Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων του "Μεταβολισμός σορβιτόλης"
Γραμμή 2: | Γραμμή 2: | ||
Εκτιμάται ότι, πάνω από το 30% της αρχικής παραγωγής, διακινείται δια μέσου πολυολών μάλλον παρά σακχάρων. Στα καρποφόρα δένδρα το ποσοστό % της παραγόμενης σορβιτόλης είναι πολύ υψηλότερο. Ελεγχόμενες μελέτες στη [[Μηλιά|μηλιά]] αποδεικνύουν ότι | Εκτιμάται ότι, πάνω από το 30% της αρχικής παραγωγής, διακινείται δια μέσου πολυολών μάλλον παρά σακχάρων. Στα καρποφόρα δένδρα το ποσοστό % της παραγόμενης σορβιτόλης είναι πολύ υψηλότερο. Ελεγχόμενες μελέτες στη [[Μηλιά|μηλιά]] αποδεικνύουν ότι | ||
− | στο διαλυτό κλάσμα αιθανόλης των φύλλων, το 80% της ενέργειας του ραδιενεργού άνθρακα ήταν σε μορφή σορβιτόλης και μόνο το 17% ήταν σε σακχαρόζη, 1.5% σε γλυκόζη και 1.2 σε φρουκτόζη. Τα [[Βοτανικά χαρακτηριστικά δαμασκηνιάς|φύλλα της δαμασκηνιάς]] | + | στο διαλυτό κλάσμα αιθανόλης των φύλλων, το 80% της ενέργειας του ραδιενεργού άνθρακα ήταν σε μορφή σορβιτόλης και μόνο το 17% ήταν σε σακχαρόζη, 1.5% σε γλυκόζη και 1.2 σε φρουκτόζη. Τα [[Βοτανικά χαρακτηριστικά δαμασκηνιάς|φύλλα της δαμασκηνιάς]] δεσμεύουν περίπου το 33% του CO<sub>2</sub> |
Αναθεώρηση της 14:07, 8 Ιουλίου 2016
Η σορβιτόλη έχει εξειδικευμένο ρόλο, ως τελευταίο προϊόν της φωτοσυνθέσεως, στα περισσότερα καρποφόρα δένδρα της εύκρατου ζώνης. Η σορβιτόλη ως πολυόλη, είναι αλκοόλη με 6 άτομα άνθρακα. Τα φυτά της οικογένειας Rosaceae, όπου ανήκουν τα περισσότερα από τα καρποφόρα δένδρα παράγουν σορβιτόλη.
Εκτιμάται ότι, πάνω από το 30% της αρχικής παραγωγής, διακινείται δια μέσου πολυολών μάλλον παρά σακχάρων. Στα καρποφόρα δένδρα το ποσοστό % της παραγόμενης σορβιτόλης είναι πολύ υψηλότερο. Ελεγχόμενες μελέτες στη μηλιά αποδεικνύουν ότι στο διαλυτό κλάσμα αιθανόλης των φύλλων, το 80% της ενέργειας του ραδιενεργού άνθρακα ήταν σε μορφή σορβιτόλης και μόνο το 17% ήταν σε σακχαρόζη, 1.5% σε γλυκόζη και 1.2 σε φρουκτόζη. Τα φύλλα της δαμασκηνιάς δεσμεύουν περίπου το 33% του CO2
Βιβλιογραφία
- ↑ Γενική Δενδροκομία, του Καθηγητή Δενδροκομίας Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών, Κωνσταντίνου Α. Ποντίκη, 1997