Μελιτζάνα φυτό
Περιεχόμενα
Γενικά στοιχεία
Η μελιτζάνα ανήκει στην οικογένεια των Σολανωδών (Solanaceae) και στο γένος Solanum, με κυριότερο καλλιεργούμενο είδος το Solanum melongena. Εμφανίστηκε στις νότιες περιοχές της Ινδίας τη 2η χιλιετία π.Χ. Οι Ινδοί την χρησιμοποιούσαν τότε στη διατροφή τους χωρίς όμως να τη καλλιεργούν συστηματικά. Η πρώτη συστηματική της καλλιέργεια ξεκίνησε στην Κίνα πέντε αιώνες π.Χ. Πέρασε αρκετός καιρός μέχρι να έρθει η μελιτζάνα στην Ευρώπη και πιο συγκεκριμένα στην Ιταλία. Αυτό έγινε το 14ο αιώνα μ.Χ. όπου ξεκίνησε η καλλιέργεια της στη Γηραιά Ήπειρο για διακοσμητικούς μόνο σκοπούς και όχι για τροφή λόγω της πικρής της γεύσης που απέτρεπε τους Ευρωπαίους να την εντάξουν στο διαιτολόγιό τους. Περίπου το 18ο αιώνα άρχισε η μελιτζάνα να χρησιμοποιείται στην Ευρώπη στη διατροφή και από τότε έγινε ένα από τα πιο αγαπημένα καλοκαιρινά λαχανικά. Στη διάδοση της συνέβαλε τα μέγιστα η δημιουργία ποικιλιών που ο καρπός τους δεν είναι τόσο πικρός όσο αυτός του μακρινού προγόνου τους. Σήμερα η μελιτζάνα καλλιεργείται σε όλα τα μέρη του κόσμου, καταλαμβάνοντας έκταση περίπου 17.000.000 στρέμματα και δίνοντας παραγωγή περίπου 30.000.000 τόνους.[1]
Βοτανικά χαρακτηριστικά
Το ριζικό σύστημα είναι πασσαλώδες και αναπτύσσεται κυρίως σε βάθος των 60–100cm, ενώ σε ορισμένες ποικιλίες μπορεί να φτάσει ακόμη και σε βάθος 120cm. Ο βλαστός είναι κυλινδρικός, στην αρχή ποώδης και στη συνέχεια όταν σταματήσει η ανάπτυξη των φυτών, ξυλώδης. Φέρει αρκετές πλευρικές δευτερεύουσες διακλαδώσεις, οι οποίες σε καλλιέργεια θερμοκηπίου συνήθως αφαιρούνται και διατηρούνται οι 23 αρχικοί κεντρικοί βλαστοί. Τα φύλλα είναι απλά, εναλλασσόμενα και στις περισσότερες ποικιλίες καλύπτονται από πυκνά τριχίδια. Είναι μεγάλα σε μέγεθος και μπορούν να φτάσουν τα 23cm μήκος. Το σχήμα τους είναι ελλειψοειδές και συνήθως έλλοβο, ενώ πάνω στις νευρώσεις τους αναπτύσσονται συχνά αγκάθια. Τα άνθη είναι ιώδη, ακτινόμορφα και φέρουν σε ποδίσκο μονήρη ή σε ταξιανθίες ανά 2-3 Η ταξιανθία είναι κυματοειδής, συνήθως χωρίς βράκτια φύλλα. Ο κάλυκας είναι κυρίως πεντάλοβος, τριχωτός, αγκαθωτός και αναπτύσσεται μαζί με τον καρπό. Η στεφάνη είναι συμπέταλη και φέρει συνήθως πέντε λοβούς. Οι στήμονες είναι πέντε, ενωμένοι στη βάση τους με τη στεφάνη και εναλλάσσονται με τους λοβούς της.[1]
Κλιματικές συνθήκες
Η μελιτζάνα είναι φυτό θερμής εποχής. Επομένως χρειάζεται υψηλές θερμοκρασίες για να αναπτυχθεί σωστά και να δώσει καρπούς καλής ποιότητας. Συγκεκριμένα, η ιδανική θερμοκρασία ανάπτυξης κυμαίνεται από 20–22oC, ενώ θερμοκρασίες μικρότερες μπορούν να προκαλέσουν αρκετές παραμορφώσεις στο φυτό. Επίσης, η μελιτζάνα είναι φυτό που του αρέσει πολύ το φως. Χρειάζεται έντονο φωτισμό καθ’ όλη τη διάρκεια της ανάπτυξης της, έτσι ώστε να αναπτυχθεί ικανοποιητικά και να δώσει μεγάλες αποδόσεις.[1]
Εδαφικές συνθήκες
Το έδαφος που θα καλλιεργηθεί το φυτό της μελιτζάνας πρέπει να είναι μέσης μέχρι ελαφριάς σύστασης, γόνιμο με πολύ καλή αποστράγγιση. Ακόμα, δεν πρέπει να περιέχει άλατα γιατί η ύπαρξη αλάτων περιορίζει την ανάπτυξη του φυτού και μειώνει την ποιότητα των καρπών. Η άριστη περιοχή pH είναι από 5,5-7, αλλά μπορεί να καλλιεργηθεί και σε εδάφη με κατώτερη τιμή pH 5,2.[1]
Πολλαπλασιασμός
Ο πολλαπλασιασμός της μελιτζάνας γίνεται με σπορά σε σπορείο σε ατομικά γλαστράκια ή δίσκο σποράς και στη συνέχεια μεταφύτευση στις τελικές θέσεις της καλλιέργειας. Οι σπόροι πριν χρησιμοποιηθούν θα πρέπει να είναι απαλλαγμένοι από ασθένειες με εμβάπτιση τους σε ζεστό νερό θερμοκρασίας 50oC για 25 λεπτά. Η μελιτζάνα θεωρείται από τα εύκολα μεταφυτευόμενα λαχανικά καθώς σχηματίζει εύκολα ριζικό σύστημα. Η χρήση του σπορείου θεωρείται ουσιαστικό στάδιο της καλλιέργειας, καθώς οι χαμηλές θερμοκρασίες στα πρώτα στάδια ανάπτυξης των φυτών θα καθυστερήσουν αρκετά την ανάπτυξη τους. Το σπορείο μπορεί να είναι ανοικτό, όταν πρόκειται να γίνει όψιμη υπαίθρια καλλιέργεια ή μέσα σε θερμοκήπιο για παραγωγή σποροφύτων μέσα στο χειμώνα και μεταφύτευση νωρίς την άνοιξη στην υπαίθρια καλλιέργεια. Ο πολλαπλασιασμός ξεκινάει με σπορά σε αλίες (τμήμα του χωραφιού) και στη συνέχεια μεταφύτευση γυμνόριζων φυτών στις τελικές θέσεις. Εναλλακτικά μπορεί να γίνει σπορά σε ατομικά γλαστράκια ή σταθερούς δίσκους από πλαστικό ή φελιζόλ και στη συνέχεια μεταφύτευση στις τελικές θέσεις. Η μεταφύτευση των φυτών από το σπορείο στις τελικές θέσεις γίνεται μόλις αυτά αποκτήσουν 3-4 πραγματικά φύλλα. Εφαρμόζεται ακόμα και η τεχνική της διπλής μεταφύτευσης. Το υπόστρωμα που χρησιμοποιείται πρέπει να είναι όσο το δυνατόν περισσότερο αφράτο και να περιέχει κυρίως τύρφη, για τον καλύτερο αερισμό του ριζικού συστήματος και την καλύτερη ανάπτυξη των φυτών. Το βάθος σποράς στο σπορείο είναι μόλις 0,5cm. Τα σοβαρότερα προβλήματα που παρατηρούνται στην ανάπτυξη των νεαρών σποροφύτων στο σπορείο είναι η πυκνή σπορά (όταν επιλέγεται η στρωμάτωση σε κιβώτιο σποράς) και η επιφανειακή σπορά με αποτέλεσμα την αποτυχία φυτρώματος των σπόρων. Ο αριθμός των σπόρων σε 1g είναι περίπου 230 - 270. Για να προκύψουν φυτά που θα καλύψουν καλλιέργεια 1 στρέμματος θα πρέπει να χρησιμοποιηθούν 15g σπόρου και έκταση σπορείου 8-10m2. Το βάθος σποράς δεν πρέπει να ξεπερνάει το 1cm. Οι σπόροι διατηρούν τη φυτρωτική τους ικανότητα για 5 περίπου χρόνια και η κατάλληλη θερμοκρασία για το φύτρωμα τους είναι 20-25oC. Είναι όμως προτιμότερο να χρησιμοποιούνται σπόροι από την προηγούμενη καλλιεργητική χρονιά.[2]
Ποικιλίες
Οι ποικιλίες της μελιτζάνας που είναι οι πιο διαδεδομένες εδώ στη χώρα μας είναι η Τσακώνικη, του Λαγκαδά καιτης Σύρου. Υπάρχουν ποικιλίες που ενδείκνυνται για καλλιέργεια μελιτζάνας κλειστού τύπου, άλλες για ανοικτού τύπου, ενώ οι περισσότερες ποικιλίες που υπάρχουν αυτή τη στιγμή στην αγορά θεωρούνται κατάλληλες και για τους δύο τύπους καλλιεργειών. Στον σύνδεσμο που ακολουθεί, αναγράφονται οι πιο σημαντικές ποικιλίες:
Πληροφοριακά στοιχεία
Ευδοκιμεί στις περιοχές
|