Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων του "Ποικιλίες αραβόσιτου"
Γραμμή 22: | Γραμμή 22: | ||
{{{top_heading|==}}}[[Zea mays tunicata]]{{{top_heading|==}}} | {{{top_heading|==}}}[[Zea mays tunicata]]{{{top_heading|==}}} | ||
− | {{:Zea mays tunicata|top_heading={{{top_heading|==}}}=}} | + | {{:Zea mays tunicata|top_heading={{{top_heading|==}}}=}} <ref name="Εκμηχάνιση της καλλιέργειας του Αραβόσιτου"/> |
− | + | ||
− | <ref name="Εκμηχάνιση της καλλιέργειας του Αραβόσιτου"/> | + | |
Αναθεώρηση της 12:32, 21 Ιουνίου 2017
Οι διάφορες ποικιλίες του αραβοσίτου ταξινομούνται σε επτά ομάδες ή τύπους που μπορούν να αλληλοδιασταυρώνονται. Οι ομάδες αυτές διακρίνονται κυρίως με βάση μορφολογικά χαρακτηριστικά του καρπού, τη δομή του ενδοσπερμίου και τις φυσικοχημικές του ιδιότητες. Οι διαφορές αυτές οφείλονται σε ένα ζεύγος κληρονομικών παραγόντων. Παλαιότερα ο Sturtevant θεώρησε τις ομάδες αυτές ως χωριστά υποείδη και γι' αυτόν ακριβώς το λόγο φέρουν λατινικές ονομασίες.
Οι περισσότερες από τις καλλιεργούμενες ποικιλίες ανήκουν στις ομάδες του οδοντοειδούς και του σκληρόκοκκου αραβοσίτου. Οι ποικιλίες του οδοντοειδοΰς αραβοσίτου είναι οι περισσότερο παραγωγικές όταν οι συνθήκες καλλιέργειας είναι ευνοϊκές. Αντίθετα, οι ποικιλίες του σκληρόκοκκου αραβοσίτου προσαρμόζονται καλύτερα σε δυσμενείς συνθήκες περιβάλλοντος (χαμηλές θερμοκρασίες, ξηρασία, χαμηλή γονιμότητα εδαφών).
Zea mays indentata
Οδοντοειδής αραβόσιτος-dent ή horse-tooth corn: Χαρακτηριστικό του καρπού του οδοντοειδούς αραβοσίτου είναι η συσσώρευση του υαλώδους ενδοσπερμίου στις παρειές και ο περιορισμός του αλευρώδους στο κέντρο και την κορυφή του καρπού. Κατά την ωρίμανση του καρπού σχηματίζεται κοιλότητα στην κορυφή του, η οποία σε συνδυασμό με την επιμήκη και πλατυσμένη μορφή του, δίνει στον καρπό μία μορφή σαν του δοντιού. Η κοιλότητα αυτή οφείλεται στην ταχύτερη αφυδάτωση του αλευρώδους ενδοσπερμίου της κορυφής σε σύγκριση με το υαλώδες των παρειών, πράγμα που προκαλεί τη συρρίκνωση του ενδοσπερμίου στην κορυφή με κατεύθυνση προς το εσωτερικό του καρπού.
Στην ομάδα αυτή ανήκουν τα παραγωγικά υβρίδια που καλλιεργούνται κατά μεγάλο ποσοστό στις Η.Π.Α., το βόρειο Μεξικό και έχουν τελευταία εξαπλωθεί και σε άλλες περιοχές του κόσμου. Τα φυτά αναπτύσσονται πολύ και φθάνουν συνήθως σε ύψος 2,4-3,6m. Για τον λόγο αυτό, τα υβρίδια αυτής της ομάδας χρησιμοποιούνται και για την παραγωγή βιομάζας για ενσίρωση. Χαρακτηριστικά αναφέρεται ότι παράγουν 40% περισσότερη χλωρή μάζα σε σύγκριση με τον σκληρόκοκκο αραβόσιτο. Τα φυτά συνήθως δεν αδελφώνουν ούτε σε αραιές σπορές και φέρουν μόνο έναν σπάδικα.
Zea mays indurata
Σκληρόκοκκος αραβόσιτος-flint corn: Οι καρποί στην ομάδα αυτή έχουν σχήμα που πλησιάζει το σφαιρικό ή ωοειδές και δεν σχηματίζουν κοιλότητα στην κορυφή τους. Αυτό οφείλεται στο ότι το αλευρώδες άμυλο αποτελεί ένα μικρό μόνο κλάσμα του αμύλου του ενδοσπερμίου, είναι περιορισμένο στο εσωτερικό του καρπού και περιβάλλεται συνήθως από ένα παχύ στρώμα υαλώδους αμύλου το οποίο δεν συρρικνώνεται και προσδίδει στον καρπό τη σκληρή του υφή. Το ύψος των φυτών κυμαίνεται μεταξύ 1,2-2,7m και σε μικρές πυκνότητες φυτείας υπάρχει μία τάση αδελφώματος. Επίσης υπάρχει και μία τάση παραγωγής και δεύτερου σπάδικα σε κάθε φυτό. Οι σπάδικες είναι κυλινδρικοί με σχέση μήκους/διάμετρο πολύ μεγαλύτερη από την ανάλογη του οδοντοειδούς αραβοσίτου. Σε σύγκριση με τον οδοντοειδή αραβόσιτο, τα φυτά του σκληρόκοκκου αναπτύσσονται και ωριμάζουν ταχύτερα.
Η ομάδα αυτή κυριαρχούσε και είναι ακόμα διαδεδομένη στην Ευρώπη, Ασία και κεντρική και νότια Αμερική. Επίσης ήταν πολύ διαδεδομένη στην Ελλάδα πριν από την εισαγωγή των αμερικανικών υβριδίων.
Zea mays amylacea
Αμυλώδης αραβόσιτος-soft ή floury corn: Το ενδοσπέρμιο των καρπών είναι σχεδόν αποκλειστικά αλευρώδες. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις μπορεί να υπάρχει ένα πολύ λεπτό στρώμα υαλώδους ενδοσπερμίου στις παρειές, οπότε είναι πιθανό να σχηματίζεται κοιλότητα στην κορυφή. Το σχήμα και γενικά η όψη του καρπού είναι παρόμοια με εκείνη του σκληρόκοκκου αραβοσίτου, υπάρχει όμως μεγάλη παραλλακτικότητα στο μέγεθος και το χρώμα των καρπών μεταξύ των ποικιλιών. Οι σπάδικες έχουν μορφή ανάλογη με εκείνη του οδοντοειδούς αραβοσίτου, αλλά είναι συνήθως βραχύτεροι.
Στην ομάδα αυτή ανήκουν μερικοί από τους παλαιότερους τύπους του καλλιεργούμενου αραβοσίτου. Σήμερα καλλιεργείται συστηματικά σε περιορισμένο ποσοστό στη νότια Αμερική και νότια Αφρική. Στην Ελλάδα καλλιεργούνταν παλαιότερα σε μικρή κλίμακα η "αφρόροκα" που ανήκε στην ομάδα αυτή.
Zea mays everta
Μικρόκοκκος αραβόσιτος-pop corn: Το ενδοσπέρμιο των καρπών είναι σχεδόν αποκλειστικά υαλώδες. Σπανίως υπάρχει περιορισμένο στρώμα αλευρώδους ενδοσπερμίου κοντά στο έμβρυο. Ο καρπός είναι μικρού μεγέθους (ο μικρότερος από όλες τις άλλες ομάδες), οξυκατάληκτος (rice type) ή σφαιρικός (pearl type). Το κύριο χαρακτηρκττικό της ομάδας είναι η ιδιότητα που έχουν οι καρποί να εκρήγνυνται όταν θερμαίνονται και να αποδίδουν μία λευκή μάζα με όγκο μέχρι και 30πλάσιο του αρχικού. Η ιδιότητα αυτή οφείλεται στην πίεση που εξασκείται μέσα στον καρπό μετά τη θέρμανση από τους εγκλωβισμένους μέσα στο υαλώδες ενδοσπέρμιο υδρατμούς. Είναι φανερό επομένως ότι ο τελικός όγκος είναι συνάρτηση της υγρασίας των καρπών. Θεωρείται ότι ο μεγαλύτερος τελικός όγκος επιτυγχάνεται με υγρασία γύρω στο 14%.
Οι καλλιεργούμενες ποικιλίες της ομάδας αυτής φθάνουν συνήθως σε τελικό ύψος μεταξύ 1,5-2,1m. Χαρακτηρίζονται από τάση παραγωγής πολλών σπαδίκων ανά φυτό. Οι σπάδικες είναι μικρού μεγέθους, με μήκος που κυμαίνεται από 2,5-20cm (συνήθως 10-15cm) και σχήμα συνήθως κυλινδρικό. Οι καρποί είναι πυκνά τοποθετημένοι στον άξονα του σπάδικα. Ο μικρόκοκκος αραβόσιτος καλλιεργείται στην αμερικανική Ηπειρο και αλλού και χρησιμοποιείται για ανθρώπινη κατανάλωση.
Zea mays saccharata
Ζαχαρώδης ή γλυκός αραβόσιτος-sweet corn: Tο ενδοσπέρμιο των καρπών είναι ημιδιαφανές, υαλώδους δομής και χαρακτηρίζεται από μεγάλη αναλογία διαλυτών ζαχάρων (δεξτρίνες) προς άμυλο. Κατά τους Νeuffer et al (1968) η ομάδα αυτή διαφέρει από τον οδοντοειδή αραβόσιτο μόνο κατά έναν επικαλυπτόμενο γόνο ο οποίος παρεμποδίζει τη μετατροπή της ζαχαρόζης σε άμυλο. Κατά την ωρίμανση, το ενδοσπέρμιο αφυδατώνεται έντονα με αποτέλεσμα ο καρπός να έχει επιφάνεια ρυτιδωμένη. Επειδή οι καρποί χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για ανθρώπινη κατανάλωση λόγω της γλυκειάς τους γεύσης, η συγκομιδή πραγματοποιείται πριν από τη φυσιολογική ωρίμανση, όταν οι καρποί δεν έχουν ακόμη συρρικνωθεί.
Τα φυτά φθάνουν σε ύψος 1,5-2,5m και έχουν μεγάλη τάση να αδελφώνουν. Επίσης, δεν είναι ασυνήθιστο φαινόμενο η παραγωγή περισσοτέρων του ενός σπαδίκων ανά φυτό.
Η ομάδα αυτή καλλιεργείται κατά κύριο λόγο στις Η.Π.Α.
Zea mays ceratina
Κηρώδης αραβόσιτος-waxy corn: Το ενδοσπέρμιο έχει κηρώδη υφή και αποτελείται σχεδόν αποκλειστικά από αμυλοπηκτίνη. Για τον λόγο αυτό, το ενδοσπέρμιο χρωματίζεται ερυθροϊώδες (αντί του συνηθισμένου κυανού χρώματος), όταν προστίθεται διάλυμα ιωδιούχου καλίου. Λόγω του υψηλού μοριακού της βάρους και της δομής του μορίου της η αμυλοπηκτίνη χρησιμοποιείται στη βιομηχανία για την παραγωγή κολλητικών ουσιών, αλλά και για εδώδιμη χρήση ως υποκατάστατο της ταπιόκα.
Η ομάδα αυτή προέρχεται από την ανατολική Ασία, αλλά σήμερα καλλιεργείται και στις Η.Π.Α.
Zea mays tunicata
Επενδεδυμένος αραβόσιτος-por corn: Στην ομάδα αυτή τα λέπυρα δεν παραμένουν ατροφικά αλλά αναπτύσσονται και περιβάλλουν τους καρπούς οι οποίοι δεν διαφέρουν μορφολογικά από εκείνους των άλλων ομάδων. Ο σπάδικας εξακολουθεί να περιβάλλεται από βράκτεια και ο άξονας του είναι περισσότερο εύθραυστος σε σύγκριση με τις άλλες ομάδες. Η φόβη είναι πυκνή και μπορεί να φέρει και καρπούς. Τα φυτά αναπτύσσουν μεγάλη φυλλική επιφάνεια και αδελφώνουν έντονα.
Φυτά της ομάδας αυτής σπάνια καλλιεργούνται συστηματικά. Κυρίως καλλιεργούνται ως κτηνοτροφικά φυτά για χλωρή μάζα.
[1]
Ελληνικά και ξένα υβρίδια
Τα υβρίδια που καλλιεργούνται στη χώρα μας προέρχονται σχεδόν εξολοκλήρου από ξένες σποροπαραγωγικές εταιρείες. Το 1998 εισαχθήκανε 3.820 τόνοι υβριδιόσπορου, αξίας 4 περίπου δισ. κατά το μεγάλυτερο μέρος από τρίτες χώρες και κυρίως από την Αμερική. Σήμερα κατά κύριο λόγο σποροπαράγεται ο Άρης, αφου αποτελεί το μόνο σχεδόν ελληνικό υβρίδιο που απέδειξε ότι μπορεί να αντεπεξέλθει στις σκληρές συνθήκες του ανταγωγνισμού. (Σποροπαράγεται σε μικρές ποσότητες και η Ανθίππη, η οποία είναι κατάλληλη για επίσπορη καλλιέργεια) και ο Δίας.
Την μερίδα του λέοντος όμως στις καλλιέργειες του καλαμποκιού κατέχουν τα ξένα υβρίδια καλαμποκιού, τα οποία παραθέτουμε στη συνέχεια με κριτήριο την σπουδαιότητα και το ποσοστό το οποίο καταλαμβάνουν στην καλλιέργεια του αραβόσιτου.
Βιβλιογραφία
- ↑ Εκμηχάνιση της καλλιέργειας του Αραβόσιτου, πτυχιακή μελέτη του φοιτητή Σαρέλλα Χρήστου, ΤΕΙ Καλαμάτας, Καλαμάτα, Μάιος 2010.