Εχθροί ελιάς

Από GAIApedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Δάκος

Δάκος στην ελιά

Ο δάκος αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους εχθρούς της ελιάς. Στους πράσινους καρπούς διακρίνεται το τριγωνικό νύγμα του εντόμου, γύρω από το οποίο δημιουργείται σκούρα ζώνη που μπορεί να επεκταθεί σε μεγαλύτερη επιφάνεια του καρπού. Η οπή εξόδου καλύπτεται από την εφυμενίδα, την λεγόμενη «ψαρολεπίδα», μέχρι να ολοκληρωθεί η ανάπτυξη του εντόμου μέσα στον καρπό. Η προσβολή από τον δάκο επιταχύνει την ωρίμανση του ελαιοκάρπου. Στο νύγμα του δάκου αναπτύσσονται παθογόνοι οργανισμοί που προκαλούν σήψη και πτώση του καρπού.

Ο δάκος συμπληρώνει 4 - 5 γενεές το χρόνο ανάλογα με την περιοχή. Το χειμώνα ο δάκος βρίσκεται ως νύμφη στο έδαφος ή ως «ακμαίο χειμώνα» ή ως προνύμφη σε προσβεβλημένο καρπό επάνω στο δένδρο. Την άνοιξη με την άνοδο της θερμοκρασίας δραστηριοποιείται η 1η γενεά του εντόμου. Αρχές έως μέσα Ιουλίου εμφανίζεται η 2η γενεά. Τα θηλυκά ωοτοκούν σε νέους πράσινους καρπούς. Δεν εναποθέτουν περισσότερα από ένα αυγό σε κάθε νύγμα, ενώ παρατηρούνται επίσης πολλά άγονα νύγματα.

Οι εκκολαπτόμενες προνύμφες τρέφονται από την ανώριμη σάρκα, ανοίγοντας ακανόνιστες, επιμήκεις στοές σε βάθος. Όταν η προνύμφη ολοκληρώσει την ανάπτυξή της, μετακινείται προς την επιφάνεια του καρπού, όπου διευρύνει τη στοά και προετοιμάζει την έξοδό της ως ακμαίο ανοίγοντας χαρακτηριστική οπή, την οπή εξόδου (τρώγει τη σάρκα εσωτερικά αφήνοντας άθικτη την εφυμενίδα = «ψαρολεπίδα»).

Στη συνέχεια νυμφώνεται και μετά από λίγες ημέρες σπάζει την «ψαρολεπίδα» και εξέρχεται ως ακμαίο από την οπή εξόδου. Τους καλοκαιρινούς μήνες λόγω υψηλών θερμοκρασιών η δραστηριότητα του εντόμου είναι μειωμένη και παρατηρούνται σχετικά χαμηλά ποσοστά προσβολής. Τον Αύγουστο και τον Σεπτέμβριο εμφανίζονται οι 3η και 4η γενεές αντίστοιχα. Με όψιμο καλοκαίρι μπορεί να ακολουθήσει και 5η γενεά (φθινοπωρινή).

Στις φθινοπωρινές προσβολές, όταν ο καρπός έχει αυξηθεί σε μέγεθος και ο πληθυσμός του εντόμου έχει αυξηθεί, παρατηρούνται στον ίδιο καρπό περισσότερα από ένα νύγματα. Οι προνύμφες των φθινοπωρινών γενεών εξέρχονται από τους καρπούς και νυμφώνονται στο έδαφος.

Για την αντιμετώπιση του δάκου εφαρμόζεται η μαζική παγίδευση των εντόμων, με θεαματικά αποτελέσματα. Για τον σκοπό αυτό χρησιμοποιούνται εντομοπαγίδες κόλας ή με προσελκιστικό υγρό. Σε περιόδους με πολύ μεγάλους πληθυσμούς δάκου μπορούν να γίνουν συμπληρωματικά με τις παγίδες το φθινόπωρο δολωματικοί ψεκασμοί ή και ψεκασμοί κάλυψης με φυσική πυρεθρίνη

[1]

Βιβλιογραφία

  1. Ο Δάκος της Ελιάς





Πυρηνοτρήτης

Πυρηνοτρήτης

Προσβάλλονται φύλλα, άνθη και καρποί από διαφορετικές γενεές του εντόμου. Στα φύλλα παρατηρούνται τεσσάρων ειδών στοές: νηματοειδής (πρωτογενής), σχήματος C (δευτερογενής), βοθρίο (τριτογενής – στρογγυλή),ακανόνιστου σχήματος – ανοικτή. Παρατηρούνται επίσης φύλλα συνδεδεμένα με μετάξινα νημάτια, όταν η προνύμφη ετοιμάζεται να νυμφωθεί. Στις ταξιανθίες τα κατεστραμμένα άνθη είναι επίσης συνδεδεμένα με μετάξινα νημάτια. Οι προσβεβλημένοι από τις προνύμφες καρποί ξηραίνονται, μαυρίζουν και πέφτουν («πιπέρι» = καρποί 4-6 χιλιοστά, «καλογρί» = καρποί 8-10 χιλιοστά) τον Ιούνιο- Ιούλιο (θερινή πτώση) και αργότερα τον Σεπτέμβριο-Οκτώβριο κατά την έξοδο των ώριμων προνυμφών (φθινοπωρινή πτώση). Ο πυρηνοτρήτης συμπληρώνει 3 γενεές το χρόνο. Διαχειμάζει ως προνύμφη φυλλόβιας γενεάς μέσα στις στοές που ανοίγει στα φύλλα, όπου υφίσταται 4 εκδύσεις (Σεπτέμβριος-Φεβρουάριος).

  • Προνύμφη 1ης ηλικίας » πρωτογενής στοά
  • Προνύμφη 2ης ηλικίας » δευτερογενής στοά
  • Προνύμφη 3ης ηλικίας » τριτογενής στοά
  • Προνύμφη 4ης ηλικίας » ανοικτή στοά

Η προνύμφη της τελευταίας ηλικίας κυκλοφορεί ελεύθερα στο φύλλωμα και προσβάλλει τις βλαστικές κορυφές και οφθαλμούς της ελιάς. Τελικά συνδέει τα προσβεβλημένα όργανα με μετάξινα νήματα και σχηματίζει βομβύκιο, όπου χρυσαλλιδώνεται. Από τέλη Μαρτίου και όλο τον Απρίλιο εμφανίζονται τα ακμαία της ανθόβιας γενεάς. Τα θηλυκά ωοτοκούν στον κάλυκα κατά προτίμηση κιτρινοπράσινων, κλειστών ανθέων ελιάς («κρόκιασμα»). Οι εκκολαπτόμενες προνύμφες εισέρχονται στο άνθος και τρέφονται από το εσωτερικό του. Τα προσβεβλημένα άνθη συνδέονται με νημάτια, όπου η προνύμφη χρυσαλλιδώνεται. Τον Ιούνιο εμφανίζονται τα ακμαία της καρπόβιας γενεάς και τα θηλυκά ωοτοκούν στον κάλυκα νεαρών καρπών με γαλακτώδες ενδοσπέρμιο (όχι ξυλοποιημένο). Οι εκκολαπτόμενες προνύμφες εισέρχονται από τον ποδίσκο στην σάρκα και προχωρούν στον πυρήνα από το εσωτερικό του οποίου τρέφονται. Κατά την είσοδό τους τραυματίζουν τον ποδίσκο ή τις αγγειώδεις δεσμίδες που τον συνδέουν με τον νεαρό καρπό, ο οποίος σταματά να αναπτύσσεται, ξηραίνεται απότομα ή βαθμιαία, ανάλογα με το στάδιο ανάπτυξής του, μαυρίζει και τελικά πέφτει («πιπέρι», «καλογρί»). Τον Σεπτέμβριο ολοκληρώνεται η ανάπτυξη των προνυμφών, οπότε ανοίγουν τρύπα στον πυρήνα κι εξέρχονται, σχηματίζουν βομβύκιο και χρυσαλλιδώνονται επάνω στο δένδρο. Κατά την έξοδό της η προνύμφη τραυματίζει τους ιστούς στο σημείο πρόσφυσής τους στον ποδίσκο και οι καρποί πέφτουν. Όταν ο καρπός έχει πέσει σε νεαρό στάδιο η ώριμη προνύμφη εξέρχεται και νυμφώνεται στο έδαφος. Τα θηλυκά ακμαία της φυλλοφάγου γενεάς ωοτοκούν στα φύλλα κι οι εκκολαπτόμενες προνύμφες εισέρχονται στο εσωτερικό και σχηματίζουν τις στοές. Συνιστώνται ψεκασμοί με σκευάσματα με τον εντομοπαθογόνο βάκιλο Bacillus thuringiensis ,εναντίον της ανθόβιας γενεάς στο «κρόκιασμα» (όταν αρχίζουν να «σκάνε» το 5-10% των ανθέων) και εναντίον της καρπόβιας γενεάς στο «σκάγι» (όταν έχει πέσει το 90-95 % των ανθέων).




Λεκάνιο

Λεκάνιο ή μαυρη ψώρα ελιάς

Πολυφάγο είδος, με περίπου 150 ξενιστές. Απαντάται σε όλη την Ελλάδα και προκαλεί κυρίως ζημιές στην ελιά και στα εσπεριδοειδή. Προσβάλλονται τα κλαδιά και τα φύλλα, από όπου απομυζούνται οι φυτικοί χυμοί. Επιπλέον στα μελιτώδη εκκρίματα του κοκκοειδούς τρέφεται ο δάκος και αναπτύσσονται οι μύκητες της καπνιάς, δυσχεραίνοντας όλες τις φυσιολογικές λειτουργίες (αναπνοή, διαπνοή, φωτοσύνθεση) των δένδρων.

Στην Ευρώπη το λεκάνιο αναπαράγεται παρθενογενετικά διότι το αρσενικό δεν έχει παρατηρηθεί. Το χαρακτηριστικό γνώρισμα του εντόμου είναι ο σχηματισμός. ενός ανάγλυφου Η στη ραχιαία επιφάνεια του θηλυκού. Το λεκάνιο συμπληρώνει μία γενεά το χρόνο, αλλά σε περιοχές με ευνοϊκό κλίμα και δεύτερη. Η δεύτερη γενεά παρατηρείται κυρίως σε παραθαλάσσιες τοποθεσίες και αρδευόμενους ελαιώνες, όπου ο ηπιότερος καιρός και η μεγαλύτερη υγρασία επιτρέπουν ταχύτερη ανάπτυξη.

Το λεκάνιο διαχειμάζει ως ανώριμο ακμαίο ή αναπτυγμένη προνύμφη (ΙΙ και ΙΙΙ σταδίου). Την άνοιξη (Μάιο) τα θηλυκά ακμαία γεννούν παρθενογενετικά αυγά, που εκκολάπτονται Ιούλιο-Αύγουστο. Οι προνύμφες διανύουν τρία στάδια μέχρι να ολοκληρωθεί η ανάπτυξή τους. Το ζεστό και ξηρό καλοκαίρι η εξέλιξη των νυμφών επιβραδύνεται. Το λεκάνιο έχει μεγάλο αριθμό φυσικών εχθρών και παρασίτων που μειώνουν σημαντικά τον πληθυσμός του. Σε περίπτωση που διαπιστωθεί σημαντικός αριθμός εντόμων, τότε συνιστώνται 1 - 2 ψεκασμοί Ιούλιο - Αύγουστο εναντίον των κινητών προνυμφών της πρώτης γενεάς με θερινό πολτό ή παραφινέλαιο. Το επίκαιρο της επέμβασης είναι όταν έχει εκκολαφθεί το 50 % των αυγών.




Παρλατόρια

Προσβολή ελιάς από Παρλατόρια

Είναι ένα εξαιρετικά πολυφάγο έντομο. Προσβάλλει περισσότερα από 200 πολυετή φυτά. Συχνότερα εμφανίζεται στην ελιά, στα πυρηνόκαρπα και τα μηλοειδή. Προσβάλλονται όλα τα μέρη του δένδρου. Στον κορμό και τα κλαδιά σχηματίζονται επιφανειακές κηλίδες, ενώ μπορεί να προκαλέσει και παραμόρφωση. Όταν ο πληθυσμός είναι υψηλός, οι κλαδίσκοι έχουν μειωμένη ανάπτυξη και τελικά ξηραίνονται. Στους καρπούς οι κηλίδες είναι σκούρες, μωβ έως μαύρου χρώματος, ενώ δημιουργούνται παραμορφώσεις στους καρπούς. Το αποτέλεσμα είναι να μειώνεται η εμπορική τους αξία ή να είναι ακατάλληλοι για κατανάλωση. Στους ελαιόκαρπους είναι δυνατό να προκαλέσουν απώλεια λαδιού έως και 20 %, ενώ οι πράσινες επιτραπέζιες δεν είναι αποδεκτές για κονσερβοποίηση. Γενικά το δένδρο εξασθενεί λόγω απομύζησης φυτικών χυμών.

Διαχειμάζει κυρίως ως ακμαίο και συμπληρώνει δύο γενεές τον χρόνο. Την άνοιξη (Απρίλιο) αρχίζει η ωοτοκία που διαρκεί 1,5 - 2 μήνες. Τον Μάιο εκκολάπτονται οι προνύμφες, που περιπλανώνται για μερικές ώρες και στη συνέχεια σταθεροποιούνται κι αρχίζουν να μυζούν χυμούς. Αργότερα αναπτύσσονται σε προνύμφες δεύτερου σταδίου, όπου γίνεται ο διαχωρισμός των φύλων. Τα ακμαία εξέρχονται Ιούλιο - Αύγουστο και ακολουθεί η ωοτοκία. Τέλη Αυγούστου - τέλη Σεπτεμβρίου εμφανίζονται οι κινητές προνύμφες της δεύτερης γενεάς. Επαναλαμβάνεται ο κύκλος και μέχρι τον Δεκέμβριο ολοκληρώνεται η ανάπτυξή τους σε ακμαία. Λόγω της μακράς περιόδου ωοτοκίας συμβαίνει επικάλυψη γενεών.

Το έντομο αυτό έχει πολλούς φυσικούς εχθρούς και στις βιολογικές καλλιέργειες δεν μας δημιουργεί σοβαρά προβλήματα λόγω της καταπολέμησής του από αυτούς. Στις περιπτώσεις όμως που εμφανίζεται υψηλός πληθυσμός του εντόμου, είναι δυνατό να περιοριστεί με την εξαπόλυση παρασιτοειδών υμενοπτέρων. Στο τέλος και εάν δεν είναι δυνατός ο περιορισμός του, τότε συστήνονται ψεκασμοί εναντίον των κινητών προνυμφών ιδιαίτερα της πρώτης γενεάς (τέλη Απριλίου-Μάιο) με θερινό πολτό ή παραφινέλαιο.




Βαμβακάδα

Προσβολή ελιάς από Βαμβακάδα

Η κοινή ονομασία του εντόμου οφείλεται στις χαρακτηριστικές λευκές κηρώδεις εκκρίσεις που καλύπτουν το σώμα των προνυμφών και τα προσβεβλημένα όργανα. Οι εκκρίσεις αυτές προέρχονται από αδένες που βρίσκονται στο πίσω μέρος της κοιλίας. Είναι διαδεδομένο σε όλες τις ελαιοκομικές περιοχές της Μεσογείου και έχει αποκλειστικό ξενιστή την ελιά.

Σχηματίζει αποικίες στις ταξιανθίες, οι οποίες καλύπτονται από βαμβακώδη εκκρίματα με συνέπεια την παρεμπόδιση της γονιμοποίησης. Επιπλέον προκαλούν εξασθένιση των δένδρων λόγω απομύζησης φυτικών χυμών και ανάπτυξη των μυκήτων της καπνιάς. Διαχειμάζει ως ακμαίο στις μασχάλες των βλαστών και των μίσχων των φύλλων και την άνοιξη ωοτοκεί στους εκτυσσόμενους οφθαλμούς ή στις ταξιανθίες. Οι εκκολαπτόμενες νύμφες εγκαθίστανται σε φύλλα και άνθη σχηματίζοντας βαμβακώδεις αποικίες, όπου ολοκληρώνουν την ανάπτυξή τους σε ακμαία. Έχει μία γενεά το χρόνο, αλλά ο αριθμός των γενεών μπορεί να ποικίλλει ανάλογα με τις κλιματολογικές συνθήκες της περιοχής. Σε ξηροθερμικές περιόδους παρατηρείται καταστροφή των ωών και των νυμφών. Οι ψεκασμοί για τα άλλα εντομολογικά προβλήματα της ελιάς παρέχουν προστασία και από την ψύλλα. Σε περίπτωση που διαπιστωθεί σημαντικός αριθμός εντόμων, τότε συνιστάται ένας ψεκασμός εναντίον των κινητών προνυμφών με θερινό πολτό ή παραφινέλαιο.




Ασπιδωτός

Προσβεβλημένος φύλλο ελιάς από Ασπιδωτό
Προσβεβλημένος καρπός ελιάς από Ασπιδωτό

Εξαιρετικά κοσμοπολίτικο και πολυφάγο είδος. Στην Ελλάδα προκαλεί ζημιές κυρίως στην ελιά, στα εσπεριδοειδή, την χαρουπιά, σε καλλωπιστικά δένδρα και θάμνους (π.χ. πικροδάφνη), καθώς και σε φυτά θερμοκηπίου και στην πατάτα. Προσβάλλονται φύλλα, κλαδιά και καρποί, οι οποίοι καλύπτονται από ένα στρώμα ασπιδίων. Προκαλείται φυλλόπτωση, ξήρανση κλάδων και γενικά το δένδρο εξασθενεί από την απομύζηση φυτικών χυμών. Στην ελιά ο καρπός εμφανίζει σκοτεινόχρωμες κηλίδες, παραμορφώνεται και δεν αναπτύσσεται κανονικά. Στις ελαιοποιήσιμες ποικιλίες έχουμε απώλεια στην παραγωγή ελαιολάδου, ενώ στις επιτραπέζιες, ακόμα και μια μικρή προσβολή στον καρπό είναι επιζήμια διότι τον καθιστά μη εμπορεύσιμο.

Το ενήλικο θηλυκό έχει ασπίδιο κυκλικό, χρώματος ανοιχτού κίτρινου. Στα εσπεριδοειδή έχει 3 - 4 γενεές το χρόνο και στην ελιά 3. Διαχειμάζει ως ακμαίο και ως προνύμφη δεύτερου σταδίου. Τον Μάρτιο τα ακμαία ωοτοκούν και τον Απρίλιο εμφανίζονται οι κινητές προνύμφες της πρώτης γενεάς. Η ανάπτυξη στο στάδιο του ακμαίου ολοκληρώνεται τέλη Ιουνίου - αρχές Ιουλίου, οπότε ακολουθεί ωοτοκία. Οι κινητές προνύμφες της δεύτερης γενεάς εμφανίζονται από τέλη Ιουλίου μέχρι τέλη Οκτωβρίου με μέγιστο τον Αύγουστο. Ο κύκλος επαναλαμβάνεται και μέσα Οκτωβρίου εμφανίζεται το μεγαλύτερο ποσοστό των κινητών προνυμφών τρίτης γενεάς, οι οποίες θα αναπτυχθούν σε προνύμφες δεύτερου σταδίου ή και ακμαία για να διαχειμάσουν. Παρατηρείται επικάλυψη γενεών ιδίως μεταξύ δεύτερης και τρίτης γενεάς.

