Προκαρυωτική ασθένεια μηλοειδών Βακτήριωση λόγω Pseudomonas Syringae
Η ασθένεια προκαλεί σημαντικές ζημιές στην αχλαδιά, τα εσπεριδοειδή και τα πυρηνόκαρπα. Στην αχλαδιά προκαλεί αποξηράνσεις ανθέων, ταξιανθιών, οφθαλμών και κλαδίσκων αλλά και κηλιδώσεις φύλλων και καρπών. Η ασθένεια είναι γνωστή σαν μελάνωση των ανθέων. Στα άνθη διακρίνονται δύο μορφές συμπτωμάτων:
- Μολύνσεις από τη βάση του κάλυκα.
- Μολύνσεις που αρχίζουν από τις εξωτερικές επιφάνειες του άνθους. Η μορφή αυτή της προσβολής είναι η πιο σοβαρή και σε αυτή ανταποκρίνεται κυρίως το όνομα «Μελάνωση».
Η ξήρανση των ανθέων και τα έλκη στους κλάδους μοιάζουν πολύ με τα αρχικά συμπτώματα που εμφανίζονται στην ασθένεια βακτηριακό κάψιμο. Η διάκριση των ασθενειών απαιτεί μεγάλη εμπειρία και γίνεται ασφαλής μόνο με εργαστηριακή εξέταση.
Στα τρυφερά φύλλα και νεαρούς καρπούς σχηματίζονται μικρές νεκρωτικές, κυκλικές κηλίδες διαμέτρου 4-5 cm και χρώματος καστανού μέχρι μαύρου. Στους καρπούς οι κηλίδες είναι ελαφρά βυθισμένες. Οι μολύνσεις των βλαστών αρχίζουν κατά το τέλος του χειμώνα με αρχές άνοιξης, συνήθως από μικρές σχισμές ή πληγές στα πτερύγια των φύλλων και από εκεί εξαπλώνονται γρήγορα δια του μίσχου, τόσο στο έλασμα του φύλλου όσο και στον κλαδίσκο. Οι προσβεβλημένοι ιστοί παίρνουν ένα χρώμα βαθύ πράσινο ελαιώδες και αργότερα ξηραινόμενοι γίνονται καστανοί μέχρι καστανόμαυροι. Στις περιπτώσεις αυτές είναι χαρακτηριστικό ότι τα προσβεβλημένα φύλλα παραμένουν ξηρά πάνω στο δέντρο για μεγάλο διάστημα. Στη βάση των μίσχων των προσβεβλημένων φύλλων συχνά παρατηρείται έκκριση κόμμεος. Στους καρπούς η ασθένεια προκαλεί το σχηματισμό κυκλικών, νεκρωτικών, βυθισμένων κηλίδων, που έχουν διάμετρο 2-12 mm, χρώμα καστανό μέχρι μαύρο και δερματώδη υφή.
Το αίτιο της ασθένειας αυτής είναι το Pseudomonas syringae pv. Έχει άριστη θερμοκρασία ανάπτυξης 25-26oC, μέγιστη 35oC και ελάχιστη 10oC. Το παθογόνο δεν επιβιώνει στους προσβεβλημένους ιστούς (έλκη, άνθη, κηλίδες) κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού. Τα έλκη παύουν να είναι ενεργά αργά την άνοιξη με την άνοδο της θερμοκρασίας και τα βακτήρια νεκρώνονται. Έχει διαπιστωθεί πως το παθογόνο επιβιώνει σαν επίφυτο, σαπροφυτικά, στα φύλλα και τις άλλες πράσινες επιφάνειες των δέντρων χωρίς να προκαλεί αρρώστια. Στην απιδιά το παθογόνο βακτήριο διαχειμάζει ανάμεσα στα λέπια των οφθαλμών. Καθοριστικό ρόλο στην επιδημιολογία των ασθενειών παίζουν οι καιρικές συνθήκες και ιδίως η υγρασία και θερμοκρασία.
Οι πιο ευνοϊκές θερμοκρασίες για τις μολύνσεις είναι μεταξύ 12-20oC. Έχει διαπιστωθεί πως η συνεχής διαβροχή με νερό των φύλλων συντελεί κατ’ εξοχήν στην εκδήλωση επιδημιών. Ισχυροί άνεμοι με βροχή συντελούν στην εξάπλωση της ασθένειας επειδή δημιουργούνται πληγές στα πτερύγια των φύλλων και στους καρπούς από την αμοιβαία προστριβή τους και διευκολύνεται η διασπορά και είσοδος, μέσα στους ιστούς των μολυσμάτων. Επίσης η χαλαζόπτωση και οι ζημιές από παγετό συντελούν στην εκδήλωση σοβαρών επιδημιών.
Για την καταπολέμηση της βακτηρίωσης χρειάζεται:
- Κλάδεμα και καταστροφή με φωτιά των έντονα προσβεβλημένων βλαστών.
- Για τα εσπεριδοειδή συνιστώνται προληπτικοί ψεκασμοί των δένδρων με βορδιγάλιο πολτό ή με χαλκούχα με προσθήκη προσκολλητικής εξαπλωματικής ουσίας. Να γίνονται δύο ψεκασμοί, ο ένας το φθινόπωρο πριν από την έναρξη των βροχών και ο δεύτερος περί το τέλος του χειμώνα. Ψεκασμός πρέπει να γίνεται ακόμα αμέσως μετά από παγοπληξία ή χαλαζόπτωση.
- Για την αντιμετώπιση της ασθένειας στην αχλαδιά συνιστώνται 1-2 ψεκασμοί με βορδιγάλιο πολτό ή χαλκούχα κατά την περίοδο της άνθησης.