Συγκομιδή και αποθήκευση λιναριού
Εάν η καλλιέργεια προορίζεται για παραγωγή ινών, η συγκομιδή [1] γίνεται όταν το 1/3-1/2 των καψών είναι ώριμες. Τα στελέχη του λιναριού είναι, τότε, συνήθως κίτρινα, τα κάτω φύλλα έχουν πέσει και ο σπόρος είναι στο στάδιο του γάλακτος. Φυτά που θερίζονται νωρίς δίνουν ίνες λεπτότερες, μεταξώδεις, μικρής όμως αντοχής, ενώ φυτά που θερίζονται αργά δίνουν ίνες χονδροειδείς, αδρές, φτωχής νηματοποιητικής αξίας. Γενικά, η πρώϊμη συγκομιδή δίνει μικρότερες αποδόσεις, ενώ η όψιμη προκαλεί αλλαγές στη χημική σύνθεση του λαδιού και υποβαθμίζει την ποιότητα και την αξία του.
Η συγκομιδή των στελεχών γίνεται με μηχανές (χορτοκοπτικές και αυτοδετικές) ή με το χέρι (εκκρίζωση) και το προϊόν συνήθως συγκομίζεται σε δεμάτια ή μπάλες διαφόρων σχημάτων. Οι αποδόσεις είναι πάνω από 500 κιλά ξερά στελέχη στο στρέμμα (πάνω από 50 κιλά ίνες) και πάνω από 50 κιλά σπόρος. Εάν η καλλιέργεια προορίζεται για παραγωγή σπόρου, η συγκομιδή γίνεται, όταν οι περισσότερες κάψες είναι ώριμες (θερισμός) ή όταν οι κάψες είναι ώριμες και ξηρές (θεριζαλωνισμός). Στη δεύτερη περίπτωση η συγκομιδή γίνεται με τις θεριζοαλωνιστικές μηχανές του σιταριού και ο σπόρος πρέπει να έχει υγρασία 12-13%. Στο διεθνές εμπόριο ο σπόρος του λιναριού διακινείται με ποσοστό υγρασίας 9%. Οι κάψες του λιναριού είναι ώριμες, όταν έχουν χρώμα καστανό ή κίτρινο, με καστανούς σπόρους. Οι αποδόσεις είναι περίπου 150 κιλά σπόρος στο στρέμμα.
Για να συντηρηθεί ο σπόρος του λιναριού, πρέπει να αποθηκεύεται ξηρός με χαμηλά ποσοστά υγρασίας (6-8%). Εάν ο σπόρος του λιναριού που προορίζεται ως πολλαπλασιαστικό υλικό (σπόρος σποράς), αποθηκευθεί ξηρός, διατηρεί τη βλαστική του ικανότητα για 5-10 χρόνια, τη χάνει όμως, ούτως ή άλλως, εάν ο χρόνος αποθήκευσης παραταθεί (πάνω από 10 χρόνια). Τα δεμάτια ή οι μπάλες που λαμβάνονται όταν το φυτό καλλιεργείται για παραγωγή ινών, αποθηκεύονται ή στο ύπαιθρο ή σε κλειστούς χώρους και σε συνθήκες ξηρές, για να σταματήσει η διαδικασία απόβρεξης προτού οι ίνες αρχίσουν να σαπίζουν. Η υγρασία των δεματιών στη δεύτερη περίπτωση πρέπει να είναι μικρότερη από 15%.
Βιβλιογραφία
- ↑ Φυτά Μεγάλης Καλλιέργειας Τόμος II "Ειδικότητα: Φυτικής Παραγωγής", Αυγουλάς Χρήστος, Ποδηματάς Κων/νος, Παπαστυλιανού Παναγιώτα, Καθηγητών Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών