Ποικιλίες κεχριού
Ο τρόπος κληρονόμησης ορισμένων χαρακτηριστικών (χρωματισμός φυτών και λεπυριδίων, υφή ενδοσπερμίου, συμπάγεια ταξιανθίας, αλβινισμός κ.τ.λ.) έχει μελετηθεί στο ιταλικό, μαργαριτώδες και δακτυλοειδές κεχρί. Στο δακτυλοειδές κεχρί έχει διαπιστωθεί ευκαιριακή αρρενοστειρότητα που προέρχεται από τη διάρρηξη των ανθήρων ή από συσσωμάτωση γυρεοκόκκων.
Στο κοινό κεχρί υπάρχουν τρεις βοτανικές ποικιλίες:
- P. miliaceum effusum (ταξιανθίες μεγάλες με απλωμένους βραχίονες),
- P. miliaceum contractum (ταξιανθίες λιγότερο απλωμένες και μονόπλευρες) και
- P. miliaceum compactum (ταξιανθίες συμπαγείς και ανορθωμένες).
Στις ποικιλίες αυτές εντάσσονται οι πολυάριθμες ποικιλίες που καλλιεργούνται στις Η.Π.Α. (Yellow, Mannitoba, Turghai, early Fortune, White Siberian, κ.ά.) και σε άλλα μέρη της γης. Κατά τους Leonard & Martin οι καλλιεργούμενες ποικιλίες διαφέρουν ως προς βασικά καλλιεργητικά χαρακτηριστικά, όπως το ύψος των φυτών και το μήκος του βιολογικού κύκλου, αλλά ως και ως προς τα μορφολογικά χαρακτηριστικά (ταξιανθία, χρώμα λεπυριδίων, κ.ά.).
Πολυάριθμες είναι επίσης οι καλλιεργούμενες ποικιλίες του ιταλικού κεχριού που καλλιεργούνται σε Ασία, Ευρώπη και Αμερική. Αυτές διαφέρουν ως προς το μήκος του βιολογικού κύκλου (60-90 ημέρες), ύψος στελέχους, μέγεθος και μορφή (λοβώδης ή ακέραια) ταξιανθίας, μήκος και χρωματισμός ακιδίων, σχήμα καρπών και χρωματισμός λεπυριδίων. Έχει γίνει επίσης προσπάθεια δημιουργίας διειδικών υβριδίων με διασταυρώσεις S. italica και S. viridis, αλλά παρατηρήθηκε αυξημένο ποσοστό αρρενοστειρότητας (περίπου 70%) στην F1-γενεά.
Οι περισσότερες ποικιλίες στο μαργαριτώδες κεχρί ήταν παλαιότερα μίγματα πληθυσμών που διέφεραν αρκετά στον τρόπο ανάπτυξης, το μέγεθος των φυτών και τη διάρκεια ζωής, κάτι αναμενόμενο σε ένα σταυρογονιμοποιούμενο είδος. Ο Arnon αναφέρει δεδομένα του Tothill σύμφωνα με τα οποία στο Σουδάν υπάρχουν δύο ομάδες ποικιλιών, η μία (που αναπτύσσεται σε εδάφη με αποθηκευμένη υγρασία) με βραχέα στελέχη, έντονο αδέλφωμα και μεγάλο αριθμό ταξιανθιών με ανομοιόμορφη ωρίμανση και η άλλη (που βασίζεται στις ευκαιριακές βροχοπτώσεις) με υψηλό στέλεχος, λίγα αδέλφια και ωρίμανση σε σύντομο χρονικό διάστημα. Γενικά οι αφρικανικές ποικιλίες έχουν μεγαλύτερο βιολογικό κύκλο από τις ινδικές. Η ωρίμανση επιτυγχάνεται σε 85-95 ημ. στις πιο πρώιμες, λιγότερο φωτοπεριοδικά ευαίσθητες, αφρικανικές ποικιλίες, ενώ φτάνει τις 120-160 ημ. στις όψιμες πολύ απαιτητικές φωτοπεριοδικά ποικιλίες. Αντίθετα, οι ινδικές ποικιλίες ωριμάζουν πολύ συντομότερα, σε 75-80 ημ. Συγκριτικά με τις ινδικές ποικιλίες, οι αφρικανικές είναι υψηλότερες, με λιγότερο γόνιμα αδέλφια και χαμηλότερο συντελεστή συγκομιδής. Σημαντική έρευνα έχει γίνει και στην παραγωγή υβριδίων. Διαπιστώθηκε ότι μίγματα σπόρων με υβριδιοσπόριο σε ποσοστό 50-90% δεν υστερούσαν σε αποδόσεις συγκριτικά με καθαρό υβριδιοσπόριο. Γενικά, η ετέρωση που παρατηρείται ως προς την απόδοση στα υβρίδια του μαργαριτώδους κεχριού είναι υψηλή και ξεπερνά σε ορισμένες περιπτώσεις το 100% των σταυρογονιμοποιούμενων ποικιλιών. Σημαντική εξέλιξη αποτέλεσε η ανακάλυψη στις Η.Π.Α. κυτοπλασματικής αρρενοστειρότητας και γόνων νανισμού, στοιχεία που σίγουρα θα βοηθήσουν σημαντικά στη βελτίωση του είδους αυτού.
Στόχους της βελτιωτικής προσπάθειας στο κεχρί αποτελούν η δημιουργία νάνων ποικιλιών (διευκόλυνση μηχανικής συγκομιδής, αντοχή στο πλάγιασμα), η παραγωγή πολλών γόνιμων αδελφιών, η αντοχή στις προσβολές από πτηνά μέσω ανάπτυξης επιμήκων ακιδίων στις ταξιανθίες, η βελτίωση της θρεπτικής αξίας των καρπών (καρποί με κίτρινο ενδοσπέρμιο), κ.ά.