Ασθένεια πεπονιάς Ριζοκτόνια
Το υπεύθυνο παθογόνο είναι ο μύκητας Rhizoctonia solani. Η εγγενή του μορφή είναι γνώστη με το όνομα Thanatephoruw cucumeris. Δεν υπάρχει καλλιεργούμενο λαχανικό, που να μην προσβάλλεται απ’το παράσιτο αυτό. Όλα τα κολοκυνθοειδή είναι ευαίσθητα στο παθογόνο. Ιδιαίτερα υποφέρει η πεπονιά. Είναι πολυφάγο και κοσμοπολίτικο παθογόνο.
Προσβάλει τα νεαρά και ηλικιωμένα φυτά. Το παθογόνο είναι σε θέση να προκαλέσει προφυτρωτική τήξη και να καταστρέψει τους σπόρους. Στα φυτάρια προκαλεί στο λαιμό και λίγο κάτω από την επιφάνεια του εδάφους, μικρές ερυθροκάστανες κηλίδες οι οποίες εξελίσσονται σε ελαφρά βυθισμένες καστανές νεκρωτικές περιοχές με σαφή όρια και ξηρή σύσταση. Οι κηλίδες αυτές συχνά σχίζονται με αποτέλεσμα το σχηματισμό ανοικτών ελκών, τα οποία συχνά καλύπτονται από αραιό μυκήλιο χρώματος ανοικτού καστανού. Τα προσβεβλημένα φυτά παρουσιάζουν καχεξία, χλώρωση, καρούλιασμα φύλλων και τελικά, αν το έλκος περιβάλλει το στέλεχος, αποξηραίνονται. Στο ριζικό σύστημα προκαλεί νέκρωση των ριζικών τριχιδίων. Συχνά παρατηρείται στις ρίζες σκοτεινή απόχρωση. Στην επιφάνειά τους εμφανίζονται ρωγμές φελλοποιημένες και νεκρώσεις κατά θέσεις. Στο λαιμό και στη βάση του στελέχους πολλές φορές προκαλούνται χαρακτηριστικές φελλοποιημένες σκοτεινόχρωμές σήψεις. Στους καρπούς και ιδιαίτερα στα σημεία επαφής τους με το έδαφος η προσβολή εκδηλώνεται με το σχηματισμό στην αρχή σκληρών κηλίδων χρώματος σκουριάς. Οι κηλίδες μεγαλώνουν, συχνά κατά συγκεντρωτικούς κύκλους, βαθμιαίως βυθίζονται, γίνονται καστανές, μαλακότερες και σχίζονται ακτινοειδώς στο κέντρο. Συχνά καλύπτονται από αραιή καστανή μυκηλιακή εξάνθηση.
Διατηρείται στο έδαφος με τη μορφή μυκηλίου και σκληρωτίων. Αναπτύσσεται στα υγρά και ξερά εδάφη, το βάθος ποικίλει. Συνήθως συναντιέται κατά μεγάλο ποσοστό σε βάθος 0-15cm. Αναπτύσσεται εξίσου στα υγρά και ξερά εδάφη. Μεταδίδεται κυρίως με το μυκήλιο. Τα σκληρώτια μπορεί να παραμείνουν ζωντανά ακόμα και σε έδαφος πάνω από 5 χρόνια. Υπάρχουν στελέχη του μύκητα που αναπτύσσονται σε μεγάλο εύρος θερμοκρασίας 15-35oC και άλλα σε πιο στενό (20-30oC).Τα δεύτερα συναντώνται στα τροπικά και υποτροπικά κλίματα. Οι ευνοϊκότερες για την ανάπτυξη του κυμαίνονται μεταξύ των 15-26oC. Η τέλεια μορφή του εμφανίζεται στην επιφάνεια του εδάφους ή στα σημεία προσβολής των στελεχών, που βρίσκονται κοντά στο έδαφος. Σε εδάφη με πολύ οργανική ουσία διάγει σαπροφυτική ζωή. Στις τροπικές χώρες τα βασιδιοσπόρια θεωρούνται υπεύθυνα για τις μολύνσεις των εναέριων τμημάτων των φυτών. Για την αντιμετώπιση της ασθένειας εφαρμόζονται τα εξής μέτρα:
- Χρησιμοποίηση υγιούς σπόρου.
- Χρησιμοποίηση υγιεινών υποστρωμάτων στα σπορεία.
- Η προσθήκη οργανικών λιπασμάτων στο έδαφος μειώνει σημαντικά τις προσβολές.
- Αποφυγή διατήρησης υγρής της επιφάνειας του εδάφους.
- Παράχωμα των άρρωστων φυτών για επαναρριζοβολία.
- Απομάκρυνση στο τέλος της καλλιέργειας των φυτικών υπολειμμάτων.
- Ηλιοαπολύμανση του εδάφους με πλαστικό ελέγχει ικανοποιητικά το παθογόνο.
- Χρησιμοποιούνται ανταγωνιστές για την in vitro και in vivo αντιμετώπιση του παθογόνου. Οι ανταγωνιστές αυτοί ενσωματώνονται στο έδαφος ή χρησιμοποιούνται με τη μορφή υδατικών αιωρημάτων για την εμβάπτιση των σπόρων.
- Ριζοποτίσματα στο σπορείο ή στο χωράφι. Συνιστώνται τα μυκητοκτόνα Carbendazim (στο σπορείο χρησημοποιείται η δόση 2-3g/m2) και ο συνδυασμός Thiram + Carbendazim (η δόση εφαρμογής για ριζοποτίσματα σπορείων ή πότισμα πριν τη σπορά είναι 216 + 40 g/hl).