Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων του "Γενικά στοιχεία λίτσι"

Από GAIApedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση
(Νέα σελίδα με 'Παρά το γεγονός ότι το φυτό του λίτσι (Litchi chinensis Sonn.) δεν ήταν γνωστό στην άγρια μ...')
 
 
Γραμμή 1: Γραμμή 1:
Παρά το γεγονός ότι το φυτό του [[Λίτσι φυτό|λίτσι]] (Litchi chinensis Sonn.) δεν ήταν γνωστό στην άγρια μορφή του, υπάρχουν αναμφισβήτητες και σαφείς αποδείξεις ότι ο άνθρωπος το χρησιμοποιούσε για πολλά χρόνια. Οι περισσότεροι συγγραφείς αναφέρουν ότι το είδος [[Καλλιέργεια λίτσι|καλλιεργούνταν]] ήδη πριν από 3.000 χρόνια. Αν και είναι αδύνατο να προσδιοριστεί η ακριβής ημερομηνία, το λίτσι αναφέρεται ότι καλλιεργείται τουλάχιστον από το 1766 π.Χ. Η αρχική του προέλευση θεωρείται να βρίσκεται μεταξύ της 23ο και 27ο μοίρας του Βόρειου γεωγραφικού πλάτους, στην υποτροπική ζώνη της Νότιας Κίνας - πιο συγκεκριμένα στην Canton Province. Οι πρώτοι άνθρωποι που καλλιέργησαν αυτό το καρποφόρο δένδρο πριν τους Κινέζους, φαίνεται να είναι οι κάτοικοι του Malay, που καθιερώθηκε να θεωρείται ο τόπος καταγωγής του. Ιστορικά και καλλιεργητικά το Λίτσι είναι τόσο σημαντικό για τους Κινέζους όσο το Μάγκο για τους Ινδούς. Έπαινοι έχουν γραφτεί από πολλούς ποιητές, καθ’ όλη την διάρκεια της Κινέζικης ιστορίας του, για τον λόγο αυτό ο καρπός ήταν πολύ επιθυμητός από πολλούς αυτοκράτορες της χώρας, οι οποίοι συνήθιζαν να το προσφέρουν σαν δώρο καλωσορίσματος. Η πρώτη γνωστή μονογραφία φυτοκομίας του Λίτσι γράφτηκε το 1059 από τον Tsai Hsiang, μέσα στην όποια κάλυψε τις [[Ποικιλίες λίτσι|ποικιλίες]], τις περιοχές καλλιέργειας, τις μεθόδους αποθήκευσης του [[Λίτσι προϊόν|καρπού]] καθώς και την δημοτικότητα του στην Κίνα. Παρά τα εξαιρετικά χαρακτηριστικά του καρπού, μερικά είδη παρέμειναν περιορισμένα στην περιοχή της Βόρειας Κίνας μέχρι τα πρόσφατα χρόνια. Στην Ινδία άρχισε να καλλιεργείται τον 17ο αιώνα. Τα πρώτα νέα ύπαρξης του καρπού έφθασαν στο δυτικό ημισφαίριο μέσω της δημοσίευσης της ιστορίας του Mendoza το 1585, όπου ο συγγραφέας το παρομοιάζει σαν ένα είδος κερασιού. Η διάδοση του στην τροπική και υποτροπική ζώνη άργησε να πραγματοποιηθεί, στην Βόρεια Αφρική εισήχθη, προφανώς από τον Μαυρίκιο το 1869, στην Αμερική εξαπλώθηκε πρώτα στην Τζαμάικα το 1775 και αργότερα στην Χαβάη το 1873, από ένα Κινέζο έμπορο. Στην Αυστραλία έφθασε περίπου το 1854 και στο Ισραήλ το 1930 - 1940. Η καλλιέργεια του Λίτσι εμφανίζεται στις αρχές του 20ου αιώνα, σε πολλές άλλες χώρες, όπως στην Κεντρική και Βόρεια Αμερική, στην Αφρική, στην Ασία και σε πολλά νησιά του Ειρηνικού ακόμα και στην Ισπανία. Αξίζει να αναφερθούν εδώ οι προσπάθειες που έγιναν στις αρχές του 19ου αιώνα να καθιερωθεί αυτό το καρποφόρο δένδρο στην Βόρεια Ευρώπη, ιδιαίτερα σε θερμοκήπια στην Αγγλία. Η εξάπλωση του λίτσι ανά τον κόσμο πραγματοποιήθηκε με σχετικά αργούς ρυθμούς, αυτό οφείλεται χωρίς αμφιβολία στο γεγονός ότι η περίοδος βιωσιμότητας του σπέρματος είναι πολύ μικρή - μόνο για λίγες μέρες.  
+
Παρά το γεγονός ότι το φυτό του [[Λίτσι φυτό|λίτσι]] (Litchi chinensis Sonn.) δεν ήταν γνωστό στην άγρια μορφή του, υπάρχουν αναμφισβήτητες και σαφείς αποδείξεις ότι ο άνθρωπος το χρησιμοποιούσε για πολλά χρόνια. Οι περισσότεροι συγγραφείς αναφέρουν ότι το είδος [[Καλλιέργεια λίτσι|καλλιεργούνταν]] ήδη πριν από 3.000 χρόνια. Αν και είναι αδύνατο να προσδιοριστεί η ακριβής ημερομηνία, το λίτσι αναφέρεται ότι καλλιεργείται τουλάχιστον από το 1766 π.Χ. Η αρχική του προέλευση θεωρείται να βρίσκεται μεταξύ της 23ο και 27ο μοίρας του Βόρειου γεωγραφικού πλάτους, στην υποτροπική ζώνη της Νότιας Κίνας - πιο συγκεκριμένα στην Canton Province. Οι πρώτοι άνθρωποι που καλλιέργησαν αυτό το καρποφόρο δένδρο πριν τους Κινέζους, φαίνεται να είναι οι κάτοικοι του Malay, που καθιερώθηκε να θεωρείται ο τόπος καταγωγής του. Ιστορικά και καλλιεργητικά το Λίτσι είναι τόσο σημαντικό για τους Κινέζους όσο το Μάγκο για τους Ινδούς. Έπαινοι έχουν γραφτεί από πολλούς ποιητές, καθ’ όλη την διάρκεια της Κινέζικης ιστορίας του, για τον λόγο αυτό ο καρπός ήταν πολύ επιθυμητός από πολλούς αυτοκράτορες της χώρας, οι οποίοι συνήθιζαν να το προσφέρουν σαν δώρο καλωσορίσματος. Η πρώτη γνωστή μονογραφία φυτοκομίας του Λίτσι γράφτηκε το 1059 από τον Tsai Hsiang, μέσα στην όποια κάλυψε τις [[Ποικιλίες λίτσι|ποικιλίες]], τις περιοχές καλλιέργειας, τις μεθόδους αποθήκευσης του [[Λίτσι προϊόν|καρπού]] καθώς και την δημοτικότητα του στην Κίνα. Παρά τα εξαιρετικά χαρακτηριστικά του καρπού, μερικά είδη παρέμειναν περιορισμένα στην περιοχή της Βόρειας Κίνας μέχρι τα πρόσφατα χρόνια. Στην Ινδία άρχισε να καλλιεργείται τον 17ο αιώνα. Τα πρώτα νέα ύπαρξης του καρπού έφθασαν στο δυτικό ημισφαίριο μέσω της δημοσίευσης της ιστορίας του Mendoza το 1585, όπου ο συγγραφέας το παρομοιάζει σαν ένα είδος κερασιού. Η διάδοση του στην τροπική και υποτροπική ζώνη άργησε να πραγματοποιηθεί, στην Βόρεια Αφρική εισήχθη, προφανώς από τον Μαυρίκιο το 1869, στην Αμερική εξαπλώθηκε πρώτα στην Τζαμάικα το 1775 και αργότερα στην Χαβάη το 1873, από ένα Κινέζο έμπορο. Στην Αυστραλία έφθασε περίπου το 1854 και στο Ισραήλ το 1930 - 1940. Η καλλιέργεια του Λίτσι εμφανίζεται στις αρχές του 20ου αιώνα, σε πολλές άλλες χώρες, όπως στην Κεντρική και Βόρεια Αμερική, στην Αφρική, στην Ασία και σε πολλά νησιά του Ειρηνικού ακόμα και στην Ισπανία. Αξίζει να αναφερθούν εδώ οι προσπάθειες που έγιναν στις αρχές του 19ου αιώνα να καθιερωθεί αυτό το καρποφόρο δένδρο στην Βόρεια Ευρώπη, ιδιαίτερα σε θερμοκήπια στην Αγγλία. Η εξάπλωση του λίτσι ανά τον κόσμο πραγματοποιήθηκε με σχετικά αργούς ρυθμούς, αυτό οφείλεται χωρίς αμφιβολία στο γεγονός ότι η περίοδος βιωσιμότητας του σπέρματος είναι πολύ μικρή - μόνο για λίγες μέρες.<ref name="Λίτσι φυτό"/> 
  
