Ζιζανιοκτονία αραβόσιτου

Από GAIApedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Ο αραβόσιτος είναι ευάλωτος στον ανταγωνισμό των ζιζανίων. Έχει βρεθεί ότι η παρουσία ζιζανίων στον αγρό επί 2, 3 και 5 εβδομάδες μετά το φύτρωμα των φυτών μειώνει τις αποδόσεις σε σύγκριση με αγροτεμάχια χωρίς ζιζάνια κατά 9, 15 και 17% αντίστοιχα. Για τον λόγο αυτό οι χειρισμοί που αποσκοπούν στην καταπολέμηση των ζιζανίων είναι αποφασιστικής σημασίας για την παραγωγικότητα της καλλιέργειας.

Χημική ζιζανιοκτονία

Διακρίνεται σε προσπαρτική, προφυτρωτική και μεταφυτρωτική.

Προσπαρτική

Ζιζανιοκτόνο Bentazone 48

Κυριαρχούν ζιζανιοκτόνα με βάση το Butylate και το καρβαμιδικό Eptam (EPTC). Τα δύο αυτά ζιζανιοκτόνα καταπολεμούν σε ικανοποιητικό βαθμό και την κύπερη. Το Butylate μπορεί να συνδυάζεται με τριαζίνες (Atrazine ή Cyanazine) για καταπολέμηση ευρύτερου φάσματος ζιζανίων. Πάντως, η χρήση της Atrazine θα πρέπει να αποφεύγεται σε εδάφη πλούσια σε οργανική ουσία. Το EPTC δεν πρέπει να χρησιμοποιείται σε αμμώδη και οργανικά εδάφη. Τα ζιζανιοκτόνα αυτά χρειάζονται άμεση ενσωμάτωση στο έδαφος μετά την εφαρμογή τους.

Προφυτρωτική

Κυριαρχούσαν και χρησιμοποιούνται σε μεγάλη έκταση και σήμερα οι τριαζίνες (Simazine και Atrazine). Παράλληλα χρησιμοποιούνται χλωρακεταμίδια (Alachlor, Metolachlor), αυτούσια ή σε μίγματα με τις τριαζίνες και το Pendimethalin-33.

Η Simazine χρησιμοποιείται σχεδόν αποκλειστικά προφυτρωτικά, σε αντίθεση με την Atrazine που μπορεί να χρησιμοποιείται και μεταφυτρωτικά. Η Simazine πρέπει να χρησιμοποιείται μόνο σε υγρές περιοχές ή αρδευόμενα εδάφη ενώ η Atrazine, ως περισσότερο διαλυτή από τη Simazine, μπορεί να χρησιμοποιείται και σε περισσότερο ξηρά εδάφη. Γενικά συνιστάται να αποφεύγεται η χρήση τους σε ελαφρά αβαθή εδάφη και σε εδάφη πλούσια σε οργανική ουσία. Η δραστικότητά τους αυξάνεται με ενσωμάτωση με τη βοήθεια ελαφρής άρδευσης (περίπου 20 mm νερού) ή υπό ξηρικές συνθήκες με ελαφρό σβάρνισμα. Το κύριο μειονέκτημά τους είναι ότι είναι τοξικές για διάφορες καλλιέργειες (σιτάρι, κριθάρι, σόγια, ζαχαρότευτλα και λινάρι) και επομένως συνιστάται οι καλλιέργειες αυτές να μην ακολουθούν τον αραβόσιτο για ένα διάστημα τουλάχιστο 5 μηνών από τη συγκομιδή, έτσι ώστε να αποφευχθούν τοξικές επιδράσεις τυχόν υπολειμμάτων των ζιζανιοκτόνων στο έδαφος.

Από τα άλλα ζιζανιοκτόνα, τα Metolachlor και Pendimethalin δε συνιστώνται σε πολύ αμμώδη εδάφη.

Μεταφυτρωτική

Χρησιμοποιείται το 2,4-D κυρίως με τη μορφή του άλατος Na ή άλατος αμίνης, το Bentazone 48 και το Cyanazine-50, Τα παράγωγά του 2,4-D πρέπει να εφαρμόζονται όταν τα φυτά έχουν ύψος 12-30cm και τα ζιζάνια βρίσκονται στο στάδιο της ταχείας ανάπτυξής τους. Πρωιμότερες ή μεταγενέστερες εφαρμογές είναι πιθανό να βλάψουν την καλλιέργεια. Τα Cyanazine και Bentazone εφαρμόζονται νωρίτερα, όταν τα φυτά έχουν 3-6 φύλλα και πριν αποκτήσουν ύψος 20cm. To Cyanazine πλεονεκτεί σε σχέση με τα παράγωγά του 2,4-D στο ότι καταπολεμά και πλατύφυλλα ζιζάνια ενώ τα 2,4-D και Bentazone μόνο πλατύφυλλα.

Μηχανική ζιζανιοκτονία

Αφορά στην καταπολέμηση των ζιζανίων με τα μέσα κατεργασίας του εδάφους. Μπορεί να διακριθεί σε προσπαρτική και μεταφυτρωτική. Η προσπαρτική περιλαμβάνει όλες τις καλλιεργητικές εργασίες που προηγήθηκαν της σποράς κι είχαν ως σκοπό τη διατήρηση του αγρού καθαρού από ζιζάνια, π.χ. τα επιφανειακά οργώματα του τέλους του χειμώνα.

Η μεταφυτρωτική περιλαμβάνει όλες τις επιφανειακές κατεργασίες (σκαλίσματα) που αποσκοπούν στην καταπολέμηση των ζιζανίων μέχρι τη συγκομιδή. Τα σκαλίσματα τα οποία μπορεί να γίνουν με περιστρεφόμενα σκαπτικά (φρέζες) ή σκαλιστικά εργαλεία διαφόρων τύπων, θεωρείται γενικά ότι πρέπει αν είναι επιφανειακά (όχι βαθύτερα από 7.5-8 cm) ώστε να αποφεύγεται η αποκοπή τμήματος των επιφανειακών ριζών του αραβοσίτου. Αυτό θα είχε ως αποτέλεσμα μία καθυστέρηση της ανάπτυξης και οψίμιση της καλλιέργειας λόγω προσωρινής μάρανσης των φυτών. Η μάρανση αυτή αναστέλλεται όταν η έκφυση νέων ριζών αντικαταστήσει εκείνες που κόπηκαν. Η διάρκεια της μάρανσης είναι συνάρτηση της έκτασης της βλάβης, της υδατικής κατάστασης του εδάφους και της εξατμισοϊκανότητας της ατμόσφαιρας. Με τον τρόπο αυτό είναι δυνατό να προκληθεί και μία μείωση στις αποδόσεις κατά 7% περίπου. Αντίθετα, πειράματα σε συνεκτικά εδάφη απέδειξαν ότι η βαθύτερη καλλιέργεια του εδάφους μεταξύ των γραμμών σποράς μπορεί να αυξήσει τις αποδόσεις μέχρι 25%. Στα εδάφη αυτά η βλάβη των επιφανειακών ριζών του αραβοσίτου είναι πολύ μικρότερη συγκριτικά με την ωφέλεια από την αύξηση της διηθητικότητας του εδάφους, την αύξηση της αεροϊκανότητας και τον ρυθμό νιτροποίησης των λιπασμάτων. Συμπερασματικά μπορεί να λεχθεί ότι το επιθυμητό βάθος καλλιέργειας μπορεί να καθορίζεται από την υφή και δομή του εδάφους.

Η έγκαιρη επέμβαση έχει αποφασιστική σημασία στη αποτελεσματικότητα ενός σκαλίσματος. Τα ζιζάνια δεν πρέπει να έχουν πάρει μεγάλη ανάπτυξη κατά τον χρόνο εφαρμογής του σκαλίσματος. Έχει βρεθεί ότι όταν τα ζιζάνια φθάνουν το ύψος των 15-20cm έχουν ήδη επιδράσει δυσμενώς στην τελική απόδοση του αραβοσίτου. Παράλληλα, η μεγάλη ανάπτυξη των ζιζανίων δυσχεραίνει το σκάλισμα και μειώνει την αποτελεσματικότητά του, γιατί τα ζιζάνια καταστρέφονται πολύ πιο εύκολα όταν είναι μικρής ηλικίας. Κατά συνέπεια, τα πρώιμα σκαλίσματα είναι περισσότερο αποτελεσματικά από τα όψιμα στον αραβόσιτο.