Ασθένεια ηλίανθου Αλτενάρια
Η αλτενάρια προσβάλλει σε μεγάλο βαθμό την καλλιέργεια του ηλίανθου. Τα σκούρα καφέ σπόρια της Alternaria alternata μεταφέρονται σε απλές ή διακλαδωμένες αλυσίδες από τις άκρες των απλών σκούρων κονιδιοφόρων και διαιρούνται σε αρκετά κύτταρα από κάθετα και διαγώνια τοιχώματα. Τα ώριμα κονίδια που τυπικά έχουν μέγεθος 10-30 x 5-12mm, κοντά κωνικά με ή χωρίς αιχμή, στενά, ελλειψοειδή έως ωοειδή και επιμήκη στις διακλαδωμένες αλυσίδες, σε χρώμα θαμπό λαδί, 3-7 εγκάρσια, 1-5 κατά μήκος, διαφορετικές αλυσίδες των 5-15 κονιδίων, ενώ σύμπλεγμα αλυσίδων μπορεί να περιέχει μέχρι 50-60 κονίδια. Τα κονίδια της αλτενάρια του ηλιάνθου είναι απομονωμένα, μη αιχμηρά και μεταφέρονται με απλά ή (σπανίως) διακλαδωμένα κονιδιοφόρα. Τα κονίδια είναι κυλινδρικά προς επιμήκη-ελλειπτικά, ίσια ή λίγο κυρτά, καφεκίτρινα, με 4-11 εγκάρσιες ή μακρόστενες μεμβράνες και άκρες στρογγυλεμένες. Το μέγεθος των κονιδίων είναι 100,4mm σε μήκος και 25,1mm σε πλάτος. Η Alternaria zinniae παράγει καφέ κονιδοφόρα, όρθια έως ελαφρώς κυρτά, μεμονωμένα, με μέγεθος 38-88,2 x 4-9mm. Τα κονίδια έχουν κυλινδρικό διπλό τείχος, είναι μεμονωμένα, λαδί-καφέ με σημάδια στη βάση τους και καλύπτονται από μεμβράνη. Το μέγεθος των κονιδίων είναι 117,6–243mm σε μήκος και 10,5–25,2 σε πλάτος.
Αναγνωρίζεται ως σημαντική ασθένεια στις υγρότερες περιοχές της κεντρικής Ευρώπης, την Ινδία, Αυστραλία, Νότιο Αμερική και μέρη της Αφρικής. Σ’ αυτές τις περιοχές, οι απώλειες παραγωγής μπορεί να κυμαίνονται από 15-90%, με απώλειες σε έλαιο από 20-30%. Η αλτενάρια σύμφωνα με σχετικές αναφορές έχει προκαλέσει απώλειες από 50-60% σε ακόμη υγρότερες περιοχές. Δύο είδη της Alternaria προκαλούν στίγματα στο [[[Βοτανικά χαρακτηριστικά ηλίανθου|φύλλο]] και το βλαστό του ηλίανθου: πρόκειται για την Alternaria ηλιάνθου και την A. zinniae, εκ των οποίων η A. ηλιάνθου είναι και συχνότερη και σοβαρότηερη. Αυτές οι ασθένειες μπορεί να καταστούν επιβλαβείς σε περιβάλλον θερμό και υγρό. Το A. alternata, σύνηθες είδος σαπροφύτων, συχνά συσχετίζεται με παρακμάζοντα φυτά, αλλά είναι άγνωστη η βαρύτητά του. Οι απώλειες που προκαλεί στην παραγωγή αφορούν μειωμένη διάμετρο κεφαλής, αριθμό σπόρων ανά κεφαλή, ελαιώδες περιεχόμενο και ποιότητα.
Τοσο η A. ηλιάνθου όσο και η A. zinniae, προκαλούν κηλίδες σκουροκαφέ και ρίγες στα φύλλα. Οι κηλίδες είναι ακανόνιστες στο μέγεθος και το σχήμα με πολύ σκούρα εξωτερική γραμμή και γκρίζο κέντρο. Οι κηλίδες στα νεαρά φυτά μπορεί να έχουν ένα κίτρινο στεφάνι. Οι κηλίδες στα φύλλα μπορεί να ενωθούν προκαλώντας το μαρασμό των φύλλων. Οι βλάβες στους μίσχους ξεκινούν ως σκούρα σημάδια που μεγαλώνουν και συχνά ενώνονται σχηματίζοντας μεγάλες μαύρες περιοχές, που σπάζουν το μίσχο. Οι βλάβες των μίσχων δεν διαχέονται σε ολόκληρο το μίσχο και δε σχετίζονται με το σημείο επαφής με το μίσχο του φύλλου. Σκουροπράσινα ωοειδή ως κυκλικά στίγματα μπορεί να εμφανιστούν στις κεφαλές . Αν η μόλυνση είναι σοβαρή, τα φυτά φυλλορροούν πρόωρα και μαραίνονται ή συχνά πέφτουν.
Το μυκήλιο αναπαύεται στα υπολείμματα φυτών που καλύπτουν το έδαφος και λιγότερο συχνά στους σπόρους Ο μύκητας μπορεί να μεταφέρεται με σπόρους σε χαμηλά σημεία αν και ο σπόρος δεν είναι από τις κύριες πηγές μόλυνσης. Οι βλάβες που προκαλεί η αλτενάρια στα φυτώρια, μπορεί να εξελιχθεί όταν τα φυτά του ηλιάνθου βλασταίνουν υπό βροχή, ή σε έδαφος μολυσμένο από αλτενάρια. Τα φυτά στο στάδιο ανθοφορίας έως ωρίμανσης, είναι πιο ευάλωτα απ’ ό,τι τα φυτά στο βλαστικό στάδιο ή σ’ εκείνο του μπουμπουκιάσματος. Ο άνεμος και το νερό διασπείρουν τα κονίδια. Τα μεταφερόμενα κονίδια επηρεάζουν κατ’ αρχήν τα χαμηλότερα φύλλα. Δημιουργούν κηλίδες που συνιστούν αρχική μόλυνση, γεννούν σπόρους και αναπαράγουν νέα κονίδια που στη συνέχεια διαχέονται σε΄ολο το φύλλωμα και μολύνουν τα νέα φυτά. Η υψηλή θερμοκρασία (24-27oC) και οι συχνές βροχές (το ελεύθερο νερό ή η δροσιά που εμφανίζεται για λίγες ώρες) που εναλλάσσονται με περιόδους ξηρασίας , ευνοούν τον πολλαπλασιασμό του μύκητα.
Ενδεικνυόμενα μέτρα είναι η εναλλαγή καλλιεργειών, η καταστροφή των υπολειμμάτων φυτών και οι λειτουργίες της καλλιέργειας που οδηγούν σε θάψιμο ή ταχεία αποσύνθεση των υπολειμμάτων. Οι αγροί με τα πρώιμα φυτά είναι πιο ευάλωτοι σε σοβαρές απώλειες από την ασθένεια, απ’ ό,τι εκείνοι με τα όψιμα. Τα φυτά είναι πιο ευαίσθητα στη διάρκεια της ανθοφορίας και της δημιουργίας του σπόρου. Η απολύμανση του σπόρου με μυκητοκτόνο Captan μειώνει σημαντικά την εμφάνιση της αλτενάρια. Τα μυκητοκτόνα για φύλλα με ενεργά συστατικά τα benomyl (Fundazol), vinclozolin, (Ronilan) και iprodion (Rovral), μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την αντιμετώπιση των συνεπειών της ασθένειας αυτής.