Το λίτσι καλλιεργείται σε πολύ μικρή έκταση στη Δυτική Κρήτη. Τα δεδομένα από αυτές τις φυτείες έχουν δείξει ότι μπορούν να παραχθούν πολύ καλής ποιότητας καρποί σε κατάλληλες περιοχές της Νότιας Ελλάδας. Προωθείται κάθε ποικιλία που δοκιμάστηκε και κρίνεται καταλληλότερη από τις κατά τόπους αρμόδιες Δ/νσεις Αγροτικής Οικονομίας και Κτηνιατρικής των Περιφερειακών Ενοτήτων λαμβάνοντας υπόψη τη γνώμη του Ινστιτούτου Υποτροπικών και Ελαίας Χανίων ή του ΤΕΙ Φυτικής Παραγωγής Ηρακλείου. Η καλλιέργεια προωθείται στις περιοχές των νήσων Κρήτης, Κυθήρων, Αντικυθήρων και των νομών Μεσσηνίας, Λακωνίας, Δωδεκανήσου και Κυκλάδων.
+
Το λίτσι καλλιεργείται σε πολύ μικρή έκταση στη Δυτική Κρήτη. Τα δεδομένα από αυτές τις φυτείες έχουν δείξει ότι μπορούν να παραχθούν πολύ καλής ποιότητας καρποί σε κατάλληλες περιοχές της Νότιας Ελλάδας. Προωθείται κάθε ποικιλία που δοκιμάστηκε και κρίνεται καταλληλότερη από τις κατά τόπους αρμόδιες Δ/νσεις Αγροτικής Οικονομίας και Κτηνιατρικής των Περιφερειακών Ενοτήτων λαμβάνοντας υπόψη τη γνώμη του Ινστιτούτου Υποτροπικών και Ελαίας Χανίων ή του ΤΕΙ Φυτικής Παραγωγής Ηρακλείου. Η καλλιέργεια προωθείται στις περιοχές των νήσων Κρήτης, Κυθήρων, Αντικυθήρων και των νομών Μεσσηνίας, Λακωνίας, Δωδεκανήσου και Κυκλάδων.<ref name="Υποτροφικά φυτά"/>
 +
 
 +
==Βιβλιογραφία==
 +
<references>
 +
<ref name="Λίτσι φυτό"> Η καλλιέργεια του λίτσι, πτυχιακή μελέτη της φοιτήτριας Κολοκοτρώνη Μαρίας, Ηράκλειο 2006.</ref>
 +
<ref name="Υποτροφικά φυτά"> [{{#show:Ιστοσελίδα ΥΠΑΑΤ/Υποτροπικά φυτά| ?has link}} Υποτροφικά φυτά.] </ref>
 +
</references>
  
 
[[πόσο αφορά σε γεωργό::20| ]]
 
[[πόσο αφορά σε γεωργό::20| ]]
 
[[πόσο αφορά σε γεωπόνο::10| ]]
 
[[πόσο αφορά σε γεωπόνο::10| ]]
 
[[σχετίζεται με::Λίτσι φυτό| ]]
 
[[σχετίζεται με::Λίτσι φυτό| ]]
 +
[[κατάσταση δημοσίευσης::10| ]]

