Ασθένεια αραβόσιτου-Κοινός άνθρακας του αραβοσίτου από τον μύκητα Ustilago maydis
Προσβάλλει όλα σχεδόν τα υπέργεια τμήματα του φυτού του αραβόσιτου και προκαλεί όγκους ποικίλου μεγέθους. Οι όγκοι καλύπτονται από μία μεμβράνη λευκού χρώματος η οποία περικλείει τις μάζες των χλαμυδοσπορίων που συσσωρεύονται εσωτερικά. Σε ένα ορισμένο στάδιο θα διαρραγεί η μεμβράνη και θα ελευθερωθούν τα σπόρια του μύκητα. Η έκταση της ζημιάς που προκαλείται εξαρτάται από το μέγεθος και τον αριθμό των όγκων και το τμήμα του φυτού όπου αναπτύσσεται ο όγκος. Μεγάλοι όγκοι στη φόβη ή επάνω από το σπάδικα μειώνουν την απόδοση κατά 30-100% ενώ όγκοι ανάλογου μεγέθους κάτω από τον σπάδικα προκαλούν περίπου τη μισή ζημιά. Όγκοι στο στέλεχος προκαλούν κάμψη του στελέχους. Υπάρχει περίπτωση αντικατάστασης των κόκκων του σπάδικα με όγκους, εάν η μόλυνση έχει γίνει μέσω των στύλων.
Τα χλαμυδοσπόρια διασκορπίζονται από τους όγκους στο έδαφος και τα φυτικά υπολείμματα και διαχειμάζουν. Την άνοιξη βλαστάνουν και παράγουν δευτερογενή σπόρια, τα οποία μεταφέρονται με τον άνεμο στο φυτό. Το μυκήλλιο που αναπτύσσεται εισέρχεται στους φυτικούς ιστούς μέσω των στοματίων, φακιδίων ή πληγών. Οι προσβολές είναι συνήθως εντοπισμένες στις περιοχές της μόλυνσης. Η εισβολή και ανάπτυξη του μύκητα προκαλεί υπερτροφίες και υπερπλασίες στους γειτονικούς φυτικούς ιστούς με αποτέλεσμα τον σχηματισμό των όγκων. Η εξάπλωση της ασθένειας ευνοείται από ξηρό καιρό, όψιμη σπορά, άγονο έδαφος ή έδαφος με υπερβολική ποσότητα αζώτου.
Η πιο αποτελεσματική αντιμετώπιση είναι η χρήση ανθεκτικών υβριδίων. Γενικά σήμερα θεωρείται ότι τα περισσότερα από τα χρησιμοποιούμενα υβρίδια έχουν μια ανθεκτικότητα στον άνθρακα. Η πυκνή σπορά θεωρείται ότι μειώνει τις προσβολές. Αντίθετα η αμειψισπορά δεν προσφέρει ουσιαστική βελτίωση δεδομένου ότι τα σπόρια των αρχικών μολύνσεων μεταφέρονται με τον άνεμο και από απομακρυσμένες περιοχές.