Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων του "Ασθένεια αγγουριάς Κλαδοσπορίωση"
Γραμμή 1: | Γραμμή 1: | ||
[[Image:Προσβολή αγγουριού από Κλαδοσπορίωση.png|thumb|px100|Προσβολή αγγουριού από Κλαδοσπορίωση]] | [[Image:Προσβολή αγγουριού από Κλαδοσπορίωση.png|thumb|px100|Προσβολή αγγουριού από Κλαδοσπορίωση]] | ||
+ | [[Image:Προαβολή φύλλου αγγουριάς από Κλαδοσπορίωση.png|thumb|px100|Προαβολή φύλλου αγγουριάς από Κλαδοσπορίωση]] | ||
Η κλαδοσπορίωση είναι [[Ασθένειες αγγουριάς|ασθένεια]] του υπέργειου τμήματος και μπορεί να προσβάλει όλα τα μέρη του [[Αγγουριά|φυτού]]. Στη χώρα μας δεν αποτελεί πρόβλημα στις [[Καλλιέργεια αγγουριάς|καλλιέργειες αγγουριάς]], λόγω των μη ευνοϊκών συνθηκών για την ανάπτυξη της ασθένειας και της καλλιέργειας ανθεκτικών υβριδίων. Το παθογόνο προσβάλλει φυτά σε όλα τα στάδια ανάπτυξης και δημιουργεί ζημιές στα [[Βοτανικά χαρακτηριστικά αγγουριάς|φύλλα]], στελέχη, βλαστούς και [[Αγγούρι|καρπούς]]. Στα νεαρά φυτάρια, οι ιστοί γίνονται πολύ γρήγορα υδαρείς και εμφανίζονται κηλίδες όπου σε συνθήκες υψηλής υγρασίας αναπτύσσονται οι καρποφορίες του μύκητα. Συχνά εμφανίζονται και σήψεις. Στα φύλλα, σε φυτά μεγαλύτερης ηλικίας, εμφανίζονται υδαρείς, κιτρινοπράσινες κηλίδες, μεταξύ των νεύρων, οι οποίες αργότερα γίνονται κυκλικές ή γωνιώδεις και αποκτούν γκρι ή λευκό χρώμα. Οι νεκροί ιστοί στις κηλίδες ξεραίνονται και πέφτουν με αποτέλεσμα στα φύλλα να δημιουργούνται οπές και να παρουσιάζουν έντονα σχισίματα. Τα προσβλημένα φύλλα που βρίσκονται στην κορφή του φυτού μπορεί να εμφανίσουν συμπτώματα που μοιάζουν με αυτά που προκαλεί ο ιός του μωσαϊκού. Παρόμοιες κηλίδες μπορεί να εμφανιστούν στα στελέχη, τους βλαστούς και τους μίσχους. Στους καρπούς μικρής ηλικίας, που προσβάλλονται περισσότερο, εμφανίζονται μικρές υδαρείς πληγές, σαν αυτές που προκαλούν τα νύγματα εντόμων. Αργότερα μεγαλώνουν, σκουραίνουν, βυθίζονται και εκκρίνουν κολλώδης ουσία, η οποία ευνοεί την ανάπτυξη βακτηρίων, τα οποία προκαλούν αποσύνθεση των καρπών που συνοδεύεται από δυσάρεστη οσμή. Σε συνθήκες υψηλής υγρασίας, καλύπτονται από το σκούρο καστανό βελούδινο στρώμα, που αποτελείται από τις καρποφορίες του μύκητα (κονιδιοφόροι και κονίδια). Στους καρπούς μεγαλύτερης ηλικίας, λόγω της αντίδρασης των ιστών στη μόλυνση, σχηματίζεται φελλώδες στρώμα που εμποδίζει την εξάπλωση της και στους καρπούς εμφανίζεται «δερματώδης ξηρή σχάρα». Οι έντονα προσβεβλημένοι καρποί παραμορφώνονται. Τυπικό χαρακτηριστικό της ασθένειας είναι η παρουσία σταγόνων κόμμεος. Αποτέλεσμα της προσβολής είναι ότι τα φυτά γίνονται λιγότερο παραγωγικά και οι καρποί ωριμάζουν με δυσκολία. Ο μύκητας Cladosporium cucumerinum είναι το παθογόνο αίτιο της ασθένειας. Διαχειμάζει με τη μορφή κονιδίων ή μυκηλίου στα φυτικά υπολείμματα, στο [[Εδαφικές συνθήκες αγγουριάς|έδαφος]], στους σπόρους και σε διάφορα μέρη των σπορείων και των θερμοκηπίων. Παράγει κονίδια σχεδόν σφαιρικά, μονοκύτταρα ή δικύτταρα, ανοιχτού καστανού ελαιώδους χρώματος, πάνω σε ελεύθερους και βραχείς κονιδιοφόρους. Τα σπόρια του παθογόνου είναι πολύ ανθεκτικά στις περιβαλλοντικές συνθήκες, τα έντομα και αντέχουν στη μεταφορά σε μεγάλες αποστάσεις. Μεταφέρονται με τον αέρα, τη βροχή, τα καλλιεργητικά μέσα και την επαφή μεταξύ φυτών προκαλώντας μόλυνση. Η είσοδος του μύκητα στα φύλλα γίνεται μέσω των στοματίων ή με διάτρηση της εφυμενίδας. Για την ανάπτυξη της ασθένειας πρέπει η σχετική υγρασία να είναι υψηλή (95%) και οι θερμοκρασίες από 22-24<sup>o</sup>C ώστε να πραγματοποιούνται οι μολύνσεις. Γενικά η ασθένεια ευνοείται από υγρό και σχετικά ψυχρό καιρό. Η μετάδοση της ασθένειας γίνεται με τον αέρα, τη βροχή, το σπόρο, τα έντομα, τα εργαλεία και το εργατικό προσωπικό. Η αντιμετώπιση της ασθένειας εφαρμόζονται τα εξής καλλιεργητικά μέτρα: | Η κλαδοσπορίωση είναι [[Ασθένειες αγγουριάς|ασθένεια]] του υπέργειου τμήματος και μπορεί να προσβάλει όλα τα μέρη του [[Αγγουριά|φυτού]]. Στη χώρα μας δεν αποτελεί πρόβλημα στις [[Καλλιέργεια αγγουριάς|καλλιέργειες αγγουριάς]], λόγω των μη ευνοϊκών συνθηκών για την ανάπτυξη της ασθένειας και της καλλιέργειας ανθεκτικών υβριδίων. Το παθογόνο προσβάλλει φυτά σε όλα τα στάδια ανάπτυξης και δημιουργεί ζημιές στα [[Βοτανικά χαρακτηριστικά αγγουριάς|φύλλα]], στελέχη, βλαστούς και [[Αγγούρι|καρπούς]]. Στα νεαρά φυτάρια, οι ιστοί γίνονται πολύ γρήγορα υδαρείς και εμφανίζονται κηλίδες όπου σε συνθήκες υψηλής υγρασίας αναπτύσσονται οι καρποφορίες του μύκητα. Συχνά εμφανίζονται και σήψεις. Στα φύλλα, σε φυτά μεγαλύτερης ηλικίας, εμφανίζονται υδαρείς, κιτρινοπράσινες κηλίδες, μεταξύ των νεύρων, οι οποίες αργότερα γίνονται κυκλικές ή γωνιώδεις και αποκτούν γκρι ή λευκό χρώμα. Οι νεκροί ιστοί στις κηλίδες ξεραίνονται και πέφτουν με αποτέλεσμα στα φύλλα να δημιουργούνται οπές και να παρουσιάζουν έντονα σχισίματα. Τα προσβλημένα φύλλα που βρίσκονται στην κορφή του φυτού μπορεί να εμφανίσουν συμπτώματα που μοιάζουν με αυτά που προκαλεί ο ιός του μωσαϊκού. Παρόμοιες κηλίδες μπορεί να εμφανιστούν στα στελέχη, τους βλαστούς και τους μίσχους. Στους καρπούς μικρής ηλικίας, που προσβάλλονται περισσότερο, εμφανίζονται μικρές υδαρείς πληγές, σαν αυτές που προκαλούν τα νύγματα εντόμων. Αργότερα μεγαλώνουν, σκουραίνουν, βυθίζονται και εκκρίνουν κολλώδης ουσία, η οποία ευνοεί την ανάπτυξη βακτηρίων, τα οποία προκαλούν αποσύνθεση των καρπών που συνοδεύεται από δυσάρεστη οσμή. Σε συνθήκες υψηλής υγρασίας, καλύπτονται από το σκούρο καστανό βελούδινο στρώμα, που αποτελείται από τις καρποφορίες του μύκητα (κονιδιοφόροι και κονίδια). Στους καρπούς μεγαλύτερης ηλικίας, λόγω της αντίδρασης των ιστών στη μόλυνση, σχηματίζεται φελλώδες στρώμα