Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων του "Μορφολογικά χαρακτηριστικά λεπιδόπτερων"
(3 ενδιάμεσες αναθεωρήσεις από ένα χρήστη δεν εμφανίζονται) | |||
Γραμμή 1: | Γραμμή 1: | ||
{{{top_heading|==}}}Γενικά{{{top_heading|==}}} | {{{top_heading|==}}}Γενικά{{{top_heading|==}}} | ||
− | Τα λεπιδόπτερα (στα οποία ανήκει και ο [[Μεταξοσκώληκας |μεταξοσκώληκας]]) αποτελούν μια πολυπληθή τάξη ολομετάβολων εντόμων. Με περίπου 200.000 καταγεγραμμένα είδη κατέχει τη δεύτερη ή τρίτη θέση στις μεγαλύτερες τάξεις εντόμων μετά τα [ | + | Τα λεπιδόπτερα (στα οποία ανήκει και ο [[Μεταξοσκώληκας |μεταξοσκώληκας]]) αποτελούν μια πολυπληθή τάξη ολομετάβολων εντόμων. Με περίπου 200.000 καταγεγραμμένα είδη κατέχει τη δεύτερη ή τρίτη θέση στις μεγαλύτερες τάξεις εντόμων μετά τα [[Κολεόπτερα|κολεόπτερα]] και μαζί με τα [[Δίπτερα|δίπτερα]]. Οι πεταλούδες αποτελούν μόνο ένα μέρος των λεπιδόπτερων αλλά σε μερικές χώρες τα λεπιδόπτερα ονομάζονται γενικά πεταλούδες |
{{{top_heading|==}}}Μορφολογικά χαρακτηριστικά των ακμαίων{{{top_heading|==}}} | {{{top_heading|==}}}Μορφολογικά χαρακτηριστικά των ακμαίων{{{top_heading|==}}} | ||
− | Τα λεπιδόπτερα οφείλουν το όνομά τους στα λέπια στις πτέρυγες. Ιδιαίτερα στις πεταλούδες των τροπικών ζωνών η δομή των λεπιών μπορεί να εμφανίζει ιριδίζοντα χρώματα. Σε μερικά είδη μεγάλες περιοχές των πτερύγων δεν έχουν λέπια και είναι διαφανείς. Αυτά τα έντομα πολλές φορές μοιάζουν με υμενόπτερα. Σε άλλα είδη τα λέπια έχουν τη μορφή τριχών. Κατά κανόνα τα λεπιδόπτερα έχουν δύο ζεύγη πτερύγων. Αυτές ποικίλλουν σε μέγεθος και σχήμα. Συνδέονται μεταξύ τους με ένα μηχανισμό, που αποτελείται από το φρένουλουμ (μια σειρά τρίχες) και ρετινάκουλουμ (ένα είδος αγκίστρου στην άλλη πτέρυγα), αλλά με βασικές παραλλαγές στις διάφορες ταξινομικές ομάδες ή μεταξύ θηλυκών και αρσενικών. | + | Τα λεπιδόπτερα οφείλουν το όνομά τους στα λέπια στις πτέρυγες. Ιδιαίτερα στις πεταλούδες των τροπικών ζωνών η δομή των λεπιών μπορεί να εμφανίζει ιριδίζοντα χρώματα. Σε μερικά είδη μεγάλες περιοχές των πτερύγων δεν έχουν λέπια και είναι διαφανείς. Αυτά τα έντομα πολλές φορές μοιάζουν με [[υμενόπτερα]]. Σε άλλα είδη τα λέπια έχουν τη μορφή τριχών. Κατά κανόνα τα λεπιδόπτερα έχουν δύο ζεύγη πτερύγων. Αυτές ποικίλλουν σε μέγεθος και σχήμα. Συνδέονται μεταξύ τους με ένα μηχανισμό, που αποτελείται από το φρένουλουμ (μια σειρά τρίχες) και ρετινάκουλουμ (ένα είδος αγκίστρου στην άλλη πτέρυγα), αλλά με βασικές παραλλαγές στις διάφορες ταξινομικές ομάδες ή μεταξύ θηλυκών και αρσενικών. |
Το δεύτερο χαρακτηριστικό είναι η δομή της προβοσκίδας. Συναντούμε προβοσκίδες και σε άλλες τάξεις εντόμων, αλλά σε καμία τάξη η δομή της προβοσκίδας δε μοιάζει με αυτήν των λεπιδόπτερων. Η προβοσκίδα αποτελείται αποκλειστικά από τις κάτω γνάθους. Κάθε γνάθος διατρέχεται από μία τραχεία του αναπνευστικού συστήματος, ένα νεύρο και μυικές ίνες. Οι δύο γνάθοι ενώνονται με μια πτυχή σχηματίζοντας μεταξύ τους ένα τροφικό αγωγό. Στη βάση της προβοσκίδας υπάρχουν υπόλοιπα του άνω χείλους. Από τις άνω γνάθους μπορούν να παρατηρηθούν όχι περισσότερα από υπόλοιπα. Μόνο στην πολύ πρωτόγονη οικογένεια Micropterigidae οι άνω γνάθοι χρησιμοποιούνται ακόμα για δάγκωμα. Κατά κανόνα λείπουν τελείως. Το κάτω χείλος είναι αδύνατο, αλλά οι αρκετά μεγάλες χειλικές προσακτρίδες παίζουν σημαντικό ρόλο ως αισθητικό όργανο. Στη στάση ηρεμίας η προβοσκίδα είναι τυλιγμένη ή στριφογυριστή όπως ένα ελατήριο σε ρολόι τσέπης. Ξετυλίγεται με την αύξηση της πίεσης του αίματος. | Το δεύτερο χαρακτηριστικό είναι η δομή της προβοσκίδας. Συναντούμε προβοσκίδες και σε άλλες τάξεις εντόμων, αλλά σε καμία τάξη η δομή της προβοσκίδας δε μοιάζει με αυτήν των λεπιδόπτερων. Η προβοσκίδα αποτελείται αποκλειστικά από τις κάτω γνάθους. Κάθε γνάθος διατρέχεται από μία τραχεία του αναπνευστικού συστήματος, ένα νεύρο και μυικές ίνες. Οι δύο γνάθοι ενώνονται με μια πτυχή σχηματίζοντας μεταξύ τους ένα τροφικό αγωγό. Στη βάση της προβοσκίδας υπάρχουν υπόλοιπα του άνω χείλους. Από τις άνω γνάθους μπορούν να παρατηρηθούν όχι περισσότερα από υπόλοιπα. Μόνο στην πολύ πρωτόγονη οικογένεια Micropterigidae οι άνω γνάθοι χρησιμοποιούνται ακόμα για δάγκωμα. Κατά κανόνα λείπουν τελείως. Το κάτω χείλος είναι αδύνατο, αλλά οι αρκετά μεγάλες χειλικές προσακτρίδες παίζουν σημαντικό ρόλο ως αισθητικό όργανο. Στη στάση ηρεμίας η προβοσκίδα είναι τυλιγμένη ή στριφογυριστή όπως ένα ελατήριο σε ρολόι τσέπης. Ξετυλίγεται με την αύξηση της πίεσης του αίματος. | ||
Γραμμή 26: | Γραμμή 26: | ||
[[πόσο αφορά σε κτηνοτρόφο::10| ]] | [[πόσο αφορά σε κτηνοτρόφο::10| ]] | ||
[[πόσο αφορά σε εκπαιδευτικό-ακαδημαϊκό-ερευνητικό φορέα::30| ]] | [[πόσο αφορά σε εκπαιδευτικό-ακαδημαϊκό-ερευνητικό φορέα::30| ]] | ||
+ | __NOTOC__ |
Τελευταία αναθεώρηση της 10:48, 20 Ιανουαρίου 2014
Γενικά
Τα λεπιδόπτερα (στα οποία ανήκει και ο μεταξοσκώληκας) αποτελούν μια πολυπληθή τάξη ολομετάβολων εντόμων. Με περίπου 200.000 καταγεγραμμένα είδη κατέχει τη δεύτερη ή τρίτη θέση στις μεγαλύτερες τάξεις εντόμων μετά τα κολεόπτερα και μαζί με τα δίπτερα. Οι πεταλούδες αποτελούν μόνο ένα μέρος των λεπιδόπτερων αλλά σε μερικές χώρες τα λεπιδόπτερα ονομάζονται γενικά πεταλούδες
Μορφολογικά χαρακτηριστικά των ακμαίων
Τα λεπιδόπτερα οφείλουν το όνομά τους στα λέπια στις πτέρυγες. Ιδιαίτερα στις πεταλούδες των τροπικών ζωνών η δομή των λεπιών μπορεί να εμφανίζει ιριδίζοντα χρώματα. Σε μερικά είδη μεγάλες περιοχές των πτερύγων δεν έχουν λέπια και είναι διαφανείς. Αυτά τα έντομα πολλές φορές μοιάζουν με υμενόπτερα. Σε άλλα είδη τα λέπια έχουν τη μορφή τριχών. Κατά κανόνα τα λεπιδόπτερα έχουν δύο ζεύγη πτερύγων. Αυτές ποικίλλουν σε μέγεθος και σχήμα. Συνδέονται μεταξύ τους με ένα μηχανισμό, που αποτελείται από το φρένουλουμ (μια σειρά τρίχες) και ρετινάκουλουμ (ένα είδος αγκίστρου στην άλλη πτέρυγα), αλλά με βασικές παραλλαγές στις διάφορες ταξινομικές ομάδες ή μεταξύ θηλυκών και αρσενικών.
Το δεύτερο χαρακτηριστικό είναι η δομή της προβοσκίδας. Συναντούμε προβοσκίδες και σε άλλες τάξεις εντόμων, αλλά σε καμία τάξη η δομή της προβοσκίδας δε μοιάζει με αυτήν των λεπιδόπτερων. Η προβοσκίδα αποτελείται αποκλειστικά από τις κάτω γνάθους. Κάθε γνάθος διατρέχεται από μία τραχεία του αναπνευστικού συστήματος, ένα νεύρο και μυικές ίνες. Οι δύο γνάθοι ενώνονται με μια πτυχή σχηματίζοντας μεταξύ τους ένα τροφικό αγωγό. Στη βάση της προβοσκίδας υπάρχουν υπόλοιπα του άνω χείλους. Από τις άνω γνάθους μπορούν να παρατηρηθούν όχι περισσότερα από υπόλοιπα. Μόνο στην πολύ πρωτόγονη οικογένεια Micropterigidae οι άνω γνάθοι χρησιμοποιούνται ακόμα για δάγκωμα. Κατά κανόνα λείπουν τελείως. Το κάτω χείλος είναι αδύνατο, αλλά οι αρκετά μεγάλες χειλικές προσακτρίδες παίζουν σημαντικό ρόλο ως αισθητικό όργανο. Στη στάση ηρεμίας η προβοσκίδα είναι τυλιγμένη ή στριφογυριστή όπως ένα ελατήριο σε ρολόι τσέπης. Ξετυλίγεται με την αύξηση της πίεσης του αίματος.
Στους μεγαλύτερους εκπροσώπους της τάξης των λεπιδόπτερων οι πτέρυγες ανοίγουν σε φάρδος 28 εκατοστόμετρων και σε πολλές πεταλούδες οι πτέρυγες είναι μεγάλες ή μέτριες. Αλλά όπως αποκαλύπτει το όνομα Μικρολεπιδόπτερα, τα μικρά είδη επίσης αφθονούν. Στα πιο μικρά λεπιδόπτερα οι πρόσθιες πτέρυγες έχουν μήκος περίπου τρία χιλιοστόμετρα. Όχι μόνο οι πτέρυγες, αλλά ολόκληρο το σώμα είναι σκεπασμένο με λέπια.
Οι κεραίες στις πεταλούδες είναι νηματοειδείς ή ροπαλοειδείς, σε άλλα λεπιδόπτερα μπορούν να είναι και κτενοειδείς ή αμφικτενοειδείς, πολλές φορές στα αρσενικά διαφορετικές σε σύγκριση με τα θηλυκά. Οι σύνθετοι οφθαλμοί κατά κανόνα είναι καλά αναπτυγμένοι. Παραπάνω συναντούμε δύο ή κανένα οφθαλμίδια (στα τριχόπτερα είναι τρία).
Ο προθώρακας είναι μικρός, ο μεταθώρακας μεγάλος και ο μεσοθώρακας ακόμα μεγαλύτερος. Κέρκοι, όπως τους συναντούμε στα τριχόπτερα, λείπουν.
Μορφολογικά χαρακτηριστικά των προνυμφών
Οι προνύμφες των λεπιδόπτερων λέγονται κάμπιες. Είναι εμφανής και πάλι η συγγένεια με τα λεπιδόπτερα. Και στις δύο τάξεις οι προνύμφες έχουν κοιλιακούς πόδες (εδρικούς ψευδόποδες), παράγουν μετάξι με τους σιαλικές αδένες και μερικά είδη κατασκευάζουν κολεούς.
Τα τρία ζεύγη «γνήσια» πόδια στο θώρακα είναι πενταμερή. Μπορούν όμως να είναι υποτυπώδη ή να λείπουν τελείως. Μαζί με τους ψευδοπόδες οι κάμπιες έχουν μέχρι ένδεκα ζεύγη πόδια, κατά κανόνα οχτώ. Τα τρία μέρη του θώρακα δεν διαφέρουν πολύ από τους κοιλιακούς δακτυλίους.
Μόνο το κεφάλι είναι σκληρυμένο με σκληρωτίνη, το υπόλοιπο σώμα είναι μαλακό και σαρκώδες. Τα στοματικά μόρια είναι μασητικού τύπου. Οι τριμερείς κεραίες είναι πολύ κοντές και δυσδιάκριτες. Κατά κανόνα οι κάμπιες έχουν έξι ομματίδια. Οι προνύμφες προστατεύονται από θηρευτές με τα χρώματα τους που τις κάνουν αδιάκριτες στους εχθρούς, ή τους ξαφνιάζουν. Άλλα είδη μιμούνται κλαδάκια ή φύλλα, μερικά κατασκευάζουν έναν προστατευτικό κολεό. Μερικά είδη είναι τόσο μικρά που μπορούν να ορύσσουν μέσα στα φύλλα. Σε αυτά λείπουν τα πόδια.