Το έντομο προτιμά συνήθως τα κάτω σκιαζόμενα και με πυκνό φύλλωμα μέρη της κόμης των δένδρων. Επίσης προτιμά την κάτω επιφάνεια των φύλλων, ενώ θεωρείται πολύ ευπαθές στον ζεστό και ξηρό καιρό. Γενικά, στις βιολογικές καλλιέργειες δεν μας δημιουργεί σοβαρά προβλήματα λόγω της καταπολέμησής του από τους πολυάριθμούς φυσικούς εχθρούς του. Συστήνεται αραίωμα της κόμης του δένδρου και αποφυγή υπερβολικής λίπανσης και άρδευσης. Τέλος όπου ο πληθυσμός του εντόμου είναι υψηλός, συστήνονται ψεκασμοί εναντίον των κινητών προνυμφών ιδιαίτερα της πρώτης γενεάς, τον Απρίλιο, με θερινό πολτό ή παραφινέλαιο. Εναντίον των ευαίσθητων σταδίων της δεύτερης και τρίτης γενεάς συστήνονται ψεκασμοί μέσα - τέλη Αυγούστου και μέσα Οκτωβρίου αντίστοιχα. Σε πολύ σπάνιες περιπτώσεις θα χρειασθούν περισσότεροι από ένας , ψεκασμοί.




Ρυγχίτης

Προσβεβλημένος καρπός ελιάς από Ρυγχίτη
  • Μορφολογία εντόμου

Το ενήλικο έχει μήκος (μαζί με το ρύγχος) 5,5 - 6 mm ή και μικρότερο, και χρώμα ερυθρό ή ερυθροκάστανο, εκτός από την κοιλιά και τις γνάθους που είναι μαύρες. Στα νώτα καλύπτεται από πυκνές κοντές τρίχες, που είναι υπόλευκες στην κοιλιά και ξανθές ή τεφρές στο λοιπό σώμα. Κάθε έλυτρο έχει 10 κατά μήκος αυλάκια. Το πλάτος στη βάση των ελύτρων είναι περίπου του μήκους το ρύγχους. Η προνύμφη ή πλήρως αναπτυγμένη έχει μήκος 7 mm και χρώμα σώματος υποκίτρινο αχύρου. Η κεφαλή είναι ερυθροκάστανη ή σκωριόχρους και οι γνάθοι μαυρές.

  • Ξενιστές

Ξενιστές του ρυγχίτη είναι τόσο η ελιά αλλά και η αγρελιά.

  • Βιολογία - ζημιές

Συμπληρώνει μία γενεά ανά δυό έτη. Διαχειμάζει ως αναπυγμένη προνύμφη στο έδαφος, τον πρώτο χειμώνα και ως ενήλικο, επίσης στο έδαφος, τον δεύτερο χειμώνα. Τα ενήλικα που διαχείμασαν, βγαίνουν από το έδαφος τον Απρίλιο και το Μάϊο και πετώντας φτάνουν στο φύλλωμα των δένδρων. Τρώνε για λίγες ή περισσότερες εβδομάδες τρυφερά φύλλα και κορυφές νέων βλαστών και αργότερα, όταν δημιουργηθούν, νεαρούς καρπούς. Οι οπές βρώσης τους (στοές διατροφής) στους καρπούς προκαλούν πρώϊμη καρπόπτωση, που μπορεί να είναι σοβαρή. Τον Ιούλιο και Αύγουστο, το θηλυκό, αφού με το ρύγχος του ανοίξει στο μεσοκάρπιο οπή μέχρι το εξωτερικό στρώμα του ενδοκαρπίου, εισάγει με το ωοθέτη του ένα αυγό. Η νεαρή προνύμφη εκκολάπτεται σε 10 περίπου ημέρες, ορύσσει στοά στο ενδοκάρπιο και φτάνει στο σπέρμα το οποίο και τρώει. Σε κάθε καρπό αναπτύσσεται μία μόνο προνύμφη. Οι προνύμφες συμπληρώνουν την ανάπτυξή τους τον Οκτώβριο ή Νοέμβριο και οι πλείστες εγκαταλείπουν τους ελαιόκαρπους και μπαίνουν στο έδαφος όπου παραμένουν ως το τέλος του επόμενου θέρους ή αρχές φθινοπώρου. Η νύμφωση γίνεται το φθινόπωρο και η ενηλικίωση τον χειμώνα. Τα ενήλικα βγαίνουν από το έδαφος την άνοιξη, συμπληρώνοντας έτσι τον βιολογικό κύκλο σε δύο έτη (Monaco 1986). Παλιότερες απόψεις ότι το είδος αυτό είναι μονοκυκλικό, δεν αποδείχτηκαν ορθές. Ένα μικρό ποσοστό προνυμφών παραμένουν μέσα στους καρπούς τον χειμώνα και τους εγκταλείπουν τον Απρίλιο – Μάïο για να μπουν στο έδαφος. Και αυτές όμως οι προνύμφες νυμφώνονται την ίδια εποχή με τις λοιπές. Οι οπές βρώσης και ωοτοκίας του ρυγχίτη σε καρπούς έχουν χαρακτηριστική οψή, με τα χείλη σκοτεινόχρωμα και εξέχοντα, λόγω φελλώδους ιστού.

Η ζημιά από ενήλικα στο φύλλωμα την άνοιξη δεν είναι σοβαρή, αλλά η ζημιά σε νεαρούς καρπούς από οπές βρώσης ενηλίκων προκαλεί πρώϊμη πτώση των καρπών, που μπορεί να είναι σοβαρή, όπως και η ζημιά σε ωοτοκημένους καρπούς που οι πλείστοι πέφτουν πρόωρα. Ο ρυγχίτης προκαλούσε άλλοτε αξιόλογη ζημιά μόνο σε μικρόκαρπες ποικιλίες όπως η Κορωνέϊκη και σε ορεινές ή λοφώδεις περιοχές με ξερά εδάφη (Ισαακίδης 1936). Εδώ και πολλά χρόνια, λόγω διάφορων αιτίων, ζημιές από τον ρυγχίτη είναι σπάνιες.

  • Καταπολέμηση

Σε δέντρα που είχαν ζημιά τα προηγούμενα δύο έτη και παρουσιάζουν διαβρώσεις από ρυγχίτη στο φύλλωμα την άνοιξη, συνιστάται ψεκασμός, αμέσως μετά την άνθηση, με ένα εντομοκτόνο επαφής, κατά προτίμηση οργανοφωσφορούχο. Για λίγα δέντρα, τίναγμα των κλάδων την άνοιξη, νωρίς το πρωί, και συλλογή των ενηλίκων που πέφτουν σε σεντόνι ή άλλο κατάλληλο ύφασμα, είναι ένα χρήσιμο μέτρο αντιμετώπισης.




Φλοιτρίβης

Προσβεβλημένος βλαστός ελιάς από Φλοιοτρίβη
Προσβεβλημένοι καρποί ελιάς από Φλοιοτρίβη

Το ενήλικο του εντόμου αυτού (Phloeotribus scarabaeoides) έχει μήκος 2 - 2,5mm και γενικά χρώμα σκοτεινοκάστανο ως σχεδόν μαύρο. Το σώμα σκεπάζεται από τεφρό χνούδι και οι κεραίες, οι ταρσοί και καμιά φορά η κορυφή (πίσω μέρος) των ελύτρων είναι κοκκινωπά. Οι κεραίες είναι ελασματοειδείς και χαρακτηριστικές. Τα τελικά τρία άρθρα τους έχουν στα πλάγια από μία ελασματοειδή προέκταση. Όταν τα ελάσματα αυτά, ακουμπούν το ένα στο άλλο δημιουργούν ένα εξόγκωμα, ενώ όταν απέχουν δημιουργούν τρίαινα. Τα τελευταία αυτά 3 άρθρα έχουν και πυκνό χνούδι. Ο προθώρακας είναι στη βάση του κολπωτός δύο φορές και τα έλυτρα έχουν λεπτές γραμμώσεις.

Ο αριθμός γενεών κατ' έτος ποικίλλει με την περιοχή. Στην Ελλάδα έχει 3 γενεές το έτος. Τα ενήλικα της 1ης γενεάς βγαίνουν τα μέσα με τέλη Απριλίου, της 2ης τον Ιούλιο και της 3ης τον Αύγουστο. Διαχειμάζει ως ενήλικο στα βοθρία διατροφής και στις στοές αναπαραγωγής. Αναφέρεται όμως ότι μπορεί να διαχειμάσει στις στοές και ως προνύμφη ή αυγό, από καθυστερημένες ωοτοκίες του Οκτωβρίου - Νοεμβρίο, οπότε παρουσιάζει ενίοτε και μία μερική 4η γενεά. Τα ενήλικα που διαχείμασαν δραστηριοποιούνται τον Φεβρουάριο, τρώνε και ωριμάζουν αναπαραγωγικά. Τρώνε ορύσσοντας βοθρία διατροφής στις μασχάλες κλαδίσκων 1 - 2 ετών, απ' όπου ξεκινά ένας πλάγιος κλαδίσκος. Το βοθρίο διατροφής έχει πλάτος 2 - 2,5mm, βάθος ως 5mm, διαμέτρο εισόδου λίγο μεγαλύτερη από του σώματος του εντόμου και κατεύθυνση προς τα κάτω (προς τη βάση του κλαδίσκου). Το βοθρίο διατροφής συνήθως προκαλεί ξήρανση του κλαδίσκου και συχνά πτώση του με δυνατό άνεμο ή δυνατή βροχή. Τα ώριμα θηλυκά πηγαίνουν σε κατάλληλους κλάδους για να δημιουργήσουν στοές αναπαραγωγής και να ωοτοκήσουν. Διαλέγουν γενικά καχεκτικούς ή μισόξερους κλάδους, ή σπασμένους από τον άνεμο ή άλλα αίτια, ή και φρεσκοκομμένους, που όμως έχουν λείο φλοιό και ηλικία συνήθως όχι πολλών ετών. Όταν η πυκνότητα του μητρικού πληθυσμού είναι μεγάλη, οι στοές αναπαραγωγής (μητρικές) ορύσσονται και σε μεγάλους κλάδους και σε θέσεις όπου ο φλοιός είναι αδρός. Η σύζευση γίνεται κατά την περίοδο όπου το θηλυκό περιφέρεται στο δένδρ για να βρει κατάλληλη θέση για τη μητρική στοά. Ο φλοιοτρίβης είναι είδος μονογαμικό και το αρσενικό βοηθά στη δημιουργία της μητρικής στοάς, απομακρύνοντας τα ρινίσματα του ξύλου. Το προνυμφικό στάδιο διαρκεί 45 περίπου ημέρες. Η ανεπτυγμένη προνύμφη διευρύνει την άκρη της στοάς της και δημιουργεί τον θάλαμο νύμφωσης. Το νυμφικό στάδιο διαρκεί 20 - 25 ημέρες και το ενήλικο βγαίνει ανοίγοντας με τις γνάθους του κυκλική ή σχεδόν κυκλική οπή εξόδου προς τα έξω του νυμφικού θαλάμου. Άτομα που διαχείμασαν ως αυγά ή προνύμφες, από ωοτοκίες του φθινοπώρου, συμπληρώνουν την ανάπτυξή τους και βγαίνουν ως ενήλικα τον Μάϊο - Ιούνιο, περίπου ταυτόχρονα με τα ενήλικα της 1ης γενεάς. Τα ενήλικα της 2ης γενεάς εμφανίζονται Ιούλιο - Αύγουστο και της 3ης γενεάς Οκτώβριο - Νοέμβριο. Της 3ης γενεάς ορισμένα ενήλικα διαχειμάζουν ως ανώριμα άτομα και ορισμένα ωοτοκούν τα τέλη φθινοπώρου. Η διαχείμαση γίνεται με ενήλικα της 3ης ή αυγά και προνύμφες μιας 4ης μερικής γενεάς, που εξελίσσονται την επόμενη άνοιξη και ενηλικιώνονται περίπου ταυτόχρονα με τα άτομα της 1ης γενεάς του νέου έτους

Τα μέτρα καταπολέμησης του φλοιοτρίβη είναι καλλιεργητικά και να εφαρμόζονται σε σχετικά μεγάλη έκταση. Συνιστάται η καταστροφή των μη παραγωγικών λόγω εξασθένησης δένδρων και των πολύ προσβεβλημένων από το έντομο αυτό. Τον χειμώνα συνίσταται η αφαίρεση με κλάδευμα των μισόξερων ή ξηρών κλάδων και κλαδίσκων και απομάκρυνσή τους από τους ελαιώνες ως τα μέσα Φεβρουαρίου, ή κάψιμό τους, ή διατήρηση για 6 τουλάχιστον μήνες σε αποθήκη με λεπτό πλέγμα που δεν επιτρέπει στα ενήλικα να βγουν ώσπου να ψοφήσουν. Η διατήρηση μισόξερων ή ξερών αναποφλοίωτων κλάδων ελιάς έξω από τα σπίτια μετά τα μέσα Φεβρουάριου, ώσπου να χρησιμοποιηθούν ως καυσόξυλα ή η χρησιμοποίησή τους για φράχτες, αποτελεί εστία πολλαπλασιασμού του φλοιοτρίβη και ζημιών στα γύρω ελαιόδενδρα. Συνίσταται επίσης, η τοποθέτηση στους ελαιώνες κλάδων - παγίδων. Απρόσβλητοι από το έντομο κλάδοι που αφαιρέθηκαν με το κλάδευμα τον χειμώνα, διατηρούνται σε σωρούς στον ελαιώνα ως τον Απρίλιο για να ωοτοκήσουν τα ενήλικα. Όταν η παρουσία ρινισμάτων στις οπές δείξει ότι τα ενήλικα περίπου συμπλήρωσαν τις στοές αναπαραγωγής και γέννησαν τα αυγά τους, τότε οι κλάδοι - παγίδες συγκεντρώνονται κάπου και καίγονται. Η χρησιμοποίηση κλάδων - παγίδων συνίσταται να γίνεται περισσότερες από μία φορές.




Φλοιοφάγος

Προσβεβλημένος βλαστός ελιάς από Φλοιοφάγο

Το ενήλικο είναι στο σύνολό του μαύρο, με κοντό, κοκκινωπό και μαύρο χνούδι, έχει κόκκινα πόδια και κεραίες. Οι κεραίες καταλήγουν σε τρίαθλο ρόπαλο. πράγμα που το ξεχωρίζει από τον φλοιοτρίβη. Το μήκος του είναι 2,5 - 4mm.

Έχει κατά κανόνα μία γενεά το έτος. Ίσως σε ορισμένες περιοχές, ένα μέρος του πληθυσμού να αναπτύσσει και 2η γενέα σε μισόξερους κλάδους. Διαχειμάζει ως ανεπτυγμένη προνύμφη στην άκρη της στοάς της. Νυμφώνεται στην άκρη της προνυμφικής στοάς και ενηλικιώνεται την άνοιξη. Τα ενήλικα εμφανίζονται τον Μάϊο και δημιουργούν τροφικά βοθρία (βοθρία διατροφής) σε κλαδίσκους ηλικίας 1 - 3 ετών, στο κάτω μέρος της βάσης πλάγιου κλαδίσκου. Το τροφικό βοθρίο έχει διάμετρο περίπου 3mm. Αφού τραφούν και ωριμάσουν αναπαραγωγικά, τα θηλυκά ορύσσουν μητρικές στοές (αναπαραγωγής) σε κλάδους, σε θέσεις με φλοιό λείο. Σε νέα δένδρα ορύσσουν μητρικές στοές ακόμα και στον κορμό. Επιλέγουν κατά προτίμηση εξασθενημένους και μισόξηρους κλάδους, προσβάλλουν όμως και ζωηρούς κλάδους, ιδιαίτερα δε ορισμένων ποικιλιών ελιάς. Είναι μονογαμικό. Το θηλυκό ορύσσει τη μητρική στοά και το αρσενικό βοηθά στην εξαγωγή των ρινισμάτων του ξύλου. Κάθε θηλυκό ορύσσει περισσότερες από μία στοές αναπαραγωγής και στην κάθε μία τοποθετεί από λίγα ως μερικές δεκάδες αυγά, ανάλογα με την διάμετρο του κλάδου και το είδος του δένδρου. Οι προνύμφες συμπληρώνουν την ανάπτυξή τους το φθινόπωρο, ευρύνουν την άκρη της στοάς τους σε νυμφικό θάλαμο και διαχειμάζουν για να νυμφωθούν και ενηλικιωθούν την επόμενη άνοιξη. Σε κομμένους μισόξερους κλάδους, το έντομο μπορεί να έχει και μία ατελή 2η γενεά το έτος, δηλαδή την 1η από τον Μάρτιο - Μαϊο έως τον Ιούλιο - Σεπτέμβριο και τη 2η από τον Αύγουστο - Σεπτέμβριο έως τον επόμενο Μάϊο - Ιούνιο.

Για την καταπολέμηση του εχθρού αυτού, συνιστώνται τα καλλιεργητικά και άλλα μέτρα που αναφέρονται στον φλοιοτρίβη. Επιστήμονες συνιστούν ψεκασμό με εντομοκτόνο επαφής, όταν τα ενήλικα αρχίζουν να βγαίνουν και επανάληψή του δύο εβδομάδες αργότερα.





Κηκιδόμυγα φύλλου

Προσβεβλημένος φύλλο ελιάς από Κηκιδόμυγα

Το ενήλικο είναι κιτρινωπό, μήκους 2,2 - 2,5mm. Στο θηλυκό η κοιλιά είναι κοκκινωπή. Η προνύμφη είναι κίτρινη ως ανοιχτοκάστανη 0,1 - 1 x 0,25mm. Έχει 1 ή 2 γενεές το έτος, ανάλογα με το αν η εαρινή γενεά αναπτύσσεται σε φύλλα ή σε ανθοταξίες. Διαχειμάζει ως προνύμφη 2ου σταδίου στη στοά της σε φύλλο ελιάς. Μένει αδρανής ως τον Δεκέμβριο ή Ιανουάριο. Δραστηριοποιείται τα τέλη Ιανουαρίου με αρχές Φεβρουαρίου, νυμφώνεται στο φύλλο και ενηλικιώνεται κυρίως αρχές Μαρτίου. Ωοτοκεί σε νεαρά τρυφερά φύλλα και εκπτυσσόμενες ανθοταξίες. Οι προνύμφες ορύσσουν στοές και αναπτύσσονται μέσα στα φύλλα ή στους ταξιανθικούς άξονες, προκαλώντας κηκίδες και άλλες παραμορφώσεις. Όσες προνύμφες αναπτύσσονται σε φύλλα, φτάνουν στο τέλος του 2ου σταδίου τους στο τέλος του θέρους και μπαίνουν σε διάπαυση, ενώ όσες αναπτύσσονται σε ταξιανθικούς άξονες δεν διαπαύουν, μεγαλώνουν πιο γρήγορα, συμπληρώνουν το προνυμφικό στάδιο, νυμφώνονται και ενηλικιώνονται τον Μάϊο. Τα ενήλικα αυτά ωοτοκούν σε τρυφερά νέα φύλλα και στο τέλος του 2ου σταδίου τους διαπαύουν. Συνεπώς, σε περιοχές, έτη, ελαιώνες και ίσως ποικιλίες ελιάς όπου αυγά αποθέτονται και σε ανθοταξίες, πρέπει να συμπληρώνονται 2 γενεές, μια ανθορυκτική τον Μάρτιο - Μάϊο και μία φυλλορυκτική το θέρος. Όταν τα αυγά αποτεθούν μόνο σε φύλλα, συμπληρώνεται μόνο μία γενεά. Μέρος του πληθυσμού είναι δυνατόν να είναι ημικυκλικό λόγω παρατεταμένης διάπαυσης.

Οι βλάβες από το έντομο αυτό στα φύλλα δεν είναι σοβαρές ώστε να δικαιολογούν καταπολέμησή του. Το θηλυκό μπορεί να ωοτοκήσει και σε ποδίσκους νεαρών καρπών. Αυτό προκαλεί υπερπλαστική πάχυνση των ποδίσκων και πτώση των μικρών καρπών. Η καρπόπτωση όμως αυτή, που συμβαίνει τον Ιούνιο, θεωρείται χρήσιμο αραίωμα όταν η καρποφορία είναι άφθονη.




Σχετικές σελίδες

Βιβλιογραφία

  • "Ασθένειες καρποφόρων δένδρων και αμπέλου", του Χ. Γ. Παναγόπουλου, καθηγητή Φυτοπαθολογίας του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών