Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων του "Παράσιτα σαλιγκαριού"
(Μία ενδιάμεση αναθεώρηση από ένα χρήστη δεν εμφανίζεται) | |||
Γραμμή 1: | Γραμμή 1: | ||
− | {{{top_heading|==}}}[[Helminth ( | + | {{{top_heading|==}}}[[Helminth (Έλμινθες - Σκουλήκια)]]{{{top_heading|==}}} |
− | {{:Helminth ( | + | {{:Helminth (Έλμινθες - Σκουλήκια)|top_heading={{{top_heading|==}}}=}} |
{{{top_heading|==}}}[[Άκαρι Riccardoella limacum]]{{{top_heading|==}}} | {{{top_heading|==}}}[[Άκαρι Riccardoella limacum]]{{{top_heading|==}}} | ||
{{:Άκαρι Riccardoella limacum|top_heading={{{top_heading|==}}}=}} | {{:Άκαρι Riccardoella limacum|top_heading={{{top_heading|==}}}=}} | ||
− | {{{top_heading|==}}}[[Παράσιτο σαλιγκαριού-Δίπτερα]]{{{top_heading|==}}} | + | {{{top_heading|==}}}[[Παράσιτο σαλιγκαριού-Δίπτερα |Δίπτερα]]{{{top_heading|==}}} |
{{:Παράσιτο σαλιγκαριού-Δίπτερα|top_heading={{{top_heading|==}}}=}} | {{:Παράσιτο σαλιγκαριού-Δίπτερα|top_heading={{{top_heading|==}}}=}} | ||
Τελευταία αναθεώρηση της 09:32, 9 Αυγούστου 2013
Helminth (Έλμινθες - Σκουλήκια)
Νηματώδη παράσιτα
Οι νηµατώδεις είναι κυλινδρικά σκουλήκια που εµφανίζονται στην επιφάνεια τού περιβλήµατος. Το να εντοπιστεί ένα νηµατώδες παράσιτο [1] δεν είναι εύκολο. Υπάρχουν διάφορα είδη νηµατωδών. Τα πιο γνωστά και συνήθη στο Helix aspersa είναι τα εξής:
- Alloionema appendiculatum
Το ενήλικο έχει κατά προσέγγιση µέγεθος έως 1 χιλιοστό και ζει στο έδαφος, όπου γεννάει τις προνύµφες του, που µπορούν να εισχωρήσουν στο σώµα του σαλιγκαριού µέσω της επαφής. Βασική συνέπεια είναι η υπανάπτυξη και µπορεί να οδηγήσει ακόµη και στον θάνατο σε νεαρά άτοµα.
- Angiostoma aspersae
Έχει µέγεθος µεγαλύτερο από το προηγούµενο, περισσότερο από 2 χιλιοστά σε µήκος. Το παράσιτο µπαίνει στο σαλιγκάρι µέσω της αναπνευστικής οδού όπου και γεννά. Οι προνύµφες δε, εγκαθίστανται ανάµεσα στο κέλυφος και το σώµα του σαλιγκαριού, το σώµα αποκολλάται στην συνέχεια από το κέλυφος (όπως φαίνεται στην εικόνα 1) µε αποτέλεσµα τον σίγουρο θάνατο. Εργαστηριακές µελέτες έχουν δείξει ότι αυτός ο νηµατώδης έχει προκαλέσει τον θάνατο σε πολλούς πληθυσµούς σαλιγκαριών.
- Nemhelix sp. (π.χ. Nemhelix bakeri)
Αυτός ο νηµατώδης έχει µέγεθος 2 χιλιοστών και προσβάλλει το γεννητικό σύστηµα του Helix aspersa. Κανονικά δεν είναι υπεύθυνος για τους θανάτους µεγάλου αριθµού σαλιγκαριών, αλλά είναι µια αιτία της υπογονιµότητας, εάν η προσβολή είναι πολύ υψηλή.
- Phasmarhabditis hermaphroditae
Σύµφωνα µε ορισµένες µελέτες, το παράσιτο επηρεάζει µόνο άτοµα ηλικίας κάτω των τριών µηνών, ιδίως τα µικρά που ζυγίζουν λιγότερο από ένα γραµµάριο. Οι ενήλικοι είναι πιο ανθεκτικοί στον παρασιτισµό στην φύση.
Παθογένεια και η µορφή εµφάνισης της νόσου
Οι µολυσµατικές προνύµφες εισέρχονται στο σώµα του ξενιστή (το σαλιγκάρι) από το έδαφος και διοχετεύουν τα βακτήρια που µεταφέρουν. Αυτά τα βακτήρια πολλαπλασιάζονται και προκαλούν ασθένειες. Εν τω µεταξύ, οι προνύµφες µεταµορφώνονται µέσα στους ενήλικες και αναπαράγονται στο εσωτερικό τους. Μετά από 3-7 ηµέρες, το σαλιγκάρι πεθαίνει και οι νέες µολυσµατικές προνύµφες εκκολάπτονται και διασκορπίζονται έξω σε αναζήτηση νέων θυµάτων.
Αίτια, πρόληψη και θεραπεία της ασθένειας
- Αν το φαγητό για τα σαλιγκάρια, βρίσκεται σε κακή κατάσταση (µούχλα ή ζύµωση).
- Αν το υπόστρωµα αναπαραγωγής δεν είναι ασφαλές ή δεν έχει απολυµανθεί είναι πιθανή η εµφάνιση αυτής της προσβολής.
- Τα κόπρανα είναι µια άλλη πηγή µόλυνσης, µε τα οποία τα βακτήρια και οι νηµατώδεις πολλαπλασιάζονται επιτυχώς. Οι γαιοσκώληκες είναι ικανοί βοηθοί στο έργο της καθαριότητας, καθώς ανακυκλώνουν τα κόπρανα των σαλιγκαριών. Όµως τα σκουλήκια προλαβαίνουν να καθαρίζουν µέχρις ενός σηµείου, ως ότου τα σαλιγκάρια να γίνουν τριών µηνών περίπου, µετά λόγω της αύξησης του όγκου των κοπράνων
πρέπει να υπάρξει παρέµβαση του ανθρώπου και αποµάκρυνσή τους.
Αυτές είναι οι τρεις κύριες αιτίες για την εµφάνιση προβληµάτων υγείας. Για την θεραπεία από µια προσβολή των νηµατωδών δεν χρησιµοποιούνται φαρµακευτικά προϊόντα φωσφόρου, επειδή είναι πολύ τοξικά, αφήνουν πολλά κατάλοιπα, επηρεάζουν το νευρικό σύστηµα και αν χρησιµοποιηθούν ακόµη και σε µικρές ποσότητες µπορεί να σκοτώσουν έναν ολόκληρο πληθυσµό σαλιγκαριών. Εφόσον ο κύκλος ζωής της νόσου είναι γνωστός ακριβώς, απλά πρέπει την κάθε ηµέρα να αφαιρούνται τα σαλιγκάρια που δείχνουν άρρωστα σε εµφάνιση, έτσι ώστε οι νηµατώδεις που υπάρχουν σε αυτά να µην έχουν χρόνο να εξαπλωθούν στο έδαφος σε αναζήτηση νέων θυµάτων. Σε αυτήν την περίπτωση όπως και σε όλες τις άλλες, η καλή υγιεινή και η καθαριότητα είναι ουσιαστικής σηµασίας. Συστήνεται σε πολύ σοβαρές περιπτώσεις (αν και πολύ σπάνια), η θεραπεία µε λεβαµισόλη, αλβενδαζόλη, mebendazole, γενταµυκίνη, κλπ.). Αυτά τα φάρµακα χρησιµοποιούνται για την θεραπεία παρασιτώσεων των νηµατωδών σε άλλα είδη ζώων. Οι ουσίες αυτές αναµειγνύονται µε τρόφιµα ή διαλύονται σε ποτίστρες.Παρόλο που η χρήση δεν συνιστάται, µε την λήψη κατάλληλων µέτρων καταπολεµείται η προσβολή.
Όταν η νόσος ξεκινά δεν υπάρχουν προφανή συµπτώµατα. Στη συνέχεια, όταν το στάδιο έχει προχωρήσει ήδη τα ληθαργικά σαλιγκάρια παύουν να αναπαράγονται και τελικά πεθαίνουν. Για να προσδιοριστεί η αιτία τής µόλυνσης, πρέπει να τοποθετηθεί το σαλιγκάρι σε ένα δοχείο µε νερό, να παρατηρηθεί µε µεγεθυντικό φακό το σώµα του σαλιγκαριού και το κέλυφος του. Με το φως µπορούν να διακριθούν µε την παρατήρηση πολλά παράσιτα σε σχήµα κωνικό, κυλινδρικό, συχνά µε τα δύο άκρα τους φωτεινά, λευκά ή υπόλευκα και µερικές φορές διαφανή.
Το µέγεθος αυτών των παρασίτων εξαρτάται από τον βαθµό ανάπτυξής τους, µεταξύ 0,5 και 1 χιλιοστού. Μερικές φορές είναι πολύ µικρά και µοιάζουν πολύ λεπτά. Σε µια σταγόνα νερό, παρατηρείται ότι τα παράσιτα κινούνται τροµωδώς (τρέµουλο) ή δεν κινούνται µε συντονισµένο τρόπο.
Βιβλιογραφία
- ↑ "Διαφορές στην κατανάλωση, πληθυσμιακές εκτιμήσεις και διατροφικές προτιμήσεις σε είδη γαστερόποδων", Πτυχιακή εργασία της Μαρτάκη Ειρήνης, Ανώτατο Τεχνολογικό Ίδρυμα Κρήτης, Σχολή Τεχνολογίας Γεωπονίας, Τμήμα Βιολογικών Θερμοκηπιακών Καλλιεργειών & Ανθοκομίας, Ηράκλειο 2011
Trematodes
Οι παρασιτικοί σκώληκες (Trematoda, Τρηµατώδεις) [1] είναι µια τάξη στην κατηγορία των Πλατυελµίνθων (Platyhelminthes), συνοµοταξία που περιέχει δύο οµάδες των παρασιτικών επιπέδων σκουληκιών, που συνήθως αναφέρονται ως τρηµατώδεις flukes. Υπάρχουν περίπου 18.000 µε 24.000 είδη τα οποία χωρίζονται σε δύο υποκατηγορίες. Σχεδόν όλα τα trematoda είναι παράσιτα των µαλακίων και των σπονδυλωτών. Είναι επίπεδα οβάλ σκουλήκια, το µέγεθός τους αρχίζει από το ένα χιλιοστό και φτάνει τα 7 µέτρα. Χαρακτηριστικό παράδειγµα αποτελεί ο περίεργος τρόπος πολλαπλασιασµού και ανάπτυξής του Leucochloridium paradoxum. Το παράσιτο χρησιµοποιεί διάφορα πουλιά ως ξενιστές για να πολλαπλασιαστεί, ενώ για την ανάπτυξή του (ενδιάµεση υποδοχή) χρειάζεται διάφορα είδη σαλιγκαριών να παίξουν τον ρόλο του ξενιστή. Το παράσιτο ενηλικιώνεται στο έντερο του πτηνού, παράγει τα αυγά που τελικά καταλήγουν στο έδαφος σε κόπρανα του ζώου. Ορισµένα από αυτά τα αυγά καταπίνονται από ένα σαλιγκάρι όπου θα εκκολαφθούν µέσα στο σώµα του σε µικροσκοπικές, διαφανείς προνύµφες (miracidium). Αυτές οι προνύµφες µεγαλώνουν και γίνονται σαν ένας σάκος στην εµφάνιση. Αυτό το στάδιο είναι γνωστό ως σποροκύστη και αποτελεί µια κεντρική µάζα στον πεπτικό αδένα του σαλιγκαριού που εκτείνεται σε ένα σάκο γεννητόρων στο κεφάλι του, στον πόδα και στο στέλεχος του µατιού. Αυτά τα παράσιτα βρέθηκαν και σε όργανα που έχουν άµεση σχέση µε την αναπαραγωγή, µε αποτέλεσµα σε πολλές µεµονωµένες περιπτώσεις τον ευνουχισµό. Ωστόσο, σε µεγάλο βαθµό τα µολυσµένα σαλιγκάρια µπορούν να πεθάνουν λόγω των τραυµατισµών που παράγουν οι προνύµφες εντός τού σώµατος του ξενιστή τους.
Βιβλιογραφία
- ↑ "Διαφορές στην κατανάλωση, πληθυσμιακές εκτιμήσεις και διατροφικές προτιμήσεις σε είδη γαστερόποδων", Πτυχιακή εργασία της Μαρτάκη Ειρήνης, Ανώτατο Τεχνολογικό Ίδρυμα Κρήτης, Σχολή Τεχνολογίας Γεωπονίας, Τμήμα Βιολογικών Θερμοκηπιακών Καλλιεργειών & Ανθοκομίας, Ηράκλειο 2011
Cestode
Κεστώδεις Cestoda (Cestoidea) [1] είναι το όνοµα που δόθηκε σε µια τάξη παρασιτικών επίπεδων σκουληκιών, που κοινώς τα αποκαλούν ταινίες, της συνοµοταξίας Platyhelminthes. Τα µέλη της ζουν στο πεπτικό σύστηµα των σπονδυλωτών ως ενήλικα, και συχνά στα όργανα των διαφόρων ζώων σε νεαρή ηλικία. Εισέρχονται στο σώµα του σαλιγκαριού µέσω της τροφής, στο πεπτικό σύστηµα. Μόλις αγκιστρωθεί στο εντερικό τοίχωµα του ξενιστή η ταινία απορροφά θρεπτικά συστατικά από το δέρµα του, καθώς τα τρόφιµα αφοµοιώνονται από τον ξενιστή και αρχίζει να αναπτύσσει µια µακρά ουρά, µε το κάθε τµήµα της να περιέχει ένα ανεξάρτητο πεπτικό και αναπαραγωγικό σύστηµα. Τα παράσιτα αυτά δεν προκαλούν τον θάνατο τού σαλιγκαριού.
Βιβλιογραφία
- ↑ "Διαφορές στην κατανάλωση, πληθυσμιακές εκτιμήσεις και διατροφικές προτιμήσεις σε είδη γαστερόποδων", Πτυχιακή εργασία της Μαρτάκη Ειρήνης, Ανώτατο Τεχνολογικό Ίδρυμα Κρήτης, Σχολή Τεχνολογίας Γεωπονίας, Τμήμα Βιολογικών Θερμοκηπιακών Καλλιεργειών & Ανθοκομίας, Ηράκλειο 2011
Άκαρι Riccardoella limacum
Ένα από τα σοβαρότερα κρούσµατα για τα σαλιγκάρια, προκαλείται από ένα παράσιτο που ονοµάζεται Riccardoella limacum. Είναι κοινώς γνωστό ως άκαρι [1] του γυµνοσάλιαγκα. Αυτό το παράσιτο εισέρχεται χρησιµοποιώντας ένα νύχι-άγκυρα στα άκρα των µελών του, στην κοιλότητα τού µανδύα και από εκεί στην αιµολέµφο του ξενιστή. Σταδιακά υπάρχει µια σηµαντική απώλεια βάρους που οδηγεί σε αναιµία, καθώς πίνει το αίµα του ξενιστή, οδηγώντας ακόµη και στον θάνατο. Αυτό το παράσιτο είναι λευκό ή κίτρινο, περίπου 0,3 χιλιοστά, απαιτεί καλές καιρικές συνθήκες (που συµβαίνουν κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού) και συνήθως οφείλεται στην έλλειψη υγρασίας. Μεταδίδεται επίσης µέσω των ενδυµάτων του επιχειρηµατία και των σκευών (σίτιση, το πότισµα). Τα ακάρεα έχουν παρατηρηθεί να µετακινούνται από ξενιστή σε ξενιστή όταν τα σαλιγκάρια ζευγαρώνουν και όταν συναθροίζονται σε υγρό έδαφος και κάτω από πέτρες στη διάρκεια της ηµέρας. Έχει αποδειχθεί ότι τα ακάρεα µετακινούνται κατά προτίµηση σε φρέσκια βλέννα, όπου και ταξιδεύουν κατά µήκος, έχοντας έτσι τη δυνατότητα να ακολουθήσουν τα µονοπάτια της σε νέους ξενιστές. Μόλις τα σαλιγκάρια µολυνθούν χρειάζονται περισσότερο χρόνο για να µεγαλώσουν και δείχνουν µειωµένη όρεξη για ζευγάρωµα, δραστηριότητα και διατροφή. Οι µολυσµένοι γυµνοσάλιαγκες και τα σαλιγκάρια παράγουν λιγότερα αυγά από τα υγιή άτοµα. Επίσης µειώνονται και τα ποσοστά επιβίωσης τον χειµώνα. Τα θηλυκά γεννούν τα αυγά στον πνεύµονα του ξενιστή, τα οποία στην συνέχεια εκκολάπτονται εκεί σε 8-12 ηµέρες σαν προνύµφες µε έξι πόδια, (και υπόκεινται σε τρία στάδια νύµφης). Ολόκληρος ο κύκλος ζωής τους µπορεί να πραγµατοποιηθεί µέσα σε 20 ηµέρες, υπό ιδανικές συνθήκες. Τα αυγά δεν εκκολάπτονται καθόσον το σαλιγκάρι είναι σε χειµερία νάρκη. Αυτά τα ακάρεα συνήθως υπάρχουν στα σαλιγκάρια και δεν είναι ανησυχητικό αν το ποσοστό είναι λιγότερο από 60 ακάρεα ανά σαλιγκάρι. Για να είναι µια αποικία των ακάρεων πραγµατικά επιβλαβής, θα πρέπει να υπερβαίνει τα 100 ακάρεα ανά σαλιγκάρι.
Τα ακάρεα µεταδίδονται από σαλιγκάρι σε σαλιγκάρι ακόµα και αν δεν βρίσκονται σε άµεση επαφή, αλλά κοντά. Αυτό γίνεται µε την σίτιση, το πότισµα, ή τα ρούχα του εκτροφέα. Για να αποτραπεί η εξάπλωση της µόλυνσης πρέπει να αποµονώσουµε τα µολυσµένα ζώα. Πρέπει να τοποθετούνται σε µια περιοχή µακριά από τα υπόλοιπα, σε κουτιά µε αποστειρωµένο υπόστρωµα, καθαρό φαγητό και νερό, καθώς και αποκλειστική χρήση της ζώνης αποµόνωσης. Μετά τον χωρισµό τους, χρησιµοποιείται µια φυσική µέθοδος για την καταπολέµηση των ακάρεων που περιλαµβάνει εµβάπτιση των σαλιγκαριών που έχουν µολυνθεί σε ένα συµπυκνωµένο χυµό βοτάνων, πιπεριάς, σκόρδου, δενδρολίβανου. Εάν το πρόβληµα δεν επιλυθεί, αυτά τα ζώα πρέπει να θανατωθούν.
Επί τού παρόντος δεν υπάρχουν φάρµακα στην αγορά για να αντιµετωπίσουν αυτό το συγκεκριµένο ζήτηµα. Για την εξάλειψη µε χηµικά, υπάρχουν φάρµακα που περιέχουν το υποκατάστατο πύρεθρο (µια χηµική ουσία που σκοτώνει τα ακάρεα), το οποίο στην φύση υπάρχει στο Χρυσάνθεµο (Chrysanthemum cinerariaefolium). Παράγεται κυρίως από τα άνθη πυρέθρου (χρυσανθέµου). Η κίτρινη σκόνη που αποτελεί το πύρεθρο οφείλει την εντοµοκτόνο ιδιότητά της στην παρουσία δύο οργανικών ενώσεων που λέγονται πυρεθρίνες και περιέχονται στα άνθη. Οι ενώσεις αυτές είναι δηλητηριώδεις για τα έντοµα, αλλά αβλαβείς για τον άνθρωπο.
Βιβλιογραφία
- ↑ "Διαφορές στην κατανάλωση, πληθυσμιακές εκτιμήσεις και διατροφικές προτιμήσεις σε είδη γαστερόποδων", Πτυχιακή εργασία της Μαρτάκη Ειρήνης, Ανώτατο Τεχνολογικό Ίδρυμα Κρήτης, Σχολή Τεχνολογίας Γεωπονίας, Τμήμα Βιολογικών Θερμοκηπιακών Καλλιεργειών & Ανθοκομίας, Ηράκλειο 2011
Δίπτερα
Μία οικογένεια ∆ιπτέρων (Sciomzyidae) [1] περιλαµβάνει είδη που οι προνύµφες τους είναι θηρευτές χερσαίων σαλιγκαριών και γυµνοσαλιάγκων. Ο τρόπος προσβολής αυτών των παρασίτων έχει ως εξής:τα παράσιτα αυτά µπαίνουν στο σώµα ενός νεκρού σαλιγκαριού ή σε άτοµα που έχουν µια έντονη αδυναµία και τρέφονται µε ιστούς τους. Ο καλύτερος τρόπος για την αποφυγή τους είναι ο σε βάθος καθαρισµός τού περιβλήµατος.