που εμποδίζει την εξάπλωση της και στους καρπούς εμφανίζεται «δερματώδης ξηρή σχάρα». Οι έντονα προσβεβλημένοι καρποί παραμορφώνονται. Τυπικό χαρακτηριστικό της ασθένειας είναι η παρουσία σταγόνων κόμμεος. Αποτέλεσμα της προσβολής είναι ότι τα φυτά γίνονται λιγότερο παραγωγικά και οι καρποί ωριμάζουν με δυσκολία. Ο μύκητας Cladosporium cucumerinum είναι το παθογόνο αίτιο της ασθένειας. Διαχειμάζει με τη μορφή κονιδίων ή μυκηλίου στα φυτικά υπολείμματα, στο [[Εδαφικές συνθήκες αγγουριάς|έδαφος]], στους σπόρους και σε διάφορα μέρη των σπορείων και των θερμοκηπίων. Παράγει κονίδια σχεδόν σφαιρικά, μονοκύτταρα ή δικύτταρα, ανοιχτού καστανού ελαιώδους χρώματος, πάνω σε ελεύθερους και βραχείς κονιδιοφόρους. Τα σπόρια του παθογόνου είναι πολύ ανθεκτικά στις περιβαλλοντικές συνθήκες, τα έντομα και αντέχουν στη μεταφορά σε μεγάλες αποστάσεις. Μεταφέρονται με τον αέρα, τη βροχή, τα καλλιεργητικά μέσα και την επαφή μεταξύ φυτών προκαλώντας μόλυνση. Η είσοδος του μύκητα στα φύλλα γίνεται μέσω των στοματίων ή με διάτρηση της εφυμενίδας. Για την ανάπτυξη της ασθένειας πρέπει η σχετική υγρασία να είναι υψηλή (95%) και οι θερμοκρασίες από 22-24<sup>o</sup>C ώστε να πραγματοποιούνται οι μολύνσεις. Γενικά η ασθένεια ευνοείται από υγρό και σχετικά ψυχρό καιρό. Η μετάδοση της ασθένειας γίνεται με τον αέρα, τη βροχή, το σπόρο, τα έντομα, τα εργαλεία και το εργατικό προσωπικό. Η αντιμετώπιση της ασθένειας εφαρμόζονται τα εξής καλλιεργητικά μέτρα: | ||
Αναθεώρηση της 13:56, 8 Ιουλίου 2013
Η κλαδοσπορίωση είναι ασθένεια του υπέργειου τμήματος και μπορεί να προσβάλει όλα τα μέρη του φυτού. Στη χώρα μας δεν αποτελεί πρόβλημα στις καλλιέργειες αγγουριάς, λόγω των μη ευνοϊκών συνθηκών για την ανάπτυξη της ασθένειας και της καλλιέργειας ανθεκτικών υβριδίων. Το παθογόνο προσβάλλει φυτά σε όλα τα στάδια ανάπτυξης και δημιουργεί ζημιές στα φύλλα, στελέχη, βλαστούς και καρπούς. Στα νεαρά φυτάρια, οι ιστοί γίνονται πολύ γρήγορα υδαρείς και εμφανίζονται κηλίδες όπου σε συνθήκες υψηλής υγρασίας αναπτύσσονται οι καρποφορίες του μύκητα. Συχνά εμφανίζονται και σήψεις. Στα φύλλα, σε φυτά μεγαλύτερης ηλικίας, εμφανίζονται υδαρείς, κιτρινοπράσινες κηλίδες, μεταξύ των νεύρων, οι οποίες αργότερα γίνονται κυκλικές ή γωνιώδεις και αποκτούν γκρι ή λευκό χρώμα. Οι νεκροί ιστοί στις κηλίδες ξεραίνονται και πέφτουν με αποτέλεσμα στα φύλλα να δημιουργούνται οπές και να παρουσιάζουν έντονα σχισίματα. Τα προσβλημένα φύλλα που βρίσκονται στην κορφή του φυτού μπορεί να εμφανίσουν συμπτώματα που μοιάζουν με αυτά που προκαλεί ο ιός του μωσαϊκού. Παρόμοιες κηλίδες μπορεί να εμφανιστούν στα στελέχη, τους βλαστούς και τους μίσχους. Στους καρπούς μικρής ηλικίας, που προσβάλλονται περισσότερο, εμφανίζονται μικρές υδαρείς πληγές, σαν αυτές που προκαλούν τα νύγματα εντόμων. Αργότερα μεγαλώνουν, σκουραίνουν, βυθίζονται και εκκρίνουν κολλώδης ουσία, η οποία ευνοεί την ανάπτυξη βακτηρίων, τα οποία προκαλούν αποσύνθεση των καρπών που συνοδεύεται από δυσάρεστη οσμή. Σε συνθήκες υψηλής υγρασίας, καλύπτονται από το σκούρο καστανό βελούδινο στρώμα, που αποτελείται από τις καρποφορίες του μύκητα (κονιδιοφόροι και κονίδια). Στους καρπούς μεγαλύτερης ηλικίας, λόγω της αντίδρασης των ιστών στη μόλυνση, σχηματίζεται φελλώδες στρώμα που εμποδίζει την εξάπλωση της και στους καρπούς εμφανίζεται «δερματώδης ξηρή σχάρα». Οι έντονα προσβεβλημένοι καρποί παραμορφώνονται. Τυπικό χαρακτηριστικό της ασθένειας είναι η παρουσία σταγόνων κόμμεος. Αποτέλεσμα της προσβολής είναι ότι τα φυτά γίνονται λιγότερο παραγωγικά και οι καρποί ωριμάζουν με δυσκολία. Ο μύκητας Cladosporium cucumerinum είναι το παθογόνο αίτιο της ασθένειας. Διαχειμάζει με τη μορφή κονιδίων ή μυκηλίου στα φυτικά υπολείμματα, στο έδαφος, στους σπόρους και σε διάφορα μέρη των σπορείων και των θερμοκηπίων. Παράγει κονίδια σχεδόν σφαιρικά, μονοκύτταρα ή δικύτταρα, ανοιχτού καστανού ελαιώδους χρώματος, πάνω σε ελεύθερους και βραχείς κονιδιοφόρους. Τα σπόρια του παθογόνου είναι πολύ ανθεκτικά στις περιβαλλοντικές συνθήκες, τα έντομα και αντέχουν στη μεταφορά σε μεγάλες αποστάσεις. Μεταφέρονται με τον αέρα, τη βροχή, τα καλλιεργητικά μέσα και την επαφή μεταξύ φυτών προκαλώντας μόλυνση. Η είσοδος του μύκητα στα φύλλα γίνεται μέσω των στοματίων ή με διάτρηση της εφυμενίδας. Για την ανάπτυξη της ασθένειας πρέπει η σχετική υγρασία να είναι υψηλή (95%) και οι θερμοκρασίες από 22-24oC ώστε να πραγματοποιούνται οι μολύνσεις. Γενικά η ασθένεια ευνοείται από υγρό και σχετικά ψυχρό καιρό. Η μετάδοση της ασθένειας γίνεται με τον αέρα, τη βροχή, το σπόρο, τα έντομα, τα εργαλεία και το εργατικό προσωπικό. Η αντιμετώπιση της ασθένειας εφαρμόζονται τα εξής καλλιεργητικά μέτρα:
- Αμειψισπορά, δηλαδή εναλλαγή καλλιεργειών της αγγουριάς με φυτά άλλων βοτανικών οικογενειών, όπου θα επανέρχονται στο ίδιο χωράφι τουλάχιστον μετά από 2-3 χρόνια.
- Απομάκρυνση και καταστροφή των φυτικών υπολειμμάτων της προηγούμενης καλλιέργειας.
- Χρησιμοποίηση υγιούς σπόρου.
- Αραιή φύτευση.
- Διαφυγή της ασθένειας. Το φύτεμα της καλλιέργειας να γίνεται αργά την άνοιξη, ή νωρίς το φθινόπωρο, επειδή τότε οι κλιματολογικές συνθήκες δεν ευνοούν την ανάπτυξη της ασθένειας.
- Επισήμανση και καταστροφή των ύποπτων και άρρωστων φυτών.
- Σωστό κλάδεμα.
- Αποφυγή άρδευσης με ψυχρό καιρό.
- Αποφυγή άρδευσης με καταιονισμό.
- Μείωση της υπερβολικής υγρασίας.
- Σωστό αερισμό.
- Αν το θερμοκήπιο θερμαίνεται να επιδιώκεται η αύξηση της θερμοκρασίας πάνω από τους 25oC γιατί έτσι επιβραδύνεται η εξέλιξη της ασθένειας.
- Καλλιέργεια ανθεκτικών υβριδίων και ποικιλιών. Αποτελεί τον οικονομικότερο και αποτελεσματικότερο τρόπο για την αντιμετώπιση της ασθένειας.