τα αιθέρια έλαια των διαρρηγνυόμενων ελαιωδών αδένων, οφείλεται σε ψηλή εδαφική υγρασία, χαμηλή θερμοκρασία και ψηλή σχετική υγρασία. Τέλος οι υδαρείς κηλίδες, που παρατηρούνται σε ώριμα πορτοκάλια Μέρλιν και μανταρίνια οφείλονται στον υπερβολικά υγρό καιρό κατά το χειμώνα. Η ανωμαλία όμως αυτή δεν παρουσιάζεται σε καρπούς πορτοκαλιάς της ποικιλίας Βαλέντσια.