Πρόσληψη και συσσώρευση μαγνησίου

Από GAIApedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Το εύρος της περιεκτικότητας των φύλλων σε μαγνήσιο των διαφόρων φυτών κυμαίνεται γενικά από 0,15-1,00% της ξηράς ουσίας. Στις περισσότερες καλλιέργειες, η άριστη συγκέντρωση είναι από 0,15-0,30%. Η περιεκτικότητα του μαγνησίου στα φύλλα γενικά αυξάνει με το χρόνο (ηλικία), η δε κρίσιμη συγκέντρωση μεταβάλλεται με το είδος του φυτού, π.χ. τα ψυχανθή και ορισμένα λαχανικά περιέχουν περισσότερο μαγνήσιο απ' ότι τα αγρωστώδη. Αν και γενικά η συγκέντρωση του Mg στο εδαφοδιάλυμα είναι υψηλότερη απ' εκείνη του καλίου, εν τούτοις ο ρυθμός πρόσληψης του μαγνησίου από τα κύτταρα των φυτών είναι χαμηλότερος σε σχέση με του καλίου. Ο λόγος του μειωμένου ρυθμού πρόσληψης του μαγνησίου δεν είναι γνωστός.

Ως προς τη σχέση της πρόσληψης του μαγνησίου με άλλα ιόντα, αναφέρεται ότι τα μεν ΝΟ3- την ευνοούν, το δε κάλιο ανταγωνίζεται έντονα το μαγνήσιο. Επίσης το μαγνήσιο ανταγωνίζεται το μαγγάνιο κατά την πρόσληψη του, σε βαθμό που σε περίπτωση υψηλής τοξικής συγκέντρωσης μαγγανίου, το μαγνήσιο μπορεί να αποτρέψει τις επιπτώσεις της τοξικότητας σε βάρος των φυτών. Αν και το κάλιο ανταγωνίζεται τις υψηλές συγκεντρώσεις του μαγνησίου, εν τούτοις σε χαμηλές συγκεντρώσεις μπορεί να ευνοήσει την πρόσληψη του μαγνησίου. Επίσης, ενώ σε υψηλές συγκεντρώσεις του καλίου μειώνεται η περιεκτικότητα του μαγνησίου στα φύλλα, αντίθετα, αυξάνει το στοιχείο αυτό στους καρπούς και γενικά σ' όλα τα όργανα συσσώρευσης.

Όσον δε αφορά στην κινητικότητά του, σε αντίθεση με το ασβέστιο που στο φλοίωμα είναι πολύ δυσκίνητο, το μαγνήσιο είναι πολύ ευκίνητο. Αυτό σημαίνει ότι μπορεί να κινείται από τα παλαιότερα στα νεότερα φύλλα σε περιπτώσεις τροφοπενίας. Γι' αυτό τα συμπτώματα τροφοπενίας μαγνησίου εμφανίζονται στα παλαιότερα φύλλα. Το ίδιο ισχύει και για το κάλιο. Έτσι, τα όργανα συσσώρευσης θρεπτικών ουσιών όπως οι καρποί, έχουν υψηλότερες συγκεντρώσεις μαγνησίου και καλίου απ' ότι ασβεστίου. Συμπτώματα τροφοπενίας μαγνησίου εμφανίζονται στα φύλλα όταν η περιεκτικότητα του γίνει <0,20% της ξηράς ουσίας.[1]

Βιβλιογραφία

  1. Η ερμηνεία της φυλλοδιαγνωστικής, των Π. Κουκουλάκης τ. Αναπληρωτής Ερευνητής ΕΘΙΑΓΕ, ΑΡ. Παπαδόπουλος Τακτικός Ερευνητής ΕΘΙΑΓΕ, 2003.