Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων του "Δέσμευση και χρησιμοποίηση του φωτός"
Γραμμή 2: | Γραμμή 2: | ||
Οι οπωρώνες είναι ασυνεχείς κόμες. Η διαπερατότητα του φωτός δια μέσου της κόμης των οπωρώνων λαμβάνει χώρα κατά δυο τρόπους. Το φως φθάνει στην επιφάνεια του [[Εδαφολογία|εδάφους]] δια των κενών, που υπάρχουν μεταξύ των δένδρων διαφόρων γεωμετρικών σχημάτων, ανεξάρτητα του ΔΦΕ και δια μέσου της κόμης, δηλαδή δια των κενών μεταξύ των [[Φύλλα|φύλλων]] και μέσω των φύλλων. Οι δυο αυτοί τύποι διαπερατότητας εκφράζονται από το (Jackson 1980α) ως: T= Tf+Tc όπου Τ είναι η ολική διαπερατότητα στην επιφάνεια του εδάφους, Τf είναι η διαπερατότητα δια μέσου της κόμης. | Οι οπωρώνες είναι ασυνεχείς κόμες. Η διαπερατότητα του φωτός δια μέσου της κόμης των οπωρώνων λαμβάνει χώρα κατά δυο τρόπους. Το φως φθάνει στην επιφάνεια του [[Εδαφολογία|εδάφους]] δια των κενών, που υπάρχουν μεταξύ των δένδρων διαφόρων γεωμετρικών σχημάτων, ανεξάρτητα του ΔΦΕ και δια μέσου της κόμης, δηλαδή δια των κενών μεταξύ των [[Φύλλα|φύλλων]] και μέσω των φύλλων. Οι δυο αυτοί τύποι διαπερατότητας εκφράζονται από το (Jackson 1980α) ως: T= Tf+Tc όπου Τ είναι η ολική διαπερατότητα στην επιφάνεια του εδάφους, Τf είναι η διαπερατότητα δια μέσου της κόμης. | ||
Συνήθως, περισσότερο φως περνά στο έδαφος, αν το ύψος του δένδρου είναι χαμηλό και/ή τα δένδρα βρίσκονται μακριά το ένα απ' το άλλο. Αντιστρόφως, η δέσμευση του φωτός ενός οπωρώνα μπορεί να αυξηθεί δια φυτεύσεως των δένδρων πυκνότερα και/η δι' αυξήσεως του ύψους του δένδρου. Ο Jackson (1980a) υπολόγισε τις τιμές Τf σε διάφορους τύπους οπωρώνων που χρησιμοποιούνται στα συστήματα πυκνής φύτευσης της [[Μηλιά|μηλιάς]]. Οι τιμές αναφέρονται σε συνθήκες άμεσου ή διαχυόμενου φωτός. | Συνήθως, περισσότερο φως περνά στο έδαφος, αν το ύψος του δένδρου είναι χαμηλό και/ή τα δένδρα βρίσκονται μακριά το ένα απ' το άλλο. Αντιστρόφως, η δέσμευση του φωτός ενός οπωρώνα μπορεί να αυξηθεί δια φυτεύσεως των δένδρων πυκνότερα και/η δι' αυξήσεως του ύψους του δένδρου. Ο Jackson (1980a) υπολόγισε τις τιμές Τf σε διάφορους τύπους οπωρώνων που χρησιμοποιούνται στα συστήματα πυκνής φύτευσης της [[Μηλιά|μηλιάς]]. Οι τιμές αναφέρονται σε συνθήκες άμεσου ή διαχυόμενου φωτός. | ||
+ | Η διαπερατότητα δια μέσου της κόμης εξαρτάται από το ΔΦΕ. Τα δένδρα που έχουν υψηλό ΔΦΕ είναι ουσιαστικά συμπαγή και επιτρέπουν να περάσει λίγο φως. Οι οπωρώνες που έχουν χαμηλούς ΔΦΕ επιτρέπουν τη διαπερατότητα του φωτός δια μέσου των δένδρων (Τc). Στις περιπτώσεις αυτές τα συμπαγή μοντέλα είναι χρήσιμα, γιατί το σχήμα του δένδρου (ύψος και τύπος) αποτελεί καθοριστικό παράγοντα, που μπορεί να επηρεαστεί από το σύστημα φύτευσης του οπωρώνα και τις καλλιεργητικές φροντίδες. | ||
+ | Έτσι η δέσμευση του φωτός, που εξαρτάται από το σχήμα του δένδρου (Tf) μπορεί να ληφθεί υπόψη, όταν οι οπωρώνες βρίσκονται ακόμα στο στάδιο του σχεδιασμού. | ||
+ | Η διαπερατότητα του φωτός δια μέσου της κόμης του δένδρου σχετίζεται με την πυκνότητα της κόμης. Περισσότερο φως διέρχεται, όταν υπάρχουν λίγα φύλλα στο δένδρο, απ' ότι δια μέσου του ίδιου μεγέθους δένδρου με συμπαγή κόμη. Η διαπερατότητα του φωτός δια μέσου της κόμης του δένδρου μειώνεται, καθώς αναπτύσσονται τα φύλλα την άνοιξη. Για τον προσδιορισμό της διαπερατότητας του φωτός δια μέσου της κόμης μπορεί να χρησιμοποιηθούν ημισφαιρικές φωτογραφίες. Οι φωτογραφίες, που λαμβάνονται κάτω από την κόμη του δένδρου | ||
Αναθεώρηση της 11:30, 29 Ιουνίου 2016
Το διάστημα, επί καθημερινής βάσεως, που η κόμη ή τμήμα της κόμης δέχεται φως εξαρτάται από τον προσανατολισμό των γραμμών φυτεύσεως των δένδρων στον οπωρώνα. Αν οι γραμμές φύτευσης είναι προσανατολισμένες σε κατεύθυνση Β-Ν, αμφότερες οι πλευρές της γραμμής δέχονται τις ίδιες ώρες φως. Αντίθετα όμως αν οι γραμμές είναι προσανατολισμένες σε κατεύθυνση Α-Δ, η βόρεια πλευρά του δένδρου δέχεται λιγότερες ώρες, κατά τα 2/3, άμεση ακτινοβολία, απ' ότι η νότια πλευρά. Οι οπωρώνες είναι ασυνεχείς κόμες. Η διαπερατότητα του φωτός δια μέσου της κόμης των οπωρώνων λαμβάνει χώρα κατά δυο τρόπους. Το φως φθάνει στην επιφάνεια του εδάφους δια των κενών, που υπάρχουν μεταξύ των δένδρων διαφόρων γεωμετρικών σχημάτων, ανεξάρτητα του ΔΦΕ και δια μέσου της κόμης, δηλαδή δια των κενών μεταξύ των φύλλων και μέσω των φύλλων. Οι δυο αυτοί τύποι διαπερατότητας εκφράζονται από το (Jackson 1980α) ως: T= Tf+Tc όπου Τ είναι η ολική διαπερατότητα στην επιφάνεια του εδάφους, Τf είναι η διαπερατότητα δια μέσου της κόμης. Συνήθως, περισσότερο φως περνά στο έδαφος, αν το ύψος του δένδρου είναι χαμηλό και/ή τα δένδρα βρίσκονται μακριά το ένα απ' το άλλο. Αντιστρόφως, η δέσμευση του φωτός ενός οπωρώνα μπορεί να αυξηθεί δια φυτεύσεως των δένδρων πυκνότερα και/η δι' αυξήσεως του ύψους του δένδρου. Ο Jackson (1980a) υπολόγισε τις τιμές Τf σε διάφορους τύπους οπωρώνων που χρησιμοποιούνται στα συστήματα πυκνής φύτευσης της μηλιάς. Οι τιμές αναφέρονται σε συνθήκες άμεσου ή διαχυόμενου φωτός. Η διαπερατότητα δια μέσου της κόμης εξαρτάται από το ΔΦΕ. Τα δένδρα που έχουν υψηλό ΔΦΕ είναι ουσιαστικά συμπαγή και επιτρέπουν να περάσει λίγο φως. Οι οπωρώνες που έχουν χαμηλούς ΔΦΕ επιτρέπουν τη διαπερατότητα του φωτός δια μέσου των δένδρων (Τc). Στις περιπτώσεις αυτές τα συμπαγή μοντέλα είναι χρήσιμα, γιατί το σχήμα του δένδρου (ύψος και τύπος) αποτελεί καθοριστικό παράγοντα, που μπορεί να επηρεαστεί από το σύστημα φύτευσης του οπωρώνα και τις καλλιεργητικές φροντίδες. Έτσι η δέσμευση του φωτός, που εξαρτάται από το σχήμα του δένδρου (Tf) μπορεί να ληφθεί υπόψη, όταν οι οπωρώνες βρίσκονται ακόμα στο στάδιο του σχεδιασμού. Η διαπερατότητα του φωτός δια μέσου της κόμης του δένδρου σχετίζεται με την πυκνότητα της κόμης. Περισσότερο φως διέρχεται, όταν υπάρχουν λίγα φύλλα στο δένδρο, απ' ότι δια μέσου του ίδιου μεγέθους δένδρου με συμπαγή κόμη. Η διαπερατότητα του φωτός δια μέσου της κόμης του δένδρου μειώνεται, καθώς αναπτύσσονται τα φύλλα την άνοιξη. Για τον προσδιορισμό της διαπερατότητας του φωτός δια μέσου της κόμης μπορεί να χρησιμοποιηθούν ημισφαιρικές φωτογραφίες. Οι φωτογραφίες, που λαμβάνονται κάτω από την κόμη του δένδρου
Βιβλιογραφία
- ↑ Γενική Δενδροκομία, του Καθηγητή Δενδροκομίας Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών, Κωνσταντίνου Α. Ποντίκη, 1997.