Κλιματικές συνθήκες αραχίδας
Παρ' όλο που η αραχίδα είναι κυρίως φυτό των τροπικών περιοχών, τα όρια των καλλιεργούμενων εκτάσεων εκτείνονται μεταξύ 35o N και 40o B γεωγραφικό πλάτος. Μπορεί όμως να καλλιεργηθεί και μέχρι 45o B., στην Κ. Ασία και στη Β. Αμερική, σε περιοχές που έχουν ζεστό καλοκαίρι. Προσαρμόζεται σε πολλά κλιματικά περιβάλλοντα, λόγω της διαφοροποίησης των ποικιλιών ως προς τη διάρκεια του βιολογικού κύκλου. Γενικά θεωρείται φυτό θερμόφιλο, φωτόφιλο και υγρόφιλο, λόγω της προέλευσής του. Συνήθως καλλιεργείται σε υψόμετρο μικρότερο από 1250m. Ορισμένες ποικιλίες μικρού βιολογικού κύκλου καλλιεργούνται και σε μεγαλύτερα υψόμετρα, όμως οι σπόροι τείνουν να γίνουν μικρότεροι, με μειωμένη περιεκτικότητα σε λάδι.
Η αραχίδα είναι ευαίσθητη στις χαμηλές θερμοκρασίες, παρ' όλο ότι έχει διαπιστωθεί αντοχή σε ορισμένες ποικιλίες. Βλαστάνει στους 12-14oC. Οι χαμηλές θερμοκρασίες αρχικά επιβραδύνουν την ανάπτυξη των νεαρών φυταρίων και στη συνέχεια την εμποδίζουν. Τα φυτά καταστρέφονται από τον παγετό σε όλα τα στάδια ανάπτυξης. Ο παγετός επίσης επηρεάζει την ποιότητα των σπόρων καθώς υποβαθμίζεται η γεύση και το άρωμά τους. Παρ' όλο ότι οι θερμοκρασίες πάνω από 35oC μειώνουν τη συγκέντρωση ξηράς ουσίας, την παραγωγή αννθέων, το βάρος των λοβών και των σπόρων, τη μεγαλύτερη επίδραση ασκούν οι θερμοκρασίες στη ζώνη του εδάφους που σχηματίζονται τα γυνοφόρια.
Άριστη θερμοκρασία σε αυτή τη ζώνη θεωρούνται οι 25-30oC, ενώ σε θερμοκρασίες κάτω από 20oC επιβραδύνεται η ανάπτυξη των λοβών. Συγκριτικά, οι θερμοκρασίες πάνω από 35oC επηρεάζουν την παραγωγή ανθέων και τη γονιμότητα περισσότερο απ' ο,τι οι χαμηλές θερμοκρασίες. Συνήθως οι ορθόκλαδοι θαμνώδεις τύποι, επηρεάζονται δυσμενώς από τη μεταβολή του κλίματος περισσότερο σε σχέση με τους έρποντες.
Το μήκος της ημέρας ελάχιστα επηρεάζει την αραχίδα, γιατί είναι φυτό φωτοπεριοδικά ουδέτερο. Επηρεάζεται όμως δυσμενώς από χαμηλή ένταση φωτισμού κατά τη διάρκεια της πρώτης ανάπτυξης και της ανθοφορίας. Συννεφιά κατά την άνθηση μειώνει τον αριθμό των ανθέων, επίδραση όμως στην απόδοση είναι μικρή, γιατί η αραχίδα παράγει πολύ περισσότερα άνθη από τους λοβούς που σχηματίζει.
Η αραχίδα μετά την εγκατάστασή της, είναι ανθεκτική στην ξηρασία περισσότερο από το βαμβάκι αλλά λιγότερο από το σόργο. Μπορεί να αντέξει εξαιρετικά χαμηλή συγκέντρωση νερού στα φύλλα (μέχρι 29%) και χαμηλό υδατικό δυναμικό, παρουσιάζοντας έτσι ουσιώδη αντοχή στην αφυδάτωση. Λόγω αυτής της ιδιότητας στην Ασία και στην Αφρική καλλιεργείται ως ξηρική καλλιέργεια, στην Αμερική όμως και σε άλλες χώρες η καλλιέργεια αρδεύεται για την επίτευξη υψηλών αποδόσεων. Η έλλειψη υγρασίας είναι ο σπουδαιότερος αβιοτικός παράγοντας που περιορίζει την απόδοση. Περίπου 300mm βροχής (ή άρδευσης) από το φύτρωμα μέχρι το μέγιστο της άνθησης, συντελούν στο να παρουσιάσει καλή βλαστική ανάπτυξη, η οποία είναι απαραίτητη για υψηλή παραγωγή, καθώς αναφέρεται θετική συσχέτιση μεταξύ του αριθμού των βλαστών και των λουλουδιών με το σχηματισμό λοβών. Ακόμη, στα υγρά εδάφη εισέρχεται εύκολα το γυνοφόριο. Η αραχίδα είναι ευαίσθητη στην κατάκλυση και το νερό δεν πρέπει να παραμένει στον αγρό περισσότερο από μία εβδομάδα. Η έλλειψη νερού επηρεάζει σημαντικά την ανάπτυξη τόσο του υπέργειου όσο και του υπόγειου τμήματος και η αντοχή στην ξηρασία των διαφόρων ποικιλιών συνδέεται με το βάθος ανάπτυξης του ριζικού συστήματος. Η απόδοση σε λοβούς μειώνεται σε πολύ μεγάλο βαθμό όταν παρατηρηθεί ξηρασία στο στάδιο σχηματισμού των γυνοφορίων και ανάπτυξης των λοβών, γιατί τα ξηρά εδάφη είναι πιο συνεκτικά. Βροχή μετά την ωρίμανση των περισσότερων λοβών είναι ανεπιθύμητη, γιατί στις ποικιλίες των οποίων οι σπόροι στερούνται ληθάργου, παρατηρείται φύτρωμα μέσα στο λοβό πριν από τη συγκομιδή.