Ασθένειες αιγοπροβάτων
Βρουκέλλωση αιγοπροβάτων
Η Βρουκέλλωση [1] των αιγοπροβάτων στην Ελλάδα είναι γνωστή με το όνομα μελιταίος πυρετός όταν προσβάλλει τον άνθρωπο. Ο αιτιολογικός παράγοντας της ασθένειας είναι ένα Gram(-)βακτήριο με μεγάλη διεισδυτική ικανότητα στον ξενιστή που προκαλεί γενικευμένη λοίμωξη. Τα αιγοπρόβατα προσβάλλονται από Br. melitensis, και σπανιότερα από Br. abortus. Τα βακτήρια της βρουκέλλωσης είναι μικροί, ακίνητοι, αερόβιοι ή μικροαερόφιλοι, Gram αρνητικοί κοκκοβάκιλοι. Δε σπορογονούν και δεν παράγουν εξωτοξίνες. Στο περιβάλλον, τα βακτήρια του γένους Brucella παρουσιάζουν αξιοσημείωτη ανθεκτικότητα και είναι από τα πιο ανθεκτικά Gram (-) βακτήρια. Καταστρέφονται με την παστερίωση, στο ηλιακό φως μετά από 4,5 ώρες και θερμοκρασία <31oC, με τα κοινά απολυμαντικά διαλύματα όπως η χλωρίνη και σε όξινο περιβάλλον. Στα κατεψυγμένα κρέατα μπορεί να επιβιώσουν για χρόνια. Η είσοδος της νόσου σε μια υγιή εκτροφή γίνεται κατά κύριο λόγο με τα μολυσμένα ζώα. Σημαντικό ρόλο στην εξάπλωση της νόσου παίζουν οι μετακινήσεις σε θερινούς βοσκότοπους, η ανάμιξη των κοπαδιών και η βόσκηση σε κοινούς λειμώνες. Είναι πλέον γνωστό ότι η νόσος στα πρόβατα συνήθως αυτοπεριορίζεται και δεν παρατηρείται παρατεταμένη απέκκριση του βακτηρίου από τα μολυσμένα ζώα. Χάρη σε αυτό το γεγονός η ασθένεια εύκολα περιορίζεται στα ποίμνια που έχουν μικρό αριθμό ζώων. Αντίθετα, στα μεγάλα ποίμνια η μόλυνση συντηρείται, λόγω του μεγαλύτερου αριθμού νεαρών ζώων που εισέρχονται κάθε χρόνο στην εκτροφή ως ανανεώσεις. Επιπλέον ιδιαίτερα κατά την περίοδο των τοκετών, η αυξημένη πυκνότητα πληθυσμού ευνοεί τη διασπορά της νόσου στις εκτροφές με μεγάλο αριθμό ζώων. Τα ερίφια και οι αμνοί είναι ανθεκτικά στη μόλυνση και το γάλα που προσλαμβάνουν από μολυσμένες μητέρες δεν έχει ιδιαίτερη σημασία στη διασπορά της νόσου. Στο πιο κάτω pdf δίνονται αναλυτικά όλες οι πληροφορίες για τη Βρουκέλλωση, όπως τα χαρακτηριστικά του βακτηρίου, η παθογόνος δράση, το πως μεταδίδεται, η συμπτωματολογία στα ζώα αλλά και στον άνθρωπο, η αντιμετώπιση στα ζώα αλλά και η θεραπεία στον άνθρωπο, το πρόγραμμα ελέγχου και εκρίζωσης της νόσου κ.ά. Βρουκέλλωση των αιγών και των προβάτων.
Βιβλιογραφία
- ↑ Βρουκέλλωση (Μελιταίος Πυρετός), Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Γενική Διεύθυνση Κτηνιατρικής, Διεύθυνση Υγείας των Ζώων, Τμήμα Ζωοανθρωπονόσων, Αθήνα 2014 2η Έκδοση
Καταρροϊκός πυρετός
Η νόσος του Καταρροϊκού πυρετού [1] των αιγοπροβάτων προκαλείται από ιό που ανήκει στο γένος Orbivirus της οικογένειας Reoviridae. Υπάρχουν τουλάχιστον 24 ορότυποι του ιού. Η μόλυνση γίνεται με νύγματα εντόμων του γένους Culicoides που αφθονούν τις θερμές και υγρές εποχές του έτους. Μετά τα νύγματα των εντόμων παρατηρείται στάδιο επίμονης μόλυνσης και εντόπισης στο στοματικό και σε άλλα επιθήλια, όπως στο χόριο της χηλής. Στο πρόβατο οι αλλοιώσεις αυτές της νόσου είναι κανόνας, ενώ στην αίγα η εξαίρεση.
