Καλλιέργεια σόγιας

Από GAIApedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση
Καλλιέργεια σόγιας

Προσπάθειες για την καλλιέργεια [1] της σόγιας στη χώρα μας άρχισαν από το 1930, χωρίς όμως επιτυχία. Νέο ενδιαφέρον εκδηλώθηκε κατά το 1987 μετά από επιδότηση της καλλιέργειας από την Ευρωπαϊκή Ένωση με σκοπό να αυξηθεί η παραγωγή σόγιας μέσα στην Ένωση και να μειωθούν οι εισαγωγές. Ακολούθησε ανοδική πορεία των καλλιεργούμενων εκτάσεων μέχρι το 1989 (έκταση 76.000 στρ.) και στη συνέχεια σταδιακή μείωση, ώστε τα τελευταία χρόνια να καλλιεργείται μόνο περιστασιακά. Η σόγια καλλιεργήθηκε σε αρδευόμενα χωράφια ως κύρια και ως επίσπορη καλλιέργεια μετά από σιτάρι ή κριθάρι. Οι λόγοι της μη συνέχισης της καλλιέργειας ήταν οικονομικοί. Οι αποδόσεις ήταν μικρότερες από τις αναμενόμενες, οπότε το εισόδημα των παραγωγών παρά τις αυξημένες, λόγω της επιδότησης, τιμές, ήταν μικρότερο σε σύγκριση με το εισόδημα από άλλες ανταγωνιστικές καλλιέργειες (καλαμπόκι, βαμβάκι, ζαχαρότευτλα, βιομηχανική ντομάτα). Οι χαμηλές αποδόσεις αποδόθηκαν στη μη ορθή καλλιεργητική τεχνική (εμβολιασμός, λίπανση, άρδευση κ.ά.) που εφαρμόσθηκε από τους παραγωγούς λόγω του ότι δεν ήταν εξοικειωμένοι με την καλλιέργεια. Η καλλιέργεια της σόγιας όμως δε θα ήταν ανταγωνιστική ακόμη και στην περίπτωση που οι αποδόσεις θα ήταν οι αναμενόμενες.

Προετοιμασία εδάφους για καλλιέργεια σόγιας

Καλλιέργεια σόγιας

Για την καλλιέργεια της σόγιας ακολουθείται η κατεργασία του εδάφους που εφαρμόζεται στις ανοιξιάτικες καλλιέργειες, όπως π.χ. καλαμπόκι. (Πατώντας στον παρακάτω σύνδεσμο υπάρχουν λεπτομέρειες σχετικά με την προετοιμασία εδάφους πριν τη σπορά του αραβόσιτου. Οι καλλιεργητικές εργασίες πριν τη σπορά του αραβόσιτου.) Συνοπτικά περιλαμβάνει φθινοπωρινό όργωμα, καταπολέμηση των ζιζανίων κατά τη διάρκεια του χειμώνα και προετοιμασία της σποροκλίνης για τη σπορά. Ιδιαίτερη φροντίδα πρέπει να καταβάλλεται για δημιουργία καλής και επίπεδης σποροκλίνης. Με κακή προετοιμασία δυσκολεύεται η έξοδος των κοτυληδόνων. Η επιφάνεια του εδάφους πρέπει να είναι καλά ισοπεδωμένη, όχι μόνο για διευκόλυνση του φυτρώματος αλλά και για να είναι δυνατή η μηχανική συγκομιδή των κατώτερων λοβών. Σε ορισμένες περιοχές εφαρμόζονται με επιτυχία και οι τεχνικές της μειωμένης κατεργασίας, αρκεί να ληφθεί μέριμνα για την καλή αντιμετώπιση των ζιζανίων, γιατί η σόγια δεν μπορεί να ανταγωνισθεί μεγάλο πληθυσμό ζιζανίων.

Προκειμένου για επίσπορη καλλιέργεια σόγιας, η σπορά μπορεί να γίνει μετά από κανονική κατεργασία του εδάφους (όργωμα με ενσωμάτωση των υπολειμμάτων της κύριας καλλιέργειας και ψιλοχωματιμσός του εδάφους), η με μειωμένη κατεργασία δηλ. σπορά στην καλαμιά του χειμερινού σιτηρού αφού απομακρυνθεί ή διασκορπιστεί η μάζα του άχυρου που αφήνει η θεριζοαλωνιστική μηχανή. Η καλαμιά των σιτηρών όμως περιέχει φυτοτοξικές ουσίες που επηρεάζουν δυσμενώς την ανάπτυξη των φυτών της σόγιας και χρειάζονται πειράματα αξιολόγησης ποικιλιών για την επιλογή ανθεκτικών τύπων σόγιας.




Αμειψισπορά σόγιας

Καλλιέργεια σόγιας

Η σόγια αν και μπορεί να καλλιεργηθεί για αρκετά χρόνια συνέχεια στον ίδιο αγρό χωρίς σημαντική μείωση των αποδόσεων, επωφελείται από την αμειψισπορά. Επίσης από την αμειψισπορά επωφελούνται και οι καλλιέργειες με τις οποίες εναλλάσσεται. Στη χώρα μας εντάσσεται στο σύστημα αμειψισποράς των αρδευόμενων καλλιεργειών, καθώς για ικανοποιητικές αποδόσεις, το νερό των βροχοπτώσεων δεν είναι αρκετό για να καλύψει τις ανάγκες της. Δεν αναφέρονται περιορισμοί όσον αφορά στο είδος του φυτού που προηγείται ή ακολουθεί την καλλιέργεια της σόγιας. Συνήθως είναι βαμβάκι, καλαμπόκι, ζαχαρότευτλα, σιτάρι. Η σόγια, όταν η απόδοσή της είναι ικανοποιητική, αφαιρεί άζωτο από το έδαφος, γιατί μόνο από την αζωτοδέσμευση δεν μπορεί να καλύψει την ποσότητα αζώτου που απομακρύνεται με το συγκομιζόμενο σπόρο. Με τα υπολείμματά της δε επιστρέφει στο έδαφος μικρή ποσότητα αζώτου. Σχετικά με την επίδραση της σόγιας στην απόδοση των επόμενων καλλιεργειών, τα αποτελέσματα είναι ποικίλα. Ως ευνοϊκές επιδράσεις της καλλιέργειας της σόγιας στην αμειψισπορά, αναφέρονται η βελτίωση της δομής του εδάφους και ο περιορισμός εχθρών και ασθενειών.




Σπορά σόγιας

Εποχή σποράς

Η απόδοση της σόγιας μειώνεται σημαντικά με την καθυστέρηση της σποράς και δεν αναπληρώνεται με την αύξηση της πυκνότητας. Για τις κλιματολογικές συνθήκες της χώρας μας, ανάλογα με την περιοχή, η σπορά μπορεί να κλιμακωθεί από τα μέσα Απριλίου έως τα μέσα Μαΐου όταν πρόκειται για κύρια καλλιέργεια. Σαν επίσπορη καλλιέργεια, σπέρνεται αμέσως μετά τη συγκομιδή της κύριας καλλιέργειας, π.χ. τέλος Μαΐου όταν προηγείται χορτοδοτικό φυτό, αρακάς κ.ά. ή τέλος Ιουνίου-αρχές Ιουλίου μετά από χειμερινό σιτηρό. Η σπορά της σόγιας για βόσκηση ή χλωρό χόρτο μπορεί να γίνει αργότερα, σε σχέση με την καλλιέργεια για παραγωγή σπόρου.

Πυκνότητα σποράς

Σπόροι σόγιας

Οι μέγιστες αποδόσεις λαμβάνονται με πυκνότητα 25.000-40.000 φυτά/στρ., ανάλογα με τη γονιμότητα του εδάφους και την καλλιεργητική τεχνική. Για τη χώρα μας ο κατάλληλος πληθυσμός προσδιορίστηκε στα 30.000-35.000 φυτά/στρ. Μεγαλύτερος πληθυσμός προτιμάται στη μηχανοποιημένη καλλιέργεια, γιατί τα φυτά στις μεγάλες πυκνότητες τείνουν να λαμβάνουν μεγαλύτερο ύψος παράγοντας τους κατώτερους λοβούς σε υψηλότερο σημείο από το έδαφος, μειώνοντας έτσι τις απώλειες της μηχανικής συγκομιδής. Οι ποικιλίες που έχουν την τάση να πλαγιάζουν ή να διακλαδίζονται άφθονα, δίνουν μεγαλύτερες αποδόσεις σε αραιότερους πληθυσμούς, ενώ οι ποικιλίες που δεν πλαγιάζουν ή δεν διακλαδίζονται, δίνουν καλύτερες αποδόσεις σε πυκνότερους πληθυσμούς. Περισσότερο σημαντική είναι η επίδραση της πυκνότητας σε περιοχές με μικρή βλαστική περίοδο, στις οποίες βρέθηκε ότι μεγάλος πληθυσμός φυτών εξασφαλίζει γρήγορη κάλυψη των γραμμών σποράς, μέγιστη είσοδο του φωτός στη φυτοστοιβάδα, υψηλή ταχύτητα ανάπτυξης, αυξημένο αριθμό καρποφόρων κόμβων ανά m2 και μεγαλύτερο δυναμικό παραγωγής. Στις μεγάλες όμως πυκνότητες πρέπει να εξασφαλίζεται η επάρκεια νερού και θρεπτικών στοιχείων στο έδαφος. Ο πληθυσμός των φυτών επηρεάζει την ικανότητα της σόγιας να ανταγωνίζεται τα ζιζάνια, ο τρόπος όμως τοποθέτησης των φυτών δύναται να τροποποιήσει αυτή την επίδραση. Η ποσότητα σπόρου που θα χρησιμοποιηθεί εξαρτάται από το μέγεθος, τη βλαστική του ικανότητα και την ακεραιότητά του. Απαιτούνται περίπου 6-8kg σπόρου/στρ. Μεγαλύτερη ποσότητα σπόρου χρησιμοποιείται σε έδαφος υγρό, με κακή προετοιμασία του εδάφους και ύπαρξη εχθρών και ασθενειών. Ο σπόρος της σόγιας χάνει έυκολα τη βλαστική του ικανότητα, γι' αυτό πρέπει να προτιμάται σπόρος ηλικίας μικρότερης του ενός έτους. Το περισπέρμιο των σπόρων της σόγιας σπάζει εύκολα κατά τη συγκομιδή, εάν δεν έχει γίνει σωστή ρύθμιση της μηχανής και αυτό το σπάσιμο μπορεί να μειώσει τη φυτρωτική ικανότητα κάτω από το 50% και τη βιωσιμότητα των νεαρών φυτών στο 20%.

Η σπορά μπορεί να γίνει με τις σπαρτικές μηχανές των ανοιξιάτικων καλλιεργειών μετά από κατάλληλη ρύθμιση. Σπορά ακριβείας γίνεται με τις πνευματικές σπαρτικές μηχανές. Εάν συγχρόνως με τη σπορά γίνεται και η λίπανση, ο σπόρος δεν πρέπει να έρχεται σε άμεση επαφή με το λίπασμα. Το συνιστώμενο βάθος σποράς είναι 3-5cm και γενικά δεν πρέπει να υπερβαίνει τα 7,5cm. Σε αμμώδη εδάφη ή σε εδάφη που δεν υπάρχει υγρασία στο επιφανειακό στρώμα, ο σπόρος μπορεί να φυτρώσει όταν τοποθετηθεί και σε βάθος 10cm, το φύτρωμα όμως συνήθως δεν είναι ομοιόμορφο.

