Φυλλοφόρα μοσχεύματα ελιάς
Η µέθοδος αυτή ανακαλύφθηκε το 1940, αλλά χρησιµοποιείται από το 1954 και µετά. Τα µοσχεύµατα λαµβάνονται από δέντρα που η σχέση C/N είναι σχετικά µεγάλη γιατί παρουσιάζουν µεγαλύτερη ικανότητα ριζοβολίας. Επίσης στην καλύτερη ριζοβολία των µοσχευµάτων συµβάλει η νεανικότητα των φυτών και η υψηλή συγκέντρωση αυξηνών σ’αυτά. Τα µοσχεύµατα λαµβάνονται από ετήσιους βλαστούς µε µήκος 45-60 cm και κόβονται σε τρία µέρη χαρακτηρίζοντας τα έτσι σε επάκρια, µεσαία και βάσης. Από τις τρεις αυτές κατηγορίες τα επάκρια ριζοβολούν καλύτερα κατά την έναρξη της βλαστικής περιόδου, ενώ τα µοσχεύµατα της βάσεως και τα µεσαία ριζοβολούν καλύτερα το καλοκαίρι. Αυτό δικαιολογείται µε την µεταφορά των φυτορµονών από το ακραίο µερίστωµα και τα φύλλα, που είναι η περιοχή σύνθεσής τους, στην βάση του βλαστού. Τα επιθυµητά τεχνικά χαρακτηριστικά είναι το µήκος 12-15 cm, η διάµετρο 0,5-0,8 cm και φυλλική επιφάνεια 30 cm που αντιστοιχεί σε τέσσερα περίπου φύλλα. Η τοµή της βάσης των µοσχευµάτων γίνεται λίγα χιλιοστά κάτω από τον κόµβο του τελευταίου µεσογονατίου.
Οι εποχές παραλαβής των µοσχευµάτων είναι την άνοιξη (Απρίλιο), το καλοκαίρι (Ιούλιο) και το φθινόπωρο (Σεπτέµβριος). Τα µοσχεύµατα που δίνουν τα καλύτερα αποτελέσµατα είναι αυτά που συλλέγονται τα τέλη Ιουλίου µε Αύγουστο και εκείνα του φθινοπώρου αν επικρατεί βροχερός καιρός ευνοώντας έτσι την νέα βλάστηση. Τα µοσχεύµατα έπειτα από την παραλαβή τους µεταφέρονται σ’ ένα ειδικά διαµορφωµένο επιτραπέζιο χώρο που καλείται σύστηµα υδρονέφωσης. Στη βάση έχει τρύπες και στρώνεται χοντρό χαλίκι για σωστή αποστράγγιση. Πάνω τοποθετείται συρµάτινο πλέγµα στο οποίο στηρίζεται η αντίσταση θέρµανσης που καλύπτεται µε πλαστικό δίχτυ. Στην συνέχεια περνάει το σύστηµα παροχής νερού µ’ ένα οριζόντιο σωλήνα και δευτερεύοντες κατακόρυφους, ύψους 50 cm που καταλήγουν σε µπέκ υδρονέφωσης. Στο τέλος τοποθετείται το ειδικό υπόστρωµα ριζοβολίας που συνήθως είναι µίγµα περλίτη και τύρφης και σπανιότερα βερµικουλίτης µε το µικρότερο ποσοστό ριζοβολίας που δίνει λόγω του υψηλού pH. Η θερµοκρασία στην βάση των µοσχευµάτων ρυθµίζεται στους 21-24 oC, ενώ η θερµοκρασία του αέρα πρέπει να κυµαίνεται την ηµέρα από 21-27 oC και την νύχτα γύρω στους 15 oC. Κατά την διάρκεια παραµονής των µοσχευµάτων στο σύστηµα υδρονέφωσης πραγµατοποιούνται περιοδικά ψεκασµοί µε διάλυµα ΧL60, µε ένα µυκητοκτόνο και πιθανών διασυστηµατικό εντοµοκτόνο αν αυτό κριθεί αναγκαίο. Έπειτα από 2-3 µήνες όταν τα µοσχεύµατα ριζοβολήσουν δέχονται σκληραγώγηση διάρκειας 1-2 εβδοµάδες, ώστε να είναι έτοιµα για την µεταφύτευσή τους σε σακούλες µε µίγµα έδαφος–άµµος–φυτόχωµα σε αναλογία 1:1:1. Τα µεταφυτευµένα µοσχεύµατα παραµένουν στο θερµοκήπιο και δέχονται τις κατάλληλες περιποιήσεις (λίπανση, άρδευση) ώστε να είναι σε σύντοµο χρονικό διάστηµα έτοιµα για διάθεση στο εµπόριο.