Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων του "Καλλιέργεια αχλαδιάς"
(→Σχετικές σελίδες) |
(→Σχετικές σελίδες) |
||
(3 ενδιάμεσες αναθεωρήσεις από 3 χρήστες δεν εμφανίζονται) | |||
Γραμμή 18: | Γραμμή 18: | ||
{{{top_heading|==}}}Άρδευση{{{top_heading|==}}} | {{{top_heading|==}}}Άρδευση{{{top_heading|==}}} | ||
− | Όταν τα αποθέµατα νερού σε ένα οπωρώνα [[Αχλαδιά|αχλαδιάς]] είναι ανεπαρκή για να καλύψουν τις ανάγκες των δέντρων, τότε η βλάστησή τους είναι περιορισµένη και η παραγωγή τους µειωµένη. Αύξηση της βλάστησης και της παραγωγής των δέντρων µπορεί να επιτευχθεί, αν χορηγηθεί σε αυτά ποσότητα νερού που θα καλύψει επαρκώς τις ανάγκες τους. Όταν υπάρχει αρκετό νερό για πότισµα τότε συνίσταται να γίνεται αυτό όταν το 50% του νερού του ριζοστρώµατος του δέντρου έχει χρησιµοποιηθεί ή εξατµιστεί. Εκεί όµως που δεν υπάρχει αρκετό νερό πρέπει οπωσδήποτε να γίνονται το ελάχιστο δύο ποτίσµατα κατά την πιο κρίσιµη περίοδο. Αξίζει να αναφέρουμε ότι τα [[Συστήματα ποτίσματος|συστήματος ποτίσματος]] της αχλαδιάς είναι ακριβώς τα ίδια με της [[ | + | Όταν τα αποθέµατα νερού σε ένα οπωρώνα [[Αχλαδιά|αχλαδιάς]] είναι ανεπαρκή για να καλύψουν τις ανάγκες των δέντρων, τότε η βλάστησή τους είναι περιορισµένη και η παραγωγή τους µειωµένη. Αύξηση της βλάστησης και της παραγωγής των δέντρων µπορεί να επιτευχθεί, αν χορηγηθεί σε αυτά ποσότητα νερού που θα καλύψει επαρκώς τις ανάγκες τους. Όταν υπάρχει αρκετό νερό για πότισµα τότε συνίσταται να γίνεται αυτό όταν το 50% του νερού του ριζοστρώµατος του δέντρου έχει χρησιµοποιηθεί ή εξατµιστεί. Εκεί όµως που δεν υπάρχει αρκετό νερό πρέπει οπωσδήποτε να γίνονται το ελάχιστο δύο ποτίσµατα κατά την πιο κρίσιµη περίοδο. Αξίζει να αναφέρουμε ότι τα [[Συστήματα ποτίσματος|συστήματος ποτίσματος]] της αχλαδιάς είναι ακριβώς τα ίδια με της [[Μηλιά|μηλιάς]] Ειδικότερα το νερό επηρεάζει τα διάφορα στάδια της βλάστησης και της [[Ανθοφορία αχλαδιάς|άνθησης]] της αχλαδιάς, που αναγράφονται στον παρακάτω σύνδεσμο. |
[[Άρδευση στην αχλαδιά]]<ref name="Ειδική δενδροκομία"/> | [[Άρδευση στην αχλαδιά]]<ref name="Ειδική δενδροκομία"/> | ||
Γραμμή 40: | Γραμμή 40: | ||
{{{top_heading|==}}}Ωρίμανση{{{top_heading|==}}} | {{{top_heading|==}}}Ωρίμανση{{{top_heading|==}}} | ||
− | Η κατάλληλη ωριμότητα των [[Αχλάδι|καρπών]] κατά τη [[Συγκομιδή | + | Η κατάλληλη ωριμότητα των [[Αχλάδι|καρπών]] κατά τη [[Συγκομιδή στα αχλάδια|συγκομιδή]] είναι σημαντική, όχι μόνο γιατί εξασφαλίζει καλύτερη ποιότητα, αλλά επίσης, γιατί ένας καρπός σε πλήρη ωρίμανση είναι λιγότερο ευαίσθητος στις φυσιολογικές ανωμαλίες και διατηρεί καλύτερη ικανότητα για ωρίμανση μετά από μεγάλη περίοδο [[Συντήρηση