Βοτανικά χαρακτηριστικά ηλίανθου

Από GAIApedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Το ριζικό σύστημα του ηλίανθου είναι πασσαλώδες, βαθύ με δευτερεύουσες ρίζες που αρχικά παρουσιάζουν οριζόντια και στη συνέχεια κατακόρυφη ανάπτυξη. Το βάθος του συνήθως φθάνει έως και 3m και σε μερικές περιπτώσεις ξεπερνά το μήκος του υπέργειου τμήματος. Ο βλαστός είναι ευθυτενής, δασύτριχος με ύψος που κυμαίνεται από 0,5-3,5m. Οι καλλιεργούμενες ποικιλίες έχουν στέλεχος ύψους 1.6-1.8m και διαμέτρου 2.5-3cm. Τα φύλλα είναι έμμισχα, εκφύονται αντικριστά και το μέγεθός τους εξαρτάται από το ύψος έκπτυξης. Τα φύλλα που βρίσκονται μεταξύ του 8ου και 20ου κόμβου αντιπροσωπεύουν το 60-70% της συνολικής φυλλικής επιφάνειας. Η ταξιανθία του ηλίανθου είναι κεφαλή διαμέτρου 10-75cm και περιβάλλεται από βράκτια φύλλα και περιφερειακά άγονα άνθη με εκφυλισμένο στύλο και στίγμα. Στη συνέχεια ακολουθούν τα κανονικά, γόνιμα άνθη που είναι τοποθετημένα σε ομόκεντρα τόξα και αποτελούνται από την ωοθήκη, τον κάλυκα, τη στεφάνη και τους στήμονες. Ο καρπός είναι αχαίνιο. Το βάρος των 1000 κόκκων κυμαίνεται μεταξύ 40-100gr.

Γενικά, ο ηλίανθος χαρακτηρίζεται από σχετικά μικρό βιολογικό κύκλο. Συνήθως απαιτούνται 100-150 ημέρες από την σπορά μέχρι την ωρίμανση, ανάλογα με το υβρίδιο, την περιοχή καλλιέργειας και τη χρήση του συγκομιζόμενου προϊόντος. Μετά το φύτρωμα ακολουθεί το βλαστικό στάδιο ανάπτυξης και η ανθική καταβολή εμφανίζεται πριν το φυτό αποκτήσει το τελικό του ύψος. Με την ολοκλήρωση της ανάπτυξης της ταξιανθίας, εμφανίζονται αρχικά τα περιφερειακά άγονα άνθη και στη συνέχεια τα γόνιμα άνθη που σταδιακά ανοίγουν και γονιμοποιούνται. Η ολοκλήρωση της άνθισης χρονικά συμπίπτει με τη μάρανση των περιφερειακών ανθέων. Το φυτό μπαίνει στο στάδιο της ωρίμανσης όταν το πίσω μέρος της κεφαλής κιτρινίζει και το ποσοστό υγρασίας των σπόρων είναι περίπου 40% που, όταν και τα βράκτια φύλλα αποκτήσουν χρώμα καφέ, φθάνει το 30%.[1]

Βιβλιογραφία

  1. Ενεργειακές Καλλιέργειες - Βιοκαύσιμα, των Σκαράκη Γεώργιου (Καθηγητής ΓΠΑ), Κορρέ Νικολάου (MSc, PhD) και Παυλή Ουρανίας (MSc, PhD), Αθήνα 2008.