Πλεονεκτήματα οργανικής ουσίας
Αποτελεί βασική πηγή ενέργειας μέσα στο χώρο του εδαφικού συστήματος, το οποίο αποτελεί δυναμικό σύστημα και επομένως χρειάζεται συνεχή τροφοδότηση με ενέργεια. Αυξάνει τη συνεκτικότητα εδαφών με ψηλή περιεκτικότητα σε άμμο, ενώ μειώνει την πλαστικότητα και συνεκτικότητα των αργιλωδών εδαφών. Βελτιώνει τη δομή του εδάφους, δημιουργώντας σταθερά συσσωματώματα και το πορώδες του εδάφους. Προστατεύει τα εδάφη από διαβρώσεις. Αυξάνει την ικανότητα ανταλλαγής κατιόντων (ΙΑΚ), συνεισφέροντας συχνά το 30% - 70% της συνολικής ΙΑΚ, την ικανότητα συγκρατήσεως υγρασίας. Αποτελεί την πηγή του 90% - 95% του αζώτου σε εδάφη χωρίς λίπανση και είναι η κυριότερη πηγή διαθέσιμου φωσφόρου και διαθέσιμου θείου. Σχηματίζει οργανομεταλλικά σύμπλοκα (χηλικές ενώσεις) μέσω οργανικών συστατικών, που ενώνονται με ιχνοστοιχεία (π.χ. Fe,Zn, Cu). Ανάλογα με το ποσοστό της αναλογίας χουμικού συστατικού προς μέταλλο διακρίνονται σε υδατοδιαλυτά (σχέση 1:1 ή 1:2), τα οποία μετακινούνται από την επιφάνεια στους κατώτερους εδαφικούς ορίζοντες αυξάνοντας τη διαθεσιμότητα τους και σε αδιάλυτα σύμπλοκα (σχέση 1:6. Παρέχει στα φυτά οργανικές ενώσεις (χωρίς τη διαδικασία ανοργανοποίησης) σε μικρές βέβαια ποσότητες, που βοηθούν στην ανάπτυξη τους, εφόσον δρούν ως αυξίνες. Επηρεάζει τον χρωματισμό των επιφανειακών στρωμάτων του εδάφους, ευνοώντας την απορρόφηση της θερμότητας που έχει ως συνέπεια την πρώιμη ανάπτυξη των φυτών. Βοηθά, με τα όξινα συστατικά της και με το παραγόμενο κατά τη διάσπαση της CO2, στη χημική αποσάθρωση των ορυκτών και στην απελευθέρωση θρεπτικών στοιχείων.[1]
Βιβλιογραφία
- ↑ "Εδαφολογία και κρασί - Αξιολόγηση εδαφών και τοποκλιματικές συνθήκες", του Διονυσίου Καλύβα, Καθηγητή Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών.