Ασθένειες αζαλέας

Από GAIApedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Βοτρύτης

Ο βοτρύτης (Botrytis Blight, Botrytis petal blight, Botrytis gray mold) είναι μια συνηθισμένη ασθένεια της αζαλέας. Το παθογόνο Botrytis cinerea Pers:Fr., μπορεί να προσβάλλει τα νεαρά φύλλα, τους βλαστούς και τα άνθη της αζαλέας. Συνήθως όμως προσβάλλει τα άνθη. Μικρές υδατώδεις κηλίδες σχηματίζονται στα πέταλα του άνθους, οι οποίες μεγαλώνουν σύντομα γίνονται νεκρωτικές και συνενώνονται (νέκρωση των πετάλων). Οι προσβεβλημένοι ιστοί καλύπτονται από τις γκρίζες εξανθήσεις του παθογόνου ιδίως σε ψυχρές και υγρές περιόδους. Ο μύκητας κανονικά δεν εισβάλλει στους υγιείς φυτικούς ιστούς. Προτιμά να αποικίζει τους νεκρούς, γηρασμένους ή τραυματισμένους ιστούς, όπως είναι τα πεσμένα φύλλα και τα πέταλα και αυτά αποτελούν τις πηγές του μολύσματος κατά τη διάρκεια της διαχειμάσεως.

Επισημαίνεται ότι τα συμπτώματα της προσβολής των πετάλων από το βοτρύτη μοιάζουν με εκείνα που προκαλούνται από το μύκητα Ovulinia. Γιά την αντιμετώπιση της ασθένειας συνιστώνται τα παρακάτω: Μέτρα για τον αερισμό των φυτών, ώστε να περιορίζεται η υψηλή υγρασία. Απομάκρυνση νεκρών, ασθενών και γηρασμένων φυτικών μερών (άνθη, φύλλα). Ψεκασμός των φυτών με μυκητοκτόνα (fludioxonil, iprodione, chlorothalonil, vinclozolin, κ.α.). [1]

Βιβλιογραφία

  1. Ασθένειες καλλωπιστικών φυτών, του Ομότιμου Καθηγητή Φυτοπαθολογίας του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών Χ.Γ.Παναγόπουλου, Αθήνα 2003.




Νέκρωση των πετάλων

Η νέκρωση των πετάλων της αζαλέας (azalea flower blight, azalea flower spot ή Ovulinia petal blight είναι μια ιδιαιτέρως καταστροφική ασθένεια που οφείλεται στον ασκομύκητα Ovulinia azaleae Weiss. Η ατελής μορφή του παθογόνου ονομάζεται Ovulitus azaleae Buchwald. Η ασθένεια περιγράφηκε για πρώτη φορά το 1931 στις Η.Π.Α. Σήμερα η ασθένεια είναι γνωστή σε πολλές περιοχές του κόσμου. Έχει αναφερθεί στην Αυστραλία, την Νέα Ζηλανδία, την Ιαπωνία και σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες (Αγγλία, Ελβετία, Βέλγιο, Γαλλία, Ολλανδία, Γερμανία, Ιταλία). Τα άνθη είναι τα μόνα μέρη του φυτού που προσβάλλονται. Τα πρώτα συμπτώματα στα πέταλα εμφανίζονται ως μικρές, κυκλικές υδατώδεις κηλίδες διαμέτρου περίπου 1mm. Οι κηλίδες μπορεί να εμφανισθούν και όταν ακόμη τα άνθη δεν έχουν πλήρως ανοίξει. Καθώς οι κηλίδες μεγαλώνουν, συνενώνονται και καλύπτουν μεγάλες περιοχές στα πέταλα, τα μολυσμένα πέταλα μαλακώνουν, γίνονται γλοιώδη και αποκτούν ανοικτό μέχρι σκούρο καστανό μεταχρωματισμό. Με συνθήκες υψηλής υγρασίας το παθογόνο χρειάζεται 2-4 ημέρες για να καταστρέψει τελείως τα μολυσμένα άνθη. Τα ασθενή άνθη γίνονται μαλακά και καλύπτονται από το μυκήλιο του παθογόνου. Τελικά τα άνθη αποξηραίνονται και συχνά παραμένουν πάνω στο φυτό επί μερικές εβδομάδες. Στα προσβεβλημένα πέταλα παράγονται από το παθογόνο πολυάριθμα μακροκονίδια και μικροκονίδια (σπερμάτια) του παθογόνου (είναι τα σπόρια της ατελούς μορφής του παρασίτου). Τα σπόρια αυτά (τα μακροκονίδια τα οποία είναι ωοειδή, μονοκύτταρα, υαλώδη και διαστάσεων 60 x 35 μm) που αποτελούν τα νέα μολύσματα του παθογόνου διασπείρονται με τον άνεμο, με τα σταγονίδια της βροχής και με τα έντομα, βλαστάνουν με υγρό καιρό και προκαλούν νέες μολύνσεις (δευτερογενείς). Με ξηρό καιρό τα μακροκονίδια διατηρούνται ζωντανά επί αρκετούς μήνες. Πάνω στα μολυσμένα πέταλα σχηματίζονται, σε 4-8 εβδομάδες από την μόλυνση, τα καστανόμαυρα σκληρώτια του παθογόνου (πεπλατυσμένα, επιμήκη, με πλάτος 2-8mm). Το παθογόνο επιβιώνει με τα σκληρώτια, τα οποία την επόμενη άνοιξη βλαστάνουν και παράγουν αποθήκια μέσα στα οποία σχηματίζονται τα ασκοσπόρια του παθογόνου. Τα αποθήκια είναι ερυθροκαστανά και αποτελούνται από ένα ποδίσκο 3-10 mm και ένα κύπελλο διαμέτρου 1,5-2,5mm. Τα ασκοσπόρια (είναι μονοκύτταρα, ελλειψοειδή και υαλώδη σπόρια) που είναι ξηροσπόρια διασπείρονται με τον αέρα και προκαλούν τις πρωτογενείς μολύνσεις την επόμενη περίοδο. Οι μολύνσεις ευνοούνται από τις συχνές βροχοπτώσεις, την άρδευση, την άφθονη δρόσο, γενικώς από την υψηλή υγρασία και το θερμό καιρό κατά τη διάρκεια της ανθήσεως. Η βλάστηση των ασκοσπορίων γίνεται σε θερμοκρασίες 5-270C (άριστη θερμοκρασία μεταξύ 10-220C). Η αντιμετώπιση της ασθένειας γίνεται κυρίως με προληπτικούς ψεκασμούς των φυτών με μυκητοκτόνα (benomyl, thiophanate-methyl, myclobutanil, triadimefon, chlorothalonil, triforine, mancozeb). Το chlorothalonil είναι τοξικό σε μερικές ποικιλίες. Οι ψεκασμοί αρχίζουν, όταν οι πρώτοι ανθοφόροι οφθαλμοί δείξουν το χρώμα τους και συνεχίζονται σε εβδομαδιαία διαστήματα μέχρις ότου ανοίξουν και οι τελευταίοι οφθαλμοί. Επίσης λαμβάνονται μέτρα περιορισμού των μολυσμάτων, όπως απομάκρυνση και καταστροφή των προσβεβλημένων ανθέων. Καταστροφή των υπολειμμάτων της καλλιέργειας. Ακόμη να λαμβάνονται μέτρα μειώσεως της υγρασίας στο περιβάλλον του φυλλώματος των φυτών. [1]

Βιβλιογραφία

  1. Ασθένειες καλλωπιστικών φυτών, του Ομότιμου Καθηγητή Φυτοπαθολογίας του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών Χ.Γ.Παναγόπουλου, Αθήνα 2003.





Ξήρανση οφθαλμών και κλαδίσκων

Η ξήρανση των οφθαλμών και κλαδίσκων (Bud and twig blight, Twig blight and bud blast) του φυτού της αζαλέας οφείλεται στο μύκητα Pycnostysanus azaleae (Peck) Ε.W. Mason = Periconia azaleae Peck, Briosia azaleae (Peck) Dearn., Sporocybe azaleae (Peck) Sacc.,(Mitosporic fungi). Είναι μια ασθένεια που μπορεί να προκαλέσει σοβαρές ζημιές στην καλλιέργεια μέχρι (90% των ανθέων). Προέρχεται από τη Βόρεια Αμερική, αλλά έχει εξαπλωθεί και σε πολλές χώρες της Ευρώπης, όπου είναι κοινή (Αγγλία, Γαλλία, Γερμανία). Πρόσφατα διαπιστώθηκε και στην Ιταλία.

Τα συνήθη συμπτώματα της ασθένειας είναι νεκροί κλαδίσκοι με μικρούς αποξηραμένους οφθαλμούς που περιβάλλονται από αργυρόγκριζους χιτώνες. Οι οφθαλμοί μολύνονται το φθινόπωρο αποκτούν χρώμα ασημένιο γκρίζο, νεκρώνονται και δεν εκπτύσσονται. Οι χαρακτηριστικές καρποφορίες του παθογόνου που είναι τα κορέμια (καρποφορία αγενών σπορίων που συνίσταται από δέσμη κονιδιοφόρων που μοιάζει με σκούπα), σχηματίζονται στην επιφάνεια των ξηρών κλαδίσκων και ανθοφόρων οφθαλμών την επόμενη περίοδο και έχουν χρώμα μαύρο και διαστάσεις 2mm ύψος και 0,5mm πλάτος. Ο φυλλοτέττιγας Graphocephala coccinea εναποθέτει τα αυγά του σε σχισμές στους ανθοφόρους οφθαλμούς και διευκολύνει την είσοδο του παθογόνου και πιθανώς ενεργεί και ως φορέας του μύκητα. Τα σπόρια του παθογόνου διασπείρονται με τη βροχή και με τα έντομα.

Εναντίον της ασθένειας συνιστάται η αφαίρεση και καταστροφή των προσβεβλημένων κλαδίσκων και ο ψεκασμός των φυτών με μυκητοκτόνα. [1]

Βιβλιογραφία

  1. Ασθένειες καλλωπιστικών φυτών, του Ομότιμου Καθηγητή Φυτοπαθολογίας του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών Χ.Γ.Παναγόπουλου, Αθήνα 2003.




Ανθράκωση

Η ανθράκωση (αγγλ. Anthracnose, Colletotrichum leaf spot) είναι μια από τις πλέον συνήθεις κηλιδώσεις των φύλλων σε πολλά καλλωπιστικά φυτά. Ο παθογόνος μύκητας είναι ο Colletotrichum gloeosporioides (Penz.) Penz. & Sacc., με τέλεια μορφή τον Glomerella cingulata (Stoneman) Spauld & Schrenk.

Στο φυτό της αζαλέας προκαλεί κηλίδωση φύλλων και σε μερικές ποικιλίες και φυλλόπτωση. Τα πρώτα συμπτώματα εμφανίζονται στα νεαρά φύλλα με τη μορφή νεκρωτικών κηλίδων. Το παθογόνο σχηματίζει τις καρποφορίες του (τα ακέρβουλα) στην περιοχή των προσβεβλημένων ιστών. Τα ώριμα φύλλα συνήθως δεν μολύνονται, αλλά οι νεαροί βλαστοί εμφανίζουν έντονη αποφύλλωση. Συνιστάται συλλογή και καταστροφή των προσβεβλημένων φύλλων. [1]

Βιβλιογραφία

  1. Ασθένειες καλλωπιστικών φυτών, του Ομότιμου Καθηγητή Φυτοπαθολογίας του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών Χ.Γ.Παναγόπουλου, Αθήνα 2003.




Ξήρανση και σηψιρριζία από κυλινδροκλάδιο

Η ξήρανση και σηψιρριζία από κυλινδροκλάδιο (αγγλ. Cylindrocladium blight and root rot, Cylindrocladium blight and wilt) είναι μια σοβαρή ασθένεια της αζαλέας αλλά και πολλών άλλων καλλωπιστικών φυτών (όπως Erica gracilis, Erica carnea, Calluna vulgaris, Gaultheria procumbens. Προκαλείται από το μύκητα Cylindrocladium scoparium Morgan = Cylindrocladium floridanum Sobers & C.P. seymour, τέλεια μορφή ο ασκομύκητας Calonectria kyotensis Terashita (Hypocreaceae, Hypocreales) και το μύκητα Cylindrocladium theae (Petch) Subramanian = Cercosporella theae Petch, τέλεια μορφή ο ασκομύκητας Calonectria theae C.A. Loos (Ηypocreaceae, Hypocreales). Η ασθένεια διαπιστώθηκε για πρώτη φορά στην Ελλάδα στο Νομό Μαγνησίας το 1976 και το 1977 και προκάλεσε σοβαρές ζημιές στις καλλιέργειες. Τα νεαρά φυτά είχαν εισαχθεί από το Βέλγιο και την Ολλανδία. Το παθογόνο προσβάλλει τα φυτά σε όλα τα στάδια της αναπτύξεώς τους και προκαλεί ποικιλία συμπτωμάτων και ζημιών. Έτσι, κατά τη διάρκεια της παραγωγής πολλαπλασιαστικού υλικού προσβάλλονται τα μοσχεύματα ή πολύ συχνά η ασθένεια εκδηλώνεται αργότερα μετά τη φύτευση των μοσχευμάτων στις γλάστρες, όταν χρησιμοποιούνται μοσχεύματα με λανθάνουσα μόλυνση. Το παθογόνο επίσης προσβάλλει τις ρίζες, τα στελέχη και τα φύλλα της αζαλέας προκαλώντας σηψιρριζία, έλκη στους βλαστούς, κηλίδωση φύλλων και προσβολή ανθέων , ξηράνσεις και μαρασμό (μεταχρωματισμός των αγγείων, διασυστηματική μόλυνση). Τα μοσχεύματα μολύνονται, όταν προέρχονται από μητρικές φυτείες που είναι προσβεβλημένες από κηλίδωση των φύλλων που οφείλεται στο κυλινδροκλάδιο. Κατά τη διάρκεια της ριζοβολίας με υδρονέφωση τα κονίδια του μύκητα διασπείρονται από τα μολυσμένα στα υγιή μοσχεύματα. Τα μολυσμένα φύλλα (κυκλικές νεκρωτικές κηλίδες με χλωρωτική ζώνη) της αζαλέας πέφτουν στην επιφάνεια του υποστρώματος και τα σπόρια που στη συνέχεια παράγονται πάνω σε αυτά αποτελούν τα μολύσματα για την προσβολή των νέων ριζών. Το παθογόνο σχηματίζει πάνω στους προσβεβλημένους ιστούς κονιδιοφόρους που παράγουν τα κονίδια του μύκητα που προκαλούν νέες μολύνσεις. Τα κονίδια είναι δικύτταρα, κυλινδρικά, υαλώδη και διαστάσεων 39,7 x 3,5μm (C. scoparium) και κυλινδρικά, με 4 κύτταρα, υαλώδη και διαστάσεων 79,3 x 5,8μm (C. theae). Επίσης, στους προσβεβλημένους ιστούς παράγονται και τα μικροσκληρώτια του μύκητα, με τα οποία διαχειμάζει το παθογόνο. Επίσης, στην επιφάνεια των προσβεβλημένων ιστών σχηματίζονται, πάνω σε ένα μικρό μαύρο στρώμα, τα περιθήκια του παθογόνου (η τέλεια μορφή). Είναι ωοειδή, χρώματος πορτοκαλί μέχρι ερυθρό-πορτοκαλί και έχουν θηλοειδή οστιόλη. Από τα περιθήκια ελευθερώνονται τα αερομεταφερόμενα ασκοσπόρια. Πάντως αναφέρεται ότι η παραγωγή σπορίων και μικροσκληρωτίων γίνεται μόνο μετά την πτώση από το φυτό των προσβεβλημένων φύλλων και ανθέων. Η ασθένεια ευνοείται ιδιαιτέρως με το βροχερό καιρό, την υψηλή υγρασία και θερμοκρασίες που κυμαίνονται μεταξύ 23-310C. Η διασυστηματική μορφή της ασθένειας αναφέρεται ότι αναπτύσσεται σε φυτά που υποφέρουν από υπερβολικό πότισμα, υπερλίπανση (ιδίως με άζωτο), υψηλά επίπεδα αλάτων ή άλλους παράγοντες καταπονήσεως. Μερικές από τις καλλιεργούμενες ποικιλίες είναι ιδιαίτερα ευπαθείς στις προσβολές. Η αποτελεσματική αντιμετώπιση της ασθένειας βασίζεται στη χρησιμοποίηση απολύτως υγιών μοσχευμάτων, φυταρίων και φυτών, στην απολύμανση του υποστρώματος αναπτύξεως των φυτών, στην απολύμανση του υποστρώματος αναπτύξεως των φυτών και στην εφαρμογή μυκητοκτόνων (triflumizole, chloroneb, benomyl, ή thiophanate methyl. Μερικά φάρμακα μπορεί να είναι τοξικά σε ορισμένες ποικιλίες). Σε πειράματα καταπολεμήσεως που έγιναν στην Ελλάδα, τα μυκητοκτόνα chlorothalonil και thiabendazole βρέθηκαν αποτελεσματικά κατά της ασθένειας. Τα εργαλεία καλλιέργειας να απολυμαίνονται επιμελώς. Να καταστρέφονται τα προσβεβλημένα φυτά και τα υπολείμματα της καλλιέργειας. [1]


Βιβλιογραφία

  1. Ασθένειες καλλωπιστικών φυτών, του Ομότιμου Καθηγητή Φυτοπαθολογίας του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών Χ.Γ.Παναγόπουλου, Αθήνα 2003.





Προσβολή ριζών και λαιμού

Οι ακόλουθοι μύκητες προσβάλλουν το λαιμό και τις ρίζες ή και τα μοσχεύματα της αζαλέας: Διάφορα είδη του γένους Phytophthora προκαλούν διάφορες συμπτωματολογικές εκδηλώσεις στην αζαλέα γνωστές ως ξήρανση και ξήρανση βλαστών (Phytophthora blight and dieback), σηψιρριζία και μαρασμός (Phytophthora root rot and wilt). Τα κυριώτερα συμπτώματα είναι τα ακόλουθα: Τα φυτά εμφανίζουν νανισμό, μαρασμό και έχουν κίτρινα φύλλα. Τελικά ξηραίνονται. Σήψη και ξήρανση ριζών. Έλκη στο λαιμό, το ξύλο του στελέχους έχει ερυθροκαστανό μεταχρωματισμό. Οι βλαστοί ξηραίνονται από την κορυφή προς τα κάτω, σχηματίζονται καστανά έλκη. Τα φύλλα εμφανίζουν καστανές μέχρι μαύρες ακανόνιστες κηλίδες. Για την προστασία των υγιών φυτών συνιστώνται τα etridiazole, etridiazole + thiophanate methyl, propamocarb, mefenoxam, fosethyl AI, ή metalaxyl. Διάφορα είδη του γένους Pythium προκαλούν τήξεις φυταρίων στην αζαλέα. Προσβάλλονται τα μοσχεύματα στο λαιμό με την εμφάνιση μεσονεύριας χλώρωσης που ακολουθείται από αποφύλλωση και νέκρωση. Τα μοσχεύματα είτε δε ριζοβολούν ή εφόσον προσβληθούν αργότερα οι ρίζες τους εμφανίζουν καστανή σήψη. Ο μύκητας Rhizoctonia solani προκαλεί δυο τύπους προσβολών στην αζαλέα. Ο πρώτος τύπος προκαλεί τήξη φυταρίων (Rhizoctonia Damping-off), ενώ ο δεύτερος προκαλεί ξήρανση του φυλλώματος (Rhizoctonia web-blight). Ο δεύτερος τύπος προσβολής (web-blight) στην αζαλέα προκαλείται μόνο από δικάρυα στελέχη Rhizoctonia και από μερικούς ερευνητές ο τύπος αυτός της ασθένειας αποδίδεται στο είδος Rhizoctonia ramicola G.F. Weber & D.A. Roberts (τέλεια μορφή Ceratobasidium ramicola Tu et al.) Στην τήξη των φυταρίων το παθογόνο προκαλεί μια σήψη στο λαιμό του στελέχους ή και στις ρίζες. Είναι συνήθης στα νεαρά φυτά. Στην ξήρανση του φυλλώματος παρατηρούνται κηλιδώσεις στο έλασμα των φύλλων σε διάφορες περιοχές του φυλλώματος συνήθως στα φύλλα κοντά στο έδαφος και στην κεντρική περιοχή του φυλλώματος. Οι κηλίδες μπορεί να μεγαλώσουν γρήγορα και να ξηράνουν ολόκληρο το έλασμα, ή να διατηρηθούν ως μεμονωμένες κηλίδες και οι οποίες συχνά έχουν ζωνωτή μορφή. Στις προσβεβλημένες περιοχές αναπτύσσονται άφθονες υφές του παθογόνου, ιδίως με συνθήκες υψηλής σχετικής υγρασίας, οι οποίες σχηματίζουν νήματα (web) που εμποδίζουν την πτώση από τους βλαστούς των νεκρωμένων φύλλων. Η διάγνωση του Rhizoctonia γίνεται από την αναγνώριση του χαρακτηριστικού μυκηλίου του παθογόνου. Εφαρμογή μυκητοκτόνων (fludioxonil, chlorothalonil, iprodione, thiophanate-methyl). Σηψιρριζία Armillaria (Armillaria root rot, shoestring root rot). Παθογόνο ο βασιδιομύκητας Armillaria mellea (Vahl:Fr.) P. Kummer. Επίσης σηψιρριζία από τον Rosellinia necatrix. [1]


Βιβλιογραφία

  1. Ασθένειες καλλωπιστικών φυτών, του Ομότιμου Καθηγητή Φυτοπαθολογίας του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών Χ.Γ.Παναγόπουλου, Αθήνα 2003.





Ωίδιο

Τα φύλλα του φυτού της αζαλέας προσβάλλονται από διάφορα είδη ωιδίου (Powdery Mildew) τα οποία όλα έχουν ατελή μορφή του γένους Oidium. Στα αναπτυγμένα φύλλα εμφανίζονται χλωρωτικές περιοχές που καλύπτονται από τη χαρακτηριστική αλευρώδη εξάνθηση του παθογόνου. Σε μερικές ποικιλίες παρατηρείται ελάχιστη μόνο ανάπτυξη εξανθήσεως. Τα κυριότερα είδη που αναφέρονται ως παθογόνα της αζαλέας είναι τα Erysiphe polygoni DC. και Microsphaera penicillata (Wallr.:Fr.) Lev.

Το ωίδιο στις ευρωπαϊκές χώρες προκαλεί συχνά σοβαρά προβλήματα στις υπαίθριες καλλιέργειες της αζαλέας. Πάντως το περισσότερο διαδεδομένο είδος του παθογόνου στην Ευρώπη που προσβάλλει την αζαλέα θεωρείται το Microsphaera azaleae U. Braun (Erysiphaceae, Erysiphales, Ascomycetes). Ένα δεύτερο είδος του παθογόνου μύκητα το οποίο περιγράφηκε τελευταία στο Βέλγιο σε αζαλέα είναι το Microsphaera digitata Inman et al. O Microsphaera azaleae διαπιστώθηκε πρόσφατα στην Ιταλία σε φυτά Rhododendron japonicum x Rhododendron molle. Ως η ατελής μορφή των παθογόνων αναφέρεται ο Oidium ericinum Erikss. Εναντίον της ασθένειας χρησιμοποιούνται κατάλληλα μυκητοκτόνα (azoxystrobin, thiophanate-methyl, myclobutanil, triadimefon, ή triflumizole).

[1]

Βιβλιογραφία

  1. Ασθένειες καλλωπιστικών φυτών, του Ομότιμου Καθηγητή Φυτοπαθολογίας του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών Χ.Γ.Παναγόπουλου, Αθήνα 2003.




Έλκος από βοτρυοσφαίρια

Η ασθένεια που είναι γνωστή ως έλκος ή ξήρανση βλαστών από βοτρυοσφαίρια (Botryosphaeria canker, Botryosphaeria dieback) είναι γνωστή από το 1929. Οφείλεται στους ασκομύκητες Botryosphaeria dothidea, Dothiorella mali Ellis & Everh., κ.α. Το χαρακτηριστικό σύμπτωμα της ασθένειας είναι ο σχηματισμός ανώμαλων, βυθισμένων, σκοτεινών καστανών περιοχών γύρω από πληγές (π.χ. πληγές κλαδέματος) ή φυσικά ανοίγματα (ουλές φύλλων) στο φλοιό των βλαστών. Οι περιοχές αυτές εξελίσσονται σε έλκη. Το ξύλο κάτω από τον προσβεβλημένο φλοιό γίνεται καστανό. Οι προσβεβλημένοι βλαστοί και κλαδίσκοι μαραίνονται και αποξηραίνονται. Τα φύλλα τους γίνονται ελαφρώς χλωρωτικά, μαραίνονται, ξηραίνονται και παραμένουν κρεμασμένα στους βλαστούς.

Στην επιφάνεια των ελκών σχηματίζονται τα υπερυψωμένα μαύρα πυκνίδια (τύπου Fusicoccum) του παθογόνου (διαμέτρου 163-353μm). Τα πυκνιδιοσπόρια είναι διαστάσεων 22,4-30,8 x 4,2-7,6μm, υαλώδη και μονοκύτταρα. Η τέλεια μορφή του παθογόνου (περιθήκια) σχηματίζεται την άνοιξη. Τα συμπτώματα της ασθένειας, ιδίως τα έλκη, μοιάζουν με εκείνα της προσβολής από Phytophthora και γι' αυτό η εργαστηριακή διάγνωση της προσβολής είναι απαραίτητη. Τα φυτά είναι περισσότερο ευπαθή σε περιόδους καταπονήσεως από ξηρασία, χειμερινό παγετό ή άλλη αιτία.

Εναντίον της ασθένειας συνιστώνται τα εξής: Αφαίρεση των προσβεβλημένων κλάδων κάτω από την μολυσμένη περιοχή. Απολύμανση των εργαλείων κλαδέματος. Κανονικό πότισμα των φυτών για την αποφυγή της καταπονήσεως από την ξηρασία.

[1]

Βιβλιογραφία

  1. Ασθένειες καλλωπιστικών φυτών, του Ομότιμου Καθηγητή Φυτοπαθολογίας του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών Χ.Γ.Παναγόπουλου, Αθήνα 2003.




Septoria azaleae

Η κηλίδωση των φύλλων (Leaf spot, Leaf scorch) παρατηρείται σε πολλές περιοχές του κόσμου σε θερμοκηπιακές και σε υπαίθριες καλλιέργειες της αζαλέας. Το παθογόνο είναι ο μύκητας Septoria azaleae Voglino. Το παθογόνο προκαλεί γωνιώδεις, καστανές κηλίδες στα φύλλα οι οποίες μερικές φορές έχουν κίτρινο περιθώριο. Τα φύλλα τελικά ξηραίνονται και το φυτό αποφυλλώνεται. Στην επιφάνεια των κηλίδων σχηματίζονται τα πυκνίδια του μύκητα που περιέχουν τα χαρακτηριστικά σπόρια που αποτελούν και τις πηγές των μολυσμάτων. Καιρός υγρός και υψηλή σχετική υγρασία ευνοούν τις μολύνσεις και την ανάπτυξη της ασθένειας. Συνιστώνται ψεκασμοί με chlorothalonil, thiophanate-methyl ή iprodione. [1]

Βιβλιογραφία

  1. Ασθένειες καλλωπιστικών φυτών, του Ομότιμου Καθηγητή Φυτοπαθολογίας του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών Χ.Γ.Παναγόπουλου, Αθήνα 2003





Pseudocercospora handelii

Η μόλυνση των φύλλων της αζαλέας (Cercospora leaf spot) από το μύκητα Pseudocercospora handelii (Bubak) Deighton = Cercospora handelii Bubak, προκαλεί στα κατώτερα ιδίως φύλλα, το σχηματισμό σκοτεινών καστανών, γωνιωδών κηλίδων. Στην επιφάνεια των κηλίδων σχηματίζονται οι καρποφορίες του παθογόνου υπό μορφή μικροσκοπικών στιγμάτων (οι βραχείς κονιδιοφόροι του παθογόνου). Συνιστώνται μέτρα περιορισμού της υγρασίας στο φύλλωμα του φυτού. Επίσης εφαρμόζονται προστατευτικοί ψεκασμοί με triadimefon, thiophanate methyl, chlorothalonil, myclobutanil, ή mancozeb. [1]

Βιβλιογραφία

  1. Ασθένειες καλλωπιστικών φυτών, του Ομότιμου Καθηγητή Φυτοπαθολογίας του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών Χ.Γ.Παναγόπουλου, Αθήνα 2003.




Pestalotiopsis sydowiana

Η κηλίδωση (Pestalotia leaf spot twig blight, and crown rot) που προκαλείται από τον Pestalotiopsis sydowiana (Bres.) Β. Sutton, συν. Pestalotia sydowiana Bres. = Pestalotia rhododendri Guba non Westend., hom. illeg, δεν είναι συνήθης και δεν προκαλεί συνήθως προβλήματα. Ο μύκητας θεωρείται ως ασθενές παράσιτο που εισέρχεται στο φυτό μέσω πληγών που προκαλούνται από έντομα, τις καιρικές συνθήκες και τους καλλιεργητικούς χειρισμούς των φυτών. Η διάγνωση της προσβολής γίνεται από την παρουσία στους προσβεβλημένους ιστούς των ακέρβουλων του παρασίτου και των χαρακτηριστικών κονιδίων του γένους Pestalotia. [1]

Βιβλιογραφία

  1. Ασθένειες καλλωπιστικών φυτών, του Ομότιμου Καθηγητή Φυτοπαθολογίας του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών Χ.Γ.Παναγόπουλου, Αθήνα 2003.




Όγκοι φύλλων

Οι όγκοι των φύλλων και του άνθους (leaf and flower gall) που οφείλονται στο βασιδιομύκητα Exobasidium vaccini (Fuckel) Woronin = E. azaleae Peck (Εxobasidiaceae, Εxobasidiales, Ustilaginomycetes) είναι συνήθεις στις καλλιέργειες της αζαλέας, αλλά όπως αναφέρεται δεν προκαλούν σοβαρές ζημιές στη παραγωγή των φυτών. Όμως με πολύ υγρές συνθήκες σχηματίζονται πολυάριθμοι όγκοι με αποτέλεσμα τα φυτά να γίνονται καχεκτικά και μη παραγωγικά. Η ασθένεια διαπιστώθηκε για πρώτη φορά στην περιοχή του Βόλου. Η ασθένεια κάνει τα φύλλα να διογκώνονται, να καρουλιάζουν ή να σχηματίζουν σαρκώδεις όγκους που μοιάζουν με κύστεις. Οι όγκοι στα πρώτα στάδια της προσβολής έχουν χρώμα ανοικτό πράσινο μέχρι λευκό. Αργότερα η επιφάνεια των όγκων καλύπτεται από μια λευκή επάνθηση (χνούδι ή μούχλα, περιέχονται τα σπόρια του παθογόνου και οι όγκοι γίνονται καστανοί και σκληροί. Τα προσβεβλημένα άνθη είναι σαρκώδη και διογκωμένα. Τα χαμηλότερα φύλλα των φυτών προσβάλλονται συχνότερα. Τα σπόρια του παθογόνου διαχειμάζουν στα λέπια των οφθαλμών των φυτών ξενιστών. Βλαστάνουν και μολύνουν τα εκπτυσσόμενα φύλλα και άνθη την άνοιξη. Τα παλαιότερα φύλλα είναι ανθεκτικά στις μολύνσεις. Η ασθένεια ευνοείται από την υψηλή υγρασία την άνοιξη.

Στις περιπτώσεις που η προσβολή είναι μικρή (λίγα φυτά ασθενή) συνιστάται η συλλογή και καταστροφή των προσβεβλημένων οργάνων νωρίς και πριν αποκτήσουν το λευκό χρώμα. Επίσης, συνιστάται η λήψη μέτρων περιορισμού της υγρασίας στο περιβάλλον αναπτύξεως των φυτών (ιδίως του φυλλώματος). Όταν κρίνεται αναγκαία η εφαρμογή ψεκασμών με μυκητοκτόνα (συνιστούν το triadimefon), αυτό πρέπει να γίνεται προ της εκπτύξεως των οφθαλμών (φυλλοφόρων και ανθοφόρων οφθαλμών) και να επαναλαμβάνεται καθώς οι οφθαλμοί εκπτύσσονται. [1]

Βιβλιογραφία

  1. Ασθένειες καλλωπιστικών φυτών, του Ομότιμου Καθηγητή Φυτοπαθολογίας του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών Χ.Γ.Παναγόπουλου, Αθήνα 2003.




Καρκίνος

Ο καρκίνος ή όγκος του λαιμού (Crown gall) οφείλεται στο βακτήριο Agrobacterium tumefaciens (Smith & Townsend) Conn. Το παθογόνο έχει ευρύτατο κύκλο ξενιστών φυτών μεταξύ των οποίων είναι και η αζαλέα. [1]

Βιβλιογραφία

  1. Ασθένειες καλλωπιστικών φυτών, του Ομότιμου Καθηγητή Φυτοπαθολογίας του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών Χ.Γ.Παναγόπουλου, Αθήνα 2003.




Δακτυλιωτή νεκρωτική κηλίδωση

Η αζαλέα δε φαίνεται να έχει σημαντικά προβλήματα οφειλόμενα σε προσβολές από ιούς. Ο ιός Rhododendron necrotic ringspot virus (RoNRSV) είναι ο μόνος που αναφέρεται να προσβάλλει την αζαλέα χωρίς όμως να προκαλεί αξιόλογες οικονομικές ζημιές. Είναι διαδεδομένος σε αρκετές περιοχές του κόσμου. Φυσικοί ξενιστές του είναι το Rhododendron spp. και το Kalmia latifolia. Ανήκει στο γένος Potexvirus. Σχηματίζει νηματοειδή νουκλεοκαψίδια διαστάσεων 504nm x 13nm.

Τα κυριότερα συμπτώματα της ιώσεως συνίστανται στην εμφάνιση νεκρωτικών δακτυλίων στα παλαιά φύλλα του φυτού. Οι νεκρωτικοί ή συγκεντρικοί δακτύλιοι γίνονται περισσότεροι, καθώς προχωρεί η εποχή και τα προσβεβλημένα φύλλα γίνονται κόκκινα και πέφτουν πρόωρα. Η ένταση των συμπτωμάτων επηρεάζεται αρνητικά με την ένταση του φωτός (σε συνθήκες μειωμένου φωτισμού, σκιά, τα συμπτώματα είναι πολύ εντονότερα). Σε άλλες όμως ποικιλίες συμβαίνει το αντίθετο. Στο ηλιακό φως τα συμπτώματα είναι πολύ εντονότερα). Αντιμετωπίζεται με τη χρησιμοποίηση υγιούς πολλαπλασιαστικού υλικού. [1]

Βιβλιογραφία

  1. Ασθένειες καλλωπιστικών φυτών, του Ομότιμου Καθηγητή Φυτοπαθολογίας του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών Χ.Γ.Παναγόπουλου, Αθήνα 2003.




Διάφορες μη μεταδοτικές παθήσεις

Διάφοροι τύποι μεταχρωματισμών και νεκρώσεις του φυλλώματος του φυτού της αζαλέας προκαλούνται από την φυτοτοξική ρύπανση του αέρα, την έλλειψη ή περίσσεια ορισμένων ανόργανων θρεπτικών στοιχείων του εδάφους, την επίδραση διαφόρων φυτοπροστατευτικών και τη δράση ακραίων κλιματολογικών παραγόντων. [1]

Βιβλιογραφία

  1. Ασθένειες καλλωπιστικών φυτών, του Ομότιμου Καθηγητή Φυτοπαθολογίας του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών Χ.Γ.Παναγόπουλου, Αθήνα 2003.




[1]

Βιβλιογραφία

  1. Ασθένειες καλλωπιστικών φυτών, του Ομότιμου Καθηγητή Φυτοπαθολογίας του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών Χ.Γ.Παναγόπουλου, Αθήνα 2003