Λίτσι προϊόν

Από GAIApedia
Αναθεώρηση της 13:39, 4 Οκτωβρίου 2013 υπό τον P chasapis (Συζήτηση | συνεισφορές)

(διαφορά) ←Παλαιότερη αναθεώρηση | Τελευταία αναθεώρηση (διαφορά) | Νεώτερη αναθεώρηση → (διαφορά)
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση
Λίτσι ξεφλουδισμένο
Σορμπέ λίτσι
Μπλίνις με πέστο και λίτσι
Ριζότο με καραβίδες, αρωματισμένο με χυμό από λίτσι και τζίντζερ

Συντήρηση

Η παρουσία υγρασίας και θερμοκρασίας μεταξύ 0 - 2oC, αποτελούν ζωτικές συνθήκες στο να εμποδίσουν το μαύρισμα της επιδερμίδας και να διατηρήσουν την ποιότητα της γεύσης του καρπού. Αξίζει να σημειωθεί ότι οι χαμηλές θερμοκρασίες αποτρέπουν την ανάπτυξη σήψης στους καρπούς, ενώ η υψηλή υγρασία παρουσιάζει αντίθετα αποτελέσματα και πρέπει να λαμβάνεται ιδιαίτερη προσοχή στο να εξασφαλίσουμε χαμηλό το ποσοστό της υγρασίας. Οι καρποί που προορίζονται για εξαγωγή θα έπρεπε να ψυχθούν σε θερμοκρασίες των 0 - 2oC μόλις αποκοπούν από το δένδρο. Με τον τρόπο αυτό, έχουμε την γρήγορη μείωση της θερμοκρασίας των καρπών, περιορίζοντας την ένταση των διεργασιών που υποβαθμίζουν με την πάροδο του χρόνου την ποιότητα τους. Η ψύξη μπορεί να γίνει με διαφορετικούς τρόπους, αλλά ο περισσότερο συνήθης αποτελεί η πρόψυξη με νερό ή αέρα. Οι καρποί οι οποίοι πρόκειται να σταλούν σε τοπικές αγορές μπορούν και να μην ψυχθούν, για τον λόγο ότι συνεχείς εκθέσεις σε ζεστό και υγρό αέρα έχουν ως αποτέλεσμα την γρήγορη εμφάνιση σήψης. Καθ’ όλη την διάρκεια της αποθήκευσης και της μεταφοράς των προϊόντων στις αγορές οι προτεινόμενες θερμοκρασίες πρέπει να διατηρηθούν σε ένα επίπεδο, έτσι ώστε η σχετική υγρασία του καρπού να βρίσκεται στο 80 με 90% πάνω από 10 εβδομάδες. Τα λίτσι επίσης μπορούν να διατηρηθούν και σε υψηλότερες θερμοκρασίες, περίπου στους 7oC για 4 - 6 εβδομάδες και στους 8oC μέσα σε πλαστικές σακούλες πάνω από 2 μήνες, αφού εμβαπτιστούν σε διάλυμα θειουρίας 5%.[1]

Διαθρεπτική αξία

Πολλές μελέτες αναφέρουν την σύσταση του καρπού παρουσιάζοντας σαν κύριο συστατικό του το νερό, το οποίο υπολογίζεται να καταλαμβάνει περίπου το 76 - 80% του βάρους της πούλπας. Η περιεκτικότητα σε πρωτεΐνες είναι μάλλον χαμηλή, συνήθως κυμαίνεται μεταξύ 0,8 - 0,9%, αν και σε κάποιες αναλύσεις έχουν δείξει ότι φτάνει το 1,5%. Η πούλπα επίσης περιέχει μικρές ποσότητες σε λίπη από 0,5 - 1,6%. Η περιεκτικότητα σε σάκχαρα (συμπεριλαμβανομένου σάκχαρα και σακχαρόζη) διαφέρει και εξαρτάται από την ποικιλία, υπολογίζεται μεταξύ 11,8% - 20,6%. Αξίζει να αναφερθεί ότι το λίτσι δεν είναι κλιμακτηρικός καρπός, γι’ αυτό τον λόγο η συνολική περιεκτικότητα σε διαλυτά στερεά δεν αυξάνεται μετά την συγκομιδή. Επίσης η οξύτητα του καρπού μεταβάλλεται και εξαρτάται από την ποικιλία, η συνολική οξύτητα κυμαίνεται μεταξύ 0,2 - 1,1%. Όπως συμβαίνει με τους περισσότερους καρπούς, η οξύτητα μειώνεται καθώς ωριμάζει ο καρπός, συμπεριλαμβάνοντας και την διάρκεια της αποθήκευσης. Το μηλικό οξύ αποτελεί κατά προσέγγιση το 80% των μη πτητικών οξέων του καρπού, το υπόλοιπο 20% αποτελείται από λουβελινικό, φωσφονικό, γλουταρικό, μηλονικό και γαλακτικό οξύ. Οι καρποί του Λίτσι περιλαμβάνουν κατά προσέγγιση 65 θερμίδες και είναι μια πολύτιμη πηγή βιταμίνης C, εδώ πάλι οι τιμές διαφέρουν από ποικιλία σε ποικιλία, υπολογίζονται μεταξύ 40,2 έως 90 mg /100 gr. Το ποσοστό αυτό είναι υψηλό παρόμοιο με τα πορτοκάλια, όπου η περιεκτικότητα σε βιταμίνη C είναι της τάξης των 50,5 - 71.5 mg /100 gr. Πράγματι τα 100 gr Λίτσι μπορούν να καλύψουν τις καθημερινές ανάγκες του οργανισμού. Το Λίτσι περιέχει αξιόλογα ποσοστά σε θειαμίνη (0,011 mg), ριβοφλαβίνη (0,065 mg), νιασίνη (0,603 mg), καθώς και σε μαγνήσιο (10 mg), ασβέστιο (5 mg), φώσφορο (31 mg), σίδηρο (0.31 mg), αλλά περιέχει μεγάλες ποσότητες καλίου (171 mg). Η κατανάλωση του καρπού, μέχρι τα πρόσφατα χρόνια, ήταν κυρίως σε ξηρή μορφή, γνωστή με το όνομα «ξηροί καρποί του λίτσι», οι οποίοι έχουν παρόμοια γεύση με την σταφίδα και τελείως διαφορετική από αυτή των φρέσκων καρπών. Αξίζει να σημειωθεί ότι κατά την διάρκεια της διαδικασίας της ξήρανσης, συρρικνώνεται συγχρόνως η πούλπα και το σπέρμα, σκληραίνει η επιδερμίδα αλλά διατηρεί το μέγεθος και το χρώμα της. Σε μερικές ποικιλίες, όπως η «Brewster», συρρικνώνεται η επιδερμίδα και χάνει ένα μεγάλο μέρος από την οπτική ελκυστικότητα του καρπού. Οι καρποί του λίτσι μπορούν να διατηρηθούν με την μορφή σιροπιού ή να κονσερβοποιηθούν, με αυτό τον τρόπο οι καρποί ξεφλουδίζονται, αφαιρούνται τα σπέρματα και παραμένουν ολόκληροι ή κόβονται σε μικρά κομμάτια. Τα τελευταία χρόνια υπάρχει μεγάλη ζήτηση στο εμπόριο για τους φρέσκους καρπούς, οι οποίοι έχουν παύσει να είναι μια λιχουδιά που τρώγεται σχεδόν αποκλειστικά στα κινέζικα εστιατόρια, αφού σήμερα είναι διαθέσιμοι σε πολλά ράφια των supermarket σε συσκευασία δίσκων. Το λίτσι επίσης μπορεί να ψύχεται και να διατηρείται για 2 χρόνια χωρίς να χάσει τις ιδιότητες του. Τέλος μπορεί να διατηρηθεί με την μορφή μελιού είτε να μετατραπεί σε ποτό.[1]


Σχετικές σελίδες

Βιβλιογραφία

  1. 1,0 1,1 Η καλλιέργεια του λίτσι, πτυχιακή μελέτη της φοιτήτριας Κολοκοτρώνη Μαρίας, Ηράκλειο 2006.