Εγγενής πολλαπλασιασμός ελιάς
Ο εγγενής πολλαπλασιασµός πρέπει να συνδυαστεί πάντα µε τον κατάλληλο εµβολιασµό γιατί απευθείας οι σπόροι δεν αποδίδουν την επιθυµητή ποικιλία εφόσον υφίσταται γενετική παραλλακτικότητα. Τα µειονεκτήµατα που παρουσιάζει η µέθοδος αυτή είναι η βραδεία ανάπτυξη των δεντρυλλίων και η µη οµοιόµορφη εξέλιξη τους από άποψη ζωηρότητας, που αποτελεί πρόβληµα για την λειτουργικότητα των σύγχρονων ελαιώνων. Για εµπορική χρήση προτιµούνται οι σπόροι από µικρόκαρπες ποικιλίες γιατί παρουσιάζουν καλύτερη φυτρωτική ικανότητα. Όµως αν παρατηρηθούν προβλήµατα σε ψυχρές περιοχές, τότε χρησιµοποιούντα οι ντόπιες ποικιλίες που είναι ανθεκτικές στις χαµηλές θερµοκρασίες.
Η βασική τεχνική έγκειται στην αφαίρεση της σάρκας µε µηχανικά µέσα, αν αυτό είναι δυνατών, ή χειρονακτικά. Στην συνέχεια επιστρατεύονται διάφοροι µέθοδοι που αποσκοπούν στην διευκόλυνση της εισόδου του νερού στο εσωτερικό του σπόρου. Αυτό µπορεί να επιτευχθεί µε τεχνικές όπως το σκαριφάρισµα, η εµβάπτιση σε θειικό οξύ ή αραιό καυστικό διάλυµα και το σπάσιµο του ξυλώδες µέρους µε ειδικό εργαλείο. Έπειτα κατά την διάρκεια του φθινοπώρου πραγµατοποιείται στρωµάτωση σε σπορείο και επικάλυψη µε µίγµα χώµατος και άµµου. Είναι απαραίτητη η συχνή διαβροχή και η επίδραση ελάχιστου ψύχους κατά την στρωµάτωση για µεγαλύτερη επιτυχία στο φύτρωµα. Τα νεαρά δεντρύλλια µεταφέρονται στο φυτώριο εφόσον παραµείνουν για ένα περίπου χρόνο στο σπορείο. Οι αποστάσεις που ενδείκνυνται για φύτευση είναι 40Χ50 cm, αν δεν χρησιµοποιηθούν πλαστικές σακούλες πολυαιθυλενίου που σαφώς πλεονεκτούν έναντι της προηγούµενης µεθόδου. Στην συνέχεια τα δεντρύλλια δέχονται τις κατάλληλες καλλιεργητικές εργασίες για δύο χρόνια περίπου και ως ότου αποκτήσουν το επιθυµητό µέγεθος για εµβολιασµό.Όταν οι θερµοκρασίες φθάσουν στα κατάλληλα επίπεδα από τον Μάιο έως τέλος Αυγούστου,πραγµατοποιείται ο εµβολιασµός µε την προεπιλεγµένη ποικιλία. Τα δεντρύλλια διατίθενται στο εµπόριο έπειτα από ένα ή δύο χρόνια και σαφώς αυτά του ενός έτους έχουν την ανάγκη περισσότερων περιποιήσεων κατά τα πρώτα χρόνια εγκατάστασης τους στην µόνιµη θέση.