Παράγοντες που επηρεάζουν την αύξηση των καρπών
Περιεχόμενα
Ενδογενείς παράγοντες-Αριθμός κυττάρων ανα καρπό
Το τελικό μέγεθος του καρπού εξαρτάται από τον αριθμό των κυττάρων ανά καρπό και τη δυναμικότητας τους για αύξηση. Επομένως, οι ενδογενείς και εξωγενείς παράγοντες, που επεκτείνουν την περίοδο της κυτταρικής διαίρεσης και προάγουν τη μεγέθυνση των κυττάρων, παίζουν ένα σημαντικό ρόλο στην αύξηση.[1]
Σχέση φύλλων με καρπό
Ένα ενήλικο παραγωγικό δένδρο ροδακινιάς μπορεί να δώσει περίπου 25.000 άνθη, ενώ η μηλιά και δαμασκηνιά μπορεί να έχουν ανθοφορία 100.000 άνθη. Ευτυχώς, πολλά απ' αυτά δεν καρποδένουν, ένα ποσοστό θα πέσει κατά την καρπόπτωση του Ιουνίου.
Η αποκοπή αποδίδεται στον ανταγωνισμό μεταξύ αναπτύξεως των καρπών και της αύξησης της βλάστησης, που λαμβάνει χώρα ταυτόχρονα. Συνεπώς, αν ο αριθμός των καρπών μειωθεί πριν την έναρξη της καρπόπτωσης του Ιουνίου, ένα μικρότερο ποσοστό καρπών θα πέσει κατά την καρπόπτωση του Ιουνίου.
Σε περιοχές όπου η άνοιξη έρχεται νωρίς, η καρπόπτωση του Ιουνίου λαμβάνει χώρα κατά τα μέσα Μαίου, λίγο πριν την έναρξη σκλήρυνσης του πυρήνα στα πυρηνόκαρπα. Η αποκοπή μικρών καρπών μηλιάς και αχλαδιάς λαμβάνει χώρα κατά τον ίδιο χρόνο.
Μετά την καρπόπτωση του Ιουνίου, μια παραγωγική συμπύρηνη ροδακινιά μπορεί να έχει 6000 καρπούς και περίπου 60.000 φύλλα κατά τα τέλη της βλαστικής περιόδου. Αν ένα τέτοιο δένδρο ροδακινιάς δεν αραιωθεί, η σχέση φύλλων:καρπό θα είναι 10:1.
Ένα κανονικό δένδρο ροδακινιάς ή μηλιάς σε σπορόφυτο υποκείμενο χρειάζεται μια σχέση φύλλων:καρπό 50:1 ή 70:1 για την παραγωγή εμπορεύσιμων καρπών. Αν η παραγωγή δεν αραιωθεί νωρίς την άνοιξη, οι καρποί θα είναι μικροί και μη εμπορεύσιμοι. Το υπερβολικό φορτίο της καλλιέργειας μπορεί να οδηγήσει σε σπάσιμο κλάδων. Η υπερπαραγωγή αυτή μπορεί να προδιαθέσει τα δένδρα μερικών ειδών σε περενιαυτοφορία.[1]
Τροφικά αποθέματα
Η αρχική ενέργεια και τροφή, που απαιτείται για βλάστηση και ανθοφορία προέρχεται από αποθέματα τροφής, που είναι αποθηκευμένα στα κύτταρα των κλάδων, των κορμών και των ριζών. Τα αποθέματα αυτά κατανέμονται μεταξύ του ταχέως διαιρούμενου πλάγιου καμβίου, των εκπτυσσόμενων ξυλοφόρων οφθαλμών και των ανθικών μερών κατά την άνθηση.
Η αποθηκευμένη τροφή χρησιμοποιείται από τους ιστούς αυτούς και τα όργανα, μέχρι τα νεοσχηματισθέντα φύλλα καταστούν ανεξάρτητα, και αρχίσουν να εξάγουν φωτοσυνθετικά υλικά για την κάλυψη των αναγκών των διαφόρων κέντρων συσσώρευσης (δεξαμενών). Αν η ανάγκη είναι μεγάλη πριν το σχηματισμό επαρκούς φυλλώματος, η αύξηση της βλάστησης αναστέλλεται, νωρίς την άνοιξη και επομένως λιγότερα και μικρότερα φύλλα παράγονται τη χρονιά αυτή.
Αν τα δένδρα καρποδένουν υπερβολικά, όταν τα θρεπτικά αποθέματα είναι περιορισμένα, η κυτταρική διαίρεση στο περικάρπιο σταματά νωρίς, περιορίζοντας την περαιτέρω αυξητική δυναμικότητα των καρπών.[1]
Χρόνος ωρίμασης της παραγωγής
Ο ανταγωνισμός, μεταξύ της αναπτυσσόμενης παραγωγής και της αύξησης της βλάστησης για αποθεματική τροφή και τρέχοντα φωτοσυνθετικά υλικά, είναι έντονος στις ποικιλίες που ωριμάζουν τους καρπούς τους κατά τα τέλη της ανοίξεως με αρχές καλοκαιριού.
Η συγκομιδή των καρπών των ποικιλιών αυτών συμπίπτει με τη μεγάλη περίοδο της βλαστικής επιμήκυνσης, όταν το 60% περίπου της τελικής φυλλικής επιφάνειας έχει σχηματιστεί. Επομένως, η σχέση φύλλων:καρπό είναι ακόμα μικρή. Ο μεταξύ τους ανταγωνισμός για φωτοσυνθετικά υλικά είναι τόσο μεγάλος, που οι πρωίμου ωρίμασης ποικιλίες ροδακινιάς και δαμασκηνιάς δεν αποκτούν το επιθυμητό μέγεθος καρπών, αν η παραγωγή δεν μειωθεί για να επιτευχθεί η σχέση φύλλων:καρπό περίπου 60:1.
Με την ίδια σχέση φύλλων:καρπό, οι ποικιλίες που ωριμάζουν τους καρπούς τους τον Αύγουστο, όταν η βλαστική αύξηση έχει σταματήσει, μπορεί να φέρουν 50% περισσότερους καρπούς του ίδιου μεγέθους και ποιότητας.[1]
Σχηματισμός και κατανομή σπόρων
Το μέγεθος των καρπών είναι ανάλογο του αριθμού των ώριμων, ζωτικών σπόρων στους αναπτυσσόμενους καρπούς, που κανονικά παράγουν πολλούς σπόρους, όπως η μηλιά, βατομουριά, η συκιά, το ακτινίδιο, η αχλαδιά, η ροδιά, και η φράουλα.
Συνήθως οι καρποί των μηλοειδών είναι παραμορφωμένοι, αν σχηματίζονται σπόροι μόνο σε μερικές σπερμοβλάστες. Εξαίρεση αποτελούν οι ποικιλίες που καρποδένουν παρθενοκαρπικά, γιατί είναι κληρονομικά πλούσιες σε αυξητικές ρυθμιστικές ουσίες.
Ομοίως τα ροδάκινα, με μια σπερματική βλάστη ανά καρπό, είναι ελαφρά μικρότερα και λιγότερο συμμετρικά απ' εκείνα με δυο σπερματικές βλάστες. Η σχέση μεταξύ της αύξησης του καρπού και του αριθμού των σπόρων αποδίδεται στην ποσότητα των ορμονών, που παράγονται από κάθε σπόρο.
Επειδή τα αναπτυσσόμενα αχαίνια αποτελούν πηγή αυξινών, η αύξηση του καρπού της φράουλάς δεν επηρεάζεται, αν το ναφθοξικό οξύ , υπό μορφή λανολίνης, επαλειφθεί σε μια περιοχή, που τα αχαίνια έχουν απομακρυνθεί. Ομοίως, η εξωγενής παροχή GA σε παρθενοκαρπικές μηλιές και Ασιατικές αχλαδιές επιταχύνει την κυτταρική διαίρεση και μεγέθυνση, πράγμα που αποδεικνύει, ότι η έκχυση GA από τους σπόρους προάγει την αύξηση των καρπών.
Ο Crane (1969) διατύπωσε την άποψη, ότι οι σπόροι ενεργούν ως εστιακό κέντρο για τη διακίνηση των ορμονών και των φωτοσυνθετικών υλικών στον καρπό. Η υπόθεση του αυτή βασίζεται στην ικανότητα των συνθετικών αυξινών, κυτοκινινών και γιββερελλινών να προκαλούν καρπόδεση και ανάπτυξη, χωρίς να λαμβάνει χώρα γονιμοποίηση.
Προφανώς, η διπλή γονιμοποίηση, που οδηγεί στο σχηματισμό ενδοσπερμίου αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση για την καρπόδεση και ανάπτυξη των καρπών. Αλλά η ωρίμαση του εμβρύου δεν αποτελεί προϋπόθεση για μερικούς καρπούς να φθάσουν μέχρι την ωρίμαση.
Μερικές πρώϊμες ποικιλίες πυρηνόκαρπων αναπτύσσουν τους καρπούς τους μέχρι την ωρίμαση, αν και τα έμβρυα εκφυλίζονται, λόγω του ανταγωνισμού τους για θρεπτικά στοιχεία με το αναπτυσσόμενο μεσοκάρπιο. Επίσης, ένας καρπός φθάνει στην ωρίμαση, ανεξάρτητα αν το ενδοκάρπιο σχιστεί και το έμβρυο εκφυλιστεί.
Πειραματικά διαπιστώθηκε, ότι τα μήλα συνεχίζουν να αυξάνουν, και αν ακόμη απομακρυνθούν οι σπόροι τους και πληρωθούν τα κενά με εμποτισμένο δι' αυξίνης βαμβάκι.
Ποιά εξήγηση μπορεί να δοθεί, στο ότι οι τριπλοειδείς ιστοί του ενδοσπέρμιου, που είναι πλούσιοι σε ορμόνες, αποτελούν πηγή εξαγώγιμων ορμονών; Στην ποικιλία της ροδακινιάς Halehaven παρατηρείται μια μέγιστη παραγωγή αυξινικών ουσιών στις σπερμοβλάστες, που συμπίπτει με την μεγέθυνση του ενδοσπέρμιου και εμβρύου.
Δυο ακόμα μέγιστες τιμές αυξινικής δραστηριότητας, που ανταποκρίνονται στα στάδια Ι και ΙΙΙ της αύξησης του καρπού, έχουν παρατηρηθεί από τους Powel και Pratt (1966). Η συγκέντρωση των αυξητικών ουσιών αυξάνει στα καρποφόρα λογχοειδή της μηλιάς, αρκετές ημέρες, μετά τη μέγιστη τιμή παρόμοιων ουσιών στα σπέρματα.
Κάποια συγκρίσιμη αύξηση σε μη καρποφόρα λογχοειδή δεν ανιχνεύθηκε. Η ποικιλία Early Burlat της κερασιάς της οποίας το σύνολο των εμβρύων εκφυλίζονται παρουσιάζει δυο μέγιστες τιμές αυξητικών ουσιών (γιββερελλινών και κυτοκινινών), τρεις εβδομάδες μετά την άνθηση. Αυτές είναι όμοιες, αλλά λιγότερο σημαντικές, απ' εκείνες των ποικιλιών Rainier και Βing, οι οποίες παράγουν ζωτικούς σπόρους.
Οι μέγιστες αυτές τιμές συμπίπτουν χρονικά με την ανάπτυξη του ενδοσπέρμιου και του νουκέλλου, τα οποία πιθανόν, εξάγουν αυξητικές ρυθμιστικές ουσιές στο μεσοκάρπιο. Αναλύσεις του ενδοσπέρμιου της αμυγδαλιάς έδειξαν, ότι ο ιστός είναι πλούσιος σε γιββερελλίνες. Υπάρχει κάποια ένδειξη, ότι αυτές συντίθενται τοπικά μάλλον, παρά ότι εισάγονται με τα φωτοσυνθετικά υλικά.
Όταν ραδιενεργό μεβαλονικό οξύ χορηγήθηκε σε ενδοσπέρμια άγριων αμυγδάλων, παράγωγα γιββερελλικού οξέος βρέθηκαν σ' εκχυλίσματα τους πράγμα που αποδεικνύει την αναγκαιότητα των ενζύμων στη βιοσύνθεση της γιββερελλίνης.[1]
Περιβαλλοντικοί παράγοντες-Θερμοκρασία
Έλλειψη νερού
Άνεμοι
Φώς
Αλληλεπίδραση μεταξύ θερμοκρασίας, μήκους ημέρας και εποχής
Σχετικές σελίδες
Σχηματισμός και κατανομή σπόρων
Περιβαλλοντικοί παράγοντες-Θερμοκρασία
Αλληλεπίδραση μεταξύ θερμοκρασίας, μήκους ημέρας και εποχής