Περιποιήσεις μετά τη σπορά

Τα νεαρά φυτά της σόγιας, λόγω του επίγειου φυτρώματος, δυσκολεύονται να βγουν από το έδαφος όταν έχει σχηματιστεί κρούστα. Σε τέτοιες περιπτώσεις συνιστάται είτε ελαφρό πότισμα για να μαλακώσει η κρούστα είτε σπάσιμο της κρούστας με ειδικό οδοντωτό εξάρτημα που προσαρμόζεται στον ελκυστήρα. Επίσης αποτελεσματικό είναι το επιφανειακό φρεζάρισμα πριν ακόμα αρχίσει το φύτρωμα.





Άρδευση σόγιας

Για απόδοση περίπου 250kg σπόρου/στρ. χρειάζονται 600-1000mm βροχόπτωσης, η οποία να κατανέμεται ομοιόμορφα σε όλη τη διάρκεια του έτους. Η μεγαλύτερη έκταση σποράς παγκοσμίως καλλιεργείται χωρίς άρδευση είτε λόγω έλλειψης νερού άρδευσης είτε λόγω του υψηλού κόστους της. Στη χώρα μας η άρδευση είναι απαραίτητη για ικανοποιητικές αποδόσεις. Η πρώτη άρδευση (20-30mm νερού) ίσως χρειασθεί να γίνει είτε πριν τη σπορά είτε αμέσως μετά για υποβοήθηση του φυτρώματος, όταν το έδαφος έχει περιορισμένη υγρασία. Εάν υπάρχει διαθέσιμος χρόνος, στα βαριά εδάφη πρέπει να προτιμάται η άρδευση πριν από τη σπορά για αποφυγή δημιουργίας κρούστας, η οποία δυσκολεύει ιδιαίτερα το φύτρωμα του σπόρου της σόγιας. Απαραίτητη είναι η άρδευση για υποβοήθηση του φυτρώματος στην επίσπορη καλλιέργεια. Από το φύτρωμα μέχρι την έναρξη της άνθησης η χορήγηση νερού πρέπει να είναι περιορισμένη, πρώτον γιατί οι ανάγκες των φυτών είναι μικρές και δέυτερον για να μην αποκτήσουν τα φυτά μεγάλο ύψος στο βλαστικό στάδιο και υπάρξει κίνδυνος πλαγιάσματος. Ιδιαίτερα στις όψιμες ποικιλίες, το πλάγιασμα μπορεί να μειώσει την απόδοση μέχρι και 30%. Για τη χώρα μας συνήθως μια άρδευση στο βλαστικό στάδιο είναι αρκετή και είναι πιθανό να μη χρειαστεί καθόλου, εάν βρέξει. Από την έναρξη της άνθησης και κατά τη διάρκεια του γεμίσματος (τέλος Ιουνίου-πρώτο δεκαπενθήμερο του Αυγούστου) συνιστώνται 4-7 αρδεύσεις (30-40mm νερού/άρδευση) κατά τακτά χρονικά διαστήματα ανάλογα με τον τύπο εδάφους και την ποικιλία. Η έλλειψη υγρασίας σ' αυτό το χρονικό διάστημα έχει τη μεγαλύτερη επίπτωση στην απόδοση λόγω της πτώσης ανθέων και νεαρών λοβών και της μείωσης του μεγέθους των σπόρων, επειδή περιορίζεται η διάρκεια γεμίσματος λόγω της γήρανσης των φύλλων. Τα φυτά της σόγιας πολλές φορές κατά τη διάρκεια της ημέρας, παρουσιάζουν συμπτώματα μάρανσης όταν οι θερμοκρασίες είναι υψηλές, παρ' όλο ότι υπάρχει επαρκής υγρασία στο έδαφος, λόγω της μεγάλης αντίστασης που συναντά η μετακίνηση του νερού μέσα στο φυτό. Κατά τη διάρκεια της ωρίμανσης των σπόρων η κατανάλωση νερού μειώνεται γρήγορα και το πλεόνασμα εδαφικής υγρασίας αποβαίνει σε βάρος της απόδοσης και της ποιότητας του σπόρου. Συνήθως στο στάδιο της ωρίμανσης δε χρειάζεται άρδευση στη χώρα μας για να δοθεί χρόνος να ξηραθούν τα φυτά και να διευκολυνθεί η μηχανική συγκομιδή. Η άρδευση μπορεί να γίνει με τεχνητή βροχή ή με αυλάκια, ενώ θα πρέπει να αποφεύγεται η κατάκλυση. Πλεονεκτεί το πότισμα της τεχνητής βροχής λόγω οικονομίας νερού και καλύτερης διανομής του στην καλλιέργεια. Επιπλέον εξυπηρετεί καλύτερα τις στενές γραμμές και διευκολύνει τη μηχανική συγκομιδή, γιατί διατηρείται επίπεδη η επιφάνεια του αγρού.




Λίπανση σόγιας

Η σόγια έχει σχετικά υψηλές απαιτήσεις σε θρεπτικά στοιχεία. Οι απαιτήσεις είναι μεγαλύτερες συγκρινόμενες με το καλαμπόκι, το οποίο, μεταξύ των φυτών μεγάλης καλλιέργειας, συγκεντρώνει στη βιομάζα του από τις υψηλότερες ποσότητες θρεπτικών στοιχείων. Από τη συνολική ποσότητα των θρεπτικών στοιχείων που απορροφά το φυτό της σόγιας το 70-80% του αζώτου και του φωσφόρου και το 60% του καλίου, συνήθως κατανέμονται στο σπόρο και κατά τη συγκομιδή απομακρύνονται από τον αγρό. Από πειράματα στη χώρα μας βρέθηκε ότι η σόγια απορρόφησε από το έδαφος πάνω από 35kg N στρ. και μόνο 7-8kg Ν επέστρεψαν στο έδαφος με τα φυτικά υπολείμματα. Η σόγια αξιοποιεί τη γονιμότητα του εδάφους παράγοντας μεγάλη βλαστική ανάπτυξη, αλλά παρ’ όλο ότι αρχικά με την αύξηση της συνολικής ξηράς ουσίας του φυτού αυξάνεται η απόδοση σε σπόρο, υπάρχει ένα ανώτερο όριο πάνω από το οποίο η απόδοση μειώνεται.

Οι ανάγκες της σόγιας σε άζωτο καλύπτονται από δύο πηγές:

  • το έδαφος και
  • τη συμβιωτική αζωτοδέσμευση, όταν υπάρχει το κατάλληλο ριζόβιο στο έδαφος ή έχει γίνει εμβολιασμός. Η αναλογία του αζώτου που προέρχεται από κάθε πηγή εξαρτάται από διάφορους παράγοντες του περιβάλλοντος και του φυτού. Από πολλές μελέτες προέκυψε ότι η σόγια λαμβάνει από την αζωτοδέσμευση το 25 έως 75% του απαιτούμενου αζώτου για την ανάπτυξή της. Η αντίδραση της σόγιας στην αζωτούχο λίπανση είναι ασταθής, απρόβλεπτη και συχνά ανεξήγητη. Αναφέρονται αλληλοανερούμενα αποτελέσματα από θετική μέχρι μηδενική επίδραση. Γενικά, η εφαρμογή αζώτου κατά τη σπορά δε θεωρείται απαραίτητη επειδή μπορεί να επηρεάσει δυσμενώς το σχηματισμό φυματίων και παρ’ όλο ότι τα νεαρά φυτά μπορεί να επωφελούνται, η αύξηση της απόδοσης που προκύπτει δεν είναι οικονομικά συμφέρουσα. Μία πολύ μικρή ποσότητα 1-2kg Ν/στρ. μπορεί να βοηθήσει την πρώτη ανάπτυξη των φυτών, πριν αρχίσει η αζωτοδέσμευση, σε πολύ άγονα εδάφη ή σε εδάφη με υπερβολική υγρασία. Προκειμένου να αποφευχθεί η παρεμπόδιση της αζωτοδέσμευσης, το συμπληρωματικό άζωτο που χρειάζεται μπορεί να εφαρμοστεί στα στάδια της αναπαραγωγικής ανάπτυξης του φυτού. Ορισμένες ποικιλίες αντιδρούν στην επιφανειακή λίπανση κατά τη διάρκεια της άνθησης και η αύξηση της απόδοσης οφείλεται στην αύξηση του αριθμού των σπόρων. Αύξηση της απόδοσης και βελτίωση της ποιότητας αναφέρονται επίσης με την προσθήκη επιφανειακής αζωτούχου λίπανσης κατά τη διάρκεια γεμίσματος των σπόρων. Η θετική αντίδραση παρατηρείται συνήθως όταν οι αποδόσεις είναι μεγάλες. Συμπερασματικά αναφέρεται ότι όταν η σόγια καλλιεργείται σε αμειψισπορά με καλλιέργειες που λιπαίνονται ισχυρά και στο έδαφος υπάρχουν τα κατάλληλα ριζόβια ή γίνεται εμβολιασμός, δε χρειάζεται αζωτούχο λίπανση, γιατί ικανοποιεί τις ανάγκες της με την αζωτοδέσμευση και το υπολειμματικό άζωτο του εδάφους.

Η σόγια απορροφά, ως ψυχανθές που είναι, αρκετή ποσότητα φωσφόρου και καλίου, οπότε σε φτωχά, στα στοιχεία αυτά εδάφη, αντιδρά στη λίπανση. Η προσθήκη αυτών των στοιχείων σε συνθήκες έλλειψης εκτός από την αύξηση της απόδοσης βελτιώνει και την ποιότητα των σπόρων. Ο φωσφόρος αυξάνει την περιεκτικότητα των σπόρων σε πρωτεΐνη, ενώ το κάλιο αυξάνει την περιεκτικότητα σε λάδι. Συνήθως ο φωσφόρος και το κάλιο ενσωματώνονται στο έδαφος με την τελευταία καλλιεργητική εργασία πριν από τη σπορά. Όμως λίπανση με τα στοιχεία αυτά δε χρειάζεται συνήθως, όταν η σόγια μπαίνει σε σύστημα αμειψισποράς ισχυρώς λιπαινόμενων καλλιεργειών.

Στη χώρα μας είναι απαραίτητος ο εμβολιασμός των σπόρων γιατί αφ’ ενός στο έδαφος δεν υπάρχει το κατάλληλο ριζόβιο για την εκμετάλλευση της αζωτοδέσμευσης και αφ’ ετέρου πειραματικά δεδομένα έδειξαν ότι μόνο η αζωτούχος λίπανση δεν ήταν αρκετή για την επίτευξη των μέγιστων αποδόσεων. Σε φτωχά εδάφη συνιστάται προσθήκη φωσφόρου σε ποσότητα 6-8kg/στρ. και καλίου σε ποσότητα 8-12kg/στρ.




Ζιζανιοκτονία σόγιας

Η έγκαιρη αντιμετώπιση των ζιζανίων, πριν κλείσουν οι γραμμές, είναι απαραίτητη για τη σόγια, πριν προλάβουν τα ζιζάνια να αναπτυχθούν και υπερισχύσουν των φυτών. Μετά το κλείσιμο των γραμμών, λόγω της αποπνικτικής κατάστασης που δημιουργείται, δεν εμφανίζονται νέα ζιζάνια. Η αντιμετώπιση των ζιζανίων γίνεται με καλλιεργητικά μέτρα και με ζιζανιοκτόνα. Συνήθως γίνεται συνδυασμός αυτών των δύο. Σε περίπτωση μη επιτυχίας της προφυτρωτικής ζιζανιοκτονίας εφαρμόζονται μεταφυτρωτικά ζιζανιοκτόνα ή 1-2 σκαλίσματα με μηχανικό σκαλιστήρι ή φρεζοσκαλιστήρι. Παρ' όλο ότι η σόγια εξαρτάται κυρίως από τις κάθετες ρίζες και λιγότερο από τις πλάγιες, πρέπει να αποφεύγεται η βαθιά κατεργασία για την αντιμετώπιση των ζιζανίων. Η συγκέντρωση χώματος στη βάση των φυτών κατά το τελευταίο σκάλισμα, τεχνική η οποία εφαρμόζεται στο καλαμπόκι, βοηθά μεν την αποφυγή πλαγιάσματος και την αντιμετώπιση των ζιζανίων επί της γραμμής, συντελεί όμως στη δημιουργία υπερβολικού ριζικού συστήματος. Επίσης, όταν γίνεται μεγάλη συγκέντρωση χώματος, τότε καταστρέφονται οι κατώτεροι ανθοφόροι οφθαλμοί και οι κατώτεροι λοβοί σχηματίζονται επάνω στο έδαφος και δεν μπορούν να συγκομισθούν. Η ύπαρξη ζιζανίων κατά τη συγκομιδή δυσκολεύει τη σωστή λειτουργία της μηχανής και μειώνει την καθαρότητα του συγκομιζόμενου σπόρου. Για το λόγο αυτό είναι ακόμη συνηθισμένη πρακτική η αφαίρεση των μεγάλων ζιζανίων με το χέρι, στο μέσο της περιόδου ανάπτυξης.

Η χημική αντιμετώπιση των ζιζανίων στη σόγια έχει μελετηθεί ευρέως. Υπάρχουν αρκετά ζιζανιοκτόνα τα οποία μπορούν να χρησιμοποιηθούν προφυτρωτικά, μόνα τους ή σε συνδυασμό μεταξύ τους, με καλά αποτελέσματα, αλλά μόνο λίγα μεταφυτρωτικά συνιστώνται. Τα τελευταία χρόνια με την τεχνολογία της μοριακής γενετικής επιτεύχθηκε η μεταφορά γονιδίων στη σόγια για αντοχή στο ζιζανιοκτόνο glyphosate με το οποίο, λόγω του ευρέως φάσματος καταπολέμησης ζιζανίων, θα καταστεί ευκολότερη και λιγότερο δαπανηρή η αντιμετώπιση των ζιζανίων. Ορισμένα από τα ζιζανιοκτόνα δημιουργούν τοξικότητα στη σόγια και επηρεάζουν το σχηματισμό των φυματίων. Η σόγια είναι ευαίσθητη και στην υπολειμματικότητα ορισμένων ζιζανιοκτόνων που εφαρμόζονται στην προηγούμενη καλλιέργεια, γι' αυτό θα πρέπει να μελετάται προσεκτικά η θέση της στο σύστημα αμειψισποράς.




Συγκομιδή σόγιας

Συγκομιδή σόγιας

Η εποχή της φυσιολογικής ωρίμανσης στη σόγια προσδιορίζεται από:

  • την απώλεια του πράσινου χρώματος των λοβών, το οποίο γίνεται κίτρινο ή καφετί,
  • την αλλαγή του χρώματος των σπόρων προς το κίτρινο και
  • το κιτρίνισμα των φύλλων, τα οποία σταδιακά αρχίζουν να πέφτουν. Η υγρασία των σπόρων είναι περίπου στο 50%. Η συγκομιδή γίνεται 2 με 3 εβδομάδες αργότερα, όταν η υγρασία των σπόρων έχει μειωθεί στο 15% ή λιγότερο, έχουν πέσει όλα σχεδόν τα φύλλα, ενώ οι σπόροι γίνονται σκληροί και δεν χαράζονται με το νύχι. Σπόροι με υγρασία κατά τη συγκομιδή μεγαλύτερη από 15% χρειάζονται ξήρανση πριν αποθηκευθούν, ενώ με μικρότερη από 12% υφίστανται εκτεταμένες μηχανικές βλάβες. Η συγκομιδή πρέπει να γίνεται χωρίς καθυστέρηση, όσο το δυνατόν γρηγορότερα μετά την ωρίμανση, για να αποφευχθούν απώλειες από το τίναγμα των σπόρων. Βροχερός καιρός ακολουθούμενος από υψηλές θερμοκρασίες επιτείνει το άνοιγμα των λοβών.

Η συγκομιδή της καλλιέργειας γίνεται με θεριζοαλωνιστικές μηχανές. Απώλειες σπόρου 10-20% είναι συνηθισμένες, αλλά αυτές μπορούν να μειωθούν στο 5-6% με τη σωστή ρύθμιση της μηχανής. Οι απώλειες λόγω μη συγκομιδής των κατώτερων λοβών έχουν μειωθεί σημαντικά με τη δημιουργία ποικιλιών των οποίων οι κατώτεροι λοβοί σχηματίζονται σε κάποιο ύψος από την επιφάνεια του εδάφους. Εάν η υγρασία του σπόρου είναι μικρότερη από 13% πρέπει να αποφεύγεται η συγκομιδή κατά τις μεσημεριανές ώρες, γιατί αυξάνονται οι απώλειες λογω τινάγματος. Προβλήματα που συδέονται με το θεριζοαλωνισμό της σόγιας είναι το σπάσιμο του περισπερμίου ή των σπόρων και ο διαχωρισμός των κοτυληδόνων, που μειώνουν την ποιότητα του σπόρου. Οι ζημιές στο σπόρο αυξάνονται σημαντικά όταν η υγρασία τους κατά τη διάρκεια της συγκομιδής είναι μικρότερη από 12%.

Η αλλοίωση του σπόρου της σόγιας κατά την αποθήκευση είναι ταχύτατη, εάν οι συνθήκες δεν είναι κατάλληλες. Όταν πρόκειται για σπόρο σποράς και για αποθήκευση μέχρι 6 μήνες, η υγρασία θα πρέπει να είναι 12% για να διατηρήσει ο σπόρος τη βιωσιμότητά του. Για μεγαλύτερης διάρκειας αποθήκευση, πρέπει η υγρασία να μειωθεί στο 10%. Ο έλεγχος της φυτρωτικής ικανότητας του σπόρου πριν από τη σπορά είναι απαραίτητος. Ο σπόρος για ζωοτροφή ή βιομηχανική χρήση μπορεί να αποθηκευτεί και σε υγρασία 13% για ένα χρόνο, με συνεχή παρακολούθηση, πρέπει όμως να μειωθεί στο 12% ή και στο 10% για μεγαλύτερη διάρκεια αποθήκευσης. Η θερμοκρασία αποξήρανσης πρέπει να μην υπερβαίνει τους 40oC όταν ο σπόρος προορίζεται για σπορά και τους 55-60% όταν προορίζεται για τη βιομηχανία. Η αποξήρανση γίνεται σταδιακά, γιατί υπάρχει κίνδυνος να προκληθούν ρωγμές στο περισπέρμιο και να αποχωριστούν οι κοτυληδόνες.




Σχετικές σελίδες

Βιβλιογραφία

  1. "Ειδική γεωργία, Σιτηρά και ψυχανθή", Δέσποινα Παπακώστα-Τασοπούλου, Καθηγήτρια Γεωπονικής Σχολής Α.Π.Θ.