Χρήση ελαίου ελαιοκράμβης
Το λάδι της ελαιοκράμβης βρίσκει εφαρμογές τόσο στην ικανοποίηση διατροφικών αναγκών, αλλά κυρίως παρουσιάζει ενδιαφέρον στην βιομηχανική παραγωγή ελαίων και βιοκαυσίμων. Στην βιομηχανία τροφίμων χρησιμοποιείται ως σπορέλαιο μαγειρικής, αναμεμειγμένο με άλλα φυτικά έλαια και στην παραγωγή μαργαρίνης και μαγιονέζας. Το κραμβέλαιο ως βιομηχανικό έλαιο βρίσκει εφαρμογές, στην βιομηχανία λιπαντικών, υδραυλικών υγρών, στην παραγωγή πολυμερών, πλαστικών, κόλλας, στις επιστρώσεις επιφανειών παραγωγή βερνικιών, χρωμάτων, μελάνης τυπογραφείου, στη σαπωνοποιία και στην παραγωγή καλλυντικών. Ιδιαίτερα σημαντική εφαρμογή αποτελεί η χρήση του στην κάλυψη ενεργειακών αναγκών, ως καύσιμη ύλη – βιοκαύσιμο, σε μηχανές εσωτερικής καύσης – πετρελαιοκινητήρες. Συγκεκριμένα η χρήση του κραμβέλαιου για την παραγωγή biodiesel οφείλεται στο γεγονός ότι η ηλιακή ενέργεια αποθηκεύεται στα φυτικά έλαια με ενεργειακή πυκνότητα 8,94 kWh, κοντινή με του ορυκτού ντίζελ 9,86 kWh/L.
Μετά την έκθλιψη των σπόρων, προκειμένου να παραχθεί προϊόν κατάλληλο για διατροφικούς σκοπούς, το παραλαμβανόμενο λάδι της ελαιοκράμβης πρέπει να υποστεί ορισμένες διαδικασίες, καθώς περιλαμβάνει ποικίλες ποσότητες ανεπιθύμητων ουσιών, που πρέπει να απομακρυνθούν. Οι διεργασίες που κρίνονται απαραίτητες και γίνονται προκειμένου να παραχθεί εδώδιμο λάδι, είναι γνωστές ως διεργασίες εξευγενισμού και στα πλαίσια του πραγματοποιούνται η εξουδετέρωση, η αποκομμίωση, ο αποχρωματισμός, η απόσμηση. Όταν λοιπόν το λάδι προορίζεται για τη βιομηχανία τροφίμων, καθώς και σε άλλες εφαρμογές όπου απαιτείται η καλύτερη δυνατή ποιότητα του τελικού προϊόντος, το ακατέργαστο λάδι εξουδετερώνεται και λευκαίνεται, έτσι ώστε να απομακρυνθούν τα ελεύθερα λιπαρά οξέα (μείωση οξύτητας) και οι χρωστικές ουσίες αντίστοιχα. Εάν το περιεχόμενό του σε ελεύθερα λιπαρά οξέα (Ε.Λ.Ο.) είναι > 0.5% τότε έχουμε την εξουδετέρωση του με υδροξείδιο του νατρίου ή άλλες αλκαλικές ενώσεις σε αντιδραστήρα ανάδευσης και κατόπιν το πλύσιμο του προϊόντος και την αφαίρεση της υγρασίας σε εξατμιστήρα. Οι διαδικασίες της εξουδετέρωσης αποσκοπούν στην απομάκρυνση των ακαθαρσιών, χωρίς να αλλάξει η ιδιότητα του λαδιού (ουδέτερο λάδι). Με τον αποχρωματισμό του λαδιού επιτυγχάνεται απομάκρυνση χρωστικών ουσιών και άλλων ανεπιθύμητων ουσιών, όπως μέταλλα, φώσφορος, σαπούνια κ.λπ. (αποχρωματισμένο λάδι). Επίσης, το λάδι πρέπει να απαλλαγεί και από κάθε ίχνος οσμής, η απομάκρυνση των διαφόρων πτητικών ενώσεων, που ευθύνονται για τις οσμές, επιτυγχάνεται με τη διαδικασία της απόσμησης. Εάν το επίπεδο των Ε.Λ.Ο. είναι πολύ υψηλό >4% τότε γίνετε αποκομμίωση, που αποβλέπει στην απομάκρυνση των φωσφατιδίων (λεκιθινών) από τη μάζα του λαδιού, ακολουθεί αποχρωματισμός και απόσμηση σε αποστακτική στήλη (ραφινέ λάδι) και στην συνέχεια εξουδετερώνεται όπως αναφερθήκαμε προηγουμένως. Το χρώμα του ακατέργαστου λαδιού είναι σκούρο, ενώ του ραφιναρισμένου ανοιχτό κίτρινο.
Επισημαίνεται ότι, για να είναι εδώδιμο το κραμβέλαιο πρέπει να μην περιέχει ή να περιέχει ένα πολύ μικρό ποσοστό σε εουρικό οξύ (εώς 2%) και να έχει υποστεί πλήρη εξευγενισμό, ενώ δεν κρίνονται απαραίτητα όταν προορίζεται για τους άλλους βιομηχανικούς ή ενεργειακούς σκοπούς. Έτσι όταν το ακατέργαστο λάδι προορίζεται για ενεργειακούς και άλλους βιομηχανικούς σκοπούς δεν χρειάζεται να εξευγενιστεί πλήρως, ούτε είναι αναγκαίο να λευκανθεί και να απαλλαγεί από τις διάφορες οσμές του. Γίνεται μόνο αποκομμίωση και στη συνέχεια εξουδετερώνεται. Σημειώνεται ότι ο όρος βιομηχανικό κραμβέλαιο αναφέρεται σε έλαια που περιέχουν πάνω από 45% εουρικό οξύ.[1]
Βιβλιογραφία
- ↑ Καλλιέργεια ελαιοκράμβης - Η συμβολή της στην επίλυση του ενεργειακού και περιβαλλοντικού προβλήματος, πτυχιακή μελέτη της φοιτήτριας Μαντζιάρη Κωνσταντίνας, Ηράκλειο 2009.