Ζωοτροφές ζωικής προέλευσης
Οι ζωοτροφές ζωικής προέλευσης, προέρχονται από χερσαία ή θαλάσσια ζώα και οι σπουδαιότερες από αυτές είναι: το γάλα και τα υποπροϊόντα του, τα κρεατάλευρα, τα ιχθυάλευρα και τα ζωικά λίπη και έλαια.
Το γάλα που μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως ζωοτροφή, παράγεται από τα μηρυκαστικά ζώα και κυρίως από τις αγελάδες. Νωπό και με όλα τα συστατικά του χρησιμοποιείται για τεχνητό θηλασμό των νεαρών θηλαστικών ζώων. Μπορεί όμως να αφυδατωθεί, οπότε είναι δυνατόν να ενσωματωθεί στα σιτηρέσια των ίδιων ζώων. Εκτός από το πλήρες γάλα χρησιμοποιείται και το άπαχο γάλα (μετά από αφαίρεση του λίπους), καθώς και το τυρόγαλα (μετά την παραγωγή τυριού) και τα αντίστοιχα αφυδατωμένα προϊόντα.
Τα κρεατάλευρα, παράγονται μετά από βρασμό υπό πίεση του σώματος ή μερών του σώματος χερσαίων ζώων, αφαίρεση του μεγαλύτερου μέρους του περιεχόμενου λίπους, αφυδάτωση και άλεση. Δεν πρέπει ν απεριέχουν το δέρμα των ζώων, τις τρίχες ή τα φτερά, καθώς και το περιεχόμενο του πεπτικού σωλήνα. Ανάλογα με την αναλογία σάρκας προς τα οστά της πρώτης ύλης διακρίνονται σε κρεατάλευρα (πλούσια σε σάρκα) και σε οστεοκρεατάλευρα (πλούσια σε οστά).
Τα ιχθυάλευρα, παράγονται από ολόκληρα ψάρια ή από μέρη του σώματος μεγάλων ψαριών, με την ίδια σχεδόν διαδικασία παραγωγής των κρεαταλεύρων, εκτός της αφαίρεσης του ιχθυελαίου που πραγματοποιείται μόνο όταν η πρώτη ύλη είναι πλούσια σε ιχθυέλαιο. Επίσης η αναλογία σάρκας:οστά οδηγεί σε παραγωγή διαφόρων κατηγοριών ιχθυαλεύρων.
Τα κρεατάλευρα και τα ιχθυάλευρα κατατάσσονται στις πιο πλούσιες σε πρωτεΐνες ζωοτροφές (50-75% και μάλιστα με υψηλή περιεκτικότητα σε απαραίτητα αμινοξέα), καθώς και σε ανόργανα στοιχεία. Χρησιμοποιούνται σε μικρές ποσότητες στα σιτηρέσια των παμφάγων ζώων, ως πρωτεϊνικά συμπληρώματα και σε μεγάλες ποσότητες στα σιτηρέσια των σαρκοφάγων ζώων και των ψαριών. Οι ζωοτροφές αυτές πρέπει να ελέγχονται για τυχόν παρουσία παθογόνων μικροοργανισμών (π.χ. σαλμονέλα) και ειδικά τα κρεατάλευρα από μηρυκαστικά, για τυχόν παρουσία του φορέα της σπογγώδους εγκεφαλοπάθειας (νόσου των τρελών αγελάδων).
Τα ζωικά λίπη και έλαια παράγονται τα μεν πρώτα κατά την παραγωγή των κρεαταλεύρων, τα δε δεύτερα κατά την παραγωγή των ιχθυαλεύρων. Είναι φορείς ενέργειας (όπως και τα φυτικά έλαια) και η ποιότητά τους εξαρτάται από τη νωπότητά τους (να μην έχουν οξειδωθεί), από την περιεκτικότητά τους σε κορεσμένα και ακόρεστα λιπαρά οξέα (τα ακόρεστα χρησιμοποιούνται καλύτερα) και από την περιεκτικότητά τους σε απαραίτητα λιπαρά οξέα. Τα ιχθυέλαια χρησιμοποιούνται μόνο στην διατροφή ψαριών, ενώ τα ζωικά λίπη και τα φυτικά έλαια σε όλα τα ζώα πλην των μηρυκαστικών.