Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων του "Φραουλιά"
Γραμμή 39: | Γραμμή 39: | ||
[[Ασθένειες φραουλιάς]]<ref name="Φραουλιά1"/>,<ref name="Φραουλιά2"/> | [[Ασθένειες φραουλιάς]]<ref name="Φραουλιά1"/>,<ref name="Φραουλιά2"/> | ||
− | |||
{{{top_heading|==}}}Εχθροί{{{top_heading|==}}} | {{{top_heading|==}}}Εχθροί{{{top_heading|==}}} | ||
+ | Οι κυριότεροι εχθροί της φραουλιάς στη χώρα μας οι οποίοι μπορούν να προκαλέσουν ζημιές στην παραγωγή και να υποβαθμίσουν ποιοτικά το παραγόμενο προϊόν είναι οι νηματώδεις, οι θρίπες και ο τετράνυχος. Τα 3 αυτά έντομα καθώς και κάποιους άλλους εχθρούς που παρουσιάζονται στη φραουλιά, αναλύονται λεπτομερώς στον παρακάτω σύνδεσμο: | ||
+ | |||
+ | [[Εχθροί φραουλιάς]]<ref name="Φραουλιά1"/>,<ref name="Φραουλιά2"/> | ||
==Πληροφοριακά στοιχεία== | ==Πληροφοριακά στοιχεία== |
Αναθεώρηση της 12:57, 19 Σεπτεμβρίου 2013
Περιεχόμενα
Γενικά στοιχεία
Οι σημερινές καλλιεργούμενες ποικιλίες φραουλιά είναι οκταπλοειδείς, ονομάζονται Fragaria anannasa Duch. και προέρχονται από διασταύρωση μεταξύ των οκταπλοειδών ειδών Fragaria chiloensis Duch και Fragaria virginiana Duch και ίσως ενός τρίτου είδους Fragaria virginiana var. glauca ή ovalis. Η φραουλιά Fragaria virginiana Duch εισήχθη από τη Βόρεια Αμερική στην Ευρώπη την περίοδο 1534 - 1857. Η συγκεκριμένη ποικιλία είχαν καρπούς μεγάλους (3-4 φορές από εκείνους των τότε χρησιμοποιούμενων ευρωπαϊκών ποικιλιών) με γλυκιά γεύση και χαρακτηριζόταν από πρωϊμότητα και μεγάλη περίοδο καρπόδεσης. Η φράουλα της Χιλής Fragaria chiloensis Duch, εισήχθη στην Ευρώπη από τους Ισπανούς κατακτητές από τη Χιλή για τους μεγάλους και αρματικούς καρπούς. Το συγκεκριμένο είδος ήταν δίοικο και πολλές φορές για την επιτυχία της καλλιέργειας χρησιμοποιούσαν 7 γραμμές της συγκεκριμένης ποικιλίας και 1 γραμμή φύτευσης μιας ποικιλίας με μόνο θηλυκά άνθη (ως επικονιάστρια).
Οι καρποί καταναλώνονται νωποί ή μεταποιούνται. Χρησιμοποιούνται ιδιαίτερα στη ζαχαροπλαστική και στις βιομηχανίες για την παρασκευή μαρμελάδας και άλλων προϊόντων. Στις φράουλες για μεταποίηση προτιμούνται συνήθως οι καρποί που δεν είναι κούφιοι εσωτερικά, έχουν ομοιόμορφο χρώμα εσωτερικά και υψηλό ποσοστό σακχάρων.[1]
Βοτανικά χαρακτηριστικά
Είναι πολυετές ποώδες φυτό με αρκετά βραχύ μίσχο (μόλις 1 - 1,5cm) στα φύλλα. Έχει θυσσανώδες και επιφανειακό ριζικό σύστημα, όπου το μεγαλύτερο ποσοστό του φθάνει σε βάθος μέχρι 15cm. Ο βλαστός είναι σαρκώδης και φέρει σύνθετα φύλλα (3-5 φυλλάρια/φύλλο). Τα φύλλα παρουσιάζουν ποικιλία σε σχήμα και στην παρουσία χνουδιού. Το φύλλο του είδους Fragaria chiloensis αποτελείται από 4-5 φυλλάρια και έχει μεγαλύτερο πάχος από εκείνο της Fragaria virginiana. Έχει βρεθεί ότι τα φύλλα συνεχώς ανανεώνονται από καινούρια καθώς η διάρκεια ζωής τους περιορίζεται στους 1-3 μήνες.
Οι οφθαλμοί του φυτού διακρίνονται στους κορυφαίους και στους μασχαλιαίους (στις μασχάλες των φύλλων). Ανάλογα με τις κλιματολογικές συνθήκες οι μασχαλιαίοι οφθαλμοί μπορούν να εξελιχθούν σε πλάγιους βλαστούς, στόλωνες ή να παραμείνουν σε λήθαργο. Όταν επικρατεί μεγάλη ημέρα και υψηλή θερμοκρασία (άνοιξη) τότε σχηματίζονται στόλωνες, ενώ σε συνθήκες μικρής φωτοπεριόδου και χαμηλής θερμοκρασίας δημιουργούνται πλάγιοι βλαστοί που στο άκρο τους σχηματίζουν ανθοφόρο οφθαλμό.
Ο κάθε στόλωνας έρπει πάνω στο έδαφος και στο δεύτερο κόμβο (φύλλο) φέρει οφθαλμό που δίνει γένεση σε βλαστό και στο σημείο που έρχεται σε επαφή με το χώμα σχηματίζει ρίζες. Βασική προϋπόθεση για την καλή ανάπτυξη των ριζών είναι η ικανοποιητική υγρασία του εδάφους. Το κάθε θυγατρικό φυτό με τη σειρά του μπορεί να δώσει γένεση σε έναν καινούριο στόλωνα και στη συνέχεια σε ένα καινούριο φυτό.
Οι οφθαλμοί που βρίσκονται στην κορυφή του βλαστού του αρχικού φυτού και στις κορυφές των πλάγιων βλαστών είναι ανθοφόροι και σχηματίζουν τις ταξιανθίες και στη συνέχεια τις ταξικαρπίες. Η ταξιανθία είναι ένα σύνθετο σκιάδιο και μπορεί να φέρει αρσενικά ή θηλυκά άνθη. Το άνθος αποτελείται από 5 σέπαλα, 5 λευκά πέταλα, έως 30 στήμονες ή έως 400 κίτρινους υπέρους.
O καρπός είναι ένα συγκάρπιο, όπου το εδώδιμο σαρκώδες μέρος είναι η διογκωμένη ανθοδόχη, εξωτερικά από την οποία φέρονται τα αχαίνια. Τα αχαίνια είναι οι πραγματικοί καρποί της φραουλιάς, που το κάθε ένα αποτελείται από ένα μικρό σκούρου χρώματος σπέρμα. Ο καρπός έχει πράσινο χρώμα στα αρχικά στάδια, ενώ κατά την ωρίμανση αποκτά κόκκινο χρώμα.[1]
Κλιματικές συνθήκες
Απο τους σπουδαιότερους ρόλους της θερμοκρασίας στην καλλιέργεια της φραουλιάς είναι αυτός της διακοπής του ληθάργου. Ο λήθαργος όπως και σε άλλα είδη της εὒκρατου ζώνης, αναπτύσσεται τον φθινόπωρο. Ετσι η φραουλιά θα πρέπει να υποβληθεί σε χαμηλές θερμοκρασίες για το ξεπέρασμα του ληθάργου. Επίσης ο ρόλος της θερμοκρασίας στον σχηματισμό των ανθοφόρων οφθαλμών είναι πολύ σημαντικός και αναπτύχθηκε προηγουμένως. Συνοπτικά οι γενικές απαιτήσεις της φράουλας σε θερμοκρασία ανάλογα με το στάδιο ανάπτυξης είναι 8-15oC στο στάδιο της βλάστησης και 15-22oC στο σταδιο ανάπτυξης. Η μικρή φωτοπερίοδος συντελεί στην ανάπτυξη μηχανισμού αντοχής από το φυτό στη χαμηλή θερμοκρασία. Την άνοιξη όταν θα έχουν ήδη βλαστήσει τα φυτά, ακόμα και ένα μικρής έντασης παγετός (λίγο κάτω από τους 0oC μπορεί να είναι καταστρεπτικός.
Εδαφικές συνθήκες
Το έδαφος πρέπει να είναι γόνιμο, πλούσιο σε οργανική ουσία και καλά αποστραγγιζόμενο. Το ιδανικότερο έδαφος για την καλλιέργεια της φράουλας είναι το ελαφρά πήλο - αμμώδες. Τα όρια του pH που απαιτούνται για να φυτεύσουμε στο χωράφι φραουλιά είναι 4,8 - 8 με άριστη περιοχή 7 - 8. Η υψηλή περιεκτικότητα του εδάφους σε ασβέστιο δημιουργεί χλωρώσεις στα φύλλα λόγω έλλειψης σιδήρου. Τα αμμώδη εδάφη δίνουν ανώτερης ποιότητας σε γεύση, χρώμα και άρωμα καρπούς. Αντίθετα στα αργιλώδη εδάφη, το φυτό δεν αναπτύσσεται ικανοποιητικά. Ακόμα και στα ελαφρώς βαριά εδάφη, η απόδοση των φυτών είναι μικρή και οι καρποί είναι αρκετά υδαρείς.[1]
Επικονίαση
Η φραουλιά είναι φυτό αυτογονιμοποιούμενο. Το άνθος περιέχει πολλούς ύπερους και εάν ένα υψηλό ποσοστό αυτών δεν επικονιαστεί, ο καρπός παρουσιάζει περίεργο σχήμα, ενώ η σοδειά που αποκομίζουμε είναι φτωχή. Οι μέλισσες είναι πάρα πολύ καλοί βοηθοί στην επικονίαση. Δεν πετούν όμως, όταν ο καιρός είναι ξηρός και ζεστός ή όταν φυσά δυνατός άνεμος. Μία κυψέλη μελισσών θεωρείται αρκετή για έκταση καλλιέργειας 10 στρεμμάτων. Μόνο κάτω από συνθήκες επαρκούς επικονίασης αποκομίζεται ικανοποιητική παραγωγή και επιθυμητό μέγεθος και σχήμα καρπού.[2]
Πολλαπλασιασμός
Ο πολλαπλασισμός του φυτού γίνεται με σπόρο, στόλωνες και με τη βοήθεια της ιστοκαλλιέργειας. Στη πράξη όμως χρησιμοοιείται κυρίως ο χωρισμός του φυτού και μεταφύτευση των στολώνων. Ο αριθμός των στολώνων που σχηματίζονται σε κάθε φυτό εξαρτάται από τη χρησιμοποιούμενη ποικιλία και από τις κλιματολογικές συνθήκες (φωτοπερίοδος και θερμοκρασία). Ο αριθμός των σχηματιζόμενων στολώνων ποικίλλει από 0 (σε ποικιλίες μεγάλης φωτοπεριόδου) έως 6-7 (σε ποικιλίες συνεχούς παραγωγής μέσα στο χρόνο - ουδέτερης φωτοπεριόδου), αλλά μπορεί να φτάσει και τους 12 (σε ποικιλίες μικρής φωτοπεριόδου). Στα μητρικά φυτά, οι μασχαλιαίοι οφθαλμοί, με την επίδραση των κλιματολογικών συνθηκών της άνοιξης, διαφοροποιούνται και σχηματίζουν τους στόλωνες. Τέλος του καλοκαιριού, τα νέα φυτά από τους στόλωνες είναι έτοιμα για μεταφύτευση στις καινούργιες θέσεις. Τα φυτά αυτά ονομάζονται "νωπά φυτά" και μεταφυτεύονται μέσα στο φθινόπωρο. Διαφορετικά τα φυτά παραμένουν στις αρχικές τους θέσεις για να δεχτούν την επίδραση των χαμηλών θερμοκρασιών και εκριζώνονται περίπου στα μέσα του χειμώνα, αφαιρούνται τα φύλλα και αποθηκεύονται σε ψυγεία. Τα φυτά αυτά καλούνται "φυτά ψυγείου" και μεταφυτεύονται στις τελικές θέσεις στο χωράφι μέχρι τον Ιούλιο.
Ο πολλαπλασιασμός με σπόρο χρησιμοποιείται μόνο στο εργαστήριο από βελτιωτές για τη δημιουργία κάποιας καινούριας ποικιλίας (υβριδίου), καθώς το άνθος της κάθε ποικιλίας μπορεί εύκολα να επικονιαστεί και από γύρη διαφορετικής ποικιλίας με αποτέλεσμα το νέο φυτό να διαφέρει από την αρχική ποικιλία. Εάν πάντως χρησιμοποιηθεί σπόρος ως πολλαπλασιαστικό υλικό, τότε η σπορά γίνεται τον Μάρτιο και η μεταφύτευση στις τελικές θέσεις τους μήνες Σεπτέμβριο - Οκώβριο.[1]
Ποικιλίες
Οι ποικιλίες της φραουλιάς διακρίνονται ανάλογα με τις απαιτήσεις σε φωτοπερίοδο, σε ποικιλίες βραχείας και ουδέτερης φωτοπεριόδου. Στη Βόρεια Ελλάδα συνιστώνται οι ποικιλίες Chandler, Seira, Segna senara και Oso grande. Στη Νότια Ελλάδα οι ποικιλίες Chandler, Oso grande, Brighton, Fern και Seira. Αναλυτικότερα, οι βασικές ποικιλίες της φράουλας, αναγράφονται στον παρακάτω σύνδεσμο.
Ασθένειες
Η φραουλιά είναι ένα φυτό που προσβάλλεται έντονα από ασθένειες, είτε μυκητολογικής είτε βακτηριακής φύσεως. Ο βοτρύτης, η ανθράκωση και οι ασθένειες εδάφους (βερτισσιλλίωση και φουζάριο) είναι οι πιο συχνές ασθένειες που εμφανίζονται στις καλλιέργειες φραουλιάς της χώρας μας. Οι ανωτέρω 4 ασθένειες που προαναφέραμε καθώς και κάποιες επιπλέον, αναλύονται εκτενώς στον σύνδεσμο που ακολουθεί:
Εχθροί
Οι κυριότεροι εχθροί της φραουλιάς στη χώρα μας οι οποίοι μπορούν να προκαλέσουν ζημιές στην παραγωγή και να υποβαθμίσουν ποιοτικά το παραγόμενο προϊόν είναι οι νηματώδεις, οι θρίπες και ο τετράνυχος. Τα 3 αυτά έντομα καθώς και κάποιους άλλους εχθρούς που παρουσιάζονται στη φραουλιά, αναλύονται λεπτομερώς στον παρακάτω σύνδεσμο:
Πληροφοριακά στοιχεία
Ευδοκιμεί στις περιοχές
|
Σχετικές σελίδες
Βιβλιογραφία
- ↑ 1,0 1,1 1,2 1,3 1,4 1,5 1,6 Τεχνική βιολογικής καλλιέργειας λαχανικών - Φράουλα, του Χαράλαμπου Θανόπουλου Msc Γεωπόνος, Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Αθήνα 2008.
- ↑ 2,0 2,1 2,2 2,3 Βιολογική καλλιέργεια φρόυλας, πτυχιακή μελέτη των φοιτητών Μανουσαρίδη Θεμιστοκλή - Θύμη Νικολάου, Θεσσαλονίκη 2012.