αχλαδιών|συντήρησης]]. Αντίθετα με πολλούς άλλους καρπούς, το αχλάδι αποκτά την πλήρη γεύση του, μόνο μετά από ικανοποιητική ωρίμανση. Τα αχλάδια που συγκομίζονται, όταν δεν είναι στο κατάλληλο στάδιο ωρίμανσης, χάνουν την ικανότητά τους για ωρίμανση μετά από μακρά περίοδο συντήρησης ή ωριμάζουν με υποβαθμισμένη ποιότητα. Τα αχλάδια που συγκομίζονται πρόωρα, είναι πιο ευαίσθητα στο ζεμάτισμα (αλλοίωση χρώματος φλοιού), στο ζάρωμα και στον αποχρωματισμό από προστριβές, ενώ τα συγκομιζόμενα όψιμα συνήθως είναι πιο ευπαθή στην αλλοίωση του κέντρου του καρπού ή σε ζημιά από διοξείδιο του άνθρακα. Για τον καθορισµό του κατάλληλου βαθµού ωριµότητας των καρπών αχλαδιάς κατά τη συγκοµιδή, χρησιµοποιούνται τα κριτήρια ωριµότητας που αναλύονται εκετενώς στον παρακάτω σύνδεσμο. |
[[Ωρίμανση αχλαδιών]]<ref name="Ανάπτυξη καρπών μηλιάς και αχλαδιάς και φυσικοχημικές μεταβολές τους"/> | [[Ωρίμανση αχλαδιών]]<ref name="Ανάπτυξη καρπών μηλιάς και αχλαδιάς και φυσικοχημικές μεταβολές τους"/> | ||
Γραμμή 70: | Γραμμή 70: | ||
*[[Γιββερελλίνες και CCC]] | *[[Γιββερελλίνες και CCC]] | ||
− | *[[Κλάδεμα | + | *[[Κλάδεμα αχλαδιάς]] |
*[[Ωρίμανση αχλαδιών]] | *[[Ωρίμανση αχλαδιών]] | ||
Γραμμή 87: | Γραμμή 87: | ||
[[πόσο αφορά σε γεωργό::30| ]] | [[πόσο αφορά σε γεωργό::30| ]] | ||
[[πόσο αφορά σε γεωπόνο::20| ]] | [[πόσο αφορά σε γεωπόνο::20| ]] | ||
+ | [[κατάσταση δημοσίευσης::10| ]] |
Τελευταία αναθεώρηση της 13:53, 10 Ιουνίου 2015
Περιεχόμενα
Εγκατάσταση αχλαδεώνα
Η προετοιμασία του εδάφους και η φύτευση των δενδρυλλίων γίνεται κατά τον ίδιο τρόπο που αναφέρεται στη μηλιά. Οι αποστάσεις φύτευσης υπολογίζονται ανάλογα με την τοποθεσία, το έδαφος και τη ζωηρότητα των υποκειμένων και των ποικιλιών. Η πυκνότητα φύτευσης για ζωηρές ποικιλίες σε σπορόφυτα αχλαδιάς πρέπει να είναι 7*7μ, για δε μέσης ζωηρότητας 5*5μ, όταν ως σχήμα μόρφωσης εφαρμόζεται το κυπελλοειδές. Σε περίπτωση όμως χρήσης νάνων υποκείμενων κυδωνιάς και συγκεκριμένα της κυδωνιάς Α, οι κατάλληλες αποστάσεις για τα πιο κάτω σχήματα μόρφωσης στην ποικιλία Passa Crassana είναι: [1]
- Παλμέττα 3,6*2μ
- Πυραμίδα 3,6*2,5μ
- Άτρακτος 3,3*2μ
Καλλιέργεια εδάφους αχλαδεώνα
Η διαδικασία που ακολουθούμε είναι η ίδια με την καλλιέργεια του εδάφους για τη μηλιά. Παραθέτουμε τον παρακάτω σύνδεσμο για αναλυτικές λεπτομέρειες πάνω σε αυτή τη θεματική ενότητα.
Σχήματα μόρφωσης
Τα επικρατέστερα σχήματα μόρφωσης της αχλαδιάς είναι η παλμέττα (Ιταλικό), ο χαμηλός οπωροφόρος φράχτης (Γαλλικό), η ελεύθερη άτρακτος (Γερμανικό-Ολλανδικό) και το κυπελλοειδές. Η επικράτηση των 3 πρώτων συστημάτων στους οπωρώνες αχλαδιάς, οφείλεται στους παράγοντες που αναλύονται εκετενώς στον παρακάτω σύνδεσμο.
Σχήματα μόρφωσης σε αχλαδεώνα[1]
Άρδευση
Όταν τα αποθέµατα νερού σε ένα οπωρώνα αχλαδιάς είναι ανεπαρκή για να καλύψουν τις ανάγκες των δέντρων, τότε η βλάστησή τους είναι περιορισµένη και η παραγωγή τους µειωµένη. Αύξηση της βλάστησης και της παραγωγής των δέντρων µπορεί να επιτευχθεί, αν χορηγηθεί σε αυτά ποσότητα νερού που θα καλύψει επαρκώς τις ανάγκες τους. Όταν υπάρχει αρκετό νερό για πότισµα τότε συνίσταται να γίνεται αυτό όταν το 50% του νερού του ριζοστρώµατος του δέντρου έχει χρησιµοποιηθεί ή εξατµιστεί. Εκεί όµως που δεν υπάρχει αρκετό νερό πρέπει οπωσδήποτε να γίνονται το ελάχιστο δύο ποτίσµατα κατά την πιο κρίσιµη περίοδο. Αξίζει να αναφέρουμε ότι τα συστήματος ποτίσματος της αχλαδιάς είναι ακριβώς τα ίδια με της μηλιάς Ειδικότερα το νερό επηρεάζει τα διάφορα στάδια της βλάστησης και της άνθησης της αχλαδιάς, που αναγράφονται στον παρακάτω σύνδεσμο.
Λίπανση
Η αχλαδιά όπως και όλα τα φυλλοβόλα οπωροφόρα δέντρα, υπόκεινται σε τροφοπενιακές καταστάσεις σχεδόν όλων των κυριοτέρων θρεπτικών στοιχείων. Αυτές μπορούμε να τις διαγνώσουμε με αναλύσεις φύλλων και σε συνδυασμό με τις αναλύσεις εδάφους, τις καλλιεργητικές εργασίες και τις επικρατούσες καλλιεργητικές συνθήκες του οπωρώνα, να προγραμματίσουμε και καθορίσουμε τη λίπανση εκέινη που θα αποσκοπεί στη θεραπεία τους και στη βελτίωση της αποδοτικότητας της αχλαδιάς. Για περισσότερες λεπτομέρειες για την λίπανση της αχλαδιάς μπορούμε να προσανατολιστούμε στη σελίδα που αναφέται στη λίπανση μηλιάς μιας και παρουσιάζουν πάρα πολλά κοινά σημεία.[1]
Αραίωμα καρπών
Η ανάγκη για αραίωµα καρπών αχλαδιάς διαφέρει κατά περιοχή και ποικιλία. Αν η καρπόδεση σε δέντρα αχλαδιάς είναι πολύ µεγάλη, τότε σε κάθε καρποταξία αφήνονται 1 – 2 καρποί και οι µικρότεροι αποµακρύνονται. Αν όµως η καρπόδεση δεν είναι µεγάλη, τότε οι καρποί των καρποταξιών θα αποκτήσουν ικανοποιητικό µέγεθος και καλή ποιότητα µε πολύ ελαφρό αραίωµα. Ο αριθµός των καρπών, που µπορεί να φτάσει σε καλό εµπορεύσιµο µέγεθος ποικίλει ανάλογα µε τη ζωηρότητα του δέντρου και τις καλλιεργητικές συνθήκες. Ο αριθµός των φύλλων, που χρειάζεται για την κανονική του ανάπτυξη κάθε καρπός, οποιασδήποτε ποικιλίας αχλαδιάς, κυµαίνεται από 30-40 φύλλα καλής ανάπτυξης. Τα φύλλα αυτά δεν είναι αναγκαίο να βρίσκονται κοντά στον καρπό. Η φυσιολογική πτώση των καρπών της αχλαδιάς συνήθως επισυµβαίνει περίπου 6 εβδοµάδες µετά τη φυσιολογική αυτή πτώση, τόσο µεγαλύτερη θα είναι η επίδραση στη βελτίωση του µεγέθους των παραµένοντων καρπών. Στον παρακάτω σύνδεσμο γίνεται εκτενέστερη ανάλυση επί του θέματος.
Αραίωμα καρπών στην αχλαδιά[1]
Ρυθμιστές ανάπτυξης
Οι ρυθµιστές αύξησης στην αχλαδιά χρησιµοποιούνται για να αυξήσουµε την παραγωγή κάτω από µη ευνοϊκές συνθήκες, όπως µετά από ζηµιογόνους ανοιξιάτικους παγετούς και έλλειψη επικονίασης αλλά και για να συντοµεύσουµε την µη παραγωγική περίοδο των ζωηρών νεαρών δένδρων. Η χρήση τους είναι εξειδικευµένη στις διάφορες ποικιλίες. Έχει αποδειχθεί ότι όσο µεγαλύτερη είναι η πρώτη παραγωγή ενός οπωρώνα τόσο πιο δυναµική είναι η καλλιέργεια µετέπειτα και όταν επιτευχθούν 1–2 καλές σοδειές, τότε τα δέντρα αποκτούν πλέον ώριµη καρποφόρα συνήθεια. Στην αχλαδιά η γιββερελλίνη και το CCC είναι πιο δραστικά στον εξαναγκασµό των δέντρων να µπουν νωρίτερα σε καρποφορία. Η εποχή όµως των ψεκασµών αποτελεί κρίσιµο σηµείο της καλλιεργητικής αυτής τεχνικής. Δύο είναι οι σημαντικότεροι ρυθμιστές ανάπτυξης στην αχλαδιά: Οι γιββερελλίνες και το CCC, τα οποία αναλύονται εκτενέστερα στον σύνδεσμο που ακολουθεί.
Κλάδεμα αχλαδιάς
Το κλάδεµα καρποφορίας είναι όµοιο µε αυτό της μηλιάς. Το κυριότερο σύστηµα διαµόρφωσης της αχλαδιάς είναι η παλµέτα χρησιµοποιώντας νάνα υποκείµενα κυρίως κυδωνιάς.[1]
Ωρίμανση
Η κατάλληλη ωριμότητα των καρπών κατά τη συγκομιδή είναι σημαντική, όχι μόνο γιατί εξασφαλίζει καλύτερη ποιότητα, αλλά επίσης, γιατί ένας καρπός σε πλήρη ωρίμανση είναι λιγότερο ευαίσθητος στις φυσιολογικές ανωμαλίες και διατηρεί καλύτερη ικανότητα για ωρίμανση μετά από μεγάλη περίοδο συντήρησης. Αντίθετα με πολλούς άλλους καρπούς, το αχλάδι αποκτά την πλήρη γεύση του, μόνο μετά από ικανοποιητική ωρίμανση. Τα αχλάδια που συγκομίζονται, όταν δεν είναι στο κατάλληλο στάδιο ωρίμανσης, χάνουν την ικανότητά τους για ωρίμανση μετά από μακρά περίοδο συντήρησης ή ωριμάζουν με υποβαθμισμένη ποιότητα. Τα αχλάδια που συγκομίζονται πρόωρα, είναι πιο ευαίσθητα στο ζεμάτισμα (αλλοίωση χρώματος φλοιού), στο ζάρωμα και στον αποχρωματισμό από προστριβές, ενώ τα συγκομιζόμενα όψιμα συνήθως είναι πιο ευπαθή στην αλλοίωση του κέντρου του καρπού ή σε ζημιά από διοξείδιο του άνθρακα. Για τον καθορισµό του κατάλληλου βαθµού ωριµότητας των καρπών αχλαδιάς κατά τη συγκοµιδή, χρησιµοποιούνται τα κριτήρια ωριµότητας που αναλύονται εκετενώς στον παρακάτω σύνδεσμο.
Συγκομιδή
Τα ευρωπαϊκά αχλάδια για να επιτύχουν την υψηλότερη ποιότητα πρέπει να συγκοµιστούν όταν είναι ώριµα. Μόνο οι ώριµοι καρποί έχουν την δυνατότητα να αναπτύξουν την αποδεκτή ποιότητα βρώσεις µετά τη συγκοµιδή. Αν ωστόσο επιλεγούν προς συγκοµιδή όταν είναι πάρα πολύ ανώριµα, ζαρώνουν στην αποθήκευση, στερούνται τη γλυκύτητα και τη γεύση και είναι ευαίσθητοι στο ζεµάτισµα που είναι µία αναταραχή που εµφανίζει σαν σύµπτωµα ένα επιφανειακό αποχρωµατισµό των καρπών. Αν πάλι οι καρποί συγκοµιστούν πολύ ώριµοι θα έχουν µικρή αποθηκευτικοί ζωή στο ράφι και µπορεί να υποστούν εγκαύµατα. Παρόλα ταύτα είναι πολύ δύσκολο να καθοριστεί η κατάλληλη ηµεροµηνία συγκοµιδής για τα ευρωπαϊκά αχλάδια και αυτό γιατί αντίθετα από τα άλλα φρούτα, η πλήρης γεύση ενός αχλαδιού αναπτύσσεται µόνο µετά από πλήρη ωρίµανση στο δέντρο. Τα αχλάδια που επιλέγονται µε ακανόνιστη ωριµότητα είτε χάνουν την ικανότητά τους να ωριµάσουν πλήρως µετά την αποθήκευσή τους είτε ωριµάζουν µε κακή ποιότητα. Η ωριµότητα όπως έχει ήδη ειπωθεί είναι µία διαδικασία που περιλαµβάνει πολλές αλλαγές και δεν πρέπει να κριθεί από ένα µόνο παράγοντα.