Κονικλοειδή
Το κουνέλι (αρχαία κόνικλος) είναι μικρό θηλαστικό της οικογένειας των λαγοειδών (Leporidae), που ζει σε πολλά σημεία του κόσμου. Υπάρχουν επτά διαφορετικά γένη στην οικογένεια στα οποία ταξινομούνται τα κουνέλια, συμπεριλαμβανομένου του Ευρωπαϊκού Λαγού (αγριοκούνελο-Oryctolagus cuniculus), του Συλβίλαγου (γένος Sylvilagus 13 είδη), και του Λαγού Amami (Pentalagus furnessi, ένα είδος υπό εξαφάνιση στο Amami Oshima, Ιαπωνία). Υπάρχουν πολλά ακόμα είδη κουνελιών, τα οποία, μαζί με το Συλβίλαγο, το πίκα (pika, λαγόμορφο θηλαστικό της Ασίας) και το λαγό σχηματίζουν την τάξη Lagomorpha.
Γενικά, τα κουνέλια ζουν για περίπου 4-10 έτη. Έχουν μήκος σώματος από 40-50 εκατ. του μέτρου, κοντή ουρά, τρίχες δέρματος παχιές με διάφορα χρώματα, που ποικίλουν ανάλογα με τη φυλή, αυτιά μακρυά και πόδια με νύχια.
Το οικιακό κουνέλι προέρχεται από το άγριο κουνέλι που συνήθισε να εκτρέφεται και σε κλειστό χώρο, τα κονικλοτροφεία.
Βασίλειο | Animalia (Ζώα) |
Συνομοταξία | Chordata (Χορδωτά) |
Ομοταξία | Mammalia (Θηλαστικά) |
Τάξη | Lagomorpha (Λαγόμορφα) |
Υποοικογένεια | Leporinae |
Οικογένεια | Leporidae |
Γένος | Oryctolagus |
Είδος | Oryctolagus cuniculus |
Φυλές κουνελιών
Όλες οι φυλές προήλθαν από το άγριο κουνέλι μέσω των γονιδιακών μεταλλάξεων και της συνακόλουθης φυσικής επιλογής στο διάβα χιλιετηρίδων αλλά και μέσω των προγραμματισμένων συζεύξεων και διασταυρώσεων που πραγματοποίησε ο άνθρωπος με εργαλείο την γενετική και ζωοτεχνική επιστήμη. Όλη αυτή η διαδικασία της μετεξέλιξης ξεκίνησε με τέσσερις αρχικά φυλές για να φθάσει στις μέρες μας στη δημιουργία περισσότερων των εκατό φυλών, από τις οποίες έχουν αναγνωριστεί περίπου πενήντα φυλές.
Οι φυλές [1] του κουνελιού κατατάσσονται κυρίως με βάση την παραγωγική κατεύθυνση, αλλά και με κριτήρια το μήκος της τρίχας και το σωματικό βάρος (σωματική διάπλαση).
Οι φυλές των κουνελιών διακρίνονται στις μεγαλόσωμες που χαρακτηρίζονται από το ογκώδες και βαρύ σώμα τους, το οποίο πολλές φορές υπερβαίνει τα 8 Kg. Οι κύριοι εκπρόσωποι αυτής της ομάδας είναι ο Γίγαντας της Φλάνδρας, ο Λευκός γίγας του Μπουσκά, το Κριάρι της Γαλλίας καθώς και η Μεγάλη πεταλούδα της Γαλλίας. Επιπλέον υπάρχουν οι φυλές μέσου σωματικού μεγέθους που παρουσιάζουν σώμα μέσου μεγέθους, το οποίο πλησιάζει τα 3-5 Kg. Οι κυριότεροι εκπρόσωποι αυτής της ομάδας είναι η φυλή της Νέας Ζηλανδίας, η φυλή της Καλιφόρνιας, η Πυρόξανθη της Βουργουνδίας καθώς και η Αργυρόχρωμη της Καμπανίας. Μία ακόμη ομάδα είναι οι φυλές μικρού μεγέθους ή αλλιώς Μικρόσωμες. Στην κατηγορία αυτή υπάγονται οι φυλές κουνελιών με σωματικό όγκο ενηλίκου μικρότερο των 3Kg. Εκπρόσωποι της ομάδας αυτής είναι η Ρώσικη φυλή, η Ολλανδική φυλή και η φυλή Τσιντσιλά. Τέλος υπάρχουν τα υβρίδια τα οποία στη συστηματική κονικλοτροφία δεν είναι πολύ διαδεδομένα και χρησιμοποιούνται μόνο σε ορισμένες χώρες της Ευρώπης, όπως Γαλλία, Αγγλία, Βέλγιο, Ολλανδία κ.α., σε πολύ μικρό αριθμό εκμεταλλεύσεων.
Μορφολογικά χαρακτηριστικά κουνελιών
Τα μακριά αυτιά του κουνελιού, τα οποία μπορεί να ξεπερνούν τα 10 εκ. σε μήκος, είναι πιθανόν προσαρμοσμένα για να ανιχνεύουν θηρευτές. Έχουν μεγάλα δυνατά πίσω πόδια. Τα δύο μπροστινά πόδια έχουν 5 δάκτυλα, με το επιπλέον να ονομάζεται dewclaw. Τα πίσω πόδια έχουν 4 δάκτυλα. Είναι ζώα πελματοβάμονα όσο αναπαύονται, ωστόσο, μετακινούνται στα δάχτυλά τους όταν τρέχουν, ακολουθώντας μια πιο δακτυλοβάμονα μορφή. Τα άγρια κουνέλια δεν διαφέρουν πολύ στις σωματικές τους αναλογίες ή τη στάση τους με γεμάτα, ωοειδή σώματα. Το μέγεθός τους κυμαίνεται μεταξύ 20εκ. και 50εκ. σε μήκος και 0,4 κ. και 2 κ. σε βάρος. Η γούνα είναι συνήθως μακριά και απαλή, με χρώματα που ποικίλουν μεταξύ των τόνων του καφέ, γκρι και ωχροκίτρινο. Η ουρά μοιάζει με ένα μικρό λοφίο από καφετιά γούνα (λευκή στην κορυφή για τα "cottontails".
Αναπαραγωγή κουνελιών
Για να προγραμματίσουμε τη συστηματική εκτροφή του κουνελιού προς τη σωστή κατεύθυνση ώστε η εκμετάλλευσή του να ειναι επικερδής θα πρέπει να γνωρίζουμε τον αναπαραγωγικό του κύκλο[2], ο οποίος παρουσιάζει μερικές ιδιαιτερότητες. Πρέπει επίσης να γνωρίζουμε τη φυσιολογία της αναπαραγωγής στα θηλυκά κουνέλια και πώς ενεργούμε σε κάθε περίπτωση, θέματα που αναλύονται παρακάτω.
Στα κουνέλια, όπως και σε όλα τα ζώα, οι επιβάσεις γίνονται όταν ωριμάσουν σεξουαλικά και βρίσκονται σε οργασμό. Σε μια συστηματική εκτροφή όμως επειδή επιζητούμε να πάρουμε το μεγαλύτερο αριθμό κουνελιών με την καλύτερη ποιότητα πρέπει να γνωρίζουμε σε ποια ηλικία θα πρωτοβάλουμε τα ζώα σε αναπαραγωγή. Εάν καθυστερήσουμε, τα θηλυκά θα παρουσιάσουν μειωμένο οργασμό και στα αρσενικά η γενετήσια ορμή θα είναι μειωμένη. Ζώα που γεννούν σε μικρότερη ηλικία από ότι πρέπει να παράγουν ένα με δύο κουνελάκια νεκρά ή αδύνατα, με μικρές πιθανότητες επιβίωσης.
Το αρσενικό κουνέλι, παρά το ότι μπορεί να κάνει επιβάσεις από μικρότερη ηλικία, θα πρέπει να το χρησιμοποιούμε από την ηλικία των 51/2 ή 6 μηνών και να είναι σε καλή σωματική κατάσταση, σφριγηλό και ανθεκτικό. Στις γιγαντόσωμες φυλές η αναπαραγωγική δραστηριότητα αρχίζει σε μεγαλύτερη ηλικία (8-10 μηνών). Στις πρώτες επιβάσεις του νεαρού κούνελου δεν του παίρνουμε πρωτάρες κουνέλες αλλά πιο ηλικιωμένες. Η επίβαση γίνεται πολύ γρήγορα και διαρκεί μέχρι ένα λεπτό. Μετά την επίβαση αφήνουμε τον κούνελο να ξεκουραστεί. Για να πετύχουμε καλά αποτελέσματα πρέπει να αφήνουμε τον κούνελο να κάνει μόνο μία επίβαση την ημέρα και μόνο 4 επιβάσεις την εβδομάδα.
Ασθένειες κουνελιών
Τα κουνέλια επειδή αρρωσταίνουν πιο εύκολα σε σχέση με τα υπόλοιπα ζώα και γενικά είναι πιο ευαίσθητα, πρέπει από οποιαδήποτε ασθένεια και αν προσβληθούν να αντιμετωπιστεί έγκαιρα.
Αν μια ασθένεια στο κουνέλι υπάρχει αρκετό διάστημα και δεν εντοπιστεί γρήγορα, οι πιθανότητες επιβίωσης του ζώου είναι δυστυχώς ελάχιστες. Μερικές γνωστές και σοβαρές ασθένειες των κουνελιών είναι: ο πυρετός των κουνελιών [3], η φυματίωση, η διάρροια [4], τα προβλήματα με τα δόντια, η κόρυζα, η ψώρα των αυτιών [5] καθώς και η ψώρα κεφαλής και σώματος, η σιελόρροια, η κενούρωση, η πνευμονία, η σύφιλη κ.ά.
Το κρέας του κουνελιού και η διατροφική του αξία
Το κρέας του κουνελιού είναι το πιο πλούσιο σε πρωτεΐνες καί το πιο φτωχό σε θερμίδες σε σύγκριση με τα υπόλοιπα κρέατα. Το κρέας του είναι τρυφερό, εύπεπτο καί μοιάζει με του κοτόπουλου περιέχοντας ωστόσο πολύ λιγότερο λίπος. Το κρέας [6] του κουνελιού εμφανίζει την υψηλότερη περιεκτικότητα σε πρωτείνες καί τη χαμηλότερη σε λίπος.
Ιδιαίτερο διαιτιτκό ενδιαφέρον παρουσιάζει στο κουνελίσιο κρέας η χαμηλή περιεκτικότητα σε λιπίδια σε συγκριση με τα υπόλοιπα είδη. Παρόλο τη χαμηλή περιεκτικότητα σε λίπος, χαρακτηρηστική είναι η μεγάλη περιεκτικότητα των λιπιδίων σε λινολεϊκό καί λινολενικό οξύ. Τα παραπάνω δύο λιπαρά οξέα δεν παράγονται από τον ανθρώπινο οργανισμό αλλά πρέπει να τα παραλάβει από την τροφή καί έπομένως εντάσονται στα απαραιτήτα λιπαρά οξέα για τον ανθρώπινο. Τα δύο αυτά λιπαρά οξέα αποτελούν πρόδρομες ουσίες για τον σχηματισμό πολυακόρεστων λιπαρών όπως το αραχιδονικό οξύ.
Πληροφοριακά στοιχεία
Σχετικές σελίδες
- Εκτροφή κονικλοειδών
- Εγκαταστάσεις κονίκλων
- Φυλές κουνελιών
- Αναπαραγωγή κονικλοειδών
- Ασθένειες κουνελιών
- Η διατροφική αξία του κρέατος των πουλερικών
- Διατροφική αξία κρέατος κουνελιού
- Υγιεινή των αγροτικών ζώων
- Διαγνωστική και ορισμοί της παθολογίας των αγροτικών ζώων
Βιβλιογραφία
- ↑ 1,0 1,1 "Παράγοντες που επηρεάζουν την ποιότητα κρέατος κονίκλων", Μεταπτυχιακή διατριβή του Καλπακίδη Ρηγόπουλου Σταύρου, Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Τμήμα Επιστήμης Ζωικής Παραγωγής και Υδατοκαλλιεργειών, Εργαστήριο Γενικής και Ειδικής Ζωοτεχνίας, Αθήνα 2011.
- ↑ "Κοντά στους κτηνοτρόφους μας. Κύκλος αναπαραγωγής του κουνελιού", Κώστας Χριστοφίδης, Ανώτερος Κτηνοτροφικός Λειτουργός στο Τμήμα Γεωργίας.
- ↑ Ασθένειες κουνελιών
- ↑ Ασθένειες κουνελιών
- ↑ Ασθένειες κουνελιών
- ↑ Τα οφέλη του κρέατος του κουνελιού
- ↑ Κουνέλι