Η νόσος παρατηρείται τη θερμή εποχή του έτους ως τις αρχές του φθινοπώρου. Η νόσος παίρνει διαστάσεις επιζωοτίας ή υπερενζωοτίας τα έτη που συνδυάζουν υψηλούς δείκτες βροχοπτώσεων με υψηλές θερμοκρασίες.
Παρατηρούνται υψηλός πυρετός, κατάπτωση, ανορεξία, σιελόρροια, ρινικό έκκριμα, οίδημα χειλιών, γλώσσας, προσώπου, υπογνάθιας χώρας, υπεραιμικός στοματικός βλεννογόνος, διαβρώσεις στα ούλα, παχύ ρινικό έκκριμα.
Σε προχωρημένες καταστάσεις είναι δυνατόν να παρατηρηθούν οφθαλμικό έκκριμα-πνευμονικό οίδημα και πνευμονία-διάρροια-μυϊκές βλάβες-ποδοδερματίτιδα που προκαλεί χωλότητα. Το ποσοστό θνησιμότητας κυμαίνεται από 1% ως 90%. Παρατηρούνται αποβολές στα κυοφορούντα ζώα. Στα αρσενικά ζώα εντοπίστηκε η παρουσία του ιού στο σπέρμα.
Παθολογοανατομικές αλλοιώσεις αποτελούν η υπεραιμία στο στομάχι και στο έντερο, η κυάνωση, το οίδημα και η διάβρωση στο βλεννογόνο του στόματος. Σε περιπτώσεις που οι αλλοιώσεις έχουν υποχωρήσει, απαιτείται διαφορική διάγνωση από την ποδοδερματίτιδα, ιδιαίτερα σε περίπτωση αιμορραγίας στο περιόπλιο. Η εργαστηριακή διάγνωση μπορεί να γίνει με απομόνωση του ιού από αίμα ή σπλήνα ζώου. Επειδή η απομόνωση είναι σχετικά δύσκολη, πολλές φορές χρειάζονται και ορολογικές εξετάσεις. Πρέπει να γίνεται πάντα επιβεβαίωση των αποτελεσμάτων με μοριακές τεχνικές. Στο pdf που ακολουθεί δίνονται αναλυτικές πληροφορίες για τον Καταρροϊκό πυρετό.Καταρροϊκός πυρετός αιγοπροβάτων.
Βιβλιογραφία
- ↑ Γεωπονικό πανεπιστήμιο Αθηνών, Τμήμα Ζωικής Παραγωγής, Εργαστήριο ανατομίας και φυσιολογίας αγροτικών ζώων, 2008 "Καταρροϊκός πυρετός προβάτων (Νόσος bluetongue)"
Πυρετός Q αιγοπροβάτων
Όπως αναφέρεται και στα βοοειδή ο πυρετός Q [1] οφείλεται σε μία ρικέττσια, την Coxiella burnetii. Η νόσος εντοπίζεται συνήθως σε μέρη όπου εκτρέφονται αγελάδες και αιγοπρόβατα. Πρόκειται για ενδοκυτταρικό, gram-αρνητικό βακτήριο, ανθεκτικό στο εξωτερικό περιβάλλον όπου μπορεί να επιβιώσει για εβδομάδες ή και χρόνια. Στο γάλα, η Coxiella καταστρέφεται μόνο μετά από υψηλή παστερίωση (73oC για 15"). Η νόσος στα κατοικίδια ζώα είναι συνήθως υποκλινική μπορεί όμως να προκαλέσει ανορεξία και αποβολή στο πρόβατο και την αίγα.
Τα μέτρα ελέγχου που θα πρέπει να λαμβάνονται σε μολυσμένες εκτροφές προκειμένου να περιοριστεί η διασπορά του μικροβίου είναι ο διαχωρισμός των εγκύων (ετοιμόγεννων) ζώων, το κάψιμο ή ο ενταφιασμός των εμβρυικών υμένων.
Σε ό,τι αφορά τα μέτρα πρόληψης αυτά θα πρέπει να περιλαμβάνουν:
- Ενημέρωση της κοινής γνώμης και ιδιαίτερα των ατόμων που ανήκουν στις ομάδες υψηλού κινδύνου σχετικά με τις πηγές μόλυνσης.
- Διατήρηση των εκτροφών μακρυά από αστικές περιοχές. Περιοδικός έλεγχος των ζώων.
- Καραντίνα των νεοεισαγόμενων, σε μία εκτροφή, ζώων.
- Απομόνωση των ζώων που πρόκειται να γεννήσουν σε κλειστό κατά προτίμηση χώρο, κατάλληλη διαχείριση των εμβρυϊκών υμένων, της στρωμνής και λοιπών υλικών καθώς και των αποβαλόμενων εμβρύων (υγειονομική ταφή, κάψιμο), απολυμάνσεις των χώρων.
- Περιορισμός των νεογέννητων με τις μητέρες τους για 14 τουλάχιστον μέρες μετά τη γέννηση.
- Συχνές απολυμάνσεις των σταυλικών εγκαταστάσεων και του εξοπλισμού.
- Το προσωπικό που κουρεύει τα πρόβατα θα πρέπει να φορά προστατευτικές μάσκες, το δε μαλλί να διατηρείται σε κλειστό χώρο μέχρι τη συλλογή του.
- Μετά το κούρεμα τα ζώα να υποβάλλονται σε αντιπαρασιτικό λουτρό για προστασία από τα εκτοπαράσιτα.
- Αυστηρή τήρηση των κανόνων ατομικής υγιεινής, πλύσιμο των χεριών μετά από τους χειρισμούς στα ζώα.
- Απαγόρευση της κατανάλωσης τροφής, νερού και καπνίσματος κατά τη διάρκεια χειρισμών στα ζώα.
- Παστερίωση του γάλακτος.
Βιβλιογραφία
- ↑ Πυρετός Q αιγοπροβάτων, Τμήμα Ζωοανθρωπονόσων-Διεύθυνση Υγείας των Ζώων, Δρ. Νικολάου Γ. Κωστομητσόπουλου, Κτηνιάτρου
Σπογγώδης εγκεφαλοπάθεια αιγοπροβάτων
Όπως αναφέρθηκε και στα βοοειδή οι περισσότεροι επιστήμονες πιστεύουν ότι η σπογγώδης εγκεφαλοπάθεια [1] οφείλεται σε μια πρωτεΐνη που ονομάζεται prion. (Οι πρωτεΐνες prion είναι πολύ ανθεκτικές στην υπεριώδη και ιονίζουσα ακτινοβολία, στην ξηρή αποστείρωση και στα συνήθη απολυμαντικά μέσα. Θερμοκρασίες μεγαλύτερες των 600oC θεωρούνται ανεπαρκείς για να εξουδετερώσουν πλήρως τη μολυσματική πρωτεΐνη από ιστό εγκεφάλου.) Το πιο κοινό σύμπτωμα είναι η έλλειψη συντονισμού κινήσεων. Η επιβεβαίωση της νόσου και στα αιγοπρόβατα γίνεται με την εξέταση του εγκεφάλου στο μικροσκόπιο μετά το θάνατο του ζώου, ο οποίος έχει σπογγώδη εμφάνιση. Στη μελέτη που ακολουθεί με τίτλο "Τρομώδης νόσος", γίνεται εκτενής αναφορά των συμπτωμάτων και χαρακτηριστικών της τρομώδους νόσου των αιγοπροβάτων (νόσος που ανήκει στην ομάδα της σπογγώδους εγκεφαλοπάθειας). Τρομώδης νόσος.
Πρόκειται για μία θανατηφόρο, νευροεκφυλιστική νόσο του κεντρικού νευρικού συστήματος, που προσβάλλει πρόβατα και αίγες. Η νόσος αυτή έχει γενετική βάση, αλλά ταυτόχρονα αποτελεί και μεταδοτικό νόσημα, αφού προϋπόθεση για να νοσήσει ένα ζώο είναι να έρθει σε επαφή με τον παθογόνο παράγοντα.
Η κλασική τρομώδης νόσος είναι νόσημα με παγκόσμια εξάπλωση. Έχει διαγνωσθεί σε χώρες της Ευρώπης, της Βορείου και Νοτίου Αμερικής, της Αφρικής καθώς και της Μέσης και της Άπω Ανατολής. Σήμερα, οι μόνες χώρες που επισήμως θεωρούνται απαλλαγμένες είναι η Αυστραλία και η Νέα Ζηλανδία, που εκρίζωσαν το νόσημα μετά τις επιδημίες του 1952 και του 1954 και έκτοτε εφαρμόζουν αυστηρά μέτρα ελέγχου κατά την εισαγωγή ζώων.
Αν και η συχνότητα εμφάνισης της τρομώδους νόσου είναι χαμηλή, το νόσημα είναι δύσκολο να εκριζωθεί. Οι τρόποι μετάδοσης του νοσήματος, παρόλο που δεν έχουν αποσαφηνιστεί πλήρως, φαίνεται να συντελούν στο γεγονός αυτό. Η πεπτική οδός αποτελεί τη φυσική οδό μόλυνσης. Άλλοι πιθανοί τρόποι μετάδοσης, σε φυσιολογικές συνθήκες, μπορεί να σχετίζονται με τη δημιουργία εκδορών ή από τον επιπεφυκότα, αφού πειραματικές δοκιμές έδειξαν τη δυνατότητα μόλυνσης στις παραπάνω περιπτώσεις. Σύμφωνα με τα υπάρχοντα στοιχεία, ενδομήτρια μετάδοση ή μετάδοση μέσω της εμβρυϊκής κυκλοφορίας ή του αμνιακού υγρού δεν έχει διαπιστωθεί. Επίσης, οι μολυσμένοι κριοί δεν απεκκρίνουν τη μολυσματική πρωτεΐνη με το σπέρμα. Ο κυριότερος τρόπος μετάδοσης του νοσήματος είναι μέσω του μολυσμένου, από τους πλακούντες και τα εμβρυϊκά υγρά, περιβάλλοντος (βλάστηση, ζωοτροφές, στρωμνή). Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι ο γενότυπος του εμβρύου καθορίζει αν ο πλακούντας και τα εμβρυϊκά υγρά θα αποτελέσουν θέση συγκέντρωσης της μολυσματικής πρωτεΐνης και συνεπώς πηγή μόλυνσης. Αν ο γενότυπος του εμβρύου είναι ανθεκτικός στη νόσο, τότε η PrPsc δεν πολλαπλασιάζεται στον πλακούντα. Όταν ο πλακούντας είναι μολυσμένος, τα νεογέννητα μολύνονται, είτε κατά τη διάρκεια του τοκετού, είτε αργότερα από το μολυσμένο περιβάλλον και τη στενή επαφή με τη μητέρα τους. Επιπλέον, είναι δυνατή η μόλυνση προβάτων άλλων ποιμνίων που βόσκουν στα ίδια βοσκοτόπια με τα μολυσμένα ζώα. Μάλιστα ο παθογόνος παράγοντας επιβιώνει για πολλά χρόνια στο εξωτερικό περιβάλλον, ενώ είναι πολύ δύσκολη η αδρανοποίησή του στους χώρους αυτούς.
Βιβλιογραφία
Ευλογιά αιγοπροβάτων
Πρόκειται για μεταδοτική ιογενή νόσο [1] των προβάτων και αιγών που χαρακτηρίζεται από πυρετό και ευλογιακό εξάνθημα στο δέρμα και τους βλεννογόνους.
Αρχικά (αρχική φάση 1-4 μέρες) παρατηρείται υψηλός πυρετός (40-42oC), γενική κατάπτωση και βλεννοπυώδες ρινικό έκκριμα που αποξεραίνεται στην είσοδο των ρουθουνιών. Στη συνέχεια (φάση εξανθήσεως 8-12 μέρες) παρατηρούνται δερματικές αλλοιώσεις. Η κάθε αλλοίωση είναι σαφώς περιγραμμένη και περνά από τα στάδια της κηλίδας, της βλατίδας, της φυσαλλίδας και της φλύκταινας. Οι φυσαλίδες είναι πολύ μικρές, περιέχουν διαυγές ή θολό υγρό και δεν γίνονται εύκολα αντιληπτές γιατί βρίσκονται βαθιά στο δέρμα. Με την πάροδο του χρόνου (φάση αποξηράνσεως 1-2 εβδομάδες) οι φλύκταινες αποξεραίνονται, οι επιφανειακές στιβάδες του δέρματος νεκρώνονται και με την πτώση τους δημιουργούνται μικρές άτριχες κοιλότητες ή ουλές. Οι δερματικές αλλοιώσεις εντοπίζονται στις παρειές, γύρω από τα μάτια, τα αυτιά και τα ρουθούνια, καθώς και στις περιοχές που δεν έχει τρίχωμα ή μαλλί (περιοχή μαστού, περίνεο, εσωτερική επιφάνεια των άκρων, τράχηλος, στήθος). Κατά την ψηλάφηση οι αλλοιώσεις αυτές γίνονται αντιληπτές ως οζίδια ή αρθροίσματα οζιδίων βαθιά στο δέρμα.
Ως επιπλοκή είναι δυνατόν να παρατηρηθεί ανάπτυξη οζιδίων στους πνεύμονες, στους νεφρούς και σπανιότερα σε άλλα όργανα. Η νόσος είναι πιο βαριά στα πρόβατα, στα οποία το ποσοστό θνησιμότητας κυμαίνεται μεταξύ 5 και 50%, αλλά μπορεί να φθάσει μέχρι 80%.
Για περισσότερες λεπτομέρειες σχετικά με τη νόσο της ευλογιάς αλλά και τα μέτρα πρόληψης και αντιμετώπισής της, ακολουθήστε τον παρακάτω σύνδεσμο. Η νόσος της ευλογιάς των αιγοπροβάτων