Ανάγκες σε μονάδες θερμότητας των καρποφόρων δένδρων
Ο ενεργός χρόνος άνθησης, κατά την άνοιξη εξαρτάται πολύ από τις θερμοκρασίες που επικρατούν την άνοιξη. Μερικές ποικιλίες ανθίζουν σε μέσες θερμοκρασίες 80C, ενώ άλλες δεν ανθίζουν μέχρις ότου η θερμοκρασία φθάσει τουλάχιστον στους 150C. Οι ανάγκες θερμότητας κάποιας ποικιλίας συνήθως καθορίζονται γενετικά. Τα πρωϊανθή είδη της αχλαδιάς χρειάζονται πολύ λιγότερες μονάδες θερμότητας πριν ανθίσουν απ' ότι οι οψιμανθείς ποικιλίες της αχλαδιάς, οι οποίες χρειάζονται μεγάλες ποσότητες θερμότητας. Η ενεργός ποσότητα θερμότητας, που απαιτείται ποικίλλει συχνά με τη φυσιολογική κατάσταση του φυτου. Τα ληθαργούντα δένδρα ή εκείνα που δεν κάλυψαν επαρκώς τις ανάγκες τους σε ψύχος χρειάζονται πολύ μεγαλύτερη συσσώρευση θερμότητας απ' ότι εκείνα που τις έχουν ικανοποιήσει πριν ακόμα καταστούν ικανά προς άνθηση.
Αντίθετα, η επιπρόσθετη ψύξη, που δίνεται μετά τη συμπλήρωση των αναγκών σε ψύχος των δένδρων, μειώνει την αναγκαία συσσώρευση μονάδων θερμότητας. Η δε ανάγκη σε θερμότητα εκφράζεται πιο συχνά σε βαθμοημέρες αύξησης ή σε βαθμοώρες αύξησης. Συνήθως οι 4.50C αποτελούν τη βάση, πάνω από τους οποίους υπολογίζονται οι βαθμοημέρες αύξησης. Ένα τρόπο αποτελεσματικό μείωσης της θερμοκρασίας των οφθαλμών αποτελεί η συχνή, δια τεχνητής βροχής, διαβροχή των δένδρων. Η εξατμιστική θερμότητα μειώνει τη θερμοκρασία των οφθαλμών κατά 100C συγκριτικά μ' εκείνη του περιβάλλοντα αέρα. Η δε τεχνητή διαβροχή μειώνει την ανάπτυξη των οφθαλμών και καθυστερεί την άνθηση. Η διαβροχή των οφθαλμών με τεχνητή βροχή μείωσε τη θερμοκρασία, σε σχετικά ξηρά κλίματα, πάνω από 200C, με αποτέλεσμα να επιφέρει καθυστέρηση στην άνθηση πάνω από 2 εβδομάδες. Άλλοι επέτυχαν λιγότερο εντυπωσιακές διαφορές, τούτου εξαρτωμένου, από τη θερμοκρασία και υγρασία των οφθαλμών, που επηρεάζουν σημαντικά την εξάτμιση. Ωστόσο, η ανάγκη σε θερμότητα των οφθαλμών μετά την επίδραση του ψύχους, έχει απόλυτα αποδειχθεί.[1]
Βιβλιογραφία
- ↑ Γενική Δενδροκομία, του Καθηγητή Δενδροκομίας Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών, Κωνσταντίνου Α. Ποντίκη, 1997