Καλλιέργεια κρεμμυδιού

Από GAIApedia
Αναθεώρηση της 11:10, 7 Ιουλίου 2015 υπό τον P chasapis (Συζήτηση | συνεισφορές)

(διαφορά) ←Παλαιότερη αναθεώρηση | Τελευταία αναθεώρηση (διαφορά) | Νεώτερη αναθεώρηση → (διαφορά)
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Σκαλίσμα

Η κατεργασία του εδάφους µετά την σπορά εξαρτάται από τους πληθυσµούς των ζιζανίων που εµφανίζονται µετά το πότισµα, από το σχηµατισµό της επιφανειακής κρούστας και από την ανάγκη παράχωσης επιφανειακής λίπανσης. Πριν την χρήση των ζιζανιοκτόνων για τον έλεγχο των ζιζανίων, η συχνή κατεργασία του εδάφους κάθε 10-15 ηµέρες µέχρι και µερικές εβδοµάδες πριν τη συγκοµιδή ήταν αναγκαία, γιατί το κρεµµύδι δεν µπορεί να ανταγωνιστεί τα ζιζάνια. Το νεαρό φυτό κρεµµυδιού αναπτύσσεται αργά, είναι αδύνατο, και η πιο λεπτή εδαφική κρούστα, µπορεί να επηρεάσει την έξοδο των νεαρών φυταρίων από το έδαφος. Έτσι χρησιµοποιούνται σβάρνες ή οδοντωτοί κύλινδροι για το σπάσιµο της επιφανειακής ο κρούστας. Ακόµη µε τη χρησιµοποίηση της µεθόδου άρδευσης µε καταιονισµό µπορεί να αποφευχθεί ο σχηµατισµός της εδαφικής κρούσης, εάν µε συχνά ελαφριά ποτίσµατα διατηρείται η επιφάνεια του εδάφους βρεγµένη, και εποµένως µαλακή (αποφυγή χρήσης µηχανηµάτων).[1]

Αραίωμα φυτών

Αραίωµα φυτών µπορεί να γίνει µόνο όταν γίνεται σπορά απευθείας στο χωράφι. Ένας τρόπος προς αποφυγή αραιώµατος φυτών, είναι ο έλεγχος µε µεγαλύτερη ακρίβεια της ποσότητας σπόρου που εφαρµόζεται κατά τη σπορά, µε την χρήση σπαρτικών µηχανών ακριβείας. Οι κρεµµυδοκαλλιεργητές πολύ συχνά συνδυάζουν το αραίωµα µε ένα καλό βοτάνισµα µε το χέρι που συχνά θεωρείται αναγκαίο, ανεξάρτητα από την χρήση χηµικής καταπολέµησης ζιζανίων.[1]

Καταπολέμηση ζιζανίων

Ένα από τα κυριότερα προβλήµατα που έχει να αντιµετωπίσει ο καλλιεργητής είναι η παρουσία των ζιζανίων. Αυτά εµποδίζουν την κανονική ανάπτυξη των φυτών και την συγκοµιδή των βολβών. Η καταπολέµηση των ζιζανίων µέχρι πριν από µερικά χρόνια γινόταν µε την επιλογή του χωραφιού ώστε να µην έχει πολλά ζιζάνια, την αµειψισπορά και µε τα σκαλίσµατα και βοτανίσµατα. Σήµερα ο παραγωγός είναι σε θέση να χρησιµοποιήσει µε επιτυχία τα εκλεκτικά χηµικά ζιζανιοκτόνα σε διάφορες φάσεις της καλλιέργειάς του, δηλαδή σαν προφυτρωτικά ή µεταφυτρωτικά ή και σε συνδυασµό χωρίς να λύνει ολοκληρωτικά το πρόβληµα των ζιζανίων, αλλά να το περιορίζει σηµαντικά. Για τον έλεγχο των ζιζανίων στις ανοιξιάτικες καλλιέργειες, η πλειονότητα των παραγωγών, εφαρµόζει προφυτρωτικά το Trifuralin σε αναλογία 60-20gr/στρ. και μεταφυτρωτικά το Linuron σε αναλογία 100gr/στρ ή το Loxynil σε αναλογία 65gr/στρ. Για τις φθινοπωρινές καλλιέργειες ο συνδυασµός του Chlorthaldimethyl σε αναλογία 1.300gr/στρ σαν προφυτρωτικό και του Loxynil σε αναλογία 20ml/στρ σαν µεταφυτρωτικό. Επίσης ο συνδυασµός του Propachlor σε αναλογία 600gr/στρ σαν προφυτρωτικό και του Loxynil σαν µεταφυτρωτικό έδωσαν καλά αποτελέσµατα µετά από πειράµατα που έγιναν. Τα µεταφυτρωτικά ζιζανιοκτόνα εφαρµόζονται όταν η καλλιέργεια έχει αποκτήσει 3-5 φύλλα. Μετά το φύτρωµα και την ανάπτυξη των νεαρών φυτών χρειάζονται ελαφρά βοτανίσµατα, σε διαστήµατα 1-1,5 µήνες και 2-3 τον αριθµό καθ’ όλη τη διάρκεια της καλλιέργειας, για την αφαίρεση των ζιζανίων που επέζησαν της ζιζανιοκτονίας ή αυτά που αναπτύσσονται στην συνέχεια. Χρειάζεται όµως προσοχή στην εφαρµογή των χηµικών ζιζανιοκτόνων για να εξασφαλίζονται τα ευνοϊκά αποτελέσµατά τους. Καθυστερηµένη εφαρµογή (µετά την εμφάνιση 4ου και 5ου φύλλου) επηρεάζεται αρνητικά το ύψος των αποδόσεων.[2]

Επιφανειακή λίπανση

Κατά την διάρκεια της ανάπτυξης των φυτών γίνεται συµπληρωµατική αζωτούχος λίπανση µε σκοπό την επιτάχυνση και µεγαλύτερη ανάπτυξη των φυτών πριν αρχίσει να σχηµατίζεται ο βολβός. Η επιφανειακή λίπανση στις σπορές του φθινοπώρου γίνεται αργά τον Φεβρουάριο ή νωρίς το Μάρτιο µε 5-10kg/στρέμμα αζώτου (Ν) ανάλογα µε τον τύπο του εδάφους. Εάν πέφτουν πολλές βροχές κατά τον χειµώνα και την άνοιξη, τότε οι πιο πάνω ποσότητες αυξάνονται κατά 5kg. Στην τελευταία περίπτωση καλό είναι να χωρίζεται η επιφανειακή λίπανση σε 2 δόσεις, η µια τον Ιανουάριο και η δεύτερη τέλος Φεβρουαρίου µε αρχές Μαρτίου. Για τις ανοιξιάτικες σπορές η επιφανειακή λίπανση γίνεται τον Απρίλιο, Μάϊο σε µία ή περισσότερες δόσεις. Ο τύπος του λιπάσµατος που χρησιµοποιείται, είναι η ασβεστούχος νιτρική αµµωνία (26-0-0) και η νιτρική αµµωνία (33,5-0-0).[1]

Άρδευση

Η εµπορική καλλιέργεια του κρεµµυδιού στην Ελλάδα για να είναι οικονοµικά συµφέρουσα χρειάζεται πότισµα. Το νερό ποτίσµατος µπορεί να εφαρµοσθεί µε διάφορες µεθόδους, από τις οποίες οι πιο διαδεδοµένες σήµερα είναι η παραδοσιακή µέθοδος µε κατάκλιση, η µέθοδος µε αυλάκια και η µέθοδος καταιονισµού. Σε ορισµένες χώρες το κρεµµύδι ποτίζεται και µε την µέθοδο στάγδην όπως και µε τη µέθοδο των µικρο-µπεκ. Η μέθοδος καταιονισμού θεωρείται η πλέον κατάλληλη και πιο διαδεδομένη ειδικά για καλλιέργεια κρεμμυδιού σε μεγάλες εκτάσεις. Περισσότερες λεπτομέρειες για την άρδευση κρεμμυδιού στον παρακάτω σύνδεσμο:

Άρδευση κρεμμυδιού[1]

Συγκομιδή

Η συγκοµιδή του βολβού πρέπει να γίνεται κατά τη διάρκεια ή έπειτα από το «αδυνάτισµα» του «ψευδοστελέχους» του φυτού στην περιοχή ακριβώς πάνω από τον βολβό (λαιµός), οπότε ακολουθεί πτώση του υπέργειου µέρους ενώ νεαρά σε ηλικία φύλλα εξακολουθούν να είναι πράσινα. Στο στάδιο αυτό έχει σταµατήσει η ανάπτυξη νέων φύλλων από τον λαιµό του φυτού. Παρά την πτώση του φυλλώµατος, οι θρεπτικές ουσίες συνεχίζουν να κινούνται από τα φύλλα προς τον βολβό µέχρις ότου το φύλλωµα νεκρωθεί τελείως, µε αποτέλεσµα να αυξάνεται βάρος και η ξηρή ουσία του βολβού µέχρι τη στιγµή της συγκοµιδής. Η επικρατούσα πρακτική για την έναρξη της συγκοµιδής είναι όταν πέσουν περίπου τα 50% των κορυφών. Αλλά στην πράξη το ποσοστό ποικίλλει από 10-100% ανάλογα την τιµή, τις ανάγκες της αγοράς, αν θα αποθηκευτεί κ.α. Υπό κανονικές συνθήκες, η συγκοµιδή πρέπει να καθυστερεί µέχρι να πέσουν τα 90-95% των κορυφών του φυτού. Μερικές τεχνικές που επισπεύδουν την ωρίµανση είναι: η διακοπή των ποτισµάτων και η κοπή του ριζικού συστήµατος µε ειδικό µηχάνηµα - εργαλείο σε βάθος 2,5-5cm κάτω από τον βολβό. Αυτές οι τεχνικές θα πρέπει να γίνονται µόνο όταν αρχίσουν να γέρνουν τα ψευδοστελέχη των φυτών.Θα πρέπει να σηµειωθεί ότι η συγκοµιδή δεν πρέπει να γίνεται ούτε πολύ νωρίς ούτε και πολύ αργά. Ανώριµοι βολβοί έχουν µικρότερο βάρος, εκβλαστάνουν, έχουν υδαρείς λαιµούς και στερούνται ή χάνουν εύκολα τους εξωτερικούς χιτώνες. Αντίθετα, παραµονή των βολβών για µεγάλο διάστηµα στο χωράφι προκαλεί ηλιόκαµα, καταστρέφονται οι ξηροί εξωτερικοί χιτώνες και βρίσκονται σε διαρκή κίνδυνο να προσβληθούν, από παθογόνα, όπως η µαύρη σήψη. Περισσότερες λεπτομέρειες για τη συγκομιδή των κρεμμυδιών αναλύονται στον παρακάτω σύνδεσμο:

Συγκομιδή κρεμμυδιών[2]

Μεθωρίμανση

Η μεθωρίμανση είναι η ξήρανση του λαιμού, του βολβού, των ριζών και των εξωτερικών χιτώνων των βολβών. Η μεθωρίμανση είναι αναγκαία για την προληπτική αποφυγή εισόδου ασθενειών, που προκαλούν την σήψη του λαιμού και του βολβού, ανεξάρτητα αν το κρεμμύδι θα πωληθεί αμέσως στην αγορά ή θα αποθηκευτεί. Η μεθωρίμανση γίνεται με φυσικό τρόπο στο χωράφι ή με τεχνητά μέσα σε κατάλληλες αποθήκες, με θερμό αέρα. Η φυσική "μεθωρίμανση" ξεκινά με την διακοπή των ποτισμάτων και συνεχίζεται με την εξαγωγή ολόκληρου του φυτού από το έδαφος.

Στην Ελλάδα, μετά την εξαγωγή τους οι βολβοί μαζί με τα ξηρά φύλλα, αφήνονται στο έδαφος ή μαζεύονται σε μικρούς σωρούς και ο θερμός ξηρός αέρας που επικρατεί την εποχή της συγκομιδής, από τον Ιούνιο μέχρι τον Σεπτέμβριο, βοηθά στην ξήρανση. Ο ρυθμός μεθωρίμανσης εξαρτάται από την θερμοκρασία και την υγρασία του αέρα και από την περιεκτικότητα του λαιμού και του βολβού σε υγρασία. Στη Θήβα και άλλες περιοχές της Ελλάδας, αφού ξεριζωθούν τα φυτά αφήνονται για λίγες ημέρες στην επίφανεια του εδάφους, στη συνέχεια κόπτονται τα ξηρά φύλλα και οι βολβοί παραμένουν ακόμη μερικές ημέρες έξω στο ύπαιθρο, αλλά καλυμμένοι συνήθως με τα ξηρά φύλλα για να προστατευόνται από τον ήλιο, προς αποφυγή ηλιοεγκαυμάτων.[1]

Σχετικές σελίδες

Βιβλιογραφία

  1. 1,0 1,1 1,2 1,3 1,4 Τα βολβώδη λαχανικά του Ολύμπιου Χρήστου, Καθηγητή Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών.
  2. 2,0 2,1 Καλλιέργεια κρεμμυδιού στην Κρήτη, πτυχιακή μελέτη, του φοιτητή Τζωρακολευθεράκη Ιωάννη, Ηράκλειο 2005.