Τελευταία αναθεώρηση της 10:11, 21 Ιουλίου 2015

Παρά το γεγονός ότι το φυτό του λίτσι (Litchi chinensis Sonn.) δεν ήταν γνωστό στην άγρια μορφή του, υπάρχουν αναμφισβήτητες και σαφείς αποδείξεις ότι ο άνθρωπος το χρησιμοποιούσε για πολλά χρόνια. Οι περισσότεροι συγγραφείς αναφέρουν ότι το είδος καλλιεργούνταν ήδη πριν από 3.000 χρόνια. Αν και είναι αδύνατο να προσδιοριστεί η ακριβής ημερομηνία, το λίτσι αναφέρεται ότι καλλιεργείται τουλάχιστον από το 1766 π.Χ. Η αρχική του προέλευση θεωρείται να βρίσκεται μεταξύ της 23ο και 27ο μοίρας του Βόρειου γεωγραφικού πλάτους, στην υποτροπική ζώνη της Νότιας Κίνας - πιο συγκεκριμένα στην Canton Province. Οι πρώτοι άνθρωποι που καλλιέργησαν αυτό το καρποφόρο δένδρο πριν τους Κινέζους, φαίνεται να είναι οι κάτοικοι του Malay, που καθιερώθηκε να θεωρείται ο τόπος καταγωγής του. Ιστορικά και καλλιεργητικά το Λίτσι είναι τόσο σημαντικό για τους Κινέζους όσο το Μάγκο για τους Ινδούς. Έπαινοι έχουν γραφτεί από πολλούς ποιητές, καθ’ όλη την διάρκεια της Κινέζικης ιστορίας του, για τον λόγο αυτό ο καρπός ήταν πολύ επιθυμητός από πολλούς αυτοκράτορες της χώρας, οι οποίοι συνήθιζαν να το προσφέρουν σαν δώρο καλωσορίσματος. Η πρώτη γνωστή μονογραφία φυτοκομίας του Λίτσι γράφτηκε το 1059 από τον Tsai Hsiang, μέσα στην όποια κάλυψε τις ποικιλίες, τις περιοχές καλλιέργειας, τις μεθόδους αποθήκευσης του καρπού καθώς και την δημοτικότητα του στην Κίνα. Παρά τα εξαιρετικά χαρακτηριστικά του καρπού, μερικά είδη παρέμειναν περιορισμένα στην περιοχή της Βόρειας Κίνας μέχρι τα πρόσφατα χρόνια. Στην Ινδία άρχισε να καλλιεργείται τον 17ο αιώνα. Τα πρώτα νέα ύπαρξης του καρπού έφθασαν στο δυτικό ημισφαίριο μέσω της δημοσίευσης της ιστορίας του Mendoza το 1585, όπου ο συγγραφέας το παρομοιάζει σαν ένα είδος κερασιού. Η διάδοση του στην τροπική και υποτροπική ζώνη άργησε να πραγματοποιηθεί, στην Βόρεια Αφρική εισήχθη, προφανώς από τον Μαυρίκιο το 1869, στην Αμερική εξαπλώθηκε πρώτα στην Τζαμάικα το 1775 και αργότερα στην Χαβάη το 1873, από ένα Κινέζο έμπορο. Στην Αυστραλία έφθασε περίπου το 1854 και στο Ισραήλ το 1930 - 1940. Η καλλιέργεια του Λίτσι εμφανίζεται στις αρχές του 20ου αιώνα, σε πολλές άλλες χώρες, όπως στην Κεντρική και Βόρεια Αμερική, στην Αφρική, στην Ασία και σε πολλά νησιά του Ειρηνικού ακόμα και στην Ισπανία. Αξίζει να αναφερθούν εδώ οι προσπάθειες που έγιναν στις αρχές του 19ου αιώνα να καθιερωθεί αυτό το καρποφόρο δένδρο στην Βόρεια Ευρώπη, ιδιαίτερα σε θερμοκήπια στην Αγγλία. Η εξάπλωση του λίτσι ανά τον κόσμο πραγματοποιήθηκε με σχετικά αργούς ρυθμούς, αυτό οφείλεται χωρίς αμφιβολία στο γεγονός ότι η περίοδος βιωσιμότητας του σπέρματος είναι πολύ μικρή - μόνο για λίγες μέρες.[1]

Το λίτσι καλλιεργείται σε πολύ μικρή έκταση στη Δυτική Κρήτη. Τα δεδομένα από αυτές τις φυτείες έχουν δείξει ότι μπορούν να παραχθούν πολύ καλής ποιότητας καρποί σε κατάλληλες περιοχές της Νότιας Ελλάδας. Προωθείται κάθε ποικιλία που δοκιμάστηκε και κρίνεται καταλληλότερη από τις κατά τόπους αρμόδιες Δ/νσεις Αγροτικής Οικονομίας και Κτηνιατρικής των Περιφερειακών Ενοτήτων λαμβάνοντας υπόψη τη γνώμη του Ινστιτούτου Υποτροπικών και Ελαίας Χανίων ή του ΤΕΙ Φυτικής Παραγωγής Ηρακλείου. Η καλλιέργεια προωθείται στις περιοχές των νήσων Κρήτης, Κυθήρων, Αντικυθήρων και των νομών Μεσσηνίας, Λακωνίας, Δωδεκανήσου και Κυκλάδων.[2]

Βιβλιογραφία

  1. Η καλλιέργεια του λίτσι, πτυχιακή μελέτη της φοιτήτριας Κολοκοτρώνη Μαρίας, Ηράκλειο 2006.
  2. Υποτροφικά φυτά.