Εδαφικά κολλοειδή
Με την ανάμειξη δύο ουσιών προκύπτουν δυαδικά συστήματα, στα οποία όταν το ένα συστατικό βρίσκεται σε διαμερισμό μέσα στο άλλο, ονομάζονται συστήματα διασποράς και διακρίνονται σε αδρομερή, κολλοειδή και μοριακά, ανάλογα με τις διαστάσεις της ουσίας που βρίσκεται σε διασπορά. Όταν στα κολλοειδή έχουμε υγρό σε υγρό τότε πρόκειται για γαλακτώματα, ενώ όταν έχουμε στερεό σε υγρό τα συστήματα αυτά καλούνται αιωρήματα. Τα κολλοειδή σωματίδια έχουν μεγάλη επιφάνεια, δεν μπορούν να περάσουν από φυτικές και ζωϊκές μεμβράνες, η ταχύτητα πτώσης των κολλοειδών τεμαχιδίων κατά την κατακρήμνισή τους ακολουθεί το νόμο του Stokes, έχουν αρνητικό ηλεκτρικό φορτίο στην επιφάνειά τους και έχουν πολύ μικρή ταχύτητα διαχύσεως σε σχέση με τα μόρια των μοριακών διαλυμάτων.
Τα κολλοειδή τεμαχίδια αποτελούνται από μακρομόρια (μόρια μεγάλου ΜΒ όπως πρωτεΐνες) ή από συγκροτήματα πολλών μικρών μορίων (μόρια μικρού ΜΒ που συνδέονται μεταξύ τους με χαλαρούς δεσμούς και ονομάζονται μικέλλες). Τα πρώτα χαρακτηρίζονται ως μοριακά κολλοειδή ενώ τα δεύτερα ως μη μοριακά κολλοειδή. Τα εδαφικά κολλοειδή έχουν επιφάνειες ηλεκτρικά φορτισμένες, συνήθως όμως αρνητικά. Στα ανόργανα εδαφικά κολλοειδή εμφανίζονται και θετικά φορτία συνήθως στην επιφάνεια των ένυδρων οξειδίων σιδήρου και μαγγανίου. Η οργανική ουσία έχει το μεγαλύτερο φορτίο απ' όλα τα κολλοειδή του εδάφους. Συνέπεια της αρνητικής φόρτισης των ανόργανων εδαφικών κολλοειδών είναι η έλξη θετικών κατιόντων από το εδαφικό διάλυμα.[1]
Βιβλιογραφία
- ↑ Εδαφολογία και κρασί - Αξιολόγηση εδαφών και τοποκλιματικές συνθήκες, του καθηγητή Εδαφολογίας Γ.Π.Α, Δρ, Διονυσίου Καλύβα.