Ροδακινιά
Περιεχόμενα
- 1 Γενικά στοιχεία
- 2 Βοτανικά χαρακτηριστικά
- 3 Τρόπος καρποφορίας
- 4 Επικονίαση-Γονιμοποίηση
- 5 Ανάπτυξη καρπού
- 6 Σχίσιμο πυρήνων
- 7 Πολλαπλασιασμός
- 8 Υποκείμενα
- 9 Ποικιλίες
- 10 Κλιματικές συνθήκες
- 11 Εδαφικές συνθήκες
- 12 Πληροφοριακά στοιχεία
- 13 Ευδοκιμεί στις περιοχές
- 14 Σχετικές σελίδες
- 15 Βιβλιογραφία
Γενικά στοιχεία
Η διεθνής παραγωγή ροδάκινων και νεκταρινιών (πλην της Κίνας) είναι περίπου 10.000.000 τόννοι. Η Ελλάδα παράγει ετησίως από 300.000-1.000.000 τόννους, εξαρτώμενη, όπως είναι προφανές, από τους ανοιξιάτικους παγετούς. Η Ελλάδα παράγει λίγα νεκταρίνια, κανονικές προς μέτριες ποσότητες επιτραπέζιων ροδάκινων (και οι φυτεύσεις αυξάνονται ταχύτατα) και ο κύριος όγκος της παραγωγής είναι συμπύρηνα ροδάκινα που προορίζονται για κονσερβοποίηση (αλλά εκριζώνονται ταχύτατα λόγω των χαμηλών τιμών των προηγούμενων ετών), καθώς η χώρα μας είναι η μεγαλύτερη εξαγωγός χώρα κομπόστας ροδάκινου στον κόσμο. Η Ελλάδα κατέχει την 5η θέση στον κόσμο εξαγωγής ροδάκινων και την 3η θέση στην Ευρώπη. Πρώτες χώρες είναι η Ισπανία και η Κίνα. Στην Ελλάδα καλλιεργείται ευρέως στη Μακεδονία και ιδιαίτερα στους νομούς Ημαθίας και Πέλλης.[1]
Βοτανικά χαρακτηριστικά
Η ροδακινιά είναι είδος φυλλοβόλο, μέτριου μεγέθους, ταχείας ανάπτυξης και βραχύβιο. Τα φύλλα είναι απλά, κατ΄ εναλλαγή, επιμήκη, λογχοειδή, οδοντωτά και συνήθως αδενοφόρα. Οι οφθαλμοί διακρίνονται σε ξυλοφόρους και απλούς ανθοφόρους. Οι ανθοφόροι έχουν σχήμα κυλινδρικό και καλύπτονται από χνούδι, ενώ οι ξυλοφόροι έχουν σχήμα οξύ-επίμηκες. Οι ανθοφόροι εκπτύσσονται νωρίτερα από τους ξυλοφόρους και ο καθένας περικλείει συνήθως ένα μόνο άνθος. Τα άνθη είναι λευκά ή ρόδινα και παράγονται πριν από την έκπτυξη των φύλλων από απλούς ανθοφόρους οφθαλμούς. Ο καρπός είναι δρύπη, έχει σχήμα σφαιρικό ή πλακέ με χαρακτηριστική κοιλιακή ραφή, εκπύρηνος ή συμπύρηνος. Ο φλοιός είναι λεπτός, κίτρινος ή λευκός με χνούδι (ροδάκινο) ή χωρίς χνούδι (νεκταρίνι και με κόκκινο συνήθως επίχρωμα στις περισσότερες ποικιλίες. Ο πυρήνας είναι μεγάλος με πολλές αυλακώσεις και το σπέρμα πικρό.[2]
Τρόπος καρποφορίας
Η ροδακινιά σχηματίζει απλούς ανθοφόρους οφθαλμούς, πλάγια σε λογχοειδή (μπουκέτα του Μαΐου), λεπτοκλάδια, βλαστούς και ταχυφυείς βλαστούς ή chiffones (βλαστοί μήκους 5-15cm με ξυλοφόρους οφθαλμούς επάκρια και στη βάση και με απλούς ανθοφόρους ενδιάμεσα, που εκπτύσσονται από ξυλοφόρους οφθαλμούς, κατά τον ίδιο χρόνο του σχηματισμού των σε ξύλο τρέχουσας εποχής), που συμπληρώνουν την ανάπτυξη τους κατά τη ληθαργική περίοδο, που ακολουθεί, και ανθίζουν την επόμενη άνοιξη μετά τη βερυκοκκιά, κατά το δεύτερο δεκαπενθήμερο του Μαρτίου, νωρίς ή αργά, ανάλογα με την ποικιλία, αν ικανοποιηθούν οι ανάγκες τους σε ψύχος.
Η διαφοροποίηση των οφθαλμών της ροδακινιάς γίνεται το καλοκαίρι και οι πρώτες καταβολές ανθέων διαπιστώνονται κατά τα τέλη Ιουλίου έως τα μέσα Αυγούστου. Η καρποφορία φέρεται κυρίως σε βλαστούς του προηγούμενου χρόνου, παρά στα λεπτοκλάδια, στους ταχυφυείς βλαστούς και στα λογχοειδή. Τα λογχοειδή ή μπουκέτα του Μαίου είναι κοντοί βλαστοί, συνήθως μήκους 0.5-5cm, με παραγωγική ζωή 2-3 χρόνια, αν εξασφαλιστούν ευνοϊκές συνθήκες φωτισμού και θρέψης. Οι ανθοφόροι οφθαλμοί φέρονται επί των βλαστών ανά ένας σε κάθε κόμβο ή συνηθέστερα σε συνδυασμό του ενός ή των δυο ανθοφόρων μ' έναν ξυλοφόρο ή του ενός ανθοφόρου με δυο ξυλοφόρους. Σπανιότερα απαντούν σε κάθε κόμβο δυο ή τρεις ανθοφόροι οφθαλμοί. Τα καρποφόρα λογχοειδή φέρουν επάκρια ξυλοφόρο οφθαλμό και πλάγια, συχνά σε πυκνή διάταξη, πολλούς ανθοφόρους. Η ροδακινιά εισέρχεται σε αξιόλογη καρποφορία το 2o-4o χρόνου της ηλικίας της. Η παραγωγική ζωή της υπολογίζεται σε 15-20 χρόνια.[2]
Επικονίαση-Γονιμοποίηση
Οι καλλιεργούμενες ποικιλίες της ροδακινιάς, με εξαίρεση ελάχιστες ποικιλίες, είναι αυτογόνιμες και γι’ αυτό δεν υπάρχει πρόβλημα επικονίασης στην καλλιέργεια του οπωροφόρου αυτού δένδρου. Μερικές ποικιλίες είναι αυτόστειρες, γιατί η γύρη τους στερείται ζωτικότητας και για να καρποφορήσουν πρέπει να συγκαλλιεργη-θούν με κάποια άλλη ποικιλία συνανθούσα και με ζωτική γύρη. Τα άνθη είναι επιδεκτικά στην επικονίαση για 4-7 μέρες, ανάλογα με τις καιρικές συνθήκες, που θα επικρατήσουν την εποχή εκείνη. Οι περισσότερες ποικιλίες ροδακινιάς παράγουν γύρη τη χρονική εκείνη περίοδο, που το στίγμα είναι δεκτικό. Κανονικά, τα άνθη είναι κλειστά κατά τις 6 π.μ., αλλά τα πιο πολλά ανοίγουν κατά τις 10 π.μ. και είναι όλα ανοικτά κατά το μεσημέρι. Δεν κλείνουν το βράδυ, αλλά παραμένουν ανοικτά και το στίγμα είναι δεκτικό για 3 μέρες. Ικανοποιητική γονιμοποίηση ανθέων επιτυγχάνεται, όταν εξασφαλιστεί και ο παράγων μέλισσα. Μια ισχυρή μελισσοκυψέλη είναι επαρκής ανά 12-20 στρέμματα νεαρής φυτείας ροδακινιάς και ανά 4 στρέμματα ενήλικης φυτείας. Σε καλλιέργειες ροδακινιάς υπό κάλυψη (μέσα σε θερμοκήπια) ικανοποιητική γονιμοποίηση ανθέων επιτυγχάνεται μόνον αν εξασφαλιστεί ο παράγων μέλισσα, λόγω έλλειψης ρευμάτων αέρα, που κινούν τα άνθη και φέρουν τους ανθήρες των στημόνων σ' επαφή με το στίγμα. Η γύρη της ροδακινιάς συλλέγεται απο άνθη, που βρίσκονται σε προχωρημένο στάδιο διάνοιξης, αλλά ακόμα δεν είναι ανοικτά.
Η αποκοπή των ανθήρων γίνεται με τρίψιμο των ανθέων σε ειδικό κόσκινο, που συγκρατεί τα πέταλα και τα λοιπά υπολείμματα των ανθέων. Αν οι ανθήρες δεν αποχωριστούν απ' τα άνθη μέσα σε λίγες ώρες απ' τη συλλογή, τότε πρέπει να διατηρηθούν στο ψυγείο στους 2-4oC, μέσα σε ειδικές χάρτινες σακκούλες, μέχρι του αποχωρισμού τους. Το κόσκινο, πριν από τη χρήση του, πρέπει να καθαρίζεται με αλκοόλη 70%. Μετά την αποκοπή οι ανθήρες τοποθετούνται σε γυαλιστερό χαρτί και διατηρούνται σε θερμοκρασία δωματίου. Η διάνοιξη και αποξήρανση συμπληρώνεται συνήθως σε 12-24 ώρες. Η αποξήρανση μπορεί να βοηθηθεί με ελαφρά θέρμανση, αν είναι αναγκαίο. Μετά τη διάνοιξη των ανθήρων και την ξήρανση της γύρης, συλλέγεται και τοποθετείται σε γυάλινο βάζο ερμητικά κλειστό. Αν πρόκειται να διατηρηθεί για μεγάλο χρονικό διάστημα, το βάζο τοποθετείται σε καταψύκτη με θερμοκρασία -30oC. Στη θερμοκρασία αυτή διατηρεί τη ζωτικότητα της τουλάχιστο για 2 χρόνια. Αν δεν υπάρχει διαθέσιμος καταψύκτης, μπορεί να διατηρηθεί στους 0-2oC, με σχετική υγρασία 25%, για ένα έως 2 χρόνια. Όταν πρόκειται να χρησιμοποιηθεί γύρη, που διατηρήθηκε σε χαμηλή θερμοκρασία, καλό είναι να βγάζουμε τόση γύρη όση χρειαζόμαστε για τις ανάγκες της ίδιας μέρας.
Η βλαστικότητα της γύρης πρέπει να ελέγχεται, όταν πρόκειται να χρησιμοποιηθεί. Ως υπόστρωμα προβλάστησης, με τη μέθοδο της κρεμαστής σταγόνας, χρησιμοποιείται διάλυμα σακχαροζης 12-15%, ενώ με τη μέθοδο σε τριβλίο πετρί, χρησιμοποιείται διάλυμα σακχαροζης 12-15% και άγαρ 1-2%. Η προβλάστηση καλής γύρης αρχίζει πολύ γρήγορα σε θερμοκρασία δωματίου και ολοκληρώνεται μέσα σε 8-12 ώρες. Το ποσοστό βλαστικότητας καλής γύρης κυμαίνεται από 50-85%.[2]
Ανάπτυξη καρπού
Η αύξηση του καρπού της ροδακινιάς γίνεται σε τρεις περιόδους. Κατά την πρώτη περίοδο, που χαρακτηρίζεται ως ταχεία, αναπτύσσεται σχεδόν πλήρως ο πυρήνας (ενδοκάρπιο). Κατά τη δεύτερη, που χαρακτηρίζεται ως βραδεία, σκληρύνεται το ενδοκάρπιο και αυξάνει αργά το περικάρπιο (εξωκάρπιο και μεσοκάρπιο-φαγώσιμο τμήμα). Και κατά την τρίτη, που χαρακτηρίζεται ως ταχεία (διενεργείται η ταχύτερη και μεγαλύτεη σ' όγκο ή βάρος (66%) αύξηση της σάρκας), αυξάνει γρήγορα το περικάρπιο. Στην Elberta η πρώτη περίοδος συμπληρώνεται μέσα σε 30-40 μέρες απ' την πλήρη άνθηση, η δεύτερη αρχίζει περίπου 40 μέρες μετά την πλήρη άνθηση και διαρκεί περίπου 4 βδομάδες, και η τρίτη αρχίζει 65-70 μέρες μετά την πλήρη άνθηση και διαρκεί περίπου 6 βδομάδες. Η αύξηση του μεγέθους του καρπού κατά την τρίτη περίοδο οφείλεται κυρίως στην αύξηση του μεγέθους των κυττάρων της σάρκας, λόγω ταχείας αύξησης των διαλυτών στερεών και του νερού. Η ολική αύξηση του καρπού οφείλεται σε αύξηση του αριθμού και του μεγέθους των κυττάρων του πυρήνα και του περικάρπιου.
Η ανάπτυξη του εμβρύου είναι γρήγορη κατά τη δεύτερη περίοδο αύξησης του καρπού. Στις πρώιμες όμως ποικιλίες, η τρίτη περίοδος αύξησης του καρπού συμπίπτει μερικώς με τη γρήγορη ανάπτυξη του εμβρύου. Γι’ αυτό και οι ποικιλίες αυτές έχουν εκφυλισμένα έμβρυα και οι πυρήνες τους είναι ακατάλληλοι για πολλαπλασιαστικό υλικό. Στις όψιμες όμως ποικιλίες η τρίτη περίοδος αρχίζει, όταν το έμβρυο μορφολογικά έχει συμπληρώσει το μέγιστο μέγεθος του και επομένως οι ποικιλίες αυτές έχουν ψηλό ποσοστό σπερμάτων με καλή βλαστική ικανότητα, κατάλληλο για πολλαπλασιαστικό υλικό. Η καταστροφή του εμβρύου νωρίς κατά τη δεύτερη περίοδο αύξησης του καρπού ή νωρίτερα, ελέγχει άμεσα την ανάπτυξη του καρπού και προκαλεί συρρίκνωση και πτώση. Αν όμως καταστραφεί αργότερα, μεταξύ της δεύτερης και τρίτης περιόδου, η αύξηση του καρπού συνεχίζεται με κανονικό ρυθμό, αλλά για μικρότερη χρονική περίοδο, με αποτέλεσμα ο καρπός να ωριμάσει νωρίτερα, χωρίς να αποκτήσει το κανονικό του μέγεθος. Κατά την τρίτη περίοδο αύξησης του καρπού, ο εκφυλισμός του εμβρύου αυξάνει το ρυθμό αύξησης και πρωϊμίζει την ωρίμαση του, με αποτέλεσμα το τελικό μέγεθος να είναι μεγαλύτερο απ' εκείνο που θα επιτυγχανόταν κανονικά.
Ο τραυματισμός της σάρκας και του ξυλοποιημένου ενδοκάρπιου χωρίς τραυματισμό του σπέρματος, δεν αλλάζει το ρυθμό αύξησης του καρπού. Όσο δε πλησιέστερα προς την κανονική ωρίμανση του καρπού το έμβρυο καταστρέφεται, τόσον πιο γρήγορος είναι ο ρυθμός αύξησης του περικάρπιου. Επομένως η πρώϊμη ωρίμαση μερικών ποικιλιών οφείλεται, τουλάχιστο κατά μέρος, στον εκφυλισμό του εμβρύου. Η αύξηση του όγκου του καρπού μετά το σχηματισμό του πυρήνα οφείλεται, όπως αναφέρθηκε πιο πάνω, στην αύξηση του βάρους της σάρκας (πάνω από 60% σε ξηρό βάρος). Ο ρυθμός αύξησης του καρπού είναι βραδύς κατά τη σκλήρυνση του πυρήνα, ανεξάρτητα με το χρόνο αραίωσης των καρπών, γιατί το ξυλοποιημένο ενδοκάρπιο και το σπέρμα επικρατούν της σάρκας. Η αύξηση του μεγέθους απ' όψιμο αραίωμα οφείλεται στην εξουδετέρωση του ανταγωνισμού της αναπτυσσόμενης σάρκας, κυρίως σε υδατάνθρακες κατά την τελική διόγκωση του καρπού.
Αφού λοιπόν η εξουδετέρωση του ανταγωνισμού σε υδατάνθρακες αυξάνει το μέγεθος του καρπού κατά την ωρίμαση, το αραίωμα αμέσως μετά τη φυσική καρπόπτωση του Ιουνίου είναι πιο αποτελεσματικό. Το πρώιμο αραίωμα, κυρίως σε ποικιλίες με μεγάλους πυρήνες, εξοικονομεί υδατάνθρακες, που διαφορετικά θα καταναλίσκονταν για το ξυλοποιημένο ενδοκάρπιο και το σπέρμα. Επομένως, και αν ακόμα το πρώιμο αραίωμα δεν αυξάνει πάντοτε το μέγεθος του καρπού, εξοικονομεί υδατάνθρακες για αύξηση του καρπού, σχηματισμό ανθοφόρων οφθαλμών και αύξηση της βλάστησης ή για εναποθήκευση.[2]
Σχίσιμο πυρήνων
Το σχίσιμο του πυρήνα συνδέεται στενά με τις συνθήκες εκείνες που προκαλούν έναν αυξημένο ρυθμό ανάπτυξης του καρπού. Ο αριθμός των καρπών της ποικιλίας Elberta, με σχισμένο πυρήνα, είναι μεγαλύτερος, όταν η βλάστηση είναι πλούσια σε υδατάνθρακες. Η κατά πλάτος διάμετρος του ώριμου καρπού είναι ελαφρά μεγαλύτερη σε σχέση με το μήκος απ' ότι κανονικά. Τα έμβρυα των καρπών με σχισμένο πυρήνα εκφυλίζονται σε πολύ μεγάλο ποσοστό, ενώ η σάρκα αναπτύσσεται κανονικά μέχρι την ωρίμαση, όπως στους κανονικούς καρπούς. Το σπάσιμο του πυρήνα κυρίως γίνεται κατά μήκος της νωτιαίος και κοιλιακής ραφής, συνήθως καθ' όλο το μήκος της νωτιαίας ραφής και σε τμήμα της κοιλιακής προς τη βάση του πυρήνα. Χρονικά επισυμβαίνει κατά την περίοδο σκλήρυνσης του πυρήνα και το ποσοστό είναι ψηλό σε συνθήκες που ευνοούν την ανάπτυξη μεγάλων καρπών.
Η έκκριση κόμμι επισυμβαίνει κατά τη σκλήρυνση του πυρήνα, είτε προς την νωτιαία πλευρά, απέναντι από την κοιλιακή ραφή και σε απόσταση ίση με το 1/3 του μήκους της από την κορυφή ή στην κορυφή. Ο εκφυλισμός των εμβρύων συνδέεται με την έκκριση κόμμι. Η έκκριση κόμμι, που παρατηρείται μερικές φορές περιφερειακά του καρπού, οφείλεται σε μηχανική ζημιά και δεν έχει σχέση με εκείνη του πυρήνα, που επισυμβαίνει περίπου 2 βδομάδες μετά απ' την έναρξη σκλήρυνσης της κορυφής του πυρήνα και δε συνδέεται με μικροοργανισμό. Το σχίσιμο του πυρήνα είναι σοβαρό μειονέκτημα της ποιότητας των εκπύρηνων και συμπύρηνων ροδάκινων. Κάθε παράγοντας, που ευνοεί την ανάπτυξη του καρπού, συμβάλλει στο σχίσιμο του πυρήνα, που ποικίλλει από χρόνο σε χρόνο ακόμα και κάτω από τις ίδιες καλλιεργητικές φροντίδες. Για αυτό οι κλιματικοί παράγοντες, που επηρεάζουν την αύξηση του καρπού, φαίνεται να συμβάλλουν σοβαρά στο σχίσιμο του πυρήνα, ιδιαίτερα η ευνοϊκή θερμοκρασία και η υγρασία του εδάφους. Πιστεύεται όμως ότι σε ποσοστό ελέγχεται και γενετικά. Η άνιση ανάπτυξη των δυο ημίσεων του καρπού, που παρατηρείται μερικές φορές, συνδέεται άμεσα με την ανάπτυξη του σπέρματος. Το μέρος εκείνο του καρπού που προσκολλάται στο σπέρμα αναπτύσσεται περισσότερο, γιατί επωφελείται περισσότερο απ' την παραγωγή των αυξητικών ορμονών.[2]
Πολλαπλασιασμός
Η ροδακινιά πολλαπλασιάζεται με ενοφθαλμισμό με όρθιο Τ πάνω σε υποκείμενα σπορόφυτα ή κλώνους ηλικίας 1-2 χρόνων. Ο ενοφθαλμισμός μπορεί να γίνει την άνοιξη, το καλοκαίρι (μέσα Ιουλίου) και το φθινόπωρο (αρχές Σεπτεμβρίου). Όπως στην αμυγδαλιά έτσι και στη ροδακινιά, ο ενοφθαλμισμός την άνοιξη γίνεται μόλις αρχίσει να αποκολλάται εύκολα ο φλοιός του υποκείμενου με κοιμώμενο οφθαλμό από εμβολιοφόρους βλαστούς, που κόπηκαν έγκαιρα και διατηρήθηκαν κατάλληλα συσκευασμένοι σε θερμοκρασία 3-4oC. Σαν πιο κατάλληλη όμως εποχή θεωρείται το καλοκαίρι και το φθινόπωρο με ευνοϊκές κλιματικές συνθήκες, περίοδοι που εξασφαλίζουν και κατάλληλα εμβόλια. Το παραγόμενο δενδρύλλιο συνήθως διατίθεται ως μονοετές την επόμενη χρονιά, τέλη φθινοπώρου, ή ως διετές την μεθεπόμενη χρονιά κατά την ίδια περίοδο.
Η διάρκεια ζωής της καλλιέργειας ροδακινιάς είναι 10-15 έτη. Έτσι οι κατάλληλες για καλλιέργεια ροδακινιάς εκτάσεις έχουν επαναφυτευθεί τουλάχιστον 2-3 φορές στην Ελλάδα. Για να αποφευχθεί το πρόβλημα της επαναφύτευσης, το μόνο υποκείμενο που χρησιμοποιείται στην Ελλάδα είναι το GF 677. Το υποκείμενο αυτό πολλαπλασιάζεται εύκολα με φυλλοφόρα και χειμερινά μοσχεύματα, αλλά τα μεγάλα φυτώρια το πολλαπλασιάζουν αποκλειστικά με ιστοκαλλιέργεια. Επάνω του εμβολιάζονται οι ποικιλίες τον Αύγουστο, όταν το [[Υποκείμενα υποκείμενο έχει αναπτυχθεί 5-6 μήνες στο φυτώριο. Ο οφθαλμός του εμβολίου θα εκπτυχθεί τον επόμενο Μάρτιο και το αναπτυγμένο φυτό θα πουληθεί τον επόμενο Οκτώβριο. Υπάρχει και μια πιο ταχεία μέθοδος, όπου τα υποκείμενα από ιστοκαλλιέργεια μετά την ελάχιστη ανάπτυξη τους στην τράπεζα υδρονέφωσης, εμβολιάζονται αργά το χειμώνα. Το εμβόλιο εκβλαστάνει αμέσως και έχει αναπτυχθεί έως 20cm έως τον Απρίλιο, όταν και μεταφυτεύεται στο φυτώριο να συνεχίσει την ανάπτυξη τους και να γίνει αναπτυγμένο (έως 2,5m ύψος) τον ίδιο Οκτώβριο (σε 1 χρόνο).[2]
Υποκείμενα
Το υποκείμενο παίζει καθοριστικό ρόλο στην επιβίωση του δέντρου καθώς είναι υπεύθυνο για το ριζικό σύστημα και συνεπώς για την προσαρμοστικότητα του δέντρου στα διάφορα εδάφη και στο μικροκλίμα της κάθε περιοχής. Κυριότερα υποκείμενα της ροδακινιάς είναι τα σπορόφυτα, τα κλωνικά και τα Υβρίδια ροδακινιάς x αμυγδαλιάς. Είναι συγκεντρωμένα όλα τα υποκείμενα στον παρακάτω σύνδεσμο
Ποικιλίες
Η σύνθεση των ποικιλιών στους εμπορικούς ροδακινεώνες της χώρας μας, απαρτίζεται σε μεγαλύτερα ποσοστά από παραδοσιακές ποικιλίες και σε μικρότερα από νεότερες. Στην περιγραφή που ακολουθεί δίνονται τα χαρακτηριστικά των ποικιλιών της ροδακινιάς που διακρίνονται στις ποικιλίες που είναι κατάλληλες για νωπή κατανάλωση, τις κονσερβοποιήσιμες ποικιλίες και τις ποικιλίες νεκταρινιάς. Είναι συγκεντρωμένες και αναλύονται στους παρακάτω συνδέσμους:
Κλιματικές συνθήκες
Η ροδακινιά ευδοκιμεί σε περιοχές, όπου η θερμοκρασία δεν πέφτει συχνά κάτω από -15oC. Χρειάζεται όμως αρκετό χειμερινό ψύχος για τη διακοπή του λήθαργου των οφθαλμών της. Περιοχές με όψιμους ανοιξιάτικους παγετούς κατά την περίοδο της ανθήσεώς της είναι ακατάλληλες για την καλλιέργεια της ροδακινιάς, γιατί τα άνθη της ζημιώνονται εύκολα. Καλύτερη ποιότητα καρπών επιτυγχάνεται σε περιοχές με αρκετά ζεστό καλοκαίρι (μέχρι 35oC) και χαμηλή σχετική υγρασία. Όταν οι ανάγκες σε ψύχος μιας ποικιλίας ροδακινιάς δεν ικανοποιηθούν, τότε οι ανθοφόροι της οφθαλμοί πέφτουν, ή εκπτύσσονται ανώμαλα, με αποτέλεσμα την απώλεια ή μείωση της παραγωγής. Γι’ αυτό συνιστάται να λαμβάνεται σοβαρά υπόψη κατά την επιλογή προς καλλιέργεια μιας ποικιλίας ροδακινιάς.
Ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δίνεται σ' αυτό απ' τους παραγωγούς, που καλλιεργούν τη ροδακινιά σε ζεστές περιοχές. Τεχνητά η διακοπή του λήθαργου των οφθαλμών της ροδακινιάς, μπορεί να γίνει με χημικά μέσα [χειμερινός πολτός με 1.5% DΝΟC (5%) + θειουρία (2%) ή ΚΝΟ3 (5%), θειουρία (2%) + ΚΝΟ3 (5%)].Ο ψεκασμός συνιστάται να γίνεται 1 τουλάχιστο μήνα πριν από την έκπτυξη των οφθαλμών και με μικρότερη συγκέντρωση θειουρίας (1Kg κατά στρέμμα). Ακόμα θα πρέπει να τονιστεί ότι οι κονσερβοποιήσιμες ποικιλίες είναι πιο ευαίσθητες στον παγετό κατά την περίοδο της ανθοφορίας τους συγκριτικά με της επιτραπέζιες ποικιλίες.[2]
Εδαφικές συνθήκες
Η ροδακινιά ευδοκιμεί σε εδάφη βαθιά και κατά προτίμηση αμμοπηλώδη, με καλή αποστράγγιση και πτωχά σ' ανθρακικό ασβέστιο. Τα βαριά εδάφη ή με κακή αποστράγγιση πρέπει να αποφεύγονται, γιατί επηρεάζουν αρνητικά την ανάπτυξη των δένδρων, την παραγωγή και την ποιότητα των καρπών. Σε τέτοια εδάφη, λόγω της υπερβολικής υγρασίας και του κακού αερισμού, παρατηρείται χλώρωση στα φύλλα του δένδρου, που διορθώνεται δύσκολα. Η άριστη περιοχή του pH για την καλύτερη ανάπτυξη είναι από 6-7,5.[2]
Πληροφοριακά στοιχεία
Ευδοκιμεί στις περιοχές
|
Σχετικές σελίδες
Βιβλιογραφία
- ↑ Δενδροκομία Ι Σημειώσεις για ειδικά θέματα", Νάνου Γεωργίου, Αναπληρωτού Καθηγητή Γεωπονικού Πανεπιστημίου Βόλου.
- ↑ 2,0 2,1 2,2 2,3 2,4 2,5 2,6 2,7 2,8 2,9 Ειδική δενδροκομία Τόμος II "Ακρόδρυα-Πυρηνόκαρπα-Λοιπά καρποφόρα", Ποντίκη Κων/νου, Καθηγητή Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών.
- ↑ Κτήμα & Κήπος, τεύχος 14 - Απρίλιος 2014.