Αραίωμα καρπών βυσσινιάς
Σχετικά με το αραίωμα των καρπών της βυσσινιάς υπάρχουν ελάχιστες πληροφορίες. Στην κερασιά θα πρέπει το ποσοστό των ανθέων που θα δέσουν καρπούς να είναι ψηλότερο απ' εκείνο των άλλων ειδών του γένους Prunus. Το αραίωμα των καρπών με το χέρι, αν και αποτελεσματικό, αποτελεί δαπανηρή εργασία και δε συνηθίζεται. Κάποιο είδος λεπτομερειακού κλαδέματος σ' ενήλικα δένδρα, βοηθάει στη μείωση του αριθμού των ανθοφόρων οφθαλμών και κατά συνέπεια σε μειωμένη καρπόδεση. Ακόμα και ο περιορισμός του χρόνου παραμονής των μελισσοκυψελών στον βυσσινεώνα κατά την κρίσιμη περίοδο της επικονίασης και γονιμοποίησης συμβάλλει σε μείωση της καρπόδεσης. Η τελευταία αυτή τεχνική δε συνιστάται για ποικιλίες, που έχουν μικρή τάση για καρποφορία. Η χρησιμοποίηση χημικοαραιωτικών ουσιών, σε πειραματικό επίπεδο, δεν έδωσαν σταθερά και ικανοποιητικά αποτελέσματα, γι’ αυτό και δε συνιστώνται. Η πιο αποδεκτή μέχρι σήμερα μέθοδος αραιώματος των καρπών της βυσσινιάς είναι το εκλεκτικό κλάδεμα κατά τη ληθαργική περίοδο του δένδρου.[1]
Βιβλιογραφία
- ↑ Ειδική δενδροκομία Τόμος II "Ακρόδρυα-Πυρηνόκαρπα-Λοιπά καρποφόρα", Ποντίκη Κων/νου, Καθηγητή Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών.