Κλάδεμα βυσσινιάς
Στη βυσσινοκαλλιέργεια τα πιο επικρατέστερα σχήματα μόρφωσης των δένδρων είναι το κυπελλοειδές και ο οπωροφόρος φράχτης.
Κυπελλοειδές: Η κόμη του δένδρου, που διαμορφώνεται σε ύψος 50-60cm από το έδαφος αποτελείται από 3-5 βραχίονες, που σχηματίζουν γωνία 50o έως 60o με τον κορμό, ελικοειδώς γύρω απ' αυτόν και κατά προτίμηση σ' απόσταση 10-15cm καθ' ύψος επί του κορμού. Κάθε βραχίονας φέρει συνήθως δυο καλά αναπτυγμένους σκελετικούς κλάδους, από τους οποίους ο πρώτος σχηματίζεται σ' απόσταση 40-50cm απ' τη βάση του και ο δεύτερος σ' απόσταση 60-80cm και αντίθετα ως προς τον πρώτο. Η διαμόρφωση του σχήματος των δένδρων πρέπει να συμπληρώνεται σ' όσο το δυνατό μεγαλύτρο χρονικό διάστημα και με ελαφρές επεμβάσεις, ιδιαίτερα με κορυφολογήματα βλαστών, κατά την ανάπτυξη τους, ή με συντμήσεις κλάδων κατά τη ληθαργική περίοδο.
Οπωροφόρος φράχτης: Το σχήμα αυτό μόρφωσης άρχισε να εφαρμόζεται κατά τα τελευταία χρόνια στην Αγγλία. Τα δενδρύλλια κατά τη φύτευση τους αφήνονται συνήθως ακλάδευτα, αλλά λαμβάνεται μέριμνα οι ισχυρότεροι των πλάγιων βλαστών να έχουν κατεύθυνση προς τη γραμμή φύτευσης των δένδρων. Κατ' αυτό τον τρόπο εξασφαλίζεται η ελεύθερη διαμόρφωση του σκελετού της κόμης των δένδρων σε συντομότερο χρονικό διάστημα και με μικρότερο κόστος. Η απόσταση μεταξύ των υπερκείμενων κλάδων και ο αριθμός αυτών εξαρτάται από τη ζωηρότητα του δένδρου. Στην κερασιά ο αριθμός αυτός των κλάδων κυμαίνεται από τρεις έως πέντε. Το ύψος του οπωροφόρου φράχτη κατά την πλήρη ανάπτυξη των δένδρων ουδέποτε υπερβαίνει τα τέσσερα μέτρα. Κατά τις φάσεις διαμόρφωσης του σκελετού των δένδρων ο οδηγός και οι πλάγιοι κλάδοι δεν κλαδεύονται για να αναπτυχθεί το δένδρο ελεύθερα. Αν κάποιες επεμβάσεις κριθούν αναγκαίες, τότε αυτές θα πρέπει να συνίστανται σε κάμψεις κλάδων ή κορυφολογήματα βλαστών. Το σχήμα αυτό εφαρμόζεται σε δένδρα κερασιάς με υποκείμενο μικρής ζωηρότητας.
Αφού πραγματοποιηθεί το κλάδεμα μόρφωσης, ακολουθεί το κλάδεμα καρποφορίας. Τα νεαρά δένδρα της βυσσινιάς έχουν την τάση να αναπτύσσονται ορθόκλαδα και να σχηματίζουν κλάδους μακρούς, χωρίς πλάγια βλάστηση. Το χειμερινό κλάδεμα, κατά τα πρώτα χρόνια (μέχρι 10 χρόνων), πρέπει να συνίσταται σε σύντμηση κλάδων, που θα αποσκοπεί στο σχηματισμό πλάγιας βλάστησης και σε αφαίρεση συνωστισμένων κλάδων στο εσωτερικό της κόμης. Όταν τα δένδρα μεγαλώσουν και σχηματίσουν καρποφόρα λογχοειδή, χρειάζονται ελαφρό κλάδεμα, που συνίσταται σε αφαίρεση συμπλεκόμενων κλάδων και σε αραίωση συνωστισμένων και ζωηρών ορθόκλαδων βλαστών. Το κλάδεμα καρποφορίας θα πρέπει να αποσκοπεί και στη διατήρηση του σχήματος των δένδρων, στην διατήρηση της λογχοειδούς βλάστησης σε καλή κατάσταση από πλευράς υγείας και ζωηρότητας, στην έκθεση του εσωτερικού μέρους της κόμης σε άφθονο φως και επαρκή αερισμό, στην εξασφάλιση μιας ικανοποιητικής παραγωγής κι στη δημιουργία επαρκούς νέας καρποφόρας βλάστησης.[1]
Βιβλιογραφία
- ↑ Καλλιέργεια κερασιάς, ΕΘΙΑΓΕ - Ινστιτούτο φυλλοβόλων δέντρων, Νάουσα 2011