Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων του "Βοοειδή"
Γραμμή 171: | Γραμμή 171: | ||
<ref name="Φυλή Hereford"> [{{#show: Ιστοσελίδα Agroname.com/Hereford| ?has link}} Φυλή βοοειδών Hereford]</ref> | <ref name="Φυλή Hereford"> [{{#show: Ιστοσελίδα Agroname.com/Hereford| ?has link}} Φυλή βοοειδών Hereford]</ref> | ||
− | <ref name="Φυλή Guernsey"> [{{#show: Ιστοσελίδα Agroname.com/ | + | <ref name="Φυλή Guernsey"> [{{#show: Ιστοσελίδα Agroname.com/Guernsey| ?has link}} Φυλή βοοειδών Guernsey]</ref> |
</references> | </references> |
Αναθεώρηση της 09:05, 21 Ιανουαρίου 2014
Τα βοοειδή είναι θηλαστικά μηρυκαστικά ζώα. Το αρσενικό λέγεται ταύρος και το θηλυκό αγελάδα. Ο ευνουχισμένος ταύρος που τον προορίζουν για εργασία ή για κρεατοπαραγωγή λέγεται βόδι. Το μικρό της αγελάδας λέγεται μοσχάρι. Σήμερα υπολογίζεται ότι υπάρχουν σε όλο τον κόσμο περίπου 1,3 δισεκατομμύρια βοοειδή. Μία κοινή λανθασμένη άποψη είναι ότι οι ταύροι ερεθίζονται από το κόκκινο χρώμα. Ωστόσο, τα βοοειδή δε διακρίνουν το κόκκινο από το πράσινο χρώμα. Σε χώρες όπως η Ινδία η αγελάδα θεωρείται ιερό ζώο.
Τα βοοειδή είναι μεγαλόσωμα θηλαστικά και χρησιμοποιούνται από τον άνθρωπο από αρχαιοτάτων χρόνων για το γάλα, το κρέας και το δέρμα τους, αλλά και για εργασία. Η εξημέρωση των βοοειδών, η οποία θεωρείται ως το σημαντικότερο βήμα του ανθρώπου στην εκτροφή και την εκμετάλλευση των ζώων, έγινε κατά τη Νεολιθική εποχή και υπαρχουν μαρτυρίες ότι ο άνθρωπος χρησιμοποιούσε τα βοοειδή ήδη πριν από 7.500 έτη. Από την εποχή της εξημέρωσης των άγριων βοδιών, κατά τη νεολιθική εποχή, παρατηρείται μια σταδιακή εξέλιξη του πληθυσμού τους, που οφείλεται αφ΄ενός μεν στην επίδραση του περιβάλλοντος και την αλλαγή των συνθηκών διαβίωσης των ζώων, αλλά κυρίως στην παρέμβαση του ανθρώπου, ο οποίος από κάποια στιγμή άρχισε να απομακρύνει τα ζώα που δεν ανταποκρίνονταν στις προσδοκίες του και να διατηρεί εκείνα που τον εξυπηρετούσαν περισσότερο.
Αποτέλεσμα της ανωτέρω επιλογής ήταν να δημιουργηθούν ανά τους αιώνες πάρα πολλές φυλές βοοειδών, προσαρμοσμένες προς τις παραγωγικές εκείνες κατευθύνσεις που κάθε φορά επεδίωκε ο άνθρωπος.
Σήμερα υπάρχουν περισσότερες από 200 φυλές βοοειδών, οι οποίες διαφέρουν σημαντικά στα εξωτερικά γνωρίσματα, τη σωματική τους διάπλαση και κυρίως την παραγωγική τους κατεύθυνση.
Οι παραπάνω φυλές, ανάλογα με την παραγωγική κατεύθυνση, διακρίνονται σε
- γαλακτοπαραγωγικές,
- κρεατοπαραγωγικές (ή κρεοπαραγωγικές),
- μικτής (ή διπλής απόδοσης),
- στις εγχώριες και
- στις εισαγόμενες φυλές.
Παρακάτω φαίνεται η συστηματική κατάταξη της αγελάδας.
Βασίλειο | Animalia (Ζώα) |
Συνομοταξία | Chordata (Χορδωτά) |
Ομοταξία | Θηλαστικά (Mammalia) |
Τάξη | Αρτιοδάκτυλα (Artiodactyla) |
Οικογένεια | Βοοειδή (Bovidae) |
Υποοικογένεια | Βοοίναι (Bovinae) |
Γένος | Βους (Bos) |
Φυλές βοοειδών
Ο κλασικός ορισμός της "φυλής" είναι συνήθως μια παραλλαγή αυτής της δήλωσης. Ζώα που μέσω επιλογής και αναπαραγωγής έχουν φτάσει στο σημείο να μοιάζουν μεταξύ τους και να μεταβιβάζουν τα εν λόγω χαρακτηριστικά στους απογόνους τους. Τα βοοειδή που εκτρέφονται ταξινομούνται σε φυλές δύο ομάδων:
- Τις ξενικές φυλές και
- Τις αυτόχθονες.
Ανάλογα τώρα με τον παραγωγικό τύπο [1] στον οποίο ανήκουν τις διακρίνουμε σε τρεις τύπους:
- Τον γαλακτοπαραγωγικό τύπο,
- Τον κρεοπαραγωγικό τύπο και
- Τον μικτό τύπο.
Οι σημαντικότερες ράτσες γαλακτοπαραγωγικού τύπου ξενικών φυλών αγελάδων είναι οι εξής: Holstein [2], Guernsey [3] και Jersey.
Οι σημαντικότερες ράτσες κρεοπαραγωγικού τύπου ξενικών φυλών αγελάδων είναι οι εξής: Limousin, Charolais, Angus [4], Parthenais [4], Blonde d'Aquitaine, Maine Anjou, Gasconne, Salers [5], Hereford [6] και Aubrac [5].
Οι σημαντικότερες ράτσες μικτού τύπου είναι οι εξής: Simmental [4], Belgian Blue, Normande, Piedmontese [4] και η Σβυτς [7].
Εκτός τώρα απ'τις φυλές εισαγωγής υπάρχουν και οι αυτόχθονες [8], όπως είναι η Βραχυκερατική [9], η Κατερίνης [8], η Συκιάς [8] κι ο Ελληνικός Βούβαλος [10]. Στον πίνακα που ακολουθεί υπάρχουν στοιχεία για τους εγκεκριμένους ή αναγνωρισμένους οργανισμούς [11] για τη διατήρηση ή κατάρτιση γενεαλογικού βιβλίου ή μητρώου της φυλής. Εγκεκριμένοι οργανισμοί για διατήρηση γενεαλογικού βιβλίου ή μητρώου της φυλής.
Ανατομικά χαρακτηριστικά βοοειδών
Τα φυτοφάγα, όπως είναι και τα βοοειδή, τρέφονται με φυτά, όχι κρέας. Έτσι, δεν αποτελεί έκπληξη πως τα ανατομικά τους χαρακτηριστικα είναι προσαρμοσμένα να διασπούν υδατάνθρακες και άλλα θρεπτικά στοιχεία παραγόμενα από φυτά. Τα συνήθη ανατομικά χαρακτηριστικα των φυτοφάγων επιβεβαιώνουν την προσαρμογή τους σε δίαιτες βασισμένες σε φυτά.
Μακρύ πεπτικό έντερο: Χρειάζεται να είναι ως και 10 φορές μεγαλύτερο από το μήκος ολόκληρου του σώματός τους, λόγω της σχετικής δυσκολίας με την οποία διασπάται η κάθε φυτική τροφή. Τα φυτοφάγα ζώα έχουν σημαντικά πιο μακριά και περίπλοκα έντερα από τα σαρκοφάγα.
Τετράγωνοι και επίπεδοι τραπεζίτες. Παρέχουν μία ιδανική επιφάνεια άλεσης για να συνθλίβουν και να αλέθουν τα φυτά (οχι όμως και το κρέας). Διαθέτουν ακόμη κάτω γνάθο με χαρακτηριστική πλάγια κίνηση που υποβοηθά την άλεση η οποία είναι απαραίτητη για το μάσημα των φυτών.
Ένζυμα στο σάλιο που διασπούν τους υδατάνθρακες. Η αμυλάση είναι ένα πεπτικό ένζυμο στο σάλιο που βοηθά στην πέψη των υδατανθράκων. Τα φυτοφάγα ζώα μασούν την τροφή τους για την εξασφάλιση της σωστής μίξης της με την αμυλάση.
Πεπτικό σύστημα βοοειδών
Τα βοοειδή (και τα αιγοπρόβατα) έχουν πεπτικό σύστημα που τους δίνει την ικανότητα να πέπτουν σύνθετους υδατάνθρακες, όπως κυτταρίνες και ημικυτταρίνες, που περιέχονται κυρίως στις χονδροειδείς ζωοτροφές. Τα ζώα αυτά μασούν βιαστικά την τροφή τους κατά την βόσκηση και την αποθηκεύουν στη μεγάλη κοιλία. Όταν βρεθούν στην ησυχία τους έχουν τη δυνατότητα να ξαναφέρουν την τροφή από τους προστομάχους στο στόμα, με αντιπερισταλτικές κινήσεις του οισοφάγου, και να την ξαναμασούν. Η λειτουργία αυτή ονομάζεται μηρυκασμός (αναχάραμα, αναμάσημα) και τα ζώα μηρυκαστικά.
Τα μηρυκαστικά διαθέτουν τους προστομάχους (μεγάλη κοιλία και κεκρύφαλο), τον εχίνο ή βίβλο και ένα κυρίως στομάχι, το ήνυστρο. Οι προστόμαχοι αναπτύσσονται και λειτουργούν μετά τον πρώτο μήνα της ζωής τους. Στους προστομάχους γίνεται το μεγαλύτερο μέρος της πέψης των τροφών με τη βοήθεια ενός μεγάλου αριθμού μονοκύτταρων μικροοργανισμών, την μικροχλωρίδα, που συμβιώνει με τα ζώα. Τα μηρυκαστικά εφοδιάζουν τους μικροοργανισμούς με τροφή και τους εξασφαλίζουν ένα ιδανικό περιβάλλον για να αναπτυχθούν και να αναπαραχθούν, ενώ οι μικροοργανισμοί διασπούν τις διάφορες τροφές και εφοδιάζουν τα ζώα με τη μικροβιακή πρωτεΐνη που συνθέτουν. Οι διασπάσεις των τροφών που γίνονται από τη μικροχλωρίδα ονομάζονται ζυμώσεις. Οι μικροοργανισμοί των προστομάχων έχουν την ικανότητα να διασπούν τους σύνθετους υδατάνθρακες σε απλούστερα σάκχαρα, τις αζωτούχες ουσίες σε αμμωνία και αμινοξέα και τα λίπη σε λιπαρά οξέα. Στο ήνυστρο γίνεται η πραγματική πέψη με την έκκριση του πεπτικού υγρού (πεψίνης).
Αναπαραγωγή βοοειδών
Στα βοοειδή, η ήβη εμφανίζεται σε ηλικία 15 μηνών. Ο σεξουαλικός κύκλος των θηλυκών διαρκεί περίπου 21 μέρες. Ένα θηλυκό σε εποχή οίστρου δέχεται το ζευγάρωμα των ομογενών του. Η ωορρηξία λαμβάνει χώρα 10 με 12 ώρες μετά το τέλος του οίστρου. Μετά τον τοκετό, ο οποίος προκαλεί γαλακτοπαραγωγή, τα θηλυκά δεν έχουν οίστρο για 40 έως 90 μέρες ανάλογα με τις ποικιλίες, δεδομένου ότι ο θηλασμός του μόσχου επιμηκύνει στις κρεοπαραγωγές ποικιλίες την περίοδο αυτή. Η διάρκεια της κύησης είναι περίπου 9 μήνες, αλλά εξαρτάται από την ποικιλία, την ηλικία του θηλυκού, τον αριθμό μόσχων που έχει αποκτήσει και τον αριθμό μοσχαριών που γεννιούνται σε κάθε τοκετό. Στις γαλακτοπαραγωγές κτηνοτροφικές μονάδες, 90% των θηλυκών γονιμοποιούνται με τεχνητή σπερματέγχυση. Τα πλεονεκτήματα της τεχνητής σπερματέγχυσης είναι :
- σε επίπεδο υγιεινής (περιορισμός της εξάπλωσης των σεξουαλικά μεταδιδόμενων ασθενειών και της βρουκέλωσης),
- σε επίπεδο γενετικής (επιλογή των ταύρων),
- σε οικονομικό επίπεδο (όχι συντήρηση των ταύρων στο χώρο της εκμετάλλευσης).
Όσο αφορά στην παθολογία αναπαραγωγής [12] των βοοειδών, στο pdf που ακολουθεί υπάρχουν αναλυτικές πληροφορίες για κάθε στάδιο της αναπαραγωγής. Παθολογία αναπαραγωγής βοοειδών
Επιπλέον υπάρχει και η in vitro παραγωγή εμβρύων βοοειδών. [13] Η IVEP (in vitro embryo production) μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε αγελάδες που η ορμονική παρέμβαση απέτυχε ή ακόμα για την παραγωγή εμβρύων από μία αγελάδα δότρια της οποίας τα ωοκύτταρα θα γονιμοποιηθούν με το σπέρμα διαφορετικών ταύρων και θα προκύψουν διαφορετικοί γενότυποι, επιτυγχάνοντας με αυτόν τον τρόπο γενετική βελτίωση. Τέλος το πρωτόγαλα [14] της αγελάδας το οποίο παράγεται τις πρώτες ώρες μετά τον τοκετό εκπληρώνει σημαντικές λειτουργίες για το νεογέννητο και εξασφαλίζει την επιβίωση του μοσχαριού.
Ασθένειες βοοειδών
Οι ασθένειες απ' τις οποίες προσβάλλονται τα βοοειδή είναι αρκετές και σημαντικές. Πιο αναλυτικά οι κυριότερες απ' αυτές είναι: η φυματίωση [15] που είναι μια λοιμώδης νόσος με αργό ρυθμό εξέλιξης. Απ’ το μικρόβιο προσβάλλονται διάφορα όργανα του σώματος στα οποία σχηματίζονται φυμάτια. Ζώα θετικά στη φυματίωση σφάζονται σε εγκεκριμένα, για το σκοπό αυτό, σφαγεία και κάτω από συγκεκριμένες υγειονομικές προϋποθέσεις. Ο πυρετός Q [15] οφείλεται σε μία ρικέττσια, την Coxiella burnetii. Η C. Burnetii κατατάσσεται στην οικογένεια των ρικεττσιών. Μετά τη μόλυνση του ζώου, η C. Burnetii μπορεί να εντοπιστεί στους μαστούς, τους μαστικούς λεμφαδένες, τον πλακούντα, τη μήτρα από όπου μπορεί να αποβάλεται μετά τον τοκετό και τη γαλουχία. Η βεσνοϊτίωση [16] αρχικά και σε μία σοβαρή εκδήλωση της νόσου μπορεί να παρατηρηθούν πυρετός, μείωση της όρεξης, κατάπτωση και οιδήματα σε διάφορα σημεία του σώματος, όπως στις αρθρώσεις λόγω της αγγειίτιδας που προκαλεί το παράσιτο. Η βρουκέλλωση [15] είναι μία μεταδοτική νόσος που προσβάλλει κυρίως το γεννητικό σύστημα των ζώων, με αποτέλεσμα την πρόκληση αποβολής και στειρότητα. Η πανώλη [17] ξεκινά αρχικά με περίοδο ψηλού πυρετού (40-42oC), ανορεξία και μείωση του μηρυκασμού. Η αναπνοή των ζώων γίνεται με δυσκολία. Ο αφθώδης πυρετός [17] είναι νόσος με πολύ ψηλή μεταδοτικότητα κι έχει ως συμπτώματα τον πυρετό, την ανορεξία, την αγαλαξία για 2-3 ημέρες κ.ά. Η φυσαλιδώδης στοματίτιδα [17] όπου τα συμπτώματα είναι παρόμοια με του αφθώδους πυρετού, η σπογγώδης εγκεφαλοπάθεια που είναι μια προοδευτική νευρολογική ασθένεια των αγελάδων, η μαστίτιδα [18] που οφείλεται στη μόλυνση του μαστού από παθογόνους μικροοργανισμούς και έχει σαν συνέπεια την παραγωγή αλλοιωμένης σύστασης και μικρής ποσότητας γάλακτος, με μεγάλο αριθμό παθογόνων μικροοργανισμών. κ.ά.
Σήμανση βοοειδών
Τα βοοειδή πρέπει, αφενός να αναγνωρίζονται και αφετέρου, να καταγράφονται κατά τρόπο που να επιτρέπεται ο προσδιορισμός της εκμετάλλευσης προέλευσής τους. Η αναγνώριση ή η σήμανση των βοοειδών συνίσταται στην τοποθέτηση αναγνωριστικού σήματος. Το μέσο αναγνώρισης είναι ένα ενώτιο σήμανσης εγκεκριμένο από τις Κτηνιατρικές Υπηρεσίες, το οποίο τοποθετείται σε κάθε αυτί, είναι κατασκευασμένο από αναλλοίωτο υλικό, είναι μη παραποιήσιμο, και είναι ευανάγνωστο καθ΄όλην τη διάρκεια της ζωής του ζώου.
Η σήμανση [19] των βοοειδών γίνεται με ενώτια που έχουν την παρακάτω δομή:
- Τα 2 γράμματα αντιπροσωπεύουν το λογότυπο της χώρας (π.χ. EL),
- Τα 2 πρώτα νούμερα αντιπροσωπεύουν το νομό στον οποίο ανήκει η εκμετάλλευση στην οποία τοποθετήθηκαν για πρώτη φορά τα ενώτια,
- Τα 5 νούμερα που ακολουθούν δείχνουν τον κωδικό της εκτροφής,
- Τα 5 τελευταία νούμερα τον ατομικό αριθμό κάθε ζώου (τα οποία επαναλαμβάνονται στο τέλος με μεγαλύτερη γραμματοσειρά).
Τα δύο ενώτια φέρουν τον ίδιο κωδικό αναγνώρισης βάσει του οποίου μπορεί να αναγνωριστεί κάθε ζώο ατομικά και να διαπιστωθεί σε ποιά εκμετάλλευση γεννήθηκε. Αυτό επιτυγχάνεται με την καταγραφή του κωδικού αναγνώρισης σε ηλεκτρονική βάση δεδομένων. Γίνεται σύνδεση, δηλαδή, του κωδικού αναγνώρισης με τα στοιχεία του ζώου (ημερομηνία γέννησης, φυλή, φύλο, ενώτιο μητέρας κ.ά.). Τα ενώτια τοποθετούνται εντός 14 ημερών από τη γέννηση του ζώου και οπωσδήποτε πριν το ζώο εγκαταλείψει την εκμετάλλευση στην οποία γεννήθηκε. Κάθε ζώο θα πρέπει να διατηρεί τα ενώτια του καθ΄ όλην τη διάρκεια της ζωής του. Σε περίπτωση απώλειας ενωτίου, ο κάτοχος υποχρεούται να το δηλώσει άμεσα στον πλησιέστερο Κτηνιατρικό Σταθμό και να αναλάβει την παραγγελία ενωτίου αντικατάστασης με τον ίδιο κωδικό αριθμό με αυτό που έχει απωλεσθεί για επανατοποθέτηση στο ζώο.
Επίσης άλλοι τρόποι καταγραφής των ζώων έιναι το μητρώο εκμετάλλευσης (μητρώο βοοειδών) και το διαβατήριο βοοειδών. Καρτέλες που περιλαμβάνουν στοιχεία του βοοειδούς αλλά και του κατόχου του. Στη συνέχεια ακολουθεί η καρτέλα για αίτηση χορήγησης έγκρισης μέσως σήμανσης ζωικού κεφαλαίου. Αίτηση χορήγησης έγκρισης μέσων σήμανσης ζωικού κεφαλαίου αλλά και το σχετικό ΦΕΚ με τον κανονισμό για τις διαδικασίες έγκρισης μέσων σήμανσης.Κανονισμός για τις διαδικασίες έγκρισης μέσων σήμανσης.
Βιβλιογραφία
- ↑ Σφάλμα παραπομπής: Μη έγκυρη ετικέτα
<ref>
· δεν δίνεται κείμενο για παραπομπές με όνομα.CE.A4.CE.B1.CE.BE.CE.B9.CE.BD.CF.8C.CE.BC.CE.B7.CF.83.CE.B7_.CF.84.CF.89.CE.BD_.CF.86.CF.85.CE.BB.CF.8E.CE.BD_.CE.B1.CE.BD.CE.AC.CE.BB.CE.BF.CE.B3.CE.B1_.CE.BC.CE.B5_.CF.84.CE.BF.CE.BD_.CF.84.CF.8D.CF.80.CE.BF
- ↑ Σφάλμα παραπομπής: Μη έγκυρη ετικέτα
<ref>
· δεν δίνεται κείμενο για παραπομπές με όνομα.CE.A6.CF.85.CE.BB.CE.AE_.CF.87.CE.BF.CE.BB.CF.83.CF.84.CE.AC.CE.B9.CE.BD
- ↑ Σφάλμα παραπομπής: Μη έγκυρη ετικέτα
<ref>
· δεν δίνεται κείμενο για παραπομπές με όνομα.CE.A6.CF.85.CE.BB.CE.AE_Guernsey
- ↑ Σφάλμα παραπομπής: Μη έγκυρη ετικέτα
<ref>
· δεν δίνεται κείμενο για παραπομπές με όνομα.CE.A1.CE.AC.CF.84.CF.83.CE.B5.CF.82_.CF.84.CF.89.CE.BD_.CE.B6.CF.8E.CF.89.CE.BD
- ↑ Σφάλμα παραπομπής: Μη έγκυρη ετικέτα
<ref>
· δεν δίνεται κείμενο για παραπομπές με όνομα.CE.9A.CF.81.CE.B5.CE.BF.CF.80.CE.B1.CF.81.CE.B1.CE.B3.CF.89.CE.B3.CE.B9.CE.BA.CE.AD.CF.82_.CF.81.CE.AC.CF.84.CF.83.CE.B5.CF.82_.CE.B2.CE.BF.CE.BF.CE.B5.CE.B9.CE.B4.CF.8E.CE.BD
- ↑ Σφάλμα παραπομπής: Μη έγκυρη ετικέτα
<ref>
· δεν δίνεται κείμενο για παραπομπές με όνομα.CE.A6.CF.85.CE.BB.CE.AE_Hereford
- ↑ Σφάλμα παραπομπής: Μη έγκυρη ετικέτα
<ref>
· δεν δίνεται κείμενο για παραπομπές με όνομα.CE.A6.CF.85.CE.BB.CE.AE_.CE.A3.CE.B2.CF.85.CF.84.CF.82
- ↑ Σφάλμα παραπομπής: Μη έγκυρη ετικέτα
<ref>
· δεν δίνεται κείμενο για παραπομπές με όνομα.CE.91.CF.85.CF.84.CF.8C.CF.87.CE.B8.CE.BF.CE.BD.CE.B5.CF.82_.CF.86.CF.85.CE.BB.CE.AD.CF.82_.CE.B2.CE.BF.CE.BF.CE.B5.CE.B9.CE.B4.CF.8E.CE.BD
- ↑ Σφάλμα παραπομπής: Μη έγκυρη ετικέτα
<ref>
· δεν δίνεται κείμενο για παραπομπές με όνομα.CE.92.CF.81.CE.B1.CF.87.CF.85.CE.BA.CE.B5.CF.81.CE.B1.CF.84.CE.B9.CE.BA.CE.AE_.CF.86.CF.85.CE.BB.CE.AE
- ↑ Σφάλμα παραπομπής: Μη έγκυρη ετικέτα
<ref>
· δεν δίνεται κείμενο για παραπομπές με όνομα.CE.95.CE.BB.CE.BB.CE.B7.CE.BD.CE.B9.CE.BA.CF.8C.CF.82_.CE.B2.CE.BF.CF.8D.CE.B2.CE.B1.CE.BB.CE.BF.CF.82
- ↑ Σφάλμα παραπομπής: Μη έγκυρη ετικέτα
<ref>
· δεν δίνεται κείμενο για παραπομπές με όνομα.CE.95.CE.B3.CE.BA.CE.B5.CE.BA.CF.81.CE.B9.CE.BC.CE.AD.CE.BD.CE.BF.CE.B9_.CE.BF.CF.81.CE.B3.CE.B1.CE.BD.CE.B9.CF.83.CE.BC.CE.BF.CE.AF
- ↑ Σφάλμα παραπομπής: Μη έγκυρη ετικέτα
<ref>
· δεν δίνεται κείμενο για παραπομπές με όνομα.CE.A0.CE.B1.CE.B8.CE.BF.CE.BB.CE.BF.CE.B3.CE.AF.CE.B1_.CE.B1.CE.BD.CE.B1.CF.80.CE.B1.CF.81.CE.B1.CE.B3.CF.89.CE.B3.CE.AE.CF.82_.CE.B2.CE.BF.CE.BF.CE.B5.CE.B9.CE.B4.CF.8E.CE.BD
- ↑ Σφάλμα παραπομπής: Μη έγκυρη ετικέτα
<ref>
· δεν δίνεται κείμενο για παραπομπές με όνομαIn_vitro_.CF.80.CE.B1.CF.81.CE.B1.CE.B3.CF.89.CE.B3.CE.AE_.CE.B5.CE.BC.CE.B2.CF.81.CF.8D.CF.89.CE.BD_.CE.B2.CE.BF.CE.BF.CE.B5.CE.B9.CE.B4.CF.8E.CE.BD
- ↑ Σφάλμα παραπομπής: Μη έγκυρη ετικέτα
<ref>
· δεν δίνεται κείμενο για παραπομπές με όνομα.CE.A0.CF.81.CF.89.CF.84.CF.8C.CE.B3.CE.B1.CE.BB.CE.B1
- ↑ Σφάλμα παραπομπής: Μη έγκυρη ετικέτα
<ref>
· δεν δίνεται κείμενο για παραπομπές με όνομα.CE.91.CF.83.CE.B8.CE.AD.CE.BD.CE.B5.CE.B9.CE.B5.CF.82_.CE.B2.CE.BF.CE.BF.CE.B5.CE.B9.CE.B4.CF.8E.CE.BD
- ↑ Σφάλμα παραπομπής: Μη έγκυρη ετικέτα
<ref>
· δεν δίνεται κείμενο για παραπομπές με όνομα.CE.92.CE.B5.CF.83.CE.BD.CE.BF.CF.8A.CF.84.CE.AF.CF.89.CF.83.CE.B7_.CE.B2.CE.BF.CE.BF.CE.B5.CE.B9.CE.B4.CF.8E.CE.BD
- ↑ Σφάλμα παραπομπής: Μη έγκυρη ετικέτα
<ref>
· δεν δίνεται κείμενο για παραπομπές με όνομα.CE.91.CF.83.CE.B8.CE.AD.CE.BD.CE.B5.CE.B9.CE.B5.CF.82_.CE.B2.CE.BF.CE.BF.CE.B5.CE.B9.CE.B4.CF.8E.CE.BD_II
- ↑ Σφάλμα παραπομπής: Μη έγκυρη ετικέτα
<ref>
· δεν δίνεται κείμενο για παραπομπές με όνομα.CE.9C.CE.B1.CF.83.CF.84.CE.AF.CF.84.CE.B9.CE.B4.CE.B5.CF.82_.CE.B1.CE.B3.CE.B5.CE.BB.CE.AC.CE.B4.CF.89.CE.BD
- ↑ Βοοειδή, Σήμανση και καταγραφή βοοειδών
Πληροφοριακά στοιχεία
Σχετικές σελίδες
- Εκτροφή βοοειδών
- Φυλές βοοειδών
- Αυτόχθονες φυλές βοοειδών
- Ο τοκετός
- Πεπτικό σύστημα βοοειδών
- Αναπαραγωγή βοοειδών
- Φυσικό ζευγάρωμα ή τεχνητή σπερματέγχυση
- In vitro παραγωγή εμβρύων βοοειδών
- Colostrum (Πρωτόγαλα αγελάδας, πύαρ)
- Ασθένειες βοοειδών
- Βόειο κρέας
- Αγελαδινό γάλα
- Σήμανση βοοειδών
Βιβλιογραφία
- ↑ Ποικιλίες αγελαδινού γάλακτος, μέθοδοι επεξεργασίας και υγεία
- ↑ Η συχνότητα παρασιτισμού του πεπτικού συστήματος των βοοειδών στην Ελλάδα
- ↑ "Παράγοντες που επηρεάζουν τη γαλακτοπαραγωγική ικανότητα των μηρυκαστικών", Πτυχιακή διατριβή της Μανίκα Μαρία-Άννας, Θεσσαλονίκη 2010.
- ↑ "Τύποι πεπτικών συστημάτων αγροτικών ζώων"
- ↑ Η ανατομία της διατροφής
- ↑ Κτηνοτροφικός Συνεταιρισμός Βουβαλοτρόφων Ελλάδας
- ↑ "Σημειώσεις εισαγωγή στη ζωοτεχνολογία", Γεωργικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Εργαστήριο Γενικής και Ειδικής Ζωοοτεχνολογίας, Αθήνα 1993
Σφάλμα παραπομπής: Η ετικέτα <ref>
με όνομα «.CE.91.CF.83.CE.B8.CE.AD.CE.BD.CE.B5.CE.B9.CE.B5.CF.82_.CE.B2.CE.BF.CE.BF.CE.B5.CE.B9.CE.B4.CF.8E.CE.BD» που ορίζεται μέσα στο <references>
δεν χρησιμοποιείται σε προηγούμενο κείμενο.
Σφάλμα παραπομπής: Η ετικέτα <ref>
με όνομα «.CE.92.CE.B5.CF.83.CE.BD.CE.BF.CF.8A.CF.84.CE.AF.CF.89.CF.83.CE.B7_.CE.B2.CE.BF.CE.BF.CE.B5.CE.B9.CE.B4.CF.8E.CE.BD» που ορίζεται μέσα στο <references>
δεν χρησιμοποιείται σε προηγούμενο κείμενο.
Σφάλμα παραπομπής: Η ετικέτα <ref>
με όνομα «In_vitro_.CF.80.CE.B1.CF.81.CE.B1.CE.B3.CF.89.CE.B3.CE.AE_.CE.B5.CE.BC.CE.B2.CF.81.CF.8D.CF.89.CE.BD_.CE.B2.CE.BF.CE.BF.CE.B5.CE.B9.CE.B4.CF.8E.CE.BD» που ορίζεται μέσα στο <references>
δεν χρησιμοποιείται σε προηγούμενο κείμενο.
Σφάλμα παραπομπής: Η ετικέτα <ref>
με όνομα «.CE.91.CF.83.CE.B8.CE.AD.CE.BD.CE.B5.CE.B9.CE.B5.CF.82_.CE.B2.CE.BF.CE.BF.CE.B5.CE.B9.CE.B4.CF.8E.CE.BD_II» που ορίζεται μέσα στο <references>
δεν χρησιμοποιείται σε προηγούμενο κείμενο.
Σφάλμα παραπομπής: Η ετικέτα <ref>
με όνομα «.CE.9C.CE.B1.CF.83.CF.84.CE.AF.CF.84.CE.B9.CE.B4.CE.B5.CF.82_.CE.B1.CE.B3.CE.B5.CE.BB.CE.AC.CE.B4.CF.89.CE.BD» που ορίζεται μέσα στο <references>
δεν χρησιμοποιείται σε προηγούμενο κείμενο.
Σφάλμα παραπομπής: Η ετικέτα <ref>
με όνομα «.CE.A0.CF.81.CF.89.CF.84.CF.8C.CE.B3.CE.B1.CE.BB.CE.B1» που ορίζεται μέσα στο <references>
δεν χρησιμοποιείται σε προηγούμενο κείμενο.
Σφάλμα παραπομπής: Η ετικέτα <ref>
με όνομα «.CE.A4.CE.B1.CE.BE.CE.B9.CE.BD.CF.8C.CE.BC.CE.B7.CF.83.CE.B7_.CF.84.CF.89.CE.BD_.CF.86.CF.85.CE.BB.CF.8E.CE.BD_.CE.B1.CE.BD.CE.AC.CE.BB.CE.BF.CE.B3.CE.B1_.CE.BC.CE.B5_.CF.84.CE.BF.CE.BD_.CF.84.CF.8D.CF.80.CE.BF» που ορίζεται μέσα στο <references>
δεν χρησιμοποιείται σε προηγούμενο κείμενο.
Σφάλμα παραπομπής: Η ετικέτα <ref>
με όνομα «.CE.91.CF.85.CF.84.CF.8C.CF.87.CE.B8.CE.BF.CE.BD.CE.B5.CF.82_.CF.86.CF.85.CE.BB.CE.AD.CF.82_.CE.B2.CE.BF.CE.BF.CE.B5.CE.B9.CE.B4.CF.8E.CE.BD» που ορίζεται μέσα στο <references>
δεν χρησιμοποιείται σε προηγούμενο κείμενο.
Σφάλμα παραπομπής: Η ετικέτα <ref>
με όνομα «.CE.A0.CE.B1.CE.B8.CE.BF.CE.BB.CE.BF.CE.B3.CE.AF.CE.B1_.CE.B1.CE.BD.CE.B1.CF.80.CE.B1.CF.81.CE.B1.CE.B3.CF.89.CE.B3.CE.AE.CF.82_.CE.B2.CE.BF.CE.BF.CE.B5.CE.B9.CE.B4.CF.8E.CE.BD» που ορίζεται μέσα στο <references>
δεν χρησιμοποιείται σε προηγούμενο κείμενο.
Σφάλμα παραπομπής: Η ετικέτα <ref>
με όνομα «.CE.95.CE.B3.CE.BA.CE.B5.CE.BA.CF.81.CE.B9.CE.BC.CE.AD.CE.BD.CE.BF.CE.B9_.CE.BF.CF.81.CE.B3.CE.B1.CE.BD.CE.B9.CF.83.CE.BC.CE.BF.CE.AF» που ορίζεται μέσα στο <references>
δεν χρησιμοποιείται σε προηγούμενο κείμενο.
Σφάλμα παραπομπής: Η ετικέτα <ref>
με όνομα «.CE.95.CE.BB.CE.BB.CE.B7.CE.BD.CE.B9.CE.BA.CF.8C.CF.82_.CE.B2.CE.BF.CF.8D.CE.B2.CE.B1.CE.BB.CE.BF.CF.82» που ορίζεται μέσα στο <references>
δεν χρησιμοποιείται σε προηγούμενο κείμενο.
Σφάλμα παραπομπής: Η ετικέτα <ref>
με όνομα «.CE.A1.CE.AC.CF.84.CF.83.CE.B5.CF.82_.CF.84.CF.89.CE.BD_.CE.B6.CF.8E.CF.89.CE.BD» που ορίζεται μέσα στο <references>
δεν χρησιμοποιείται σε προηγούμενο κείμενο.
Σφάλμα παραπομπής: Η ετικέτα <ref>
με όνομα «.CE.9A.CF.81.CE.B5.CE.BF.CF.80.CE.B1.CF.81.CE.B1.CE.B3.CF.89.CE.B3.CE.B9.CE.BA.CE.AD.CF.82_.CF.81.CE.AC.CF.84.CF.83.CE.B5.CF.82_.CE.B2.CE.BF.CE.BF.CE.B5.CE.B9.CE.B4.CF.8E.CE.BD» που ορίζεται μέσα στο <references>
δεν χρησιμοποιείται σε προηγούμενο κείμενο.
Σφάλμα παραπομπής: Η ετικέτα <ref>
με όνομα «.CE.92.CF.81.CE.B1.CF.87.CF.85.CE.BA.CE.B5.CF.81.CE.B1.CF.84.CE.B9.CE.BA.CE.AE_.CF.86.CF.85.CE.BB.CE.AE» που ορίζεται μέσα στο <references>
δεν χρησιμοποιείται σε προηγούμενο κείμενο.
Σφάλμα παραπομπής: Η ετικέτα <ref>
με όνομα «.CE.A6.CF.85.CE.BB.CE.AE_.CF.87.CE.BF.CE.BB.CF.83.CF.84.CE.AC.CE.B9.CE.BD» που ορίζεται μέσα στο <references>
δεν χρησιμοποιείται σε προηγούμενο κείμενο.
Σφάλμα παραπομπής: Η ετικέτα <ref>
με όνομα «.CE.A6.CF.85.CE.BB.CE.AE_.CE.A3.CE.B2.CF.85.CF.84.CF.82» που ορίζεται μέσα στο <references>
δεν χρησιμοποιείται σε προηγούμενο κείμενο.
Σφάλμα παραπομπής: Η ετικέτα <ref>
με όνομα «.CE.A6.CF.85.CE.BB.CE.AE_Hereford» που ορίζεται μέσα στο <references>
δεν χρησιμοποιείται σε προηγούμενο κείμενο.
Σφάλμα παραπομπής: Η ετικέτα <ref>
με όνομα «.CE.A6.CF.85.CE.BB.CE.AE_Guernsey» που ορίζεται μέσα στο <references>
δεν χρησιμοποιείται σε προηγούμενο κείμενο.