Φασολιά
Περιεχόμενα
Γενικά στοιχεία
Ο ελληνικός λαός αποκαλούσε το φασόλι «κρέας του φτωχού» και καθιέρωσε την φασολάδα ως «εθνικό φαγητό» χάρη στην μεγάλη αξία των ξερών φασολιών ως βασική τροφή. Τα φασόλια είναι πλούσια τροφή σε λευκώματα. Η πρωτεΐνη τους αντιπροσωπεύεται από την φασεολίνη, η οποία περιέχει όλα τα βασικά αμινοξέα που δεν μπορούν να βιοσυντεθούν στον ανθρώπινο οργανισμό. Είναι ένα βιολογικά πλήρες λεύκωμα και σε παραπλήσια εκατοστιαία αναλογία με την πρωτεΐνη του κρέατος. Έτσι ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα ο χαρακτηρισμός «κρέας των φτωχών» που έχει δοθεί στην φασολάδα. Ακόμη οι υδατάνθρακες αντιπροσωπεύονται από το άμυλο και τις πεντόζες. Το δε λίπος είναι πλούσιο σε λεκιθίνη και φωσφατίδια. Όμως, παρά την υψηλή θρεπτική τους αξία παλαιότερα είχε παρατηρηθεί μια μείωση της κατανάλωσής τους. Η κύρια αιτία της μείωσης αυτής ήταν η αύξηση του βιοτικού επιπέδου που επέτρεψε την χρησιμοποίηση πρωτεϊνών ζωικής προέλευσης σε βάρος των φυτικών. Βέβαια τα τελευταία χρόνια βλέπουμε πως υπάρχει σταδιακά και πάλι μια αύξηση στην κατανάλωσή τους. Σε αυτό συνετέλεσε η στροφή της σύγχρονης κοινωνίας στην μεσογειακή διατροφή και στην κατανόηση της σημασίας που έχουν τα όσπρια στην δίαιτα και στη διατήρηση της καλής υγείας του ανθρώπου. Τα φασόλια έλκουν την καταγωγή τους από την Κεντρική Αμερική και συγκεκριμένα από το νότιο Μεξικό. Σύμφωνα με μελέτες ραδιενεργού άνθρακα το Phaseolus coccineus εξημερώθηκε στο Μεξικό περί το 2.000 π.Χ. Στην Ευρώπη πιστεύεται ότι μεταφέρθηκαν στα μέσα του 16ου αιώνα αρχικά στην Αγγλία, ενώ στην Ελλάδα στο τέλος του ίδιου αιώνα. Αρχικά η εμφάνιση έγινε γύρω από τα πεδινά αστικά κέντρα, η φυσιολογία όμως της καλλιέργειας γρήγορα την αποκέντρωσε σε ορεινές περιοχές όπου και εγκαταστάθηκε.[1]
Βοτανικά χαρακτηριστικά
Το ριζικό σύστημα της φασολιάς είναι αρκετά αναπτυγμένο. Αποτελείται από μια ασθενική κύρια ρίζα και πολυάριθμες δευτερεύουσες. Οι δευτερεύουσες ρίζες είναι ρωμαλεότερης αναπτύξεως και υποκαθιστούν πλήρως την κύρια ρίζα. Όταν το έδαφος είναι απαλό, ζεστό και διαπερατό οι ρίζες του φασολιού φθάνουν σε βάθος μέχρι και 1m. Πολύ συχνά στις ρίζες του φασολιού απαντώνται και φυμάτια που έχουν προκληθεί από αζωτοβακτήρια του γένους Rhizobium. Οι ποικιλίες της φασολιάς διακρίνονται σε νάνες και αναρριχώμενες ανάλογα με την ανάπτυξή τους. Στις νάνες ποικιλίες οι βλαστοί είναι ποώδεις και ισχυρώς διακλαδιζόμενοι. Η επιμήκυνση του βλαστού σταματάει με τον σχηματισμό της κορυφαίας ανθοταξίας. Στις αναρριχώμενες ποικιλίες ο βλαστός είναι λεπτότερος και σπάνια διακλαδίζεται. Η αύξηση του βλαστού που φθάνει μέχρι και τρία μέτρα συνεχίζεται παράλληλα με την άνθηση του φυτού. Τα φύλλα του φασολιού είναι σύνθετα αποτελούμενα από τρία ραβδοειδώς ωοειδή, ακέραια και οξύληκτα φυλλάρια. Τόσο τα φύλλα όσο και οι βλαστοί είναι χνουδωτά. Τα άνθη του φασολιού είναι μικρά και φέρονται σε μασχαλιαίες ανθοταξίες ανά δύο έως έξι, στην άκρη ενός ανθικού άξονα που είναι βραχύτερος από τον μίσχο του αντίστοιχου. Το χρώμα των ανθέων είναι λευκό, υποκίτρινο, ή κόκκινο. Κατά την άνθηση οι βότρεις των ανθοταξιών και τα άνθη στους βότρεις ανθίζουν από κάτω προς τα επάνω. Η άνθηση γίνεται κατά προτίμηση τις πρωινές και τις πρώτες προμεσημβρινές ώρες. Για κάθε βότρυ η άνθηση διαρκεί μέχρι και δύο εβδομάδες. Για την επιτυχία της άνθησης και της καρποφορίας το φασόλι χρειάζεται εκτός των άλλων δροσερό μέχρι και μετρίως υγρό περιβάλλον. Άριστες θερμοκρασίες για την άνθηση της φασολιάς είναι από 12-25oC, χωρίς οι θερμοκρασίες της νύχτας και της ημέρας να ξεπερνούν τους 15 και 32 oC αντίστοιχα. Θερμοκρασίες ανώτερες από 27-30oC ευνοούν την ανθόπτωση. Ο καρπός της φασολιάς είναι λοβός που περικλείει τέσσερις έως εννέα σπόρους. Στις περισσότερες όμως ποικιλίες περικλείει πέντε σπόρους. Οι λοβοί είναι περγαμηνοειδής και ένα μεγάλο ποσοστό ανοίγει κατά την ωρίμανση στις ραφές τους. Οι σπόροι έχουν σχήμα νεφροειδές, ελαφρώς πεπλατυσμένο. Η επιφάνειά τους είναι λεία με χρώμα λευκό. Το δε βάρος των 1000gr, αντιστοιχεί σε ποσότητα 400-500 σπόρων στις μεγαλόσπερμες ποικιλίες, ενώ 800-900 σπόρων στις μικρόσπερμες ποικιλίες.[1]
Κλιματικές συνθήκες
Η φασολιά ευδοκιμεί σε θερμές περιόδους του έτους και δεν αντέχει στον παγετό. θερμοκρασίες κάτω από 15oC και πάνω από 30oC είναι βλαβερές για το φυτό. Πάντως, ο μικρός βιολογικός της κύκλος επιτρέπει την καλλιέργειά της ακόμη και σε περιοχές των εύκρατων ζωνών με μικρή βλαστική περίοδο. Κατά τη σπορά, οι θερμοκρασίες εδάφους σε βάθος 5cm περίπου, πρέπει να είναι 15-30oC με άριστη τους 26-27oC. Στους 15oC ο σπόρος φυτρώνει σε 16 ημέρες, στους 25oC φυτρώνει σε 6 ημέρες (αλλά μόνο σε ποσοστό 50% περίπου), ενώ σε θερμοκρασίες άνω των 35oC και κάτω των 10-12oC το φύτρωμα των σπόρων των περισσότερων ποικιλιών είναι αδύνατο. Οι άριστες θερμοκρασίες αέρα για ανάπτυξη του φυτού είναι 21-26oC. Η καρπόδεση είναι αδύνατη σε θερμοκρασίες κάτω από 10oC και άνω των 32-33oC. Ο συνδυασμός υψηλής θερμοκρασίας και χαμηλής σχετικής υγρασίας αέρα προκαλεί ανθόρροια (πτώση των ανθών). Πολύ υψηλές θερμοκρασίες, ιδιαίτερα σε συνδυασμό με έλλειψη υγρασίας στο έδαφος, μπορεί να προκαλέσουν ατελή γονιμοποίηση με αποτέλεσμα φτωχή ανάπτυξη των σπόρων και παραμορφωμένους λοβούς. Οι χαμηλές θερμοκρασίες κατά την περίοδο ωρίμανση των λοβών το φθινόπωρο, μπορεί να εμποδίσουν την κανονική ανάπτυξη των σπόρων, με αποτέλεσμα κενούς λοβούς ακατάλληλους για βιομηχανική επεξεργασία. Μεγάλη σχετική υγρασία και βροχερός καιρός μπορεί να προκαλέσουν ανθόρροια. Οι ποικιλίες διαφέρουν ως προς την ευπάθειά τους σε ακραίες συνθήκες του περιβάλλοντος.[2]
Εδαφικές συνθήκες
Τα καλύτερα εδάφη για την ανάπτυξή του είναι τα καλά στραγγιζόμενα, ελαφριά, σκοτεινά καφέ και μαύρα που έχουν υψηλό ποσοστό οργανικής ουσίας, ενώ δεν ανέχεται τα αλκαλικά και αλατούχα εδάφη. Σε γενικές γραμμές, ελαφρά εδάφη, που στραγγίζουν και θερμαίνονται νωρίς την άνοιξη, είναι κατάλληλα για πρώιμη σπορά. Αμμώδη ως και αργιλλοπηλώδη και οργανικά εδάφη μπορεί να χρησιμοποιηθούν για την καλλιέργεια της φασολιάς, στα βαριά όμως δε λαμβάνονται υψηλές αποδόσεις. Φτωχή στράγγιση μπορεί να προκαλέσει σήψη της ρίζας. Το φυτό προτιμά ελαφρώς όξινα εδάφη (pH 5,5-6,5) αλλά αναπτύσσεται ικανοποιητικά και σε pH 5,5-7,0. Σε αλκαλικά όμως εδάφη, στα οποία μπορεί να παρατηρηθεί έλλειψη μαγγανίου (Mn), δεν ευδοκιμεί.[2]
Πολλαπλασιασμός
Ο πολλαπλασιασμός της φασολιάς γίνεται με απευθείας σπορά στο χωράφι. Η προετοιμασία φυτών σε σπορείο και εν συνεχεία η μεταφύτευσή τους στο χωράφι βρίσκει περιορισμένη πρακτική εφαρμογή, γιατί η προετοιμασία μεγάλου αριθμού φυτών που απαιτούνται στην περίπτωση της φασολιάς είναι κοπιαστική και το κόστος είναι υψηλό. Με την απευθείας σπορά, η βλάστηση, ανάπτυξη και καρποφορία γίνονται σε σύντομα χρονικά διαστήματα, υπό την προϋπόθεση βέβαια ότι η θερμοκρασία εδάφους και ατμόσφαιρας κατά και μετά την απευθείας σπορά, είναι σε κατάλληλα επίπεδα.[3]
Ποικιλίες
Υπάρχει μεγάλος αριθμός ποικιλιών φασολιού που κατατάσσονται σε ομάδες ανάλογα με τον τύπο βλαστικής ανάπτυξης, τα χαρακτηριστικά του λοβού και του σπόρου, καθώς και τον τρόπο κατανάλωσης. Η βιομηχανία κατάψυξης προτιμά ποικιλίες νάνες με πράσινο ελλειπτικό ή στρογγυλής διατομής λοβό, χωρίς ίνες. Για κονσερβοποίηση, προτιμούνται ποικιλίες με λευκούς ή ανοιχτόχρωμους σπόρους, γιατί το επεξεργασμένο προϊόν έχει ελκυστικό χρώμα και επιπλέον, γιατί δε χρωματίζεται η υγρή φάση στην κονσέρβα από τις χρωστικές ουσίες των έγχρωμων σπόρων. Οι ποικιλίες φασολιάς που καλλιεργούνται για τους ξηρούς σπόρους είναι νάνες ή αναρριχώμενες με σπόρους που ποικίλλουν σε μέγεθος και χρώμα. Στην Ελλάδα καλλιεργούνται και ποικιλίες Phaseolus coccineus που είναι αναρριχώμενες και παράγουν σπόρους λευκούς, μεγάλου μεγέθους (γίγαντες, ελέφαντες) που καταναλώνονται ξηροί. Όσον αφορά τις ποικιλίες που καλλιεργούνται για νωπό φασόλι (φασολάκι) στην Ελλάδα, χρησιμοποιούνται αρκετοί γενότυποι που εισάγονται από το εξωτερικό και καλλιεργούνται κυρίως για τη βιομηχανία. Όμως, σε αρκετά μεγάλη κλίμακα, καλλιεργούνται για την αγορά νωπής κατανάλωσης και τοπικές παραδοσιακές ποικιλίες, όπως τα μπαρμπούνια (νάνα και αναρριχώμενα), τα καναρίνια (αναρριχώμενα), οι αισέδες κλπ.[2]. Οι βασικότερες ποικιλίες αναρριχώμενης και νανοφυούς φασολιάς παρατίθονται στον παρακάτω σύνδεσμο:
Ασθένειες
Η φασολιά προσβάλλεται από πολλές ασθένειες, που σαν αποτέλεσμα έχουν την ποιοτική και ποσοτική υποβάθμιση του προϊόντος. Κυριότερες και σοβαρότερες ασθένειες της φασολιάς στη χώρα μας είναι η ανθράκωση, η αλτενάρια, η βακτηριακή κηλίδωση και η σκωρίαση. Όλες οι ασθένειες και οι τρόποι καταπολέμησής τους αναγράφονται λεπτομερώς στον παρακάτω σύνδεσμο:
Εχθροί
Η φασολιά, όπως και σχεδόν όλα τα ψυχανθή προσβάλλονται από διάφορους εχθρούς που προκαλούν σοβαρά προβλήματα κατά τη διάρκεια της καλλιέργειας, αλλά και κατά την αποθήκευση αυτών αμέσως μετά τη συγκομιδή τους από το χωράφι. Ο σημαντικότερος εχθρός της φασολιάς είναι ο βρούχος, το οποίο είναι ένα έντομο που καταστρέφει τα αποθηκευμένα φασόλια (και γενικά όλα τα όσπρια), τρώγοντας μέσα στο σπόρο. Υπάρχουν διάφορα είδη βρούχων. Τα περισσότερα έχουν μόνο μία γενιά το χρόνο. Ο βρούχος των φασολιών έχει 3-7 γενεές. Το τέλειο έντομο παραμένει μέσα στο σπόρο κατά την αποθήκευσή του. Μετά τη φύτευση του σπόρου και όταν αυτός βραχεί και μαλακώσει το περίβλημά του, ο βρούχος βγαίνει προς τα έξω και κρύβεται σε διάφορα μέρη του φυτού. Όταν η θερμοκρασία ανέβει, περίπου πάνω από 15oC, ζευγαρώνει και γεννά τα αυγά του στα πράσινα τρυφερά θυλάκια και μπαίνουν μέσα στους νέους σπόρους. Λεπτομέρειες για το έντομο αυτό, τη δράση του, το πως αντιμετωπίζεται, καθώς και οι σημαντικότεροι εντομολογικοί εχθροί της φασολιάς, παρατίθενται στον παρακάτω σύνδεσμο.
Πληροφοριακά στοιχεία
Ευδοκιμεί στις περιοχές
|
Σχετικές σελίδες
Βιβλιογραφία
- ↑ 1,0 1,1 Η καλλιέργεια του φασολιού στο νομό Καστοριάς, πτυχιακή μελέτη της φοιτήτριας Αλεξιάδου Αλεξάνδρας, Θεσσαλονίκη 2010.
- ↑ 2,0 2,1 2,2 2,3 Καλλιέργεια φασολιάς.
- ↑ Η τεχνική της καλλιέργειας των κηπευτικών στα θερμοκήπια, του Χρήστου Ολύμπιου, Καθηγητή Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών, Αθήνα 2001.
- ↑ Ποικιλίες φασολιάς.
- ↑ 5,0 5,1 Εχθροί και ασθένειες ψυχανθών.