Ανάπτυξη καρπού ροδακινιάς
Η αύξηση του καρπού της ροδακινιάς γίνεται σε τρεις περιόδους. Κατά την πρώτη περίοδο, που χαρακτηρίζεται ως ταχεία, αναπτύσσεται σχεδόν πλήρως ο πυρήνας (ενδοκάρπιο). Κατά τη δεύτερη, που χαρακτηρίζεται ως βραδεία, σκληρύνεται το ενδοκάρπιο και αυξάνει αργά το περικάρπιο (εξωκάρπιο και μεσοκάρπιο-φαγώσιμο τμήμα). Και κατά την τρίτη, που χαρακτηρίζεται ως ταχεία (διενεργείται η ταχύτερη και μεγαλύτεη σ' όγκο ή βάρος (66%) αύξηση της σάρκας), αυξάνει γρήγορα το περικάρπιο. Στην Elberta η πρώτη περίοδος συμπληρώνεται μέσα σε 30-40 μέρες απ' την πλήρη άνθηση, η δεύτερη αρχίζει περίπου 40 μέρες μετά την πλήρη άνθηση και διαρκεί περίπου 4 βδομάδες, και η τρίτη αρχίζει 65-70 μέρες μετά την πλήρη άνθηση και διαρκεί περίπου 6 βδομάδες. Η αύξηση του μεγέθους του καρπού κατά την τρίτη περίοδο οφείλεται κυρίως στην αύξηση του μεγέθους των κυττάρων της σάρκας, λόγω ταχείας αύξησης των διαλυτών στερεών και του νερού. Η ολική αύξηση του καρπού οφείλεται σε αύξηση του αριθμού και του μεγέθους των κυττάρων του πυρήνα και του περικάρπιου.
Η ανάπτυξη του εμβρύου είναι γρήγορη κατά τη δεύτερη περίοδο αύξησης του καρπού. Στις πρώιμες όμως ποικιλίες, η τρίτη περίοδος αύξησης του καρπού συμπίπτει μερικώς με τη γρήγορη ανάπτυξη του εμβρύου. Γι’ αυτό και οι ποικιλίες αυτές έχουν εκφυλισμένα έμβρυα και οι πυρήνες τους είναι ακατάλληλοι για πολλαπλασιαστικό υλικό. Στις όψιμες όμως ποικιλίες η τρίτη περίοδος αρχίζει, όταν το έμβρυο μορφολογικά έχει συμπληρώσει το μέγιστο μέγεθος του και επομένως οι ποικιλίες αυτές έχουν ψηλό ποσοστό σπερμάτων με καλή βλαστική ικανότητα, κατάλληλο για πολλαπλασιαστικό υλικό. Η καταστροφή του εμβρύου νωρίς κατά τη δεύτερη περίοδο αύξησης του καρπού ή νωρίτερα, ελέγχει άμεσα την ανάπτυξη του καρπού και προκαλεί συρρίκνωση και πτώση. Αν όμως καταστραφεί αργότερα, μεταξύ της δεύτερης και τρίτης περιόδου, η αύξηση του καρπού συνεχίζεται με κανονικό ρυθμό, αλλά για μικρότερη χρονική περίοδο, με αποτέλεσμα ο καρπός να ωριμάσει νωρίτερα, χωρίς να αποκτήσει το κανονικό του μέγεθος. Κατά την τρίτη περίοδο αύξησης του καρπού, ο εκφυλισμός του εμβρύου αυξάνει το ρυθμό αύξησης και πρωϊμίζει την ωρίμαση του, με αποτέλεσμα το τελικό μέγεθος να είναι μεγαλύτερο απ' εκείνο που θα επιτυγχανόταν κανονικά.
Ο τραυματισμός της σάρκας και του ξυλοποιημένου ενδοκάρπιου χωρίς τραυματισμό του σπέρματος, δεν αλλάζει το ρυθμό αύξησης του καρπού. Όσο δε πλησιέστερα προς την κανονική ωρίμανση του καρπού το έμβρυο καταστρέφεται, τόσον πιο γρήγορος είναι ο ρυθμός αύξησης του περικάρπιου. Επομένως η πρώϊμη ωρίμαση μερικών ποικιλιών οφείλεται, τουλάχιστο κατά μέρος, στον εκφυλισμό του εμβρύου. Η αύξηση του όγκου του καρπού μετά το σχηματισμό του πυρήνα οφείλεται, όπως αναφέρθηκε πιο πάνω, στην αύξηση του βάρους της σάρκας (πάνω από 60% σε ξηρό βάρος). Ο ρυθμός αύξησης του καρπού είναι βραδύς κατά τη σκλήρυνση του πυρήνα, ανεξάρτητα με το χρόνο αραίωσης των καρπών, γιατί το ξυλοποιημένο ενδοκάρπιο και το σπέρμα επικρατούν της σάρκας. Η αύξηση του μεγέθους απ' όψιμο αραίωμα οφείλεται στην εξουδετέρωση του ανταγωνισμού της αναπτυσσόμενης σάρκας, κυρίως σε υδατάνθρακες κατά την τελική διόγκωση του καρπού.
Αφού λοιπόν η εξουδετέρωση του ανταγωνισμού σε υδατάνθρακες αυξάνει το μέγεθος του καρπού κατά την ωρίμαση, το αραίωμα αμέσως μετά τη φυσική καρπόπτωση του Ιουνίου είναι πιο αποτελεσματικό. Το πρώιμο αραίωμα, κυρίως σε ποικιλίες με μεγάλους πυρήνες, εξοικονομεί υδατάνθρακες, που διαφορετικά θα καταναλίσκονταν για το ξυλοποιημένο ενδοκάρπιο και το σπέρμα. Επομένως, και αν ακόμα το πρώιμο αραίωμα δεν αυξάνει πάντοτε το μέγεθος του καρπού, εξοικονομεί υδατάνθρακες για αύξηση του καρπού, σχηματισμό ανθοφόρων οφθαλμών και αύξηση της βλάστησης ή για εναποθήκευση.[1]
Βιβλιογραφία
- ↑ Ειδική δενδροκομία Τόμος II "Ακρόδρυα-Πυρηνόκαρπα-Λοιπά καρποφόρα", Ποντίκη Κων/νου, Καθηγητή Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών.