Ρεβιθιά
Βοτανικά χαρακτηριστικά
Πρόκειται για μονοετές, [1] ποώδες, αγγειόσπερμο, δικότυλο φυτό. Η ρεβιθιά ανήκει στην υποοικογένεια των ψυχανθών. Είναι θάμνος που δύσκολα ξεπερνά τα 60 εκατοστά, καλλιεργείται για τα σπόρια του τα ρεβίθια και ως κτηνοτροφή. Έχει την επιστημονική ονομασία Cicer arietinum - Ερέβινθος ο κοινός, Ερέβινθος ο κριόμορφος. Συναντάται επίσης και η ονομασία Ερέβινθος ο κριόμορφος, πιστή μετάφραση της λατινικής ονομασίας του είδους Cicer arietinum η οποία οφείλεται στο σχήμα του σπόρου του φυτού που θυμίζει κεφάλι κριαριού. Η καταγωγή της ρεβιθιάς είναι από την Ασία και σήμερα καλλιεργείται σε πολλές χώρες της νότιας Ευρώπης, της Ασίας και της νότιας και κεντρικής Αμερικής. Τα φύλλα της είναι πτερωτά, σύνθετα και έχουν πολλά μικρότερα φυλλάρια στρογγυλά, ανοιχτοπράσινα με μικροσκοπικά δόντια στις άκρες. Τα άνθη της είναι μικρά, λευκού κόκκινου ή ροζ χρώματος και φύονται στις μασχάλες των κλαδιών ανά ένα. Οι καρποί είναι πεπλατυσμένοι στα πλάγια και κάθε ένας από αυτούς περιέχει 1-2 σπόρια, τα γνωστά ρεβίθια.
Τα ρεβίθια καταναλώνονται βραστά ή μαγειρευτά ως όσπρια, καβουρντισμένα ως ξηροί καρποί (τα γνωστά στραγάλια), γίνονται θρεπτικά άλευρα και μετά από επεξεργασία μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως υποκατάστατο του καφέ. Είναι πλούσια σε φώσφορο, μαγνήσιο, ασβέστιο και σίδηρο καθώς και βιταμίνες Β, Κ, Ε, και C.
Η ρεβιθιά είναι εξαιρετικά ανθεκτική στην ξηρασία και αποδίδει καλά σε φτωχά εδάφη χωρίς ιδιαίτερες περιποιήσεις. Πολλαπλασιάζεται με σπορά κατά τους φθινοπωρινούς κυρίως μήνες. Στην Ελλάδα καλλιεργούνται 150.000 στρέμματα, κυρίως στη Στερεά Ελλάδα, τη Θράκη και τη Μακεδονία. Η Ινδία είναι πρώτη στον κόσμο σε παραγωγή ρεβιθιών. Ακολουθούν η Ισπανία, η Αλγερία, η Ιταλία, η Αίγυπτος, η Αργεντινή και η Ελλάδα.
Πολλαπλασιασμός ρεβιθιάς
Η ρεβιθιά πολλαπλασιάζεται με σπόρο. Ένα βαθύ όργωμα και δισκοσβάρνισμα είναι αρκετά για να γίνει η εγκατάσταση της καλλιέργειας του ρεβυθιού. Η σπορά του ρεβυθιού παλαιότερα γινόταν μόνο την Άνοιξη (από 15 Φεβρουαρίου έως 15 Μαρτίου). Σήμερα με τη δημιουργία νέων μικρόσπερμων ποικιλιών ανθεκτικών στις χαμηλές θερμοκρασίες (μέχρι -10oC) κτηνοτροφικού ρεβυθιού η σπορά μπορεί να γίνει από το Φθινόπωρο. Η χρησιμοποιούμενη ποσότητα σπόρου είναι 18-20 κιλά για τις μεγαλόσπερμες και 14-16 κιλά για τις μικρόσπερμες και μεσόσπερμες ποικιλίες.
Εδαφοκλιματικές συνθήκες ρεβιθιάς
Το ρεβίθι είναι καλλιέργεια των θερμών ημίξερων κλιμάτων. Τα όρια αντοχής του φυτού στις χαμηλές και υψηλές θερμοκρασίες, κυμαίνονται ευρύτατα μεταξύ των διαφόρων ποικιλιών και εξαρτώνται από την περιοχή προέλευσης της κάθε ποικιλίας. Γενικά το ρεβύθι αντέχει στο κρύο λιγότερο από τα λοιπά χειμερινά ψυχανθή. Για τη βλάστηση του σπόρου χρειάζονται θερμοκρασίες μεγαλύτερες από 5oC. Τα νεαρά φυτά μπορούν να αντέξουν θερμοκρασίες και μέχρι -10oC, σε ορισμένες όμως ποικιλίες αναφέρεται αντοχή μέχρι και -27oC όταν τα φυτά καλύπτονταν από χιόνι.
Για την άνθηση, την επικονίαση και την καρπόδεση, στις περισσότερες ποικιλίες, θεωρούνται ως ελάχιστες θερμοκρασίες οι 10-14oC και ως μέγιστες ο 25-31oC. Αναφέρεται ότι σε θερμοκρασίες μικρότερες από 20oC επηρεάζεται δυσμενώς η βλάστηση της γύρης και η ανάπτυξη του βλαστικού σωλήνα. Με χαμηλές θερμοκρασίες και υψηλή υγρασία, τα πρώτα άνθη που σχηματίζονται είναι ατελή, χωρίς πέταλα, με ατροφικούς ανθήρες και δεν παράγουν σπόρους. Παρ' όλο ότι το ρεβίθι αντέχει στις υψηλές θερμοκρασίες, όταν αυτές υπερβούν τους 30-32oC περιορίζουν την απόδοση, επειδή επιταχύνουν την ωρίμανση και μειώνουν το μέγεθος και το βάρος των σπόρων.
Το ρεβίθι αντέχει στην ξηρασία περισσότερο από τα άλλα ψυχανθή και η καλλιέργειά του επεκτείνεται και σε περιοχές με ελάχιστες βροχοπτώσεις. Σε πολύ μεγάλη όμως ξηρασία, μειώνεται η απόδοση, λόγω μείωσης της καρπόδεσης και του μεγέθους των σπόρων. Ανταποκρίνεται θετικά στην άρδευση όταν υπάρχει δυνατότητα, μπορεί όμως να υποστεί σοβαρές ζημιές σε βροχερές χρονιές από την ανάπτυξη ασθενειών, όπως είναι η ασκοχύτωση και οι σήψεις των ριζών. Το ρεβίθι είναι φυτό είτε μακράς φωτοπεριόδου είτε ουδέτερο, ανάλογα με την προέλευση των ποικιλιών. Ορισμένες ποικιλίες χρειάζονται εαρινοποίηση. Η μεγάλη ηλιοφάνεια αυξάνει τις αποδόσεις.
Οι εδαφικές απαιτήσεις του φυτού είναι περιορισμένες κι έτσι μπορεί να καλλιεργηθεί σε ποικιλία εδαφών. Προσαρμόζεται όμως καλύτερα στα ελαφρότερα εδάφη, τα οποία δεν συγκρατούν υπερβολική υγρασία. Η άνθηση και η καρπόδεση παρατηρούνται πρωιμότερα στα ελφρά και ξηρά εδάφη και οψιμότερα στα υγρά και βαριά. Το ριζικό σύστημα υφίσταται ζημιές από την κατάκλυση. Σε πολύ βαριά εδάφη πιθανόν να δημιουργηθούν προβλήματα και στο φύτρωμα. Το ρεβίθι είναι ευαίσθητο στην αλατότητα του εδάφους. Σημαντική μείωση στην ανάπτυξη παρουσιάζεται και στα αλκαλικά εδάφη. Από την οξύτητα του εδάφους επηρεάζεται κυρίως όταν η ανάπτυξή του εξαρτάται από το άζωτο της αζωτοδέσμευσης, ενώ η επίδραση είναι μικρή όταν προστεθεί αζωτούχος λίπανση. Οι ποικιλίες με μικρούς έγχρωμους σπόρους προσαρμόζονται καλύτερα σε αντίξοες συνθήκες, ενώ οι ποικιλίες με λευκούς σπόρους αποδίδουν καλύτερα σε ευνοϊκές συνθήκες.
Ποικιλίες
Στην Ελλάδα καλλιεργούνται σήμερα τα μεγάλα και μέτρια σε μέγεθος ρεβίθια με χρώμα ανοιχτό έως σκούρο κίτρινο ή κιτρινοκαφέ. Με κριτήριο το μέγεθος του σπόρου οι καλλιεργούμενες ποικιλίες ρεβιθιών[2] διακρίνονται στις ακόλουθες τρεις κατηγορίες.
- Μικρόσπερμα ρεβίθια, με βάρος 1000 σπόρων μικρότερο από 350 γραμμάρια ή διάμετρο σπόρων 5,5-7,5 χιλιοστά.
- Μεσόσπερμα ρεβίθια, με βάρος 1000 σπόρων μεταξύ 350 και 450 γραμμαρίων ή διάμετρο σπόρων 7,5-8,5 χιλιοστά.
- Μεγαλόσπερμα ρεβίθια με βάρος 1000 σπόρων μεγαλύτερο από 450 γραμμάρια ή διάμετρο μεγαλύτερη από 8,5 χιλιοστά.
Οι ποικιλίες ρεβιθιού που είναι γραμμένες στον ελληνικό εθνικό κατάλογο ποικιλιών είναι οι παρακάτω:
Ποικιλίες ρεβιθιάς
Θήβα
Πρόκειται για μεγαλόσπερμη ποικιλία ρεβιθιάς με βάρος 1000 σπόρων που κυμαίνεται μεταξύ 470-510 γραμμαρίων.
Δημιουργήθηκε στο πλαίσιο των βελτιωτικών προγραμμάτων οσπρίων του Ινστιτούτου Κτηνοτροφικών Φυτών και Βοσκών και είναι προϊόν επιλογής από τοπικό πληθυσμό. Το ύψος της ποικιλίας είναι 46-68 εκατοστά. Το χρώμα του άνθους είναι λευκό χωρίς νευρώσεις. Ο καρπός είναι μεγάλος, στρογγυλός, ανοιχτο-κίτρινου χρωματισμού με ανώμαλη αυλακωτή επιφάνεια.
Στις περισσότερες περιοχές σπέρνεται από 20 Φεβρουαρίου έως 10 Μαρτίου. Η άριστη πυκνότητα φυτών/στρ. (περίπου 45.000 φυτά) επιτυγχάνεται με σπορά 18-20 κιλών/στρ. Προσαρμόζεται άριστα ακόμα και σε πολύ φτωχά εδάφη. Πολύ ανθεκτική στην ξηρασία και μέτρια ανθεκτική στις χαμηλές θερμοκρασίες (έως -3oC). Ευαίσθητη στην ασκόχυτα (Ascochyta rabiei). Η μέση στρεμματική απόδοση της ποικιλίας Θήβα κυμαίνεται στα 150-200 κιλά/στρ. σε ξηρικά χωράφια, ενώ σε χωράφια όπου υπάρχει η δυνατότητα άρδευσης η απόδοσή της ξεπερνάει τα 300 κιλά/στρ.
Είναι ποικιλία με άριστη βραστικότητα και νοστιμιά. Δεν είναι γενετικά τροποποιημένη ποικιλία.
Γαύδος
Πρόκειται για μεγαλόσπερμη ποικιλία ρεβιθιάς με βάρος 1000 σπόρων που κυμαίνεται μεταξύ 470-530 γραμμαρίων. Δημιουργήθηκε στο πλαίσιο των βελτιωτικών προγραμμάτων οσπρίων του Ινστιτούτου Κτηνοτροφικών Φυτών και Βοσκών και είναι προϊόν επιλογής από τοπικό πληθυσμό.
Το ύψος της ποικιλίας φθάνει τα 70 εκατοστά. Το χρώμα του άνθους είναι λευκό χωρίς νευρώσεις. Ο καρπός είναι μεγάλος, στρογγυλός, κιτρινο-καφέ χρωματισμού με ανώμαλη αυλακωτή επιφάνεια. Λόγω του ιδιαίτερου τρόπου φυτρώματος μπορεί να σπαρθεί και αργά το Νοέμβριο. Ωστόσο, στις περισσότερες περιοχές σπέρνεται από 20 Φεβρουαρίου έως 10 Μαρτίου. Η άριστη πυκνότητα φυτών/στρ. (περίπου 45.000 φυτά) επιτυγχάνεται με σπορά 18-20 κιλών/στρ.
Προσαρμόζεται άριστα ακόμα και σε πολύ φτωχά εδάφη. Ανθεκτική στην ξηρασία και μέτρια ανθεκτική στις χαμηλές θερμοκρασίες (έως -5oC). Ευαίσθητη έως ανεκτική στην ασκόχυτα (Ascochyta rabiei). Η μέση στρεμματική απόδοση της ποικιλίας Γαύδος είναι 150-200 κιλά/στρ. σε ξηρικά χωράφια, ενώ με κατάλληλη άρδευση ξεπερνάει τα 300 κιλά/στρ.
Είναι ποικιλία με άριστη βραστικότητα και εξαιρετικά γευστικά χαρακτηριστικά. Δεν είναι γενετικά τροποποιημένη ποικιλία.
Κερύνεια
Πρόκειται για μεγαλόσπερμη ποικιλία ρεβιθιάς με βάρος 1000 σπόρων που κυμαίνεται μεταξύ 460-500 γραμμαρίων. Δημιουργήθηκε στο πλαίσιο των βελτιωτικών προγραμμάτων οσπρίων του Ινστιτούτου Κτηνοτροφικών Φυτών και Βοσκών και είναι προϊόν επιλογής από τοπικό πληθυσμό.
Το ύψος της ποικιλίας φθάνει τα 70 εκατοστά. Το χρώμα του άνθους είναι λευκό χωρίς νευρώσεις. Ο καρπός είναι μεγάλος, στρογγυλός, ανοιχτο-κίτρινου χρωματισμού με ανώμαλη αυλακωτή επιφάνεια. Στις περισσότερες περιοχές σπέρνεται από 20 Φεβρουαρίου έως 10 Μαρτίου. Η άριστη πυκνότητα φυτών/στρ. (περίπου 45.000 φυτά) επιτυγχάνεται με σπορά 18-20 κιλών/στρ. Προσαρμόζεται άριστα σε όλους τους τύπους εδαφών ακόμα και σε πολύ φτωχά εδάφη. Είναι ποικιλία ανθεκτική στην ξηρασία και μέτρια ανθεκτική στις χαμηλές θερμοκρασίες (έως -5oC). Ευαίσθητη έως ανεκτική στην ασκόχυτα (Ascochyta rabiei).
Η μέση στρεμματική απόδοση της ποικιλίας Κερύνεια είναι 150-200 κιλά/στρ. σε ξηρικά χωράφια, ενώ με κατάλληλη άρδευση ξεπερνάει τα 300 κιλά/στρ.
Είναι ποικιλία με άριστη βραστικότητα και εξαιρετικά γευστικά χαρακτηριστικά. Δεν είναι γενετικά τροποποιημένη ποικιλία.
Αμοργός
Πρόκειται για μεσόσπερμη ποικιλία ρεβιθιάς με βάρος 1000 σπόρων 350-380 γραμμάρια. Δημιουργήθηκε στο πλαίσιο των βελτιωτικών προγραμμάτων οσπρίων του Ινστιτούτου Κτηνοτροφικών Φυτών και Βοσκών και είναι προϊόν επιλογής από τοπικό πληθυσμό.
Το ύψος της ποικιλίας κυμαίνεται στα 45-65 εκατοστά. Το χρώμα του άνθους είναι λευκό χωρίς νευρώσεις. Ο καρπός είναι στρόγγυλος και έχει χρώμα κίτρινο έως κιτρινο-καφέ με αυλακώσεις. Λόγω της αντοχής στις χαμηλές θερμοκρασίες (έως -10oC) σπέρνεται και το φθινόπωρο (αρχές-μέσα Νοεμβρίου) με 16-18 κιλά το στρέμμα. Άριστη πυκνότητα σποράς είναι τα 50-52.000 φυτά/στρ.
Δεν έχει ιδιαίτερες εδαφικές απαιτήσεις και αποδίδει ικανοποιητικά ακόμα και σε πολύ φτωχά εδάφη. Πολύ ανθεκτική στην ξηρασία. Παρουσιάζει χαρακτηριστική ανθεκτικότητα σε όλες τις φυλές της ασκοχύτωσης (Ascochyta rabiei) που υπάρχουν στην Ελλάδα.
Η μέση στρεμματική απόδοση της ποικιλίας Αμοργός είναι 160-220 κιλά/στρ. σε ξηρικά χωράφια. Με σωστή άρδευση ξεπερνάει τα 350 κιλά/στρ.
Έχει άριστη βραστικότητα και ευχάριστα γευστικά χαρακτηριστικά. Δεν είναι γενετικά τροποποιημένη ποικιλία.
Ασθένειες
Η κυριότερη ασθένεια απ'την οποία προσβάλλεται η καλλιέργεια της ρεβιθιάς είναι η ασκοχύτωση. Η αθένεια αυτή προκαλείται από μύκητα και προσβάλλει κυρίως τα ρεβίθια, αλλά και τα φασόλια και τα μπιζέλια. Προσβάλλει όλα τα υπέργεια μέρη του φυτού, όταν επικρατεί υψηλή ατμοσφαιρική υγρασία, βροχή και κακός αερισμός.
Εχθροί
Όπως όλες οι καλλιέργειες έτσι και στα ψυχανθή υπάρχουν προσβολές από διάφορους εχθρούς. Αυτές στα διάφορα ψυχανθή είναι οι αφίδες, τα λεπιδόπτερα, τα τζιτζικάκια, οι βρωμούσες, οι νηματώδεις κ.ά. Οι κυριοτεροι όμως εχθροί που προσβάλλουν τις ρεβιθιές είναι ο βρούχος, το πράσινο σκουλήκι (πρόκειται για τον ίδιο εχθρό που προσβάλλει κι άλλες καλλιέργειες, όπως αυτή του βαμβακιού, του αραβόσιτου, της πατάτας κ.λπ.) και ο θρίπας.
Πληροφοριακά στοιχεία
Ευδοκιμεί στις περιοχές
|
Σχετικές σελίδες
- Ψυχανθή
- Καλλιέργεια ρεβιθιάς
- Ρεβύθι
- Όσπρια
- Φώσφορος
- Μαγνήσιο
- Ασβέστιο
- Σίδηρος
- Ποικιλίες ρεβιθιάς
- Εδαφοκλιματικές συνθήκες ρεβιθιάς
- Εχθροί ρεβιθιάς
- Βαμβάκι
- Αραβόσιτος φυτό
- Πατάτα φυτό
- Ασθένεια ρεβιθιάς Ασκοχύτωση
- Μύκητες
- Φασόλι
Βιβλιογραφία
- ↑ Ρεβιθιά
- ↑ "Ελληνικές ποικιλίες οσπρίων", Ελληνικός Γεωργικός Οργανισμός "Δήμητρα", Γενική Διεύθυνση Αγροτικής Έρευνας, Ινστιτούτο Κτηνοτροφικών Φυτών και Βοσκών Λάρισας, Απρίλιος 2012.
- ↑ Καλλιέργεια ρεβυθιάς
- ↑ "Εχθροί και ασθένειες Ψυχανθών", Υπουργείο Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος, Τμήμα Γεωργίας, Λευκωσία-Κύπρος, Έκδοση 19/2009.
- ↑ "Σκωρίαση ρεβυθιάς", Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Περ/κό Κέντρο Προστασίας Φυτών και Ποιοτικού Ελέγχου Μαγνησίας, Γεωργικές Προειδοποιήσεις για Ψυχανθή 1